Μέχρι τώρα, η φιλολογία περί αλλαγής του εκλογικού νόμου, ώστε να αυξηθεί το μπόνους στο πρώτο κόμμα στις 50 έδρες, τροφοδοτούνταν από νεοδημοκράτες εκτός Μαξίμου (αν και τη Ντόρα δεν την λες και ακριβώς εκτός Μαξίμου). Οταν, όμως, η φιλολογία ξαναρχίζει από ένα στέλεχος εντός Μαξίμου, τα πράγματα αλλάζουν.
Ο Γεραπετρίτης ντύθηκε Πυθία και δήλωσε: «Θέλω να παραμείνω θεσμικός, αυτός είναι ο εκλογικός νόμος, όμως δεν μπορεί να ξεφεύγει της προσοχής μας ότι αυτήν τη στιγμή διαμορφώνεται ένα κλίμα, το οποίο υποβαθμίζει την πιθανότητα των συνεργασιών». Τόνισε πως το κλίμα αυτό δεν διαμορφώθηκε με ευθύνη της κυβέρνησης (δηλαδή το βυσμάτωμα του Ανδρουλάκη ποιος το έκανε, ο ίδιος ο Ανδρουλάκης ή μήπως ο Τσίπρας;), αλλά (όλο το ζουμί βρίσκεται στο αλλά) «όταν κόμματα αποκλείουν ενδεχόμενο συνεργασίας, η χώρα δεν μπορεί να μείνει ακυβέρνητη». Μιλάμε, δηλαδή, για την απόλυτη εργαλειοποίηση του εκλογικού νόμου!
Κατέληξε ο μυστικοσύμβουλος του Μητσοτάκη: «Αυτή τη στιγμή πορευόμαστε με όσα έχει πει ο Πρωθυπουργός: πρώτον, η χώρα δεν αντέχει πρόωρες εκλογές και δεύτερον, πορευόμαστε με τον παρόντα εκλογικό νόμο».
Αν δεν ήθελε να ξαναζεστάνει τη φιλολογία περί νέας αλλαγής του εκλογικού νόμου, θα έκλεινε το θέμα κατηγορηματικά και χωρίς «προβληματισμούς» περί ακυβερνησίας. Θα έλεγε ότι η ΝΔ θα πάει σε δυο γύρους εκλογών και στο δεύτερο γύρο θα πάρει την αυτοδυναμία. Αυτή δεν ήταν η γραμμή του Μαξίμου, διατυπωμένη από τον ίδιο τον Μητσοτάκη, μέχρι πριν από λίγους μήνες; Μετά άλλαξε –από τον ίδιο τον Μητσοτάκη πάλι- και έγινε γραμμή κυβερνητικής συνεργασίας του τρίτου με το πρώτο κόμμα, με πρωθυπουργό τον αρχηγό του τελευταίου.
Είναι προφανές ότι ο Γεραπετρίτης πήρε εντολή να ρίξει άδεια για να πιάσει γεμάτα. Να μετρήσει αντιδράσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι στην ίδια γραμμή κινήθηκε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, που περίμενε σχετική ερώτηση και ήταν πανέτοιμος. Ανοιξε ο ίδιος έμμεσα τη συζήτηση, αναφέροντας στην εισαγωγική του ομιλία στο μπρίφινγκ: «Είναι βέβαιο ότι το τελευταίο καιρό η Ευρώπη γνωρίζει ευρύτερους πολιτικούς κλυδωνισμούς, που σε ορισμένες χώρες, ήδη, επέφεραν ακυβερνησία ή δομική αστάθεια. Η Ελλάδα παραμένει εξαίρεση: Είναι μια χώρα με σταθερότητα, ασφάλεια, ισχυρή και αποτελεσματική Κυβέρνηση. Και η σημασία της σταθερής και ισχυρής διακυβέρνησης θα φανεί περισσότερο τους αμέσως επόμενους μήνες, όταν η Ελλάδα θα κληθεί να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις προσδοκίες των πολιτών για ουσιαστική στήριξη και την αντιμετώπιση της εισαγόμενης ενεργειακής κρίσης».
Η πρώτη κιόλας ερώτηση αφορούσε το ζήτημα της αλλαγής του εκλογικού νόμου και ο Οικονόμου άφησε ορθάνοιχτο το παράθυρο, χωρίς να επιχειρήσει καμιά διόρθωση (απ’ αυτές που τις λένε «διευκρινίσεις») στα όσα είχε πει ο Γεραπετρίτης. Παραθέτουμε την ερώτηση και την