♦ Πάντα ληστρική
Οποια μορφή κι αν παίρνει η κρατική πολιτική έναντι των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων, παραμένει πάντα ληστρική. Προκλητικά ληστρική. Από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, οι αστικές κυβερνήσεις φρόντισαν να βγάλουν νόμο που δέσμευε υποχρεωτικά τα αποθεματικά των Ταμείων στην Τράπεζα της Ελλάδος. Το επιτόκιο θα καθοριζόταν -σύμφωνα με το νόμο- από τον υπουργό Οικονομικών. Ηταν η περίοδος που τα Ταμεία δεν είχαν «ωριμάσει». Δηλαδή, είχαν ασφαλισμένους, εισέπραταν εισφορές, αλλά δεν είχαν ή είχαν ελάχιστους συνταξιούχους. Επομένως, συσσώρευαν αποθεματικά, τα οποία έπρεπε να χρησιμοποιηθούν για να αντιμετωπιστεί η πληρωμή των συντάξεων στο μέλλον. Επί δεκαετίες το κράτος δέσμευε αυτά τα αποθεματικά με μηδενικό επιτόκιο και τα χρησιμοποιούσε για να δίνει θαλασσοδάνεια στους καπιταλιστές (δανεικά και αγύριστα). Οταν τα επιτόκια δανεισμού έτρεχαν με διψήφια νούμερα (έφτασαν και 25%), το κράτος έδινε στα Ταμεία, που ήδη είχαν αρχίσει να εμφανίζουν ελλείμματα, εξευτελιστικά επιτόκιο, τρεις και τέσσερις φορές κάτω από τα επιτόκια δανεισμού. Μ’ αυτό τον τρόπο εξαφάνισαν τα αποθεματικά του μεγαλύτερου ασφαλιστικού ταμείου, του ΙΚΑ. Σε μια μελέτη που κάναμε το 1992, είχαμε υπολογίσει ότι μόνο από το ΙΚΑ κλάπηκαν γύρω στα 27 τρισεκατομμύρια δραχμές. Δηλαδή, τρεις ετήσιοι κρατικοί προϋπολογισμοί!
Στη συνέχεια και όταν πια τα αποθεματικά είχαν σχεδόν εξαφανιστεί, το κράτος αποφάσισε να εφαρμόσει την… αυτοδιαχείριση των αποθεματικών των Ταμείων. Και τα έριξε βορά στα κοράκια των τραπεζών και του χρηματιστήριου. Εξακολούθησε να δανείζεται τα αποθεματικά τους, μόνο που αυτό γίνεται έμμεσα, για να μπορούν να βγάζουν υπερκέρδη τα κοράκια του χρηματιστηριακού τζόγου. Πώς εξασφαλίζεται αυτό; Μέσω των διορισμένων από τις κυβερνήσεις διοικητών και μέσω της σύμπραξης των εκπροσώπων της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, που πρέπει να διαλέξουν για τον εαυτό τους την κατηγορία που πρέπει να τους αποδοθεί: συνένοχοι ή βλάκες; Εμείς, πάντως, επειδή τα μάτια μας έχουν δει πολλά, επειδή ξέρουμε πως έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους ταξικά διεφθαρμένους και επειδή ξέρουμε πως οι αετονύχηδες των χρηματιστηριακών κόλπων δε διστάζουν να λαδώσουν προκειμένου να πετύχουν τους στόχους τους, δεν βιαζόμαστε να απαλλάξουμε τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία λόγω βλακείας.
