Μπορεί και να του ξέφυγε του Αλογοσκούφη, το γεγονός όμως είναι ότι παρουσιάζοντας στους δημοσιογράφους τον κρατικό προϋπολογισμό του 2006, τον οποίο μόλις είχε καταθέσει στη Βουλή, μίλησε για την ανάγκη μιας ολόκληρης οκταετίας δημοσιονομικής προσαρμογής. Οι κυβερνητικοί προπαγανδιστές, βέβαια, φρόντισαν να κουκουλώσουν τη γκάφα, επαναλαμβάνοντας με την ίδια βαρετή μονοτονία το νεοδημοκρατικό μοτίβο: η κυβέρνηση δουλεύει με ορίζοντα τετραετίας και στο τέλος της κυβερνητικής της θητείας θα έχει εκπληρώσει όλες τις προεκλογικές της υποσχέσεις.
Ολοι γνωρίζουν, βέβαια, ότι τέτοια περίπτωση δεν υπάρχει. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, καμιά κυβέρνηση να δώσει μέσα σε δυο χρόνια τετραπλάσιες αυξήσεις στο ΕΚΑΣ και στις αγροτικές συντάξεις, όταν μάλιστα η οικονομία θα εξακολουθεί να βρίσκεται υπό την επιτήρηση των κοινοτικών οργάνων. Αντε να δώσει κάτι παραπάνω τη χρονιά που θα αποφασίσει να κάνει τις εκλογές. Μέχρι τότε, το ίδιο παραμύθι θα επαναλαμβάνουν οι προπαγανδιστές. Ετσι γίνεται πάντοτε.
Ας σκεφτούμε, όμως, ότι είναι κατάντια για ένα λαό να κρέμεται από προεκλογικές υποσχέσεις και να εξαντλεί τις διεκδικήσεις του σε κάποια αύξηση των φιλανθρωπικών βοηθημάτων τύπου ΕΚΑΣ και αγροτικής σύνταξης. Αυτές είναι οι φιλοδοξίες μας; Αυτά τα ψίχουλα δικαιούμαστε; Τί θα πούμε αύριο που θα ανοίξουν το Ασφαλιστικό; Να μείνουν όλα ως έχουν, ξεχνώντας όλες τις ανατροπές ασφαλιστικών κατακτήσεων που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια; Τέτοια ξεφτίλα;
Οι άνθρωποι που παράγουν όλο τον κοινωνικό πλούτο έχουν καταντήσει επαίτες στην αυλή των εκμεταλλευτών τους. Ζητιανεύουν λίγα ψίχουλα, όταν γύρω τους τα κέρδη έχουν στήσει τρελό χορό, όταν ο συσσωρευμένος πλούτος έχει φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη, όταν οι κατακτήσεις της επιστήμης και της τεχνικής, που ξεκινούν πάντα από την πείρα της εργασίας, δημιουργούν αφάνταστες δυνατότητες για ελάφρυνση της δουλειάς, για λιγότερη και πιο ξεκούραστη εργασία, για άφθονο κοινωνικό χρόνο και δραστηριότητες που αντιστοιχούν σε πολιτισμένους ανθρώπους.
Καμιά μοίρα και κανένα ριζικό δεν μας έχουν φέρει σ’ αυτή την κατάντια. Τη μοίρα μας την κρατάμε στα δικά μας χέρια. Μ’ αυτά μπορούμε να την αλλάξουμε. Φτάνει να τα «κουνήσουμε» και για το δικό μας ταξικό συμφέρον και όχι μόνο για να παράγουν υπερκέρδη για τ’ αφεντικά. Η εργατική τάξη δεν έχει να χάσει παρά μόνο τις αλυσίδες της, έγραφαν πριν ενάμιση αιώνα οι μεγαλύτεροι στοχαστές της προλεταριακής υπόθεσης. Αυτό που φαίνεται τόσο μακρινό πρέπει να γίνει υπόθεση του σήμερα. Πρέπει, ως όραμα σε πρώτη φάση, να τροφοδοτήσει αγώνες και διεκδικήσεις, διεκδικήσεις ταξικές και όχι κακομοιριά και επαιτεία, για να μπορέσει κάποια στιγμή να γίνει σύνθημα ημέρας, άμεσο καθήκον. Από μας εξαρτάται και από κανέναν άλλο, κανένα σωτήρα και φωτισμένο διαμεσολαβητή.