Δεν ήταν μεμονωμένα περιστατικά το άρθρο του Κούλογλου στο tvxs και του Τσίρκα στο thepressproject, που έχυναν χολή κατά του Δημήτρη Κουφοντίνα, κατηγορώντας τον ότι δήθεν προσπαθεί να καπηλευτεί τις μαζικές κινητοποιήσεις του τελευταίου διαστήματος. Η παλέτα συμπληρώθηκε με άρθρο του Διονέλλη στην ΕφΣυν της περασμένης Πέμπτης, υπό τον πρόστυχο τίτλο «Γεννήθηκα 17 Ιούλη».
Με πιο προσεκτικό από τους προηγούμενους τρόπο, ο Διονέλλης, αφού σημειώσει ότι «απαντήσαμε (σ.σ. ποιοι;) πειστικά και αποτελεσματικά» στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, καταλήγει: «Το ίδιο οφείλουμε να απαντήσουμε και προς την άλλη πλευρά, αν από την ανακοίνωση του κρατουμένου με τη λήξη της απεργίας πείνας προκύπτει, έστω και ως υπόνοια, η φιλοδοξία του να συμβολίσει τις ευρύτερες κοινωνικές ζυμώσεις. Οντως “αυτό που γίνεται εκεί έξω είναι πολύ πιο σημαντικό’’, αλλά δεν ξεκίνησε από το δίκαιο αίτημά του. Είναι οι κοινωνικοί αγώνες που συναντήθηκαν, ως όφειλαν σε αυτή την περίσταση, με το αίτημα του Δημήτρη Κουφοντίνα. Αγώνες που όμως υπήρχαν πριν και θα υπάρχουν και μετά το αίτημα αυτό. Είμαστε και θα είμαστε στους δρόμους, επειδή έχουμε δίκιο και όχι επειδή γεννηθήκαμε 17 Νοέμβρη».
Σ’ αυτό που οι άλλοι θεωρούν δεδομένο, ο Διονέλλης βάζει μπροστά ένα υποκριτικό «αν». Στην πραγματικότητα το ίδιο με τους άλλους λέει, απλά το λέει πιο κομψά, μπας και γίνει πειστικός.
Δε θα επαναλάβουμε τα ίδια, για τις διαδηλώσεις υπέρ του απεργού πείνας Κουφοντίνα, που γίνονταν προτού προκύψουν τα γεγονότα της Νέας Σμύρνης και η επέμβαση των μπάτσων στο ΑΠΘ, και είτε καταστέλλονταν είτε αποκτούσαν ολοένα και μεγαλύτερη μαζικότητα, όταν δεν καταστέλλονταν. Θα θυμίσουμε, όμως, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ -πλην ελάχιστων τιμητικών εξαιρέσεων- μπήκε στο «παιχνίδι» μετά από ενάμιση μήνα απεργίας πείνας, όταν δεν μπορούσε πλέον να απέχει (είχε μπει ακόμα και το ΚΙΝΑΛ). Επομένως, το πρώτο πληθυντικό («απαντήσαμε») δεν αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ.
Την όποια συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ (σε επίπεδο δηλώσεων, όχι σε επίπεδο μαζικής συμμετοχής) την εξήγησε προχθές ο Τσίπρας στο πρωινάδικο του ΟΡΕΝ: «Καταρχάς, λυπάμαι που έχουμε αναγάγει έναν τρομοκράτη που έχει καταδικαστεί όχι μόνο από την ελληνική δικαιοσύνη, αλλά και στη συνείδηση των Ελλήνων πολιτών για τη δράση του, σε ρυθμιστικό παράγοντα της πολιτικής ζωής. Είναι πραγματικά θλιβερή κατάντια αυτή» – «Ο κίνδυνος ήταν η ηρωοποίηση του τρομοκράτη Κουφοντίνα» – «Δηλαδή, ένας άνθρωπος που εξουσιαστικά αποφάσιζε από μόνος του σε ποιον θα δώσει και σε ποιον θα αφαιρέσει τη ζωή, να γινόταν και σύμβολο αντίστασης και μάρτυρας» – «Είναι πάρα πολύ θλιβερό διαρκώς να αναγάγουμε έναν τρομοκράτη σε ρυθμιστή της πολιτικής ζωής».
