Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης δεν είναι από τους καλλιτέχνες που θα πετάξουν την παπάρα και θα σε αναγκάσουν να τους πεις «καλύτερα να τραγουδάς παρά να μιλάς». Πέρα από την αξιόλογη καλλιτεχνική του διαδρομή, είναι ένας βαθύτατα πολιτικοποιημένος άνθρωπος, με αριστερό (εν γένει) προσανατολισμό, που μιλάει σοβαρά και δεν μπουρδολογεί. Οι απόψεις του εκφέρονται δημόσια και φυσικά κρίνονται, όπως κάθε άποψη που εκφέρεται δημόσια.
Στη συναυλία του στο Λυκαβηττό πριν από μερικές μέρες αναφέρθηκε στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο, την οποία και ο ίδιος βίωσε με δραματικό τρόπο ως μικρό παιδί και -όπως αναμενόταν- αναφέρθηκε και στο Παλαιστινιακό. Στηλίτευσε τη σιωνιστική βαρβαρότητα και τις θηριωδίες της, λέγοντας:
«Πενήντα χρόνια (σ.σ. μετά το πραξικόπημα της χούντας και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο) είναι πολύς καιρός. Θα πίστευε κανείς πως η ανθρωπότητα θα είχε εξελιχθεί κάπως, ότι θα είχαμε βρει άλλους τρόπους συνεννόησης μεταξύ των λαών και των ανθρώπων κι όμως όχι, σήμερα μόλις 500 χιλιόμετρα από τις ακτές της Κύπρου, στην Παλαιστίνη, βρέφη, γυναίκες, αθώοι άνθρωποι, πεθαίνουν φριχτούς θανάτους, πόλεις ισοπεδώνονται, χιλιάδες προσφυγοποιούνται στον ίδιο τους τον τόπο».
Καλοδεχούμενη η καταγγελία, μολονότι δεν περιλαμβάνει τίποτα πέραν «του συρμού». Ακόμα και ο Μπάιντεν καταγγέλλει τις θηριωδίες. Να, χτες, ο οιονεί ΥΠΕΞ της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ και ο Επίτροπος Διαχείρισης Κρίσεων Γιάνες Λέναρτσιτς, σε κοινή τους δήλωση εξέφρασαν τη «βαθύτατη ανησυχία της ΕΕ» για τις νέες διαταγές εκκένωσης της Χαν Γιούνις, σημειώνοντας πως «οι αναγκαστικές εκκενώσεις προξενούν μια ανθρωπιστική κρίση εν μέσω της κρίσης. Επιδεινώνουν μια ήδη καταστροφική ανθρωπιστική κατάσταση, με σχεδόν 1,9 εκατ. κατοίκους της Γάζας να έχουν εκτοπιστεί εντός της Λωρίδας».
Εκτός «του συρμού» θα ήταν μια δήλωση υποστήριξης του δικαιώματος ενός λαού υπό κατοχή να αντιστέκεται με όλα τα μέσα, συμπεριλαμβανόμενου του ένοπλου αγώνα (δικαίωμα που το αναγνωρίζει ρητά και κατηγορηματικά και ο καταστατικός χάρτης του ΟΗΕ) και επομένως υποστήριξης της ένοπλης Παλαιστινιακής Αντίστασης, η οποία -με την ομόθυμη στήριξη του παλαιστινιακού λαού- πολεμά ενάντια στον κατακτητή, και μάλιστα το κάνει με επιτυχία.
Δε θα μπορούσε, όμως, να κάνει μια τέτοια δήλωση ένας πολιτικοποιημένος άνθρωπος που περίμενε να έχει εξελιχτεί διαφορετικά η ανθρωπότητα την τελευταία πεντηκονταετία και να έχει βρει… άλλους τρόπους συνεννόησης μεταξύ των λαών και των ανθρώπων, αποκαλύπτοντας βαθύτατη άγνοια εννοιών όπως «καπιταλισμός» και «ιμπεριαλισμός». Οπότε λες «ας είναι, και μέχρι την καταγγελία της γενοκτονίας, καλά είναι». Και προσπαθείς να διώξεις από το μυαλό σου… βέβηλες σκέψεις, όπως: ο κάθε καλλιτέχνης επιλέγει στρατόπεδο ανάλογα με το κοινό του. Η Πίτσα Παπαδοπούλου αντικαθιστά την Ελένη Βιτάλη (που απλώς φοβήθηκε και αρνήθηκε να πάει στο Ισραήλ) και πάει να μερακλώσει (για μια φορά ακόμα) τους νταβραντισμένους σιωνιστές σε κάποιο «πολιτιστικό κέντρο» της Ιερουσαλήμ, ενώ ο Αλκίνοος ή η Μάρθα Φριντζήλα απευθύνονται σε ένα κοινό πιο νεανικό και πιο «ψαγμένο», που γουστάρει την κουφίε και την παλαιστινιακή σημαία.
