«Πρώτο: Στη Θράκη υπάρχει μουσουλμανική μειονότητα. Δεν υπάρχει καμία “τουρκική” μειονότητα. Τελεία. Και παύλα!». Με το γνωστό αλήτικο ύφος του, ο νεόκοπος υπάλληλος του συγκροτήματος Κουρή-Χατζηνικολάου Ν. Μπογιόπουλος μας κουνάει το δάχτυλο. Και συνεχίζει: «Δεύτερο: Είναι ακριβώς η τριχοτόμηση της εθνοτικής καταγωγής της μειονότητας (Τουρκογενείς, Πομάκοι, Τσιγγάνοι) που καθόρισε και το θρησκευτικό της προσδιορισμό ως μουσουλμανικής, με τη Συνθήκη της Λοζάνης. Η δε Συνθήκη της Λοζάνης αποτελεί αυτό που θα λέγαμε “ακρογωνιαίο λίθο” στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου για την απόκρουση από την Ελλάδα αιτιάσεων που εγείρονται από τρίτους. Οποιος επιχειρεί να ξηλώσει κάποιον «πόντο» από τη Συνθήκη της Λοζάνης επαπειλείται το ξήλωμα όλης της “κάλτσας”. Συνεπώς με την Συνθήκη της Λοζάνης δεν “παίζουμε”. Ούτε επιτρέπουμε σε άλλους να “παίζουν”. Τελεία. Και παύλα!».
Σ’ αυτό το τελευταίο δεν συναντιέται μόνο με τον Σαμαρά, τον Βενιζέλο, τον Μητσοτάκη και το κακό (εθνικιστικό) συναπάντημα του αστισμού, αλλά και με το μέχρι πρότινος αφεντικό του: «Μουσουλμανική μειονότητα χαρακτηρίζεται η μειονότητα της Θράκης. Εχει να κάνει ακριβώς με το ότι δεν είχαμε ενιαία καταγωγή, ούτε ενιαία, αν θέλετε, αντίληψη ακόμη και στη γλώσσα τους και στα γλωσσικά ιδιώματα που χρησιμοποιούσαν δεκαετίες τώρα. Είναι οι Ρομά, είναι οι Πομάκοι, οι τουρκογενείς… Είναι απαράδεκτο και σαν ορολογία ότι είναι "ενιαίο πράγμα" και ούτε, πολύ περισσότερο, ότι είναι τουρκικό ενιαίο πράγμα, έτσι όπως απαράδεκτα λέγεται» (Δ. Κουτσούμπας).
Να εντοπίσουμε καταρχάς την ιστορική διαστρέβλωση και των δύο. Η αναφορά σε μουσουλμανική μειονότητα από τη Συνθήκη της Λωζάννης δεν έγινε επειδή η μειονότητα ήταν εθνικά ανομοιογενής, αλλά επειδή η καταρρεύσασα οθωμανική αυτοκρατορία στηριζόταν στον θρησκευτικό διαχωρισμό (το περιβόητο σύστημα των «μιλιέτ»). Η τριχοτόμηση της μειονότητας και η προσπάθεια να αναπτυχθούν εθνικές συνειδήσεις στους Πομάκους και στους μουσουλμάνους Τσιγγάνους είναι πολύ φρέσκια. Ούτε ένα τέταρτο του αιώνα δεν μετράει. Την ξεκίνησε το ελληνικό κράτος σε μια προσπάθεια να αποδυναμώσει τη συμπαγή τουρκική εθνική συνείδηση της μειονότητας.
Το θέμα, όμως, δεν είναι θέμα ερμηνείας της Λωζάννης. Είναι καθαρά οντολογικό. Για να μην έχουμε ένα «συμπαγές τουρκικό πράγμα», πρέπει να έχουμε ένα «συμπαγές ελληνικό μουσουλμανικό πράγμα»! Οι εκπρόσωποι του ελληνικού αστικού εθνικισμού έχουν κάθε λόγο να υποστηρίζουν αυτή την κατεύθυνση και να εργάζονται πάνω σ’ αυτή. Οι αυτοαποκαλούμενοι κομμουνιστές, όμως, πώς κρύβονται πίσω από μια ιμπεριαλιστική Συνθήκη (την οποία αναγκαστικά αποδέχτηκε η νεαρή τότε ΕΣΣΔ) και πώς αποδέχονται και υποστηρίζουν ως κριτήριο καθορισμού μιας μειονότητας το θρήσκευμα; Και οι κομμουνιστές μειονοτικοί πώς θα πρέπει να προσδιορίζονται, άραγε; Ως άθεοι μουσουλμάνοι;
Αφού, όπως λένε, θέλουν να ξεφύγουν από το κριτήριο του εθνικού διαχωρισμού και να δώσουν βάση στο κριτήριο του ταξικού διαχωρισμού, γιατί επιλέγουν το κριτήριο του θρησκευτικού διαχωρισμού; Και δεν είναι το θρησκευτικό κριτήριο ένα κριτήριο που βολεύει τον ελληνικό εθνικισμό, ο οποίος αρνείται σε μια μειονότητα την εθνική της ταυτότητα; Η καταπολέμηση του τουρκικού εθνικισμού γίνεται με ταξικά κριτήρια ή από τη σκοπιά του ελληνικού εθνικισμού;
Η μειονότητα είναι θύμα των εθνικών ανταγωνισμών. Αγεται και φέρεται από τις εθνικιστικές πολιτικές δυο κρατών. Για να μπορέσει κάποια στιγμή ν’ αναπτυχθεί το ταξικό κριτήριο στους κόλπους της, θα πρέπει να γίνουν σεβαστές οι ευαισθησίες της, η εθνική της ταυτότητα.
Π.Γ.