Δεν νομίζουμε ότι αυτά τα εμέσματα του Τσίπρα χρειάζονται οποιαδήποτε ανάλυση. Θα θέλαμε, όμως, να θέσουμε ένα ερώτημα στους συριζαίους που κρατάνε την άλλη άκρη της συριζαίικης προπαγάνδας. Αλήθεια, φοβόσαστε μήπως ο Κουφοντίνας καπηλευτεί τους αγώνες; Δεν σας έχουμε για αφελείς.
Ο Κουφοντίνας έχει 18,5 χρόνια στη φυλακή. Οι σημερινοί νέοι, που πρωτοστατούν στις διαδηλώσεις, ήταν νήπια (έως αγέννητοι) τον Σεπτέμβρη του 2002 που ο Κουφοντίνας εμφανίστηκε στις αρχές. Μεγαλώνοντας, γνώρισαν τον Κουφοντίνα ως πολιτικό κρατούμενο που αντιμετωπίζει ένα διαρκές «καθεστώς εξαίρεσης». Η φετινή απεργία πείνας ήταν η πέμπτη του Δημήτρη Κουφοντίνα σ’ αυτά τα χρόνια. Πάντα για τη διεκδίκηση νόμιμων δικαιωμάτων. Ηταν η πιο σκληρή απ’ όλες (δε θυμόμαστε σκληρή απεργία πείνας να έχει φτάσει άλλη φορά τις 65 μέρες στα χρόνια μετά την πτώση της χούντας). Και αυτή που συγκέντρωσε το πιο ευρύ κίνημα αλληλεγγύης, με διάφορες διαβαθμίσεις ως προς τη συμμετοχή και το στόχο που έβαζε στην προμετωπίδα. Γι’ αυτό και αναγκαστήκατε κι εσείς να συρθείτε εκόντες άκοντες (πλην των ελάχιστων τιμητικών εξαιρέσεων). Αυτό το ευρύτατο κίνημα αλληλεγγύης το δημιούργησε η απεργία πείνας και η συνέπεια αυτού που υφίστατο (και θα υφίσταται για καιρό, με άγνωστη κατάληξη) το πρόσωπο που έκανε απεργία πείνας. Είτε σας αρέσει είτε όχι, αυτή είναι η αλήθεια. Και τη βλέπουν οι πάντες.
Σ’ αυτά τα 18,5 χρόνια που ο Κουφοντίνας είναι κρατούμενος αναπτύχθηκαν πολλοί κοινωνικοί αγώνες. Από τον Δεκέμβρη του 2008, μετά τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, μέχρι τις κινητοποιήσεις ενάντια στα Μνημόνια. Επειδή ο Κουφοντίνας ουδέποτε παρέμεινε σιωπηλός (και καλά κάνει), πάντοτε εύρισκε τρόπο να χαιρετίζει αυτούς τους αγώνες. Μ’ ένα μήνυμα, σε μια συνέντευξη, μ’ ένα άρθρο. Και όπως συμβαίνει με όλα τα πολιτικά πρόσωπα, πάντοτε αντιμετώπιζε αυτούς τους αγώνες υπό το πρίσμα των δικών του ιδεολογικοπολιτικών απόψεων. Αλλοι συμφωνούσαν μαζί του, άλλοι διαφωνούσαν, ουδείς όμως διανοήθηκε να τον κατηγορήσει για προσπάθεια καπηλείας των όποιων αγώνων.
Οχι, δεν είναι αφελείς οι συριζαίοι, δε φοβούνται κάποια καπηλεία εκ μέρους του φυλακισμένου Κουφοντίνα, ο οποίος άλλωστε δεν ανήκει σε κάποιο πολιτικό κόμμα ή οργάνωση. Εκείνο που επιδιώκουν είναι να καπηλευτούν αυτοί τους αγώνες (όπως έκαναν και με τους αντιμνημονιακούς αγώνες της περιόδου 2011-2015). Κι ας μην έκαναν τίποτα για την οργάνωσή τους. Κι ας μην έπαιξαν κανένα ρόλο στην εξέλιξή τους. Ταυτόχρονα, με την ενορχήστρωση αυτής της βρόμικης εκστρατείας ενάντια στον Δημήτρη Κουφοντίνα (ο οποίος μάλιστα δεν είναι σε θέση να τους απαντήσει, γιατί δεν μπορεί ούτε να διαβάσει ούτε να γράψει – μόνο την πνευματική του διαύγεια έχει), δίνουν και τις εξετάσεις τους στο καπιταλιστικό σύστημα, το οποίο ονειρεύονται να υπηρετήσουν και πάλι από τη θέση της κυβέρνησης.
Π.Γ.