Τη διώχνεις αυτή τη σκέψη και δέχεσαι πως ο Αλκίνοος δεν είναι υποκριτής σαν τον Μπάιντεν ή τον Μπορέλ, αλλά πραγματικά φρίττει μ’ αυτά που βλέπει στα βίντεο και στις φωτογραφίες από τη Λωρίδα της Γάζας. Το πρόβλημα αρχίζει όταν συνεχίζει τη σύντομη πολιτική παρέμβασή του στη συναυλία του, λέγοντας:
«Πεντάχρονα παιδιά (σ.σ. όσο ήταν αυτός το 1974) θα έχουν κι αυτά σαν πρώτη τους μνήμη τον πόλεμο, θα μεγαλώσουν μέσα στον φόβο και στο μίσος, βορά στο στόμα του φανατισμού και της θρησκοληψίας, ορφανά, ακρωτηριασμένα, αδικημένα, σε έναν τόπο ρημαγμένο».
Αν μιλούσαμε απλά λαϊκά, θα λέγαμε ότι έχουμε μια εκδήλωση κωλοπαιδισμού του βολεμένου. Ο Αλκίνοος μεγάλωσε, σπούδασε, ήρθε στην Ελλάδα, έπαιξε στο θέατρο, τραγούδησε, έγραψε στίχους και μουσική, πήγε στη Ρωσία για μουσικές σπουδές και συνεχίζει μια λαμπρή καλλιτεχνική καριέρα, ενώ τα πεντάχρονα της Γάζας θα μεγαλώσουν «μαθαίνοντας να μισούν» (αλήθεια, είναι κακό να μισείς τον κατακτητή εχθρό;) και θα γίνουν βορά στο στόμα των «φανατικών και θρησκόληπτων» της Παλαιστινιακής Αντίστασης, θα γίνουν κι αυτά μαχητές.
Ο φανατικά εθνικιστής και θρησκόληπτος Σαββόπουλος, προφανώς, δεν ενοχλεί καθόλου τον Αλκίνοο, αν κρίνουμε από τις τόσες συνεργασίες τους. Τον ενοχλούν οι θρησκευόμενοι της Γάζας. Μήπως επειδή είναι μουσουλμάνοι; Δε θέλουμε να το πιστέψουμε ότι έχει προσχωρήσει στην ισλαμοφοβία, όπως ο Σαββόπουλος. Νομίζουμε πως εκείνο που τον ενοχλεί είναι το αντιστασιακό πνεύμα των μουσουλμάνων της Παλαιστίνης (το ίδιο αντιστασιακό πνεύμα έχουν και οι παλαιστίνιοι χριστιανοί, αλλά ας μην το κάνουμε θέμα). Μόνο που το ίδιο αντιστασιακό πνεύμα επιδεικνύουν και κοσμικές οργανώσεις της Παλαιστίνης (όλες οι διασπάσεις της Φάταχ), όπως και αριστερές οργανώσεις με μαρξιστικές αναφορές (Λαϊκό Μέτωπο και Δημοκρατικό Μέτωπο για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης).
Οι αντιστασιακές οργανώσεις της Παλαιστίνης δε διαχωρίζονται μεταξύ τους με κριτήρια ιδεολογικά (από εδώ οι ισλαμιστές, από εδώ οι κοσμικοί ανεξίθρησκοι, από εδώ οι άθεοι μαρξιστές), αλλά -κρατώντας τις ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές τους- ενώνονται στον κοινό αντικατοχικό-εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Οποιος κάνει τέτοιους διαχωρισμούς ενεργεί σαν κοινός προβοκάτορας και εχθρός του παλαιστινιακού λαού.
Εψαξε ποτέ ο Αλκίνοος να μάθει τι σπουδές έχουν κάνει τα ηγετικά στελέχη των ισλαμικών αντιστασιακών οργανώσεων, που αποκαλεί φορείς του φανατισμού και της θρησκοληψίας; Αν νομίζει πως έχουν σπουδάσει σε θεολογικές σχολές του ισλαμισμού, απατάται οικτρά. Οι περισσότεροι έχουν σπουδές σε θετικές κατευθύνσεις (μηχανικοί, γιατροί, φυσικοί, χημικοί, οικονομολόγοι).
