♦ Σαφείς στόχοι
«Η χώρα χρειάζεται μεταρρυθμίσεις, μερικές από αυτές μεγάλες και δύσκολες. Χρειάζονται μεταρρυθμίσεις στον τρόπο που λειτουργεί ο δημόσιος τομέας, στο συνταξιοδοτικό σύστημα στο πως λειτουργεί η αγορά εργασίας. Αλλωστε, ακόμη και ισχυρές χώρες της ΕΕ προχωρούν σε μεταρρυθμίσεις για να αντιμετωπίσουν προβλήματα ανταγωνιστικότητας».
Απόσπασμα από συνέντευξη του Γ. Αλογοσκούφη στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», που δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για τους στόχους που θέτει αυτή η κυβέρνηση. Μονιμότητα στο δημόσιο, ασφαλιστικό, εργασιακές σχέσεις πρέπει να μεταρρυθμιστούν. Σε ποια κατεύθυνση; Και σ’ αυτό είναι σαφής ο Αλογοσκούφης. Σε μια κατεύθυνση αντεργατική, ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα, δηλαδή η κερδοφορία του κεφάλαιου.
Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι αν θα επιχειρήσει αυτές τις ανατροπές η κυβέρνηση της ΝΔ αλλά πότε θα τις επιχειρήσει. Και βέβαια, το μέγα ζήτημα είναι η προετοιμασία της εργατικής τάξης και όλων των εργαζόμενων μισθωτών να αντιμετωπίσουν τη σφοδρότητα της επίθεσης. Μια προετοιμασία που είναι ανύπαρκτη.
♦ Στο στόχαστρο η μονιμότητα
Από την ίδια συνέντευξη Αλογοσκούφη: «Ολοι θέλουν να πάνε στο δημόσιο, που έχει καλύτερες αμοιβές και παρέχει υψηλότερη προστασία. Σταδιακά πρέπει να μειώσουμε τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ δημόσιου-ιδιωτικού τομέα. Αυτό δεν μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη. Σε ολόκληρο τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, τις ΔΕΚΟ, θα πάμε στην κατεύθυνση οι νέοι εργαζόμενοι να προσλαμβάνονται με όρους ιδιωτικού τομέα».
Και πάλι δεν κρύβεται ο στόχος. Να καταργηθεί η μονιμότητα και με τη μορφή που ισχύει στο δημόσιο και με τη μορφή που ισχύει στις ΔΕΚΟ. Επειδή, όμως, αυτό δεν μπορεί να γίνει με μια απόφαση, θα ακολουθήσουν την τακτική του δούρειου ίππου. Ξεκινώντας από τις ΔΕΚΟ θα διαμορφώσουν ένα σύστημα εργασιακών σχέσεων με εργαζόμενους δυο ταχυτήτων. Και βέβαια, οι της δεύτερης ταχύτητας θα πολλαπλασιάζονται, ενώ οι της πρώτης θα μειώνονται, λόγω των συνταξιοδοτήσεων και των κυμάτων «εθελούσιας εξόδου».
Αυτό δεν αποτελεί πλήγμα μόνο για τις εργασιακές σχέσεις στο δημόσιο, αλλά συνολικά για τις εργασιακές σχέσεις, γιατί θα ασκείται πίεση για αντεργατικές αλλαγές και στις εργασιακές σχέσεις που ισχύουν για τον ιδιωτικό τομέα. Στόχος τους δεν είναι μόνο να κλείσουν προς τα κάτω τη διαφορά, αλλά και να μετατοπίσουν ακόμα πιο κάτω τη βάση.
♦ Αντιπολίτευση μάλαμα
Για μια ακόμη φορά μεγαλοστέλεχος του ΠΑΣΟΚ βγαίνει από τα δεξιά στην κυβέρνηση. «Αναρωτιέται άραγε η κυβέρνηση, και όχι μόνο, μη τυχόν και ο κ. Γκαργκάνας έχει δίκιο;», αναρωτιέται συνεντευξιαζόμενος στην «Ημερησία» ο Αλέκος Παπαδόπουλος, ο οποίος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «η κυβέρνηση δεν έχει οικονομική πολιτική». Αν είχε τί χαρακτήρα θα έπρεπε να έχει αυτή η πολιτική; Αυτόν που εισηγείται ο Γκαργκάνας. Ακόμα πιο σκληρά νεοφιλελεύθερη. Κατά τα άλλα, το ΠΑΣΟΚ αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση υπερασπίζοντας τα λαϊκά συμφέροντα.
