Γενικώς ξεχνάμε. Ξεχνάμε, για παράδειγμα, ότι στόχος των Μνημονίων δεν είναι η διαχείριση του χρέους, αλλά η «κινεζοποίηση» του ελληνικού λαού (η διαχείριση του χρέους είναι εργαλείο). Κι επειδή ξεχνάμε αυτό, που είναι το βασικό, καθόμαστε και συζητάμε κάθε παπάρα που ακούγεται, είτε από τη συγκυβέρνηση είτε από την αντιπολίτευση. Κάθε παπάρα που έχει να κάνει με την περιβόητη «αναδιαπραγμάτευση» του Μνημόνιου.
Ξεχνάμε την εκ περιτροπής εργασία, τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, το σάρωμα των εργασιακών σχέσεων, την καταιγίδα των ατομικών συμβάσεων εργασίας, την επί της ουσίας κατάργηση της Κοινωνικής Ασφάλισης και όλα τα υπόλοιπα που έχουν συντελεστεί την τελευταία τριετία και κοιτάζουμε με αγωνία μη τυχόν και επανέλθει το βασικό μεροκάματο της ΕΓΣΣΕ στα επίπεδα του 2009, όπως συζητιέται στη νέα φάρσα του «κοινωνικού διαλόγου» που διεξάγεται στο γραφείο του Βρούτση.
Επειδή ξεχνάμε, είναι σαν να μην αντιλαμβανόμαστε το πολιτικάντικο παιχνίδι που παίζετε, με τους νικητές των εκλογών να «ξεχνούν» ό,τι υπόσχονταν προεκλογικά και με τον ηττημένο –αλλά θριαμβευτή– ΣΥΡΙΖΑ να περνάει από την «καταγγελία» στην «αναδιαπραγμάτευση» και τον πρόεδρό του να καμαρώνει γιατί το κόμμα του αποτελεί «ανάχωμα στην ανεξέλεγκτη κοινωνική σύγκρουση» και «ύστατη ελπίδα του κοινωνικού συστήματος», επειδή μπορεί και εμπορεύεται ελπίδες.
Επειδή ξεχνάμε, είμαστε έτοιμοι, μόλις ανακοινωθούν τα πρώτα μέτρα από τη νέα συγκυβέρνηση, να πάρουμε μέρος σε μια ακόμα 24ωρη λιτανεία που σίγουρα θα οργανώσουν η ΓΣΕΕ με την ΑΔΕΔΥ. Σαν να μη διδαχτήκαμε τίποτα απ’ όσα έγιναν τα προηγούμενα χρόνια. Και μετά, θ’ αρχίσουμε να ετοιμαζόμαστε για τις επόμενες εκλογές, έτοιμοι να τιμωρήσουμε τη νέα συγκυβέρνηση και να επιβραβεύσουμε τους εμπόρους ελπίδων.
Επιτέλους, ας βγάλουμε συμπεράσματα που ν’ αντέχουν στο βάρος της πραγματικότητας και στο χρόνο. Δεν υπάρχει διέξοδος από τη βαρβαρότητα όσο παραμένει άθιχτος ο καπιταλισμός. Ούτε άσχετοι, ούτε ανίκανοι, ούτε εγκλωβισμένοι είναι αυτοί που κυβερνούν. Απολύτως συνειδητά εφαρμόζουν την πολιτική που χρειάζεται το κεφάλαιο για να διαχειριστεί την κρίση του, φορτώνοντας τα βάρη της στις πλάτες του λαού. Την ίδια πολιτική θα εφαρμόσουν και εκείνοι που ετοιμάζονται να τους διαδεχτούν, κερδοσκοπώντας πολιτικά με την οργή και την απελπισία μας.
Επειδή αυτή είναι η αλήθεια, δυο είναι οι επιλογές μας: ή θα πάρουμε διαζύγιο από την αλήθεια ή θα πάρουμε διαζύγιο απ’ όλες τις εκφάνσεις της αστικής πολιτικής, για να χτίσουμε τη δική μας πολιτική έκφραση.