Υπάρχουν κάποιοι πνευματικοί νάνοι της αστικής κοινωνίας, που μοστράρονται για μεγάλοι διανοούμενοι, επειδή η ελληνική αστική τάξη δεν έχει να επιδείξει μεγάλους διανοούμενους (εξέλιπαν και οι τελευταίοι που πρόσφεραν μια κάποια αίγλη στο σύστημα). Ενας απ’ αυτούς είναι και ο Κ.. Γεωργουσόπουλος, ο οποίος έχει εγκαθιδρύσει ένα είδος τρομοκρατίας στο ελληνικό αστικό θέατρο.
Από τη στήλη του στα «Νέα» ανέλαβε να κατατοπίσει το αδαές κοινό και περί του Μπέρτολτ Μπρεχτ, παρουσιάζοντας μια αρπακολλατζίδικη κριτική για το έργο «Ο αφέντης Πούντιλα και ο δούλος του ο Μάττι», που ανέβηκε σε αθηναϊκή σκηνή. Πραγματικός στόχος του Γεωργουσόπουλου, όμως, δεν ήταν η κριτική στην παράσταση, αλλά ο ιδεολογικοπολιτικός ακρωτηριασμός του Μπρεχτ, έτσι που να ‘ρθει στα μέτρα του Γεωργουσόπουλου. Θρασύτατος όπως πάντα, το κάνει με τον πιο χοντροκομμένο τρόπο, καθαρά γκεμπελικά. Ο Μπρεχτ πρέπει να παρουσιαστεί ως… αντισταλινικός, ακόμα κι αν τα γραπτά και το έργο του πιστοποιούν το αντίθετο.
Μαθαίνουμε, λοιπόν, ότι ο Μπρεχτ, «περνώντας μόνο δύο ώρες από τη Σοβιετική Ενωση του Στάλιν κατέληξε στη Φινλανδία πριν ταξιδέψει για την Αμερική». Οποιος, βέβαια, γνωρίζει στοιχειωδώς τη βιογραφία του Μπρεχτ, γνωρίζει ότι αυτός, όταν έφυγε με την οικογένειά του από τη χιτλερική Γερμανία, ταξίδευε συνεχώς προς τα Βόρεια, περνώντας από χώρα σε χώρα, ανάλογα με την προέλαση των χιτλερικών στρατευμάτων. Στη Δανία έμεινε τον περισσότερο καιρό, μετά πέρασε στη Φινλανδία και ΜΕΤΑ στη Σοβιετική Ενωση. Αυτό συνέβη τον Μάη-Ιούνη του 1941, ενώ ήδη ο Χίτλερ είχε εισβάλει στην ΕΣΣΔ. Και βέβαια, δεν «πέρασε δυο ώρες» από την ΕΣΣΔ, αλλά έμεινε κάμποσο καιρό. Πρόλαβε, μάλιστα, να εκδώσει με άλλους Γερμανούς το περιοδικό Das Wort (Η Λέξη). Από την ΕΣΣΔ (και όχι από τη Φινλανδία) έφυγε για την Αμερική, με τη σύμφωνη γνώμη της σοβιετικής ηγεσίας.
Μαθαίνουμε, ακόμη, από τον Γεωργουσόπουλο, ότι ο Μπρεχτ «είχε θεμελιώδεις ιδεολογικές διαφορές με τον σταλινισμό». Πόθεν τεκμαίρεται αυτό; Από ποιο έργο του Μπρεχτ; Γιατί από την πολύτομη έκδοση των Απάντων του βγαίνει το αντίθετο. Κι αυτό, όμως, αφήνει αδιάφορο τον γκεμπελίσκο, ο οποίος, αμήχανος μπροστά στο γεγονός της επιστροφής του Μπρεχτ στο Ανατολικό Βερολίνο (ελεύθερη επιλογή του ήταν, γιατί δεν εγκαταστάθηκε κάπου αλλού; γιατί έδωσε μάχη με τους Αγγλοαμερικανούς να του δώσουν βίζα και τελικά αναγκάστηκε να πάει στο Βερολίνο μέσω Πράγας;), δεν διστάζει να γράψει ότι «και στην Ανατολική Γερμανία όσο ζούσε συντηρούσε το θέατρό του υποσχόμενος κάθε χρόνο ότι θα διοργανώσει σεμινάρια σοσιαλιστικού ρεαλισμού με γνώμονα τον Στανιοσλάφσκι που απεχθανόταν, ως γόνος του γερμανικού εξπρεσιονισμού»!
Ο αγράμματος Γεωργουσόπουλος δεν ξέρει τίποτα για τον Μπρεχτ. Δεν ξέρει ότι υπήρξε μεν γόνος του γερμανικού εξπρεσιονισμού, αλλά από τη δεκαετία του ‘20 ακόμη προχώρησε σε… πατροκτονία. Δεν έχει διαβάσει την πολεμική του Μπρεχτ με τον Λούκατς, από τις στήλες του πολιτιστικού περιοδικού της Κομμουνιστικής Διεθνούς, πάνω στα ζητήματα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Ποιος (και για ποιο λόγο) θα ζητού-σε από τον Μπρεχτ να κάνει μαθήματα πάνω στον Στανιοσλάφσκι, όταν ο ίδιος είχε θεμελιώσει μια καινούργια μορφή σοσιαλιστικού ρεαλισμού με το επικό-διαλεκτικό θέατρο; Οταν, όμως, ασκείσαι στην προβοκάτσια από τις στήλες των «Νέων», μάλλον δεν χρειάζεται να γνωρίζεις ούτε τα στοιχειώδη.
Π.Γ.