Ξέρει ο Αλκίνοος τη «μανία» που έχουν οι υπό κατοχή Παλαιστίνιοι για τη μόρφωση; Πώς λέτε να στελεχώθηκαν με ιατρικό και λοιπό προσωπικό τα πολλά και μεγάλα νοσοκομεία της Λωρίδας της Γάζας, που μάθαμε ότι ένα προς ένα τα καταστρέφουν οι σιωναζιστές εισβολείς; Αν δεν υπήρχαν ιατρικές σχολές πώς θα βρίσκονταν γιατροί αποφασισμένοι να θυσιάσουν και τη ζωή τους στο καθήκον; Αν δεν υπήρχαν μηχανικοί, πώς θα κατασκευάζονταν αυτή η υπόγεια πόλη των τούνελ κάτω από τη Γάζα, ένα κατασκευαστικό και στρατιωτικό θαύμα; Α, ναι, πολλοί απ’ αυτούς είναι θρησκευόμενοι και μέλη ή φίλα προσκείμενοι των οργανώσεων του Πολιτικού Ισλάμ.
Δεν είναι του παρόντος να κάνουμε μια ανάλυση για το πώς ένα θρησκευτικό ρεύμα μετατράπηκε σε πολιτικό ρεύμα. Το φαινόμενο έχει βαθιές ιστορικές ρίζες στην ευρύτερη περιοχή του ισλαμικού κόσμου. Θα θυμίσουμε μόνο πως και ο Γιάσερ Αραφάτ προερχόταν από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Και θα τονίσουμε πως οι ισλαμιστές στην Παλαιστίνη έπαιζαν μόνο κοινωνικό ρόλο, όσο η Παλαιστινιακή Επανάσταση αναπτυσσόταν υπό την καθοδήγηση κοσμικών πολιτικών οργανώσεων, με κυρίαρχη τη Φάταχ (της οποίας η πλειοψηφία των μελών ήταν άνθρωποι θρησκευόμενοι). Οταν η Φάταχ άρχισε τα παζάρια με τους σιωνιστές και τους ιμπεριαλιστές, καταλήγοντας στις προδοτικές συμφωνίες του Οσλο, αναδύθηκαν μέσα από την παλαιστινιακή κοινωνία, η οποία δεν είχε απεμπολήσει τις αντικατοχικές-εθνικοαπελευθερωτικές της προσδοκίες και τη διάθεσή της γι’ αγώνα, οι οργανώσεις του Πολιτικού Ισλάμ.
Η Χαμάς ιδρύθηκε μόλις το 1987 και σήμερα είναι ηγέτρια δύναμη του παλαιστινιακού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, ρόλο που της αναγνωρίζει το σύνολο των παλαιστινιακών αντιστασιακών οργανώσεων, συμπεριλαμβανόμενων των μαρξιστών του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης.
Πριν από σχεδόν έναν αιώνα, ο Στάλιν μάς είχε διδάξει πώς να τοποθετούμε το ζήτημα:
«Μέσα στις συνθήκες της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης, ο επαναστατικός χαρακτήρας του εθνικού κινήματος δεν προϋποθέτει καθόλου την υποχρεωτική ύπαρξη προλεταριακών στοιχείων στο κίνημα, του επαναστατικού προγράμματος ή δημοκρατικού προγράμματος στο κίνημα, την ύπαρξη δημοκρατικής βάσης σε αυτό. Ο αγώνας του Εμίρη του Αφγανιστάν, για την ανεξαρτησία του Αφγανιστάν, αντικειμενικά είναι επαναστατικός αγώνας, παρ΄ όλες τις μοναρχικές αντιλήψεις του Εμίρη και των οπαδών του, γιατί εξασθενίζει, αποσυνθέτει, υποσκάπτει τον ιμπεριαλισμό, ενώ ο αγώνας που έκαναν στη διάρκεια του ιμπεριαλιστικού πολέμου τέτοιοι “τρομεροί” δημοκράτες και “σοσιαλιστές“ “επαναστάτες“ και ρεπουμπλικάνοι, όπως π.χ. ο Κερένσκι και ο Τσερετέλι, ο Ρενοντέλ και ο Σάιντεμαν, ο Τσέρνοφ και ο Νταν, ο Χέντερσον και ο Κλάινς, ήταν αγώνας αντιδραστικός, γιατί είχε σαν συνέπεια το φτιασίδωμα, το δυνάμωμα, τη νίκη του ιμπεριαλισμού». [Για τις βάσεις του Λενινισμού, Ι. Στάλιν, «Ζητήματα Λενινισμού», σελ. 62].
