O τίτλος του βιβλίου, από το οποίο θα περίμενε κανείς μια ιστορική αποτίμηση και εκτίμηση των πρόσφατων σημαντικότατων γεγονότων και εξελίξεων στην περιοχή, δεν αντιστοιχεί, καθώς λέει ο ίδιος ο συγγραφέας στον πρόλογο, με το περιεχόμενο αυτού του δοκιμίου, με το οποίο σκοπεύει σε μια «αντίστιξη» απέναντι στη συναινετική παγκόσμια χορωδία που κάλυψε με διακριτική επικριτικότητα την ισραηλινή επιθετικότητα και με αγριότητα την παλαιστινιακή αντίσταση κατά τον πρόσφατο πόλεμο στην περιοχή.
O Enzo Traverso, ιταλός ιστορικός και φιλόσοφος, πολυμεταφρασμένος διεθνώς και στην Ελλάδα, καθηγητής στο πανεπιστήμιο Κορνέλ των ΗΠΑ σήμερα, έχει ασχοληθεί εκτενώς με την εβραϊκή ιστορία, το ολοκαύτωμα, τις γενοκτονίες κλπ. Συνεπώς, οι απόψεις του για τα διαδραματιζόμενα στη Γάζα έχουν ενδιαφέρον.
Το βιβλίο δεν παραλείπει την παράθεση λίγο-πολύ γνωστών, πλην πάντα χρήσιμων στοιχείων, όπως η χρηματοδότηση του Ισραήλ από τις ΗΠΑ με οπλικά συστήματα ύψους 158 δισ. δολαρίων ως τώρα ή τα ανεπτυγμένα λογισμικά τεχνητής νοημοσύνης με τα κωδικά ονόματα «Ευαγγέλιο» και «Λεβάντα» μέσω των οποίων εντελώς μελετημένα εξοντώνονται οι αναρίθμητοι παλαιστίνιοι «τρομοκράτες».
Και καθώς η επιχείρηση αφανισμού της Χαμάς (της Παλαιαστινιακής Αντίστασης, δηλαδή) ήταν εξαρχής καταδικασμένη, υλοποιήθηκε παράλληλα λεπτομερές σχέδιο καταστροφής των πάντων: δρόμων, κτιρίων, νοσοκομείων, πανεπιστημίων, νεκροταφείων, μνημείων, μουσείων, εγκαταστάσεων ύδρευσης, ηλεκτρικού, αερίου, καυσίμων, ίντερνετ αλλά και προσπάθειας καθολικής εξόντωσης της παλαιστινιακής διανόησης: ερευνητών, επιστημόνων, γιατρών, τεχνικών, δημοσιογράφων, καλλιτεχνών, διανοούμενων και ποιητών. Η γενοκτονία στη Γάζα ήταν απολύτως προσχεδιασμένη.
Στο βιβλίο περιλαμβάνονται επισημάνσεις που διευρύνουν την κατανόηση των τεκταινομένων σ’ αυτή την περιοχή τα τελευταία εκατό χρόνια. Να μερικές από αυτές:
Ο γερμανός ιστορικός Ερνστ Νόλτε υποστήριζε τη δεκαετία του ΄80 ότι τα ναζιστικά εγκλήματα ήταν «πράξεις αντίδρασης» στη λαίλαπα του μπολσεβικισμού, άρα πρέπει να τους αναγνωριστούν κάποια ελαφρυντικά. Ετσι και τα διαρκή εγκλήματα του Ισραήλ πρέπει να σχετικοποιηθούν, αφού εκείνο έθεσε τον εαυτό του στην εμπροσθοφυλακή του αγώνα κατά του ισλαμικού φονταμενταλισμού. Πίσω από τον αγώνα εναντίον του ισλαμικού κινδύνου, που έχει αντικαταστήσει στις μέρες μας τον κομμουνιστικό κίνδυνο, με σημαιοφόρο το Ισραήλ, έχουν στοιχηθεί όλα τα σύγχρονα φασιστικά και ακροδεξιά κινήματα «πρόθυμα να πολεμήσουν την ΄΄ισλαμική βαρβαρότητα΄΄ πριν καν απαλλαγούν από τις αντισημιτικές προκαταλήψεις τους.
