Αγαπητά μου παιδιά
Να σας πω, εγώ… να… δηλαδή… βεβαίως και αποκηρύσσω την τρομοκρατία, αλλά… ξέρετε… έτυχε να συμπέσει η συγγραφική πρακτική μας μ’ αυτή του Επαναστατικού Αγώνα. Εκείνοι στις σφαίρες απαντάνε με σφαίρες, εμείς στις μ@λ@κίες απαντάμε με μ@λ@κίες. Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι δηλαδή και τα της καισαρικής τομής εκμαιευόμενα, στα σενάρια των cult movies του μέλλοντος. Αναφέρομαι βέβαια στην πέμπτη παραλλαγή του δικαστικού δράματος που ανεβαίνει φέτος με εξαιρετική επιτυχία –είναι sold out που λένε και οι μορφωμένοι δυτικοί δημοσιογράφοι, yeah– στη θεατρική σκηνή «Κόρη της θάλασσας» (κόρη δ’ αλός ή daughter’s sea για τους πάτρωνες και μέρος των σεναριογράφων). Μέχρι κι οι καραφλοί σύντροφοι τραβάνε τα μαλλιά τους, άλλοτε για ατάλαντες τινές σταρλετίτσες κι άλλοτε για το αμίμητο υποκριτικό τάλαντο των πρωταγωνιστών. Πέφτουν τα τάλαντα βροχή και τη φορά αυτή δεν αναφέρομαι σε ταλέντα, αλλά σε τάλαντα, dollars, πώς τα λένε; Σαν αντιστάθμισμα στα ρούβλια που ερχόταν σε τσουβάλια βρε αδερφέ και τα έσερνε ο χαμάλης Φιλίπ (όχι ο ντε λα Πλιατσίκ που τον έκραξε το κίνημα, όπως γράφει κι η σαχλή στα «Αντικυνωνικά», αλλά ένας άλλος).
Στάζει! Το ταβάνι μου λέω από τη βροχή, πού πήγε το μυαλό σας; Γι’ αυτό περνάμε γρήγορα σ’ ένα παραδοσιακό ηπειρώτικο, να πα’ να φέρω καμιά λεκάνη γιατί θα πλημμυρίσει η ερωτική φωλίτσα μου. Κι άντε μετά να αποδείξω ότι δεν είμαι ο Ντάμπο το ελεφαντάκι που το βράδυ έρχεται τοίχο-τοίχο από τη σούρα και δεν ανάβει φως μην τον πάρει χαμπάρι η απέναντι (την τσιμπολογάω κι αυτή. Κακό είναι;).
Τ’ ακούσατε τι γίνηκε στα Γιάννενα στη λίμνη
που πνίξανε τις δεκαεφτά με την κυρα-Φροσύνη;
Ομως δείτε, ρωτήσετε και γι’ άλλα που συμβαίνουν
και που μακριά από το φως, μες στα σκοτάδια μένουν.
Τις άλλες, για παράδειγμα, ροβόλησε η Μαλάμω*
-που είχε άντρα αγωνιστή κι ατύχησε στο γάμο-
κι ακόμα δεν μας το ‘σκασε: sex room ήταν ή γιάφκα;
Εμεινε αξεδιάλυτο στη δίκη του κυρ-Κάφκα.
Αλλη καμιά δεν το ‘βαλε το κλαρωτό φουστάνι
μόν’ η Φροσύνη απ’ το κλαρί πέρασε στο σεργιάνι
και η Μαλάμω η τρελή, η ζουρλοπαινεμένη
ξέχασε ό,τι είχε πει! Κι η άλλη επιμένει
να τη σκουντά, να την τραβά, να της υπενθυμίζει
κι από την αίθουσα ως εδώ ο τόπος να μυρίζει!
«Δεν στο ‘λεγα Φροσύνη μου; Κρύψε το δαχτυλίδι
γιατί αν το μάθει ο Αλή πασάς θε’ να σε φάει το φίδι
κι εσύ Μαλάμω τι έπαθες; Alzheimer σε ζώνει
και σ’ άδειασαν οι φίλοι σου και σε αφήσαν μόνη;
Ποια τελικά είν’ η Μυρτώ, πού ‘ν’ οι φωτογραφίες,
πού ‘ναι των καθοδηγητών οι μηχανορραφίες;
Αν είναι τούρκοι κι έφυγαν, χίλια φλουριά τους δίνω
Μαλάμω να σε πάρουνε από το show εκείνο.
Πασά μου πού ‘σαι; Πρόβαλε, τρέξε να τη γλιτώσεις
και από τον περίγελο το σούργελο να σώσεις
γιατί σ’ εμάς βεζίρηδες τα γρόσια δεν περνάνε
μαζί με τις δεκαεφτά τα ψάρια θα σας φάνε.
Να ‘ταν οι πέτρες ζάχαρη, να ρίχνανε στη λίμνη
για να γλυκάνει το νερό για την κυρα-Φροσύνη
και στη Μαλάμω να ‘λεγαν που σέρνεται στο χώμα
τι ‘ναι σελιδοποίηση και μερικά ακόμα.
Φροσύνη κλαίει το σπίτι σου, σε κλαίνε οι κυράδες
και τη Μαλάμω τη γελούν σε Κάλυμνο – Κυκλάδες.
Ολες οι καπετάνισσες που στήσαν’ οι γραφιάδες
ρόμπες γίναν’ ξεκούμπωτες απ’ τις πολλές χοντράδες,
τις ψήσανε, τις σύρανε στο θέατρο σα γίδια
κι από παντού τις ζώνουνε τώρα τα μαύρα φίδια.
Γι’ αυτό λέω μη μένετε στο δράμα της Φροσύνης
έχουμε κωμωδία εδώ, να βλέπεις και να φτύνεις.
Της Ρούμελης οι μπέηδες, του Δράμαλη πασάδες
τους βλέπει ο Κορυδαλλός να κάνουν τεμενάδες
κι άλλα πουλιά κοπαδιαστά περνάνε και ρωτάνε
κι από τα γέλια σείονται οι πόρτες και βροντάνε.
Αντε Μαλάμω να χαρείς, φτάνει μ’ αυτή τη φάση
γελάσαμε τόσο πολύ! Καρδιά πια θα μας πιάσει!…
Αλί! Πατσάς…
* το «μ» με «κ». Τι θα πει ποιο «μ»;