Αγαπητά μου παιδιά
Το σύνθημα «μάσησέ την τη γ@μημένη, δεν μπορεί να περιμένει», ακουγόταν για τη δόση και για όσο διάστημα οι εκλεγμένοι από τον λαό (αλλά υπηρέτες των αφεντάδων) περίμεναν το επισφράγισμα της νέας μεταφοράς πλούτου. Ενα σύνθημα συν θύμα που το διαδέχτηκε η ουρανο-Mickey’s ιαχή «ούραααα», καθώς οι κάνουλες άνοιξαν, τα ραδιοτηφλεοπτικά κανάλια πανί γύρισαν και πανηγύρισαν, ενώ τα κανάλια μεταφοράς πλούτου γέμισαν από τον παρά που ουρήθηκε υπό την ιαχή «ούραααα». Μια νέα μέρα ξημέρωσε και εξημέρωσε τη χώρα, σύμφωνα με τους πωλητικούς υπηρέτες της. Και πιο συγκεκριμένα, μια νέα μέρα για το τελεσφόρο παραμύθιασμα και την καθυπόταξη ενός λαού που δείχνει να τα έχει ολότελα χαμένα.
Το γεγονός δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από τη γραφίδα της λαϊκής μούσας, έστω κι αν η ίδια βρισκόταν σε πρατήριο-δημοπρατήριο καυσίμων και παζάρευε το μέλλον της, διαλέγοντας τελικά να ρισκάρει τον θάνατο από ασιτία, παρά να πάει σαν το κοριτσάκι με τα σπίρτα, το σκυλί στ’ αμπέλι και τη Δήμητρα στην Αγράμπελης. Κι αφού αγόρασε μια σειρά από πανάκριβες όσο και πολύτιμες σταγόνες του μαύρου χρυσού, στρώθηκε στη μελέτη, στην ανάλυση και στη σύνθεση (συν-θέση: καμία σχέση με τον Συν που δεν έχει πια καμία θέση, όχι σταθερή τουλάχιστον). Αρχικά εντρύφησε στους αρχαίους τραγικούς, σε μια προσπάθεια να κατανοήσει τους νέους τραγελαφικούς. Και γέμισε το laptop της, το έξυπνο κινητό και το ηλίθιο σημειωματάριό της με τις φιοριτούρες, με προ-φυτείες του μακρινού παρελθόντος που διέβλεπαν τη χορήγηση της δόσης προς τους έλληνες junkies.
Η πρώτη αναδυόταν από το ημερολόγιο των Τολτέκων, όπου σχηματικά ο κακός θεός συμβολίζει την κακή Ευρωλάνδη (αυτή που κάποτε πήδηξε ο Δίας της ομώνυμης ομάδας) και ο καλός θεός τον Αντώνη Σαμαρά, του οποίου άλλωστε είναι δηλωμένος φίλος και συνομιλητής:
Ο Τεζκατλιπόκα θα καθυστερήσει τον μποναμά
μα ο Κετζαλκοάτλ θα τον πάρει.
Τον παίρνεις! Τον παίρνεις μπαγάσα!
Η δεύτερη προφυτεία ξεπηδά από τα ζωντανά χοιρόγραφα (ονομάζονται έτσι γιατί τα έγραψαν κάτι αιρετικά, ρεφορμιστικά γουρούνια, πρόγονοι σημερινών πολιτικά χήρων που θεωρούν «το μη χοίρων βέλτιστον») της Νεκρής Θάλασσας και είναι κωδικοποιημένη:
Ass χυμός και Ross, μολότοφ ε; Τείνω κρύο
αλάτι δω, see, Θάσου δω, soon.
αλάτι δω, see, Θάσου δω, soon.
Η τρίτη προ-φυτεύτηκε και αποτυπώθηκε χαρακτικά και βρίσκεται ανάμεσα στις βραχογραφίες της «Αλτ άμοιρα». Λόγω δυσκολίας αναπαραγωγής του πρωτότυπου αλλά και επειδή εμπίπτει στις κείμενες και πάντα υπερκείμενες διατάξεις περί ασέμνων, η μούσα προτίμησε να μην δημοσιευτεί…
Κι έπειτα στράφηκε στη δημοτική και περιφερειακή (πρώην νομαρχιακή) παράδοση, για να αποτυπώσει έμμετρα το ιστορικό γεγονός. Κι έφτασε ως την Ηπειρο του Ζάππα (όχι του Φρανκ ρε), του Αβέρoff και του Κάρολου (όχι του Μαρξ ρε), ξεκινώντας από τη Δερβιτσάνη:
– Σύρε μάνα στην Ευρώπη
τι θα κάνει, θα με σώσει;
– Πήγα κόρη και της είπα
δεν σε θέλει μα σε σώζει!
Κόρη μου σε κοροϊδεύει.
– Τάξ’ της μάνα το χωράφι
τάξ’ της μάνα το αμπέλι
τάξ’ της μάνα τη γελάδα
για να πίνει η Ευρώπη γάλα.
Μετά πήγε στην Κόνιτσα:
– Οσα άστρα από τον ουρανό
και φύλλα από τα δέντρα
τόσα φλουριά εξόδιασα
Ελλάδα για τ’ εσένα.
– Δεν το ‘ξερα Αγγέλα μου
το πώς πονάς για μένα
πάρε τη γης μου να πατείς
πάρ’ τα όλα για προικιά σου.
Και τέλος στο Πωγώνι, όπου άραξε σ’ ένα παραδοσιακό ξενώνα και πίσω από τα μοντέρνα κουφώματα του spa room αγνάντευε τα βουνά, καταγράφοντας:
– Φίλοι, τα πήρα, κλάψτε με. Κι εσείς εχθροί χαρείτε
κι εσείς στην Κύπρο: έρχεται, στα μαύρα φορεθείτε.
Ακόμη σήμερα ας χαρώ, ταχιά και σε λιγάκι
θα κλαίει τη μάνα το παιδί κι η μάνα το παιδάκι.
Some are ass