Ο ελληνικός λαός αντέδρασε έντονα στο κατέβασμα των διακοπτών της ΕΡΤ από τη συμμορία του μεγάρου Μαξίμου. Η πλειοψηφία, αυτή που δεν ξεβολεύτηκε για να πάρει μέρος σε εκδηλώσεις συμπαράστασης, έθεσε στην ουσία ένα ζήτημα δημοκρατίας. Αυτό είναι εξ ορισμού θετικό, αλλά άμα μείνουμε σ’ αυτό, το θετικό μετατρέπεται εκ των πραγμάτων σε αρνητικό.
Γιατί το γήπεδο της δημοκρατίας κατακτήθηκε εν ριπή οφθαλμού από τις δυνάμεις του αντιπάλου. Οχι μόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα κόμματα της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, αλλά και από τους δύο εκ των τριών εταίρων της αντιδραστικής συγκυβέρνησης. Προσθέστε και όλο τον συρφετό της αστικής διανόησης, δημοσιολογίας, τέχνης, και θα διαπιστώσετε ότι αυτό το παρδαλό –αλλά εν πολλοίς συμπαγές– μέτωπο δεν μπορεί να ενδιαφέρεται για τη δημοκρατία με τον ίδιο τρόπο που ενδιαφερόμαστε εμείς. Οι οποίοι, άλλωστε, δεν θεωρήσαμε ποτέ ότι από τις συχνότητες της ΕΡΤ έρρεε η απροκατάληπτη και αντικειμενική ενημέρωση με δημοκρατικότατο τρόπο.
Μπόρεσαν οι αντίπαλες δυνάμεις να κατακτήσουν εύκολα το γήπεδο και να το ελέγξουν ασφυκτικά, γιατί το μείζον θέμα, η απόλυση 2.656 εργαζόμενων με μια υπογραφή, ενέργεια πρωτοφανής, με την οποία εγκαινιάζεται μια νέα εποχή, με άγρια αντεργατικά χαρακτηριστικά, μετατράπηκε σε έλασσον. Κατέληξε ένα θολό φόντο πάνω στο οποίο κεντούσαν οι εραστές της «ελεύθερης ενημέρωσης».
Με τον ίδιο τρόπο οργανώθηκε (τυχαία;) και η νομική άμυνα των εργαζόμενων. Προσφυγή στο ΣτΕ, εν γνώσει των προσφευγόντων (των δικηγόρων και των εργατοπατέρων, όχι των εργαζόμενων), ότι το ΣτΕ δεν έχει αρμοδιότητα για απολύσεις όταν αυτές αφορούν εργαζόμενους με συμβάσεις αορίστου χρόνου ιδιωτικού δικαίου.
Ετσι, όταν ήρθε η σφαλιάρα από το ΣτΕ, που προσέφερε μια καλοσχεδιασμένη βάση συμβιβασμού στους τρεις εταίρους της συγκυβέρνησης, ενώ στους εργαζόμενους τη θέση του απολυμένου που ελπίζει ότι θα τον πάρουν στον «μεταβατικό φορέα», κάποιοι (ΣΥΡΙΖΑ, δικηγόροι, εργατοπατέρες) άρχισαν να πανηγυρίζουν για «νίκη», ενώ η πλειοψηφία των εργαζόμενων άρχισε να προσγειώνεται ανώμαλα στο έδαφος μιας εφιαλτικής πραγματικότητας.
Αν οι μαζικές απολύσεις είναι μείζον ζήτημα για το σύνολο της εργατικής τάξης, η καταθλιπτική ιδεολογική κυριαρχία του ταξικού αντίπαλου, που μπορεί και εμφανίζεται με χίλια πρόσωπα, με αποτέλεσμα να μπορεί να δρα ως πέμπτη φάλαγγα μέσα στους αγώνες, αποτελεί μέγιστο ζήτημα, που αφορά το παρόν και το μέλλον.
Λύση σ’ αυτό το πρόβλημα μπορεί να είναι μόνο η ανεξάρτητη ταξική (πρωτίστως πολιτική) οργάνωση, σε ρήξη με το σύνολο της αστικής πολιτικής.