Σταδιακά τα τελευταία χρόνια, οι αποκλεισμένοι, κυνηγημένοι, περιφρονημένοι και ανεπιθύμητοι εβραίοι του παρελθόντος, έγιναν εντελώς «λευκοί», (αν και ο μισός πληθυσμός του Ισραήλ είναι μισραχίτες δηλαδή προέρχονται από τη Βόρεια Αφρική) και αισθάνονται πολύ άνετα στο εσωτερικό του λεγόμενου «ιουδαιοχριστιανικού πολιτισμού». Δεν αποτελούν απλώς αναπόσπαστο κομμάτι της Δύσης, αλλά έγιναν επιπλέον το σύμβολο της. Τους αγαπούν και τους λατρεύουν οι ίδιοι που κάποτε τους περιφρονούσαν και τους κυνηγούσαν… Οι εβραίοι απολαμβάνουν σήμερα τη ναρκισσιστική συμπόνια της Δύσης, παρουσιάζονται σαν τα θύματα του μεγαλύτερου πογκρόμ της ιστορίας μετά το Ολοκαύτωμα. Ιδιαίτερα η Γερμανία, φορτώνοντας τις ενοχές των δικών της αντισημιτικών εγκλημάτων στις πλάτες του παλαιστινιακού λαού, τοποθετείται για πολλοστή φορά υπέρ της εξολόθρευσης ολόκληρων πληθυσμών δικαιώνοντας όσους δηκτικά είπαν: «Η Γερμανία δεν μπορούσε να χάσει αυτή την ευκαιρία: όταν υπάρχει γενοκτονία, είναι πάντα με την πλευρά του μακελλάρη».
Κατά τον Τραβέρσο, σε μια περίοδο που ο μόνος τρόπος για να αποδομήσει κάποιος τα φρικτά ψέματα και την παραπληροφόρηση των ΜΜΕ ήταν να παρακολουθεί το Αλ Τζαζίρα ή ιστοσελίδες αντι-πληροφόρησης, σε μια περίοδο που ξαφνικά οι εβραιο-μπολσεβίκοι του παρελθόντος μετατράπηκαν σε φιλο-ισλαμική αριστερά, η ταύτιση του αντισιωνισμού με τον αντισημιτισμό, που προωθεί η ασίγαστη προπαγάνδα του Ισραήλ και των συμμάχων του, τορπιλίζει την ιστορική μνήμη, την παιδαγωγική αξία και τα διδάγματα από τις ναζιστικές θηριωδίες και αναζωπυρώνει τον αντισημιτισμό που μέχρι πρότινος βρισκόταν σε παρακμή.
Στα τελευταία τρία κεφάλαια του βιβλίου ο Τραβέρσο χτυπά μια στο καρφί και μια στο πέταλο. Από τη μια κάνει ακριβείς αναφορές στην σιωνιστική κατοχή και στο δικαίωμα αντίστασης των Παλαιστινίων. Αναφέρεται στην αποτυχία των συμφωνιών του Όσλο και τον εξευτελισμό της Παλαιστινιακής Αρχής. Δεν παραλείπει να παραλληλίσει τους ισραηλινούς στρατιώτες με τους ναζί, να θυμίσει τις τωρινές αλλά και τις παλαιότερες αισχρότητες τους. Δεν παραλείπει να αναφερθεί εκτενώς στις απολύτως τεκμηριωμένες απόψεις του Φραντς Φανόν αλλά και του Σαρτρ για την ανεπιφύλακτη υποστήριξη της αντιστασιακής βίας ή στην άποψη του διάσημου δημοσιογράφου Τζόρτζο Μπόκα ότι «η αντιστασιακή τρομοκρατία είναι πράξη επαναστατικής ηθικής».