♦ Προκλητικά δουλικά
«Στον ίδιο παρονομαστή συγκαταλέγονται η τρομοκρατία και το trafficking, καθώς και όσα από αυτό δεινά απορρέουν, όπως είναι το trafficking των παιδιών (για επαιτεία, σεξουαλική εκμετάλλευση και εμπόριο οργάνων). Στοχεύουμε να αξιοποιήσουμε όσα κοινοτικά κονδύλια μπορούμε να αντλήσουμε, για την αντιμετώπισή του».
Την παραπάνω προκλητική δήλωση έκανε ο υφυπουργός Δημόσιας Τάξης Χρ. Μαρκογιαννάκης, μιλώντας σε νεοδημοκρατική ημερίδα στη Βέροια. Ενας αστός πολιτικός, που σέβεται στοιχειωδώς τον εαυτό του και το ακροατήριό του, δεν κάνει τέτοιες δηλώσεις. Γιατί σκέφτεται πως ενδεχομένως να προκαλέσει στο ακροατήριό του τους αντίθετους συνειρμούς. Γιατί δεν χρειάζεται και μεγάλη πολιτική εμπειρία για να σκεφτεί κανείς ότι αυτό που αποκαλείται «τρομοκρατία» δεν έχει καμιά σχέση με το trafficking, το εμπόριο ανθρώπων. Αντίθετα, αυτοί που κατηγορούνται ως «τρομοκράτες» είναι αυτοί που μάχονται ενάντια στα καθεστώτα στα οποία βασιλεύει το trafficking. Οταν, όμως, είσαι ένα υπάκουο δουλικό των Αμερικάνων, δεν μπορείς να σκεφτείς ούτε (ή απλά αδιαφορείς για) τα στοιχειώδη.
♦ Φτωχούληδες
Η πρόεδρος της Βουλής Αννα Ψαρούδα-Μπενάκη αποφάνθηκε ότι «οι βουλευτές πένονται». Και ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Ορέστης Κολοζόφ μίλησε για «παρεπόμενα προβλήματα» που προκαλεί «αυτή η απαγόρευση άσκησης επαγγέλματος»… «όπως τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ζητήματα καθώς και τα προβλήματα της επανόδου των βουλευτών, ύστερα από μακροχρόνια υποχρεωτική διακοπή, στο επάγγελμά του». Τελικά, δεν το έχουμε πάρει χαμπάρι ότι οι πιο φτωχούληδες σ’ αυτό τον τόπο είναι οι βουλευτές. Κάνουμε την αυτοκριτική μας και στεκόμαστε στο πλευρό του «κόμματος του λαού», που πήρε και αυτούς τους πένητες υπό την προστασία του.
♦ Χωρίς τσίπα
Τη μέρα που η υπουργός Παιδείας δημοσιοποιούσε το νομοσχέδιό της για την αξιολόγηση των Πανεπιστημίων επέλεξε το ΠΑΣΟΚ για να της προσφέρει την πλήρη στήριξή του. Η αρμόδια τομεάρχης Μαρία Δαμανάκη κάλεσε τα κανάλια και έκανε την εξής δήλωση: «Το ΠΑΣΟΚ είναι υπέρ της αξιολόγησης των Πανεπιστημίων και των πανεπιστημιακών. Υπέρ της αξιολόγησης των σχολών της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Θεωρούμε ότι και η αξιολόγηση, αλλά και η εισαγωγή του ανταγωνισμού εντός του συστήματος της δημόσιας εκπαίδευσης θα καταλήξει υπέρ της δημόσιας εκπαίδευσης». Αυτό είναι μήνυμα με δυο αποδέκτες: την κυβέρνηση και τους πανεπιστημιακούς και φοιτητές του ΠΑΣΟΚ, που καλούνται να μην αντιδράσουν.
♦ Γραμμή από το Συγκρότημα
Την άλλη μέρα, ήταν το Συγκρότημα Λαμπράκη που ανέλαβε να εκλαϊκεύσει τη «γραμμή» στους Πασόκους, μη τυχόν και δεν την κατάλαβαν. «Επειδή αξιολόγηση πρέπει να γίνεται -έγραφε σε πρωτοσέλιδο άρθρο το «Βήμα»- η Κυβέρνηση οφείλει να προτείνει ένα νόμο που να εξασφαλίζει την αντικειμενικότητα και τη διαφάνεια στις κρίσεις. Αυτό δεν μπορεί προφανώς να το διασφαλίσει η Κυβέρνηση μόνη της. Η λύση ασφαλώς υπάρχει: Η Αντιπολίτευση πρέπει να μετάσχει ενεργώς στη νομοθέτηση ενός συστήματος που θα εγγυάται έντιμες και σωστές λύσεις».
