«Κατηγορούν το ποτάμι που κυλά ορμητικό και παρασέρνει τα πάντα στο διάβα του. Δεν μιλούν, όμως, για τις όχθες που το περιτριγυρίζουν». Τα σοφά λόγια του Μπέρτολντ Μπρεχτ έγιναν για μια ακόμη φορά επίκαιρα, μετά τα γεγονότα της περασμένης Κυριακής και όσα ακούστηκαν και γράφτηκαν. Από τις εκδηλώσεις της λαϊκής αντιβίας, που είχε μαζικότερο χαρακτήρα και θύμισε νύχτες του Δεκέμβρη του ‘08, απομονώθηκαν οι εμπρησμοί τραπεζών, κρατικών κτιρίων και μαγαζιών, για να βολευτούν θεωρίες και ιδεολογίες.
Ολο και περισσότεροι στοιχίζονται, πλέον, πίσω από τη θεωρία των «προβοκατόρων», των «πρακτόρων του παρακράτους». Θεωρία βολική, καθώς στοχεύει σε δυο στόχους: πρώτο, σβήνει από το χάρτη ένα υπαρκτό κοινωνικό φαινόμενο και, δεύτερο, βοηθάει την αποκήρυξη της αντιβίας, η οποία αποδίδεται στο «παρακράτος», που «παρασέρνει» και μερικούς νεαρούς.
Υπάρχουν, όμως, και άλλοι που επιλέγουν να εστιάσουν στο «άλογο» ορισμένων εκδηλώσεων αντιβίας, όπως οι εμπρησμοί και οι καταστροφές. Και επιχειρηματολογούν φέρνοντας «έλλογα» επιχειρήματα, τα οποία όμως είναι απλώς λογικοφανή. Στην πραγματικότητα έχουν τις ίδιες επιδιώξεις με τους προβοκατορολόγους: την καταδίκη της λαϊκής αντιβίας, μέσω μιας πρόστυχης κατηγοριοποίησης των εκδηλώσεών της, μέσω της διαμόρφωσης ενός οιονεί κώδικα επιτρεπόμενων και μη επιτρεπόμενων ενεργειών αντιβίας.
Ομως, η ιστορία της ταξικής πάλης διδάσκει ότι τέτοιος κώδικας δεν υπάρχει. Επιτρεπτό είναι ό,τι είναι επαναστατικά σκόπιμο. Τα όρια ανάμεσα στο «έλλογο» και το «άλογο», στο «σωστό» και το «λάθος» είναι συχνά δυσδιάκριτα, καθόσον εμπίπτουν στο πεδίο της πολιτικής ανάλυσης, η οποία είναι ιστορικά προσδιορισμένη (πέρα από τον υποκειμενισμό που σχεδόν πάντοτε εμφιλοχωρεί). Για παράδειγμα, η συντριπτική πλειοψηφία όσων καταφέρονται ενάντια στις σημερινές εκδηλώσεις αντιβίας θεωρεί ότι ο προσανατολισμός του επαναστατικού ΚΚΕ στον ένοπλο αγώνα του 1946-49 ήταν τυχοδιωκτισμός, αν όχι έγκλημα. Για μας ήταν μια (όχι απλώς δίκαιη, αλλά) επιβεβλημένη επαναστατική πράξη.
Ποιος, λοιπόν, θα καθορίσει τα όρια του επιτρεπτού και του μη επιτρεπτού σήμερα; Με ποιο δικαίωμα και στο όνομα τίνος; Στην πραγματικότητα, όσοι μιλούν για «άλογη» αντιβία είναι κατά της αντιβίας γενικά, αλλά δεν θέλουν να το πουν. Αν υπάρχει κάτι που πρέπει να ειπωθεί, είναι ότι απουσιάζει η οργάνωση της αντιβίας, ώστε αυτή ν’ αποκτήσει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Ομως, αυτό ούτε που απασχολεί τους κριτικούς της «άλογης» αντιβίας.
Επειδή ακριβώς απουσιάζει η οργάνωση της αντιβίας, επειδή απουσιάζει η πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης, που θα σήκωνε αυτό το καθήκον, είναι αναπόφευκτο η ανάπτυξη της αντιβίας να είναι στοιχειακή και σε ορισμένες περιπτώσεις «τυφλή». Κι αυτό κάθε άλλο παρά πρωτοφανές είναι στην ιστορία της ταξικής πάλης. Οποιος, όμως, θεωρεί ότι η αντιβία είναι όρος όχι μόνο για την ανάπτυξη της ταξικής άμυνας, αλλά και για την επαναστατική διαπαιδαγώγηση των εργαζόμενων μαζών, δεν στέκεται στα επιμέρους φαινόμενα, αλλά πάει στην ουσία. Και απαντά στο αρχειακό ερώτημα: υπέρ ή κατά της αντιβίας;
Αρκετές φορές έχουμε και εμείς κριτική προσέγγιση σε επιμέρους φαινόμενα. Ομως, επειδή εκείνο που κυριαρχεί είναι η καταδίκη της αντιβίας και όχι η συζήτηση για τους τρόπους ανάπτυξής της, προτιμάμε να μην αναφερθούμε στην όποια κριτική μας, για να μπορέσουμε να εστιάσουμε στο κύριο, στην κοινωνική και πολιτική νομιμοποίηση της αντιβίας και στην ανάγκη οργάνωσής της.
Π.Γ.