♦ Γελοιότητες
Με πολεμούν μεγάλα συμφέροντα, δηλώνει ο Τσιτουρίδης και η δήλωσή του προβάλλεται πρωτοσέλιδη σε κυριακάτικη έκδοση δεξιοφυλλάδας (τη χρωστάει ακόμα τη «χάρη» στον εκδότη ο Σάββας ή έχει ήδη ξεχρεωθεί;). Η δήλωση είναι τόσο γελοία που αποκαλύπτει αφεαυτής τον πανικό του υπουργού με τον… σκανδαλομαγνήτη. Εμείς δεν στεκόμαστε στο ότι δεν κατονομάζει τα «μεγάλα συμφέροντα» που τον «πολεμούν», γιατί δεν είναι ο πρώτος ούτε θα μείνει ο τελευταίος αστός πολιτικός που καταφεύγει σ’ αυτή την παπάρα για να βγει από τη δύσκολη θέση. Ρωτάμε, όμως, ευθέως. Τι ακριβώς έκανε στο υπουργείο του, τι νομοθετικά μέτρα πήρε, τι εγκυκλίους εξέδωσε, ώστε να τον βάλουν στο στόχαστρο τα «μεγάλα συμφέροντα». Ας μας πει αυτά κι εμείς τότε δεν θα δυσκολευτούμε να βρούμε ποια ακριβώς είναι αυτά τα «μεγάλα συμφέροντα». Τι λες, Σάββα;
♦ Χωροφύλακες των ΗΠΑ
Στη δήλωση που του ετοίμασαν οι σύμβουλοί του και διάβασε ο Μπους, στη διάρκεια της σύντομης τελετής που έγινε στην Ουάσιγκτον, παρουσία παραγόντων της ομογένειας και της Μπακογιάννη, για την επέτειο της 25ης Μαρτίου, αναφέρθηκε στην παρουσία του ελληνικού στρατού στο Αφγανιστάν και του ελληνικού στόλου στα ανοιχτά του Λιβάνου. Και πώς χαρακτήρισε τη δεύτερη στρατιωτική συμμετοχή; Ως συμμετοχή για την υπεράσπιση «της δημοκρατικής κυβέρνησης Σινιόρα». Η οποία από ποιους κινδυνεύει; Αυτό δεν το είπε ο Μπους, αλλά ξέρουμε πολύ καλά πως αντίπαλος της ξενόδουλης κυβέρνησης Σινιόρα δεν είναι το Ισραήλ, αλλά οι δυνάμεις της Λιβανέζικης Αντίστασης με επικεφαλής τη Χεζμπολά.
Το σημειώνουμε, διότι επισήμως το ελληνικό ναυτικό συμμετέχει στη διεθνή δύναμη που περιπολεί στα ανοιχτά του Λιβάνου για να προστατεύσει, υποτίθεται, την ειρήνη. Από τα χείλη του Μπους μάθαμε αυτό που ήδη γνωρίζαμε: ότι η Ελλάδα παίζει και στη θάλασσα του Λιβάνου το ρόλο του χωροφύλακα (ή ακροφύλακα, αν θέλετε) του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Αν λοιπόν κάποια στιγμή ελληνικό πλοίο υποστεί πλήγμα, μη μας πει κανείς ότι αυτό αποτελεί τρομοκρατική πράξη. Νόμιμη πράξη αντίστασης θα είναι.
♦ Κηδεία
Λες και παρευρισκόταν σε κηδεία ήταν τα μούτρα του Καραμανλή στο Βερολίνο, μολονότι πήγε εκεί για να παρευρεθεί σε φιέστα για τα 50χρονα της ΕΕ. Ούτε μια φορά δεν τον έπιασαν οι κάμερες να χαμογελά και μόνο η σύζυγός του ήταν μες στην καλή χαρά, τονίζοντας ακόμα περισσότερο το μουτρωμένο πρόσωπο του Καραμανλή. Αν κάποια στιγμή χρειαζόταν να χαμογελάσει (επειδή αντάλλασσε χειραψία με κάποιον από τους ηγέτες των «27», το έκανε μόνο στιγμιαία και αμέσως στο πρόσωπό του ξαναγυρνούσε η κατήφεια. Ηταν τόσο στενοχωρημένος που δεν επεδίωξε καν την προσωπική του προβολή στη διάρκεια του εορταστικού διήμερου.
Το σκάνδαλο του ΤΕΑΔΥ πρέπει να του ‘πεσε βαρύ στο στομάχι του Καραμανλή, αλλά και πάλι δεν εξηγείται να μη μπορεί να κρύψει την κατήφειά του. Μήπως είχε τίποτα άλλα σχέδια, εκλογικά, και του τα χάλασε το ξέσπασμα αυτού του σκανδάλου; Γιατί πού να πάει τώρα κοντά σε εκλογές με τους Πασόκους να τον μιμούνται φωνάζοντας «κάτω οι κλέφτες».