Η γραμμή του Συγκροτήματος είναι σαφής: επειδή η συντηρητική αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος, στον ευαίσθητο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δεν είναι μια υπόθεση κυβερνητικής πολιτικής, αλλά μια υπόθεση για την οποία ενδιαφέρεται σφόδρα η κεφαλαιοκρατία, κυβέρνηση και αντιπολίτευση οφείλουν να βάλουν στη μπάντα τον πολιτικό ανταγωνισμό και να συνεργαστούν αρμονικά. Γιατί στην Ελλάδα οι σχετικές διαδικασίες καθυστερούν σημαντικά σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Εδώ, βλέπετε, υπάρχει μια τάση της εργαζόμενης κοινωνίας να στέλνει τα παιδιά της στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και υπάρχουν ισχυρές αντιστάσεις ακόμα και στη συντηρητική πανεπιστημιακή κοινότητα.
♦ Σκηνές από το μέλλον
Δεν αποτελεί κάποια παραφωνία η εταιρία «ΑΛΦΑ ΤΕΛΕ-ΓΟΥΟΡΝΤ», που έβαζε κάθε πρωί τους εργαζόμενους να κάνουν υποχρεωτικά γιόγκα για να… χαλαρώνουν κι ύστερα να τραγουδούν ομαδικά τον ύμνο της εταιρίας για να… πάρουν δύναμη και να πέσουν με τα μούτρα στη δουλειά. Σκηνές από το μέλλον που επιφυλάσσουν για την εργατική τάξη είναι αυτές που εκτυλίσσονταν κάθε πρωί στη συγκεκριμένη εταιρία. Ενα μέλλον με τους εργασιακούς χώρους να μετατρέπονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και τους εργαζόμενους να δουλεύουν όπως οι όμηροι στο Νταχάου και το Μπούχενβαλντ. Οσο η εργατική τάξη δεν αντιδρά, όσο αφήνει να της αποψιλώνουν όλα όσα κατέκτησαν οι προηγούμενες γενιές εργατών, τόσο τα αφεντικά θα αποθρασύνονται.
♦ Ευαγγέλιο και διαφθορά
«Επιχειρήσεις χωρίς κέρδη μετατρέπονται σε φιλανθρωπικά ιδρύματα και κλείνουν». Η δήλωση ανήκει στον υπουργό Ανάπτυξης Δ. Σιούφα και οφείλουμε να τη χαρακτηρίσουμε ειλικρινή. Αυτό είναι το ευαγγέλιο του καπιταλισμού. Μοναδικός σκοπός της παραγωγής είναι το κέρδος. Μοναδικό μέλημα των καπιταλιστικών επιχειρήσεων είναι η αύξηση των κερδών τους. Κριτήριο της λειτουργίας τους είναι η αποκόμιση του μέγιστου κέρδους και όχι απλώς κάποιου κέρδους. Τούτο σημαίνει ότι όλα τα μέτρα της πολιτικής εξουσίας θα αποσκοπούν στη διευκόλυνση της αύξησης της κερδοφορίας του κεφάλαιου. Αν γράφουμε αυτό το σχόλιο δεν είναι για να ψέξουμε τον Σιούφα, για την ειλικρίνειά του, αλλά για να επισημάνουμε πως στην εποχή μας υπάρχει τέτοια ιδεολογική και πολιτική διαφθορά που οι πολιτικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης εγκαταλείπουν την υποκριτική ταξική ουδετερότητά τους και εμφανίζονται ανοιχτά ως εκπρόσωποι της κεφαλαιοκρατίας. Αυτή η διαφορά αφορά πρωτίστως εκείνους που εμφανίζονται ως υπερασπιστές της εργατικής τάξης. Τα ψευτοαριστερά κόμματα και τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Αυτοί είναι που ομνύουν στην ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα, έννοιες συμβατές με την αύξηση της κερδοφορίας του κεφάλαιου και ασύμβατες με τα ταξικά συμφέροντα της εργατικής τάξης. Αυτοί διαφθείρουν την ταξική συνείδηση των εργαζόμενων, προετοιμάζοντας ιδεολογικά το έδαφος για όλα τα αντεργατικά μέτρα.