Θυμίζει ένα άρθρο της καθηγήτριας του πανεπιστημίου Κολούμπια, Σαϊντίγια Χάρτμαν, στο οποίο η φρικιαστική σφαγή μιας οικογένειας αποικιοκρατών από τους υπηρέτες τους τον Νοέμβρη του 1733, έτσι όπως την περιγράφει ένας γάλλος άποικος, ήταν το εναρκτήριο έναυσμα της εξέγερσης των δούλων στις Αντίλλες. Επίσης, αναλύει σωστά το σύνθημα «From the river to the sea», ενώ αναρωτιέται πού χάθηκαν οι γενναίες φωνές διανοουμένων, όπως εκείνη του φιλόσοφου Γεσαχιάχου Λέιμποβιτς που το 1982 χαρακτήρισε την εισβολή του Ισραήλ στον Λίβανο σαν «ιουδαιο-ναζιστική πολιτική».
Για τον Τραβέρσο η παλαιστινιακή βία έχει την δύναμη της απόγνωσης, σφυρηλατημένη από δεκαετίες ανελέητης κατοχής.
Ομως από την άλλη γράφει: «Δεκαετίες κατοχής δεν μειώνουν διόλου την φρίκη της σφαγής ισραηλινών παιδιών, κατά τον ίδιο τρόπο που δεν μπορεί να γίνει επίκληση της ιστορίας του αντισημιτισμού για να δικαιωθεί η γενοκτονία στην Γάζα» (σελ 80).
«Η επίθεση της 7ης Οχτωβρίου ήταν αμείλικτη. Σχεδιασμένη με προσοχή στάθηκε σαφώς πιο φονική από τη σφαγή του Ντέιρ Γιασίν ή από άλλες ανάλογες που διέπραξε η Ιργκούν το 1948» (σελ.81). Συγκρίσεις που σε αφήνουν άφωνο!
Παρακάτω, αφού ο Τραβέρσο εξηγεί τον «εξτρεμισμό» της Χαμάς, αναφερόμενος στις φυλακίσεις και θυσίες των ηγετών της, γράφει: «Χρειάζεται να καταγγείλουμε τον φονταμενταλισμό, τον αυταρχισμό, τον αντιδημοκρατικό, μισογυνικό και αντιδραστικό χαρακτήρα αυτού του κινήματος; Οπωσδήποτε. Σε μια ελεύθερη κοινωνία η Χαμάς θα ήταν αναμφίβολα ο κύριος εχθρός της αριστεράς. Στις σημερινές συνθήκες αντιπαραθέτει στρατιωτική αντίσταση στην εν εξελίξει γενοκτονία. Σήμερα επωφελείται από την ανεκτικότητα των Παλαιστινίων που υποφέρουν κάτω από την δικτατορία της. Σε μια πολιορκημένη πόλη, κανείς δεν στρέφεται ενάντια στους ηγέτες που την υπερασπίζονται (σελ. 84).
Και παρακάτω: «Η επίθεση της 7ης Οχτωβρίου που σκότωσε εκατοντάδες ισραηλινούς άμαχους, είχε σκοπό να σκορπίσει τον τρόμο και μπορεί προφανώς να καταγραφεί σαν πράξη τρομοκρατίας. Ο φόνος και ο τραυματισμός αμάχων, μεταξύ των οποίων γέροι και παιδιά, δεν ήταν αναγκαίος και είναι κάτι που στάθηκε πάντα βλαβερό για κάθε απελευθερωτική υπόθεση. Είναι ένα έγκλημα που τίποτα δεν μπορεί να το δικαιολογήσει και πρέπει να καταδικαστεί» (σελ. 86).
