Δύο χιλιάδες δώδεκα. Μεγάλη κατηφόρα…
Χρέος μας η ανατροπή. Φωτιά-τσεκούρι, τώρα!
Αντίο σύντροφε Χρόνη Μίσσιο. Με μια συρραφή λεγομένων σου σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις: «Πρέπει να απαλλαχτούμε από τις θεωρίες του ανθρωποκεντρισμού, όπως και από τις αφελείς θεωρίες της θρησκείας και όλων αυτών των πραγμάτων. Αλλά κυρίως, πρέπει να αντιληφθούμε ποια είναι η ουσία και το νόημα της ζωής! Δηλαδή, δεν γίνεται αντί να ζούμε, να προσπαθούμε να επιβιώσουμε! (…) Κάθε πλάσμα έρχεται στον κόσμο με δικαιώματα, με δυνατότητες, να ζήσει τη ζωή του, να χαρεί, να είναι χορτάτο, να καλύπτει τις ανάγκες του, κλπ. Αλλά ο άνθρωπος έρχεται σ’ έναν κόσμο, όπου εκτός από τους πορφυρογέννητους, δεν ξέρει πού πάει και τι κάνει, και πώς να ζήσει. (…) Είμαστε πια μια κοινωνία σχιζοφρενών. Από τη μια ένας αφύσικος πολιτισμός και από την άλλη η οντότητά μας σαν άνθρωποι. Είμαστε ψυχασθενείς. Απλώς ο καθένας νομίζει ότι ο άλλος είναι, κι όχι ο ίδιος! (…) Αν θέλουμε να οραματιστούμε ένα ανθρώπινο μέλλον, οφείλουμε κατ’ αρχήν να το οραματιστούμε σε ανθρώπινα μέτρα. Αυτές οι χαβούζες που λέγονται πόλεις εξαφανίζουν τον άνθρωπο. (…) Δυστυχώς, για πρώτη φορά ζω σε μια κοινωνία η οποία δείχνει να χει πάθει εγκεφαλικό! Δεν αντιδρά με τίποτα! Να συμβαίνουν τόσο τρομακτικά πράγματα και μέσα σ’ αυτήν και στον κόσμο και γύρω της και να μην παίρνει χαμπάρι! Να μην αντιδρά με τίποτα! (…) Ο δρόμος προς την απελευθέρωση από τη βαρβαρότητα, είναι ένας δρόμος πάνω από την πυρά, που πρέπει να περάσει ο καθένας μας. Πάρα πολύ δύσκολος δρόμος. (…) Τολμάτε ρε, τολμάτε! Γράψτε αυτό που θέλετε, αυτό που σκέφτεστε».
Και ο Αντώνης Ρουπακιώτης προστίθεται στη μακρά σειρά εκείνων που θρηνούν (three, noon) και πληγώνεται η ψυχή τους για πάρτη μας, λέγοντας ότι τα μέτρα δεν τα έγραψε αυτός αλλά του επιβλήθηκαν και ότι η καρδιά του θα χτυπάει πάντα για τους ανέργους και όσους έχουν επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τα μέτρα. Τώρα πια πληγώνεται και η δική μας ψυχή για τον mister Ρουπακιώτη και όλους αυτούς τους υπερευαίσθητους…
«Tα μέγαρα ρίχνουν έναν ίσκιο βαρύ που σπάει τη ραχοκοκαλιά μας / τρέχουν οι δρόμοι λαχανιασμένοι / τα παράθυρα είναι τυφλά / φυσάει. / φυσάει μες απ’ τα τρύπια βρακιά των ανέργων / φυσάει / φυσάει μέσα στην οργισμένη καρδιά του λαού (Τάσος Λειβαδίτης).
Αν τα προσωπικά δεδομένα εννιά εκατομμυρίων πολιτών μπορούν έτσι άνετα να βρίσκονται στα χέρια ενός τυχαίου, εύκολα καταλαβαίνει κανείς τι γίνεται…
Τελικά ο Αγιος Παντελεήμονας φιλοξενεί κάθε καρυδιάς καρύδι. Και δεν μιλάμε για τους μετανάστες, αλλά για τα εγχώρια καρύδια. Μαζί με έναν 29χρονο λήστεψε Ιρανό και οι συνάδελφοί του ανακάλυψαν ότι είχε ληστέψει και Αλγερινό και Μπαγκλαντεσιανό. Ο ειδικός φρουρός –πράγματι ειδικός!– τέθηκε σε διαθεσιμότητα (είναι διαθέσιμος δηλαδή;). Οι κακεντρεχείς που θέλουν τον 29χρονο συνεργό του να είναι χρυσαύγουλος να μην μιλάνε, γιατί από πουθενά δεν προκύπτει κάτι τέτοιο. Μόνο ελάτε να απαγγείλουμε όλοι μαζί: «Κάθε νύχτα στην αυλή / γάβου-γάβου το σκυλί / δώσ’ του και γαβγίζει. / Του σπιτιού εδώ αυτός / είναι φύλακας πιστός / ποιος δεν τον γνωρίζει; / Αψηλά τ’ αφεντικά / κοιμηθήκανε γλυκά / πέρασε η ώρα. / Το γνωρίζει το σκυλί / και φωνάζει απ’ την αυλή / γάβου-γάβου τώρα. / Για να ξέρουν οι κακοί / που γυρνούν εδώ κι εκεί / κάτι να σουφρώσουν, / πως σαν έμπουν στην αυλή / θα τους πιάσει το σκυλί / και δε θα τη γλιτώσουν (Γεώργιος Δροσίνης).
Κατά 70% αυξήθηκαν οι κατασχέσεις (κατ’ ass χέσεις) δενδρυλλίων κάνναβης, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η αστυνομία. Μένει τώρα να διευκρινιστεί αν αυτό οφείλεται στην αύξηση των καλλιεργειών, στην αύξηση των ελέγχων ή σε άλλους λόγους…
Με τις ανυπέρβλητες ατάκες «οι ξένοι μάς ζηλεύουν» και «η οικογένεια είναι αυτή που μας βοηθά να ξεπεράσουμε την κρίση», ο Jeronymo κατακτά αυτοδικαίως περίλαμπρη θέση στο πάνθεον των προμηθευτών – τροφοδοτών της στήλης.
«Τριάντα αιώνες και πλέον ο άνθρωπος πασχίζει να βάλει τη μια λέξη κοντά στην άλλη με τέτοιον τρόπο που η σκέψη να εξαναγκάζεται να παίρνει καινούργιες, αδοκίμαστες στροφές. Ιδού που για πρώτη φορά η λειτουργία αυτή σταμάτησε. Είμαστε πανέτοιμοι για τη βλακεία» (Οδυσσέας Ελύτης).
Κοκκινοσκουφίτσα