♦ Το γκρέμισμα μιας ψευδαίσθησης
Ακόμα και εκείνοι που δεν γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα, που δεν έχουν εξοικείωση με το κλίμα στα γραφεία μιας μεγάλης αστικής εφημερίδας, διέκριναν αμέσως τη θλίψη στα πρόσωπα και την αμηχανία στη συμπεριφορά των συντακτών της «Ελευθεροτυπίας», στη μαζική παρέμβαση-καταγγελία το απόγευμα της περασμένης Τρίτης. Αν εξαιρέσεις μερικούς φανερούς τσάτσους (ο αριθμός τους δεν έφτανε ούτε τα δάχτυλα του ενός χεριού), οι υπόλοιποι έπαιρναν σιωπηλά την ανακοίνωση-καταγγελία (το θέμα φυσικά το γνώριζαν όλοι και οι πιο «ψυλιασμένοι» ενδεχομένως να περίμεναν και την «εισβολή»), ευχαριστούσαν, κατέβαζαν το κεφάλι και βυθίζονταν στη σιωπή. Μια θλίψη ήταν διάχυτη στο χώρο. Αν δεν υπήρχε η γνωστή κρίση, αν δεν αισθάνονταν τη δαμόκλειο σπάθη της απόλυσης πάνω από τα κεφάλια τους, αν δε φοβόνταν τους ρουφιάνους της εργοδοσίας, ίσως να είχαμε και θερμές εκδηλώσεις αλληλεγγύης (δεν το θέλαμε, δεν το ζητήσαμε, σεβόμαστε τη θέση όλων των προοδευτικών παιδιών που εργάζονται εκεί μέσα).
Η εικόνα στο γραφείο της διεύθυνσης λες και ήταν βγαλμένη από θεατρικό του Γκομπρόφσκι. Ο υπ’ ατμόν Σεραφείμ εξαφανισμένος (ήταν στο κτίριο, όπως πληροφορηθήκαμε). Η Μάνια (η νέα -κληρονομικώ δικαιώματι- ιδιοκτήτρια)όρθια, μ’ ένα μπουκάλι γερμανικής μπίρας στο χέρι, με εμφανή νευρικότητα, να «τρακάρει» συνέχεια τσιγάρα από τον Θανάση (τον οιονεί εκδότη), ο οποίος άσπρος σαν το πανί να προσπαθεί να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, να μπερδεύεται, να μη μπορεί να θυμηθεί πόσες και με τι περιεχόμενο συκοφαντικές επιστολές Τζωρτζάτου έχει δημοσιεύσει και να επιστρατεύει κάτι δικαιολογίες σαν κι αυτές που λένε τα μικρά παιδιά όταν τα πιάνουν επ’ αυτοφώρω να παίρνουν τη σοκολάτα από το ψυγείο. Οταν του επισημάνθηκε ότι υποτιμά τη νοημοσύνη μας, μια έκφραση απελπισίας κυρίεψε το πρόσωπό του. Ηταν φανερό ότι αυτός τουλάχιστον υπέφερε (επειδή ήξερε τι παπαριές έλεγε), εν αντιθέσει με την κληρονόμο, που ήταν στον κόσμο της και αν δεν υπήρχε η ένταση των στιγμών θα μας έκανε να κυλιστούμε κάτω από τα γέλια.
Εμάς όμως μας έμεινε η θλίψη των συντακτών. Τα βουβά πρόσωπα που θύμιζαν μάσκες αρχαίας τραγωδίας. Γιατί εκείνη τη στιγμή βίωναν το οριστικό γκρέμισμα μιας ψευδαίσθησης. Της ψευδαίσθησης ότι σ’ αυτό το μαγαζί είναι ελεύθεροι.
♦ Με ψηλά το κεφάλι
Mε ψηλά το κεφάλι, «αμετανόητη», χωρίς δηλαδή να προσκυνήσει την αστική εξουσία, αποφυλακίστηκε την περασμένη Κυριακή η Μπριγκίτε Μονχάουπτ, μέλος της «Ομάδας Κόκκινος Στρατός» (RAF) στη Γερμανία. Σύντροφος και συμμαχήτρια στο αντάρτικο πόλεων της Μάινχοφ, του Μπάαντερ, του Μάινς, της Ενσλιν, της Μέλερ και τόσων άλλων επαναστατών, που είτε δολοφονήθηκαν στα λευκά κελιά του Σταμχάιμ είτε εξέτισαν πολύχρονες φυλακίσεις. Η Μονχάουπτ έμεινε στη φυλακή 25 χρόνια (είχε συλληφθεί το 1982) και μολονότι έχει διατυπώσει κριτικές σκέψεις για το αντάρτικο εκείνης της περιόδου, αρνήθηκε να δηλώσει μετάνοια ή να ζητήσει συγνώμη για τη δράση της.
Πρέπει να σημειωθεί, πάντως, ότι η αυταρχική Γερμανία τήρησε τα προβλεπόμενα από το νομικό της σύστημα και στην περίπτωση της Μονχάουπτ, ενώ η «δημοκρατική» Γαλλία αρνείται να τα εφαρμόσει στην περίπτωση των φυλακισμένων αγωνιστών της Action Directe.