Η νέα μόδα των αστών δημοσιολόγων είναι να χαρακτηρίζουν οτιδήποτε το κρατικό, ακόμα και τους κρατικούς ελέγχους, σαν «σοβιετικό μοντέλο». Οι πιο λυσσασμένοι απ’ αυτούς τους δημοσιολόγους χαρακτηρίζουν την Ελλάδα ως «το τελευταίο κομμουνιστικό κράτος στην Ευρώπη». Και τα γράφουν σοβαρά αυτά.
Πριν από λίγες μέρες, διαβάσαμε στην «Ελευθεροτυπία», από αθρογράφο που συχνά-πυκνά μοστράρεται σαν… ακροαριστερός (Γ. Παπαδόπουλος-Τετράδης) ανάλογο πόνημα, που αναφερόταν στη συγχώνευση των Alphabank και Eurobank. Ο «γάμος» των δύο ιδιωτικών τραπεζών χαρακτηρίζεται από το κράτος ως «η μοναδική θετική είδηση εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια», η οποία «έρχεται από τον ιδιωτικό τομέα, καθόλου τυχαία». Διότι «ο αργοκίνητος και απολύτως διεφθαρμένος δημόσιος είναι αφερέγγυος σε εγχώριους και ξένους επενδυτές, καθοδηγείται από ανόητους, αμαθείς και αποκλειστικά εξυπνάκηδες αργόμισθους πολιτικούς και “συμβούλους”, χωρίς πείρα αληθινής εργασίας και στελεχώνεται, στη συντριπτική του πλειονότητα, από αργοκίνητο προσωπικό, που ο στόχος του δεν είναι η εργασία, αλλά η άκοπη και απρόσκοπτη αμοιβή».
Τέτοιο παραλήρημα ούτε ο Μανδραβέλης δεν θα το πάθαινε. Ούτε καν ο Πρετεντεράκος. Μόνον ο Δασκαλόπουλος του ΣΕΒ έχει πει παρόμοια πράγματα: «Ο ιδιωτικός τομέας έχει καταστραφεί, πληρώνοντας ένα απολύτως διεφθαρμένο, αντιπαραγωγικό Δημόσιο. Το οποίο παραμένει αλώβητο χάρη στη σοβιετικού τύπου δομή και προστασία, που του παρέχει το πολιτικό κομματικό σύστημα, που κυβερνά. Αν υπάρχει μια ελπίδα να βγει ο τόπος από τη δεινή θέση, που βρίσκεται, και που τα χειρότερά της δεν έχουν έρθει ακόμα, αυτή είναι η ευελιξία των ιδιωτών… Η ειρωνεία είναι που ο πρωθυπουργός ξιφουλκεί κατά το σοβιετικού δημοσίου, την ίδια ώρα που οι υπουργοί του προχωρούν σε ρυθμίσεις προστασίας και διαιώνισης αυτού του συστήματος, με μόνο κριτήριο τη διατήρηση της ψηφοφορικής πελατείας».
Είναι φανερό ότι το σύστημα ρίχνει στη μάχη και τις τελευταίες εφεδρείες, σε μια προσπάθεια να διατηρήσει την ιδεολογική κυριαρχία. Εκείνοι που έχουν τη στάμπα του προοδευτικού είναι περισσότερο χρήσιμοι από τους λυσσασμένους νεοφιλελεύθερους. Αυτοί οδηγούνται στο νεοφιλελευθερισμό, μέσω της… κοινωνικής ευαισθησίας. Επειδή το κράτος είναι ανίκανο, πρέπει να διαλυθούν τα πάντα, ακόμα και οι δομές του περιβόητου «κράτους πρόνοιας» και ν’ αφεθεί «η κοινωνία» να ρυθμίσει μόνη της τα πάντα. Τώρα που οι κοινωνικές σχέσεις έχουν γείρει καταθλιπτικά υπέρ των καπιταλιστών, οι τελευταίοι δεν θέλουν το κράτος ως προστάτη-διαιτητή (με όρους «παράγκας») που θα τους προστατεύει από την ταξική πάλη των εργατών. Θέλουν έναν καπιταλισμό απαλλαγμένο από παλαιότερες συμφωνίες «εξισορρόπησης» της ταξικής πάλης, για να επιπέσουν αχαλίνωτοι επί των εργαζόμενων. Ο,τι έχει απομείνει από το παρελθόν, όπως οι ρυθμισμένες με νόμους εργασιακές σχέσεις, η κοινωνική ασφάλιση, κάποιες προνοιακές δομές, πρέπει να καταστραφεί, διότι είναι… σοβιετικού τύπου. Η «αγορά» πρέπει ν’ αφεθεί να ρυθμίσει τα πάντα.
Για τους εργαζόμενους κάθε προσπάθεια να γαντζωθούν στο παρελθόν είναι καταδικασμένη. Αμυντικές μάχες, βέβαια, πρέπει να δοθούν, με συνείδηση όμως ότι αυτές είναι μάχες οπισθοφυλακών, που απλώς καθυστερούν τον αντίπαλο. Αν όμως δεν υπάρξει ταξική πολιτική οργάνωση και όραμα κοινωνικής ανατροπής, ο αχαλίνωτος καπιταλισμός θα νικήσει.
Π.Γ.