Η τελευταία ταινία της ελληνο-αυστραλέζας σκηνοθέτιδας είναι διασκευή ενός θεατρικού έργου που το Melbourne Workers` Τheatre, εορτάζοντας την 10η επέτειο από την ίδρυση του, είχε κάνει παραγγελία σε μια ομάδα συγγραφέων, με θέμα τις πολιτικοκοινωνικές ανησυχίες της εποχής. Φυσικά, δεν γνωρίζουμε τη δομή του αρχικού έργου και είναι προφανές ότι αυτό δέχτηκε αρκετές μετατροπές. Ομως η Κόκκινος, παιδί η ίδια μεταναστών και με έντονα εργατικά βιώματα, απέδειξε όπως και στην προηγούμενη ταινία της, το «Head on», που είδαμε στην Ελλάδα πριν 10 χρόνια, ότι έχει επαφή με το συγκεκριμένο αντικείμενο, γνωρίζει τον τρόπο ζωής των χαμηλών οικονομικά κοινωνικών στρωμάτων στις παρυφές των καπιταλιστικών μεγαλουπόλεων και εντάσσεται στο σύγχρονο εκείνο ρεαλιστικό κινηματογραφικό ρεύμα που ανατέμνει στις μέρες μας την κατάσταση της εργατικής τάξης με χαρακτηριστικότερους εκπροσώπους τους Βρετανούς Κεν Λόουτς, Μάικ Λι κ.ά.
Ηρωές της είναι επτά παιδιά και η περιπλάνησή τους μακριά από τα σπίτια τους για μια ολόκληρη ημέρα και νύχτα. Δυο απ` αυτά θα συλληφθούν για κλοπή, ένα τρίτο θα εμπλακεί στο γύρισμα μιας πορνοταινίας, άλλα δυο θα βρούν άδικο θάνατο κ.λπ. Στο δεύτερο μέρος βλέπουμε την ίδια ιστορία από την πλευρά των μητέρων. Η φτώχεια, το χάος, η μοναξιά και η σαπίλα μιας κοινωνίας αφιλόξενης και εχθρικής, περιγράφεται με επάρκεια Και ενώ είναι φανερό ότι η Κόκκινος έχει το background να πει περισσότερα για το πώς και το γιατί η διάλυση και η απελπισία κατατρώγουν τα σωθικά των φτωχών τάξεων, για το πώς ο επιθανάτιος ρόγχος ενός ολόκληρου κοινωνικού συστήματος μετατρέπεται σε κραυγή τρόμου των θυμάτων του, οπτικοποιεί το θέμα της περισσότερο απ’ όσο χρειάζεται και κινδυνεύει να παγιδευτεί σε μια εξατομικευμένη περιγραφή καταστάσεων που ωστόσο είναι τελεσίδικα δηλωτικές μιας γενικευμένης συστημικής παθογένειας.
Φυσικά, δεν χρειάζεται να πούμε ότι ακόμα κι έτσι, τέτοιες ταινίες είναι καλοδεχούμενες. Τουλάχιστον, ξεσκίζουν με τον τρόπο τους τη βιτρίνα μιας πεθαμένης κοινωνίας που προσποιείται πως ακόμα ζει.
Ελένη Σταματίου