Αλλά, όπως είπαμε, ο Τραβέρσο χτυπάει μια στο καρφί και μια στο πέταλο: «Η σφαγή της 7ης Οχτωβρίου πρέπει να καταδικάζεται και η φονταμενταλιστική ιδεολογία των εκτελεστών της μπορεί ασφαλώς να επικρίνεται, όμως το να αρνιόμαστε ότι η Χαμάς ανήκει στην παλαιστινιακή επικαλούμενοι την τρομοκρατική της φύση δεν είναι ούτε σοβαρό ούτε χρήσιμο. (…) Η τρομοκρατία της Χαμάς είναι ο διαλεκτικός απόηχος της τρομοκρατίας του ισραηλινού κράτους (…) Αν την εξηγούσαμε με την επίκληση των συνηθισμένων επιχειρημάτων – ο ισλαμικός φανατισμός, η βαρβαρότητα της Χαμάς ή ο αιώνιος αντισημιτισμός- θα ήταν μια άθλια υπεκφυγή, ένας τρόπος να κρυφτούμε πίσω από τις δικές μας προκαταλήψεις. (…) Ο φόνος αμάχων, οσοδήποτε λυπηρός, στάθηκε πάντα όπλο των αδύναμων στους ασύμμετρους πολέμους και χρησιμοποιήθηκε από το αλγερινό FLN , από την PLO πριν το Οσλο, το ANC του Νέλσον Μαντέλα, από τους Βιετκόνγκ…
από τις ιταλικές Ομάδες Πατριωτικής Δράσης στην Ιταλία το 1943-44, από τους μετανάστες μαχητές του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, τους περίφημους αγωνιστές της MOI, που εκτός από τις ενέδρες, έβαζαν βόμβες σε καφέ και εστιατόρια που σύχναζαν οι ναζί» (σελ. 92, 94, 95).
Στον πρόλογο του βιβλίου του ο Τραβέρσο τοποθετεί τον εαυτό του στον αντίποδα της συναινετικής χορωδίας που κανοναρχεί τις ηθικές αξίες της Δύσης, την ίδια στιγμή που ποταπά ανακηρύσσει τους σιωναζιστές-θύτες σε αμυνόμενα θύματα.
Είναι όμως έτσι; Ποιο ήταν το ζήτημα κλειδί στον τελευταίο 15μηνο πόλεμο μεταξύ σιωνιστών και Παλαιστινίων;
Ποια ήταν η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους ποικιλόχρωμους υπερασπιστές της Παλαιστίνης και σε όσους αρνούνται τη θέση του τιμητή προσπαθώντας, χωρίς τα υποκριτικά δυτικά γυαλιά, να δουν καθαρά και έντιμα την πραγματικότητα;
Τίποτα περισσότερο από τον Κατακλυσμό του Αλ-Ακσα στις 7 Οκτώβρη του 2023. Πριν από κάθε τοποθέτηση, πριν από κάθε συζήτηση, σε όλα τα τηλεοπτικά πάνελ του κόσμου, σε όλα τα άρθρα, συνεντεύξεις και δημόσιες παρεμβάσεις, αυτό που οι εξωνημένοι υπάλληλοι των ΜΜΕ έθεταν ως προϋπόθεση ήταν η καταδίκη της 7ης Οκτώβρη. Δεν είχε σημασία, ακόμα και αν ήσουν σκληρός επικριτής του Ισραήλ. Κάθε άποψη ήταν αποδεχτή, αρκεί να καταδικαζόταν η 7η Οκτώβρη.
Υπουλα και σεμνά η κυρίαρχη προπαγάνδα ψιθυρίζει αδιάλειπτα: «ναι, οι Παλαιστίνιοι έχουν δικαίωμα να παλεύουν ενάντια στον αφανισμό τους, όχι όμως και να κάνουν επιθέσεις αυτοκτονίας ή μαζικές αιφνιδιαστικές επιθέσεις. Κι εσείς μπορείτε να καταγγέλλετε με όλη τη δύναμη της ψυχής σας αυτές τις σφαγές, να οργίζεστε και να κλαίτε γι’ αυτές, αλλά με τον όρο ότι δεν μπορείτε να αποδέχεστε τις επιθέσεις αυτοκτονίας εναντίον αμάχων ή τη ¨βαρβαρότητα¨ της 7ης Οκτώβρη».
