Οι Ελληνες δεν είμαστε πολλοί. Είμαστε όμως -και έχουμε τη συνείδηση ότι είμαστε- εκπρόσωποι ενός πολιτισμού που δεν είναι πλέον μόνο δικός μας: είναι ο δυτικός πολιτισμός στο σύνολό του. Ερχόμαστε από μακριά και πήγαμε κατά τη μακρά μας ιστορίας μακριά.
Κωνσταντίνος Τασούλας
(Αυτό ακριβώς εννοούσε ο Μητσοτάκης, όταν έδινε μια κλωτσιά στη Σακελλαροπούλου και έβαζε στον προεδρικό θώκο τον Τασούλα, για να ανταποκριθεί -ως πολιτικό πρόσωπο- στις απαιτήσεις της διεθνούς πολιτικής σε μια περίοδο γαιοπολιτικής αβεβαιότητας. Η Σακελλαροπούλου, διαπαιδαγωγημένη στον αστικό κοσμοπολιτισμό, δε θα μπορούσε να μιλήσει έτσι στην ψυχή του Ελληνάρα, του ακροδεξιού που φοράει περικεφαλαία και χλαμύδα και διαδηλώνει ότι «η Μακεδονία είναι ελληνική, να πα’ να γαμηθείτε, γυφτοσκοπιανοί». Αφήστε που είχε διαπράξει και το αμάρτημα να συμμετάσχει στο επινίκιο γκέι πάρτι, μετά την ψήφιση του νόμου για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Mια χαρά έπαιζε το ρόλο της γλάστρας του Μητσοτάκη, αλλά το δεξιό και ακροδεξιό ακροατήριο έχει άλλες ανάγκες, θέλει… στοργή και προδέρμ. Ο Τασούλας, πνευματικό παιδί του Αβέρωφ, εθνικιστής κσι σκληρός δεξιός μέχρι το μεδούλι, ξέρει πώς να μετατρέψει σε καλλιεπή εθνικιστικό λόγο το γνωστό απόφθεγμα στο οποίο καταφεύγει κάθε γλίτσας Ελληνάρας: «Τι να μας πείτε, ρε, που όταν οι πρόγονοί σας κατοικούσαν σε σπηλιές κι έτρωγαν βελανίδια, οι δικοί μας έχτιζαν Παρθενώνες και είχαν χοληστερίνη». Εχει και Καβάφη, για τους κουλτουριαραίους, αλλά και ο Καβάφης κοσμοπολίτης Αλεξανδρινός ήταν. Οταν είναι να πιάσουμε το σφυγμό των δεξιών και ακροδεξιών Ελληναράδων πρέπει να τους σερβίρουμε χλαμύδα, σανδάλι και αρχαία κλέη. Οπως η χούντα ένα πρά(γ)μα. Να τσακίσουμε κάθε έννοια επιστημοσύνης και να καταλήξουμε στην απόλυτη χυδαιότητα: οι σύγχρονοι Ελληνες είναι οι κληρονόμοι των αρχαίων δουλοκτητικών συστημάτων, των πόλεων-κρατών της κλασικής περιόδου, της μακεδονικής δυναστείας που υπέταξε τις άλλες πόλεις-κράτη και ξεκίνησε τους πολέμους προς Ανατολάς, του ανατολικού ρωμαϊκού ιμπέριουμ. Ο,τι εισέφεραν ως πολιτισμό αυτά τα συστήματα -κυρίως η Αθήνα της κλασικής εποχής, που αντιπροσωπεύει την ακμή του αρχαιοελληνικού δουλοκτητικού συστήματος- δόθηκε ως δάνειο στους Ευρωπαίους, οι οποίοι «μας» το χρωστάνε. Μπορεί τίποτ’ απ’ αυτά να μην έχει επιστημονική βάση, μπορεί η ίδια η πραγματικότητα να διαψεύδει τα περί «δανείου», μπορεί οι ηγέτες της αστικής Ελλάδας να είναι οι καρπαζοεισπράκτορες στα διεθνή ιμπεριαλιστικά φόρουμ, αλλά τι σημασία έχει η επιστήμη και η σύγχρονη πραγματικότητα μπροστά στην ανάγκη του κάθε γλίτσα εθνικιστή να φαντασιώνεται ότι είναι ο νόμιμος ιδιοκτήτης προγονικών κλεών;)