Αυτά είναι ψιλά γράμματα για τους Αλκίνοους. Αυτοί υψώνουν το δάχτυλο και καταδικάζουν «το φανατισμό και τη θρησκοληψία». Είναι η ντροπιασμένη, δήθεν προοδευτική και αριστερή διανόηση της Δύσης. Που βάζει μπροστά την καταδίκη της θρησκοληψίας και τη φοράει σαν μάσκα, κρύβοντας τον πραγματικό της σκοπό που είναι να καταδικάσει τον ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα. Οι Αλκίνοοι θέλουν να κάνουν όλο τον κόσμο στη Δύση σαν τα μούτρα τους, ενώ θα έπρεπε να σκύβουν το κεφάλι ντροπιασμένοι.
Δε θα σας κατηγορήσουμε που εσείς δεν μπορέσατε να κάνετε ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα στην Κύπρο, μετά την εισβολή και κατοχή του 1974, αλλά τουλάχιστον μην κατηγορείτε τους Παλαιστίνιους που εδώ και σχεδόν οχτώ δεκαετίες δίνουν έναν ασίγαστο επαναστατικό απελευθερωτικό αγώνα. Σεβαστείτε το αίμα που χύνει αυτός ο λαός. Σεβαστείτε σπουδαίους διανοούμενους που έπεσαν σ’ αυτόν τον αγώνα, όπως ο Μπάσελ Αλ-Αράζ (1984-2017) από τη Νάμπλους της Δυτικής Οχθης, ο Ριφάτ Αλαρίρ (1979-2023) από τη Σουζάια στην πόλη της Γάζας και τόσοι άλλοι. Α, ναι, αυτοί οι ήρωες διανοούμενοι δεν έκαναν τον πρόστυχο διαχωρισμό ισλαμιστών και κοσμικών αντιστασιακών.
Στους εκπροσώπους της διανόησης μιας ντοπιασμένης, ξεφτιλισμένης, αντεπαναστατικής Αριστεράς ταιριάζουν τα λόγια ενός άλλου παλαιστίνιου διανοούμενου:
«Θεωρώ ότι η άποψή μου για to Iσλάμ εκλαμβάνεται μάλλον ως αμφιλεγόμενη. Δε θέλω να εξαιρέσω τους ισλαμιστές, αλλά πιστεύω ότι σήμερα είναι οι σωτήρες της Παλαιστινιακής Υπόθεσης. Χωρίς την ενσωμάτωση του πολιτικού και αντιστασιακού Ισλάμ στην αραβική εθνική σκέψη, βαδίζουμε προς μια άθλια αποτυχία. Πιστεύω ακόμα ότι οι ισλαμιστές, που συνηθίζουμε να τους αποκαλούμε αντιδραστικούς, έχουν εφαρμόσει τη διαλεκτική σκέψη καλύτερα από πολλούς αυτοαποκαλούμενους μαρξιστές».
Ονομαζόταν Νιζάρ Μπανάτ. Δεν ήταν ισλαμιστής αλλά κοσμικός. Αγωνιστής της Παλαιστινιακής Υπόθεσης από την υπό συνεχή πολιορκία Χεβρώνα. Σφοδρός επικριτής της Παλαιστινιακής Αρχής για συνεργασία με το Ισραήλ, διαφθορά και καταπίεση των Παλαιστίνιων. Ετοιμαζόταν να κατέβει επικεφαλής ξεχωριστής λίστας («Ελευθερία και Αξιοπρέπεια») στις βουλευτικές εκλογές του 2021, τις οποίες ματαίωσε ο Μαχμούντ Αμπάς. Λίγο μετά από τη ματαίωση των εκλογών, τον δολοφόνησαν οι μπάτσοι του Αμπάς! Περίπου 25 απ’ αυτούς εισέβαλαν στο σπίτι του, τον ξυλοκόπησαν άγρια, του έριξαν σπρέι πιπεριού στο πρόσωπο ενώ ήδη δυσκολευόταν να ανασάνει, τον γύμνωσαν και τον έσυραν στο Τμήμα, όπου προφανώς συνέχισαν να τον βασανίζουν μέχρι που πέθανε στα χέρια τους. Ηταν μόνο 44 ετών!
Αυτός ο έντιμος Παλαιστίνιος πρόλαβε ν’ αφήσει την πολιτική του παρακαταθήκη, που αποτελεί κόλαφο για τους Αλκίνοους με το υψωμένο δάχτυλο.