Αυτό το ξέχασε ο Τραβέρσο; Ή μήπως η επίκληση, του Φανόν, του Σαρτρ και της «τρομοκρατικής» δράσης όλων των αντιστασιακών κινημάτων αρκεί για να τον κατατάξει αυτόματα στους θαρραλέους στοχαστές αυτού του κόσμου;
Τουλάχιστον σε αυτό το βιβλίο του, ο Τραβέρσο επιβεβαιώνει ότι οι διανοούμενοι που σε πολύ προηγούμενες δεκαετίες είχαν όσμωση με τα λαϊκά κινήματα, που με τον ορθολογισμό και την οξύτητα της σκέψης τους αντιπαρετίθεντο θαρραλέα στην καθεστηκυία τάξη και στις βεβαιότητες της κοινής λογικής, είναι είδος εν ανεπαρκεία σήμερα.
Η σαρτρική παράδοση μοιάζει να είναι αιώνες μακριά και ο Τραβέρσο δεν ανήκει σίγουρα σε αυτή. Από αυτούς τους ακαδημαϊκούς, που με δυσκολία υπερβαίνουν τον ταπεινόφρονα εγωισμό τους, απουσιάζει το περίσσευμα ψυχής και η αγνή λαϊκή καρδιά που θα τους επέτρεπε να ταυτιστούν με αυτούς τους ελεύθερους πολιορκημένους και να φωνάξουν: «Εσείς σηκώνετε στους ώμους σας τα βάρη και τις αδικίες όλου του κόσμου και εμείς υποκλινόμαστε μπροστά στις θυσίες και τις επιλογές σας, χωρίς ήξεις αφήξεις και χωρίς αστερίσκους!»
Οσα ακολούθησαν την 7η Οκτώβρ, ανέτρεψαν για τα καλά τα αντιδραστικά στερεότυπα της «ανατολικής νοοτροπίας» που όλα αυτά τα χρόνια αντιπαρετίθεντο ανεπιτυχώς με την έμφυτη ευφυΐα, εφευρετικότητα και οξύνοια των Ισραηλινών (!).
Η Παλαιστινιακή Αντίσταση, ξεπερνώντας όλα τα μειονεκτήματα της αγροτικής προέλευσης του λαού της, επέδειξε τη μέγιστη αποτελεσματικότητα, οργανωτικότητα, «γερμανική ακρίβεια», απίστευτη επινοητικότητα, ταλέντο, αντοχές και προσαρμοστικότητα στο επιχειρησιακό και διπλωματικό πεδίο αλλά και στην επικοινωνία.
Αυτή την Αντίσταση μόνο να την φοβούνται μπορούν οι εχθροί της. Αλλά και πολλοί «φίλοι» της, που έχουν απαρνηθεί εδώ και δεκαετίες τον ένοπλο αγώνα, που θεωρούν ότι οποιοσδήποτε αδύναμος λαός είναι αδύνατο να νικήσει τον πανίσχυρο ιμπεριαλισμό και που αν και αγανάκτησαν με τις σιωνιστικές σφαγές των τελευταίων 15 μηνών, σιώπησαν εκκωφαντικά στο τέλος, μόλις η Αντίσταση σφράγισε την νίκη της με την επιβολή των δικών της όρων, ταπεινώνοντας έναν εχθρό που δεν κατάφερε να πετύχει κανένα από τους στόχους που είχε θέσει, πλην των εκτεταμένων καταστροφών σε κτίρια υποδομές και αμάχους.
Πολλοί λίγοι χαιρέτησαν με ενθουσιασμό τη νίκη της Παλαιστινιακής Αντίστασης. Ανάμεσα σε αυτούς και εμείς, για δεκάδες λόγους, πολιτικούς, φιλοσοφικούς, ιστορικούς, ιδεολογικούς κλπ, δεν έχουμε κανένα απολύτως πρόβλημα να βροντοφωνάξουμε: Ζήτω η 7η Οκτώβρη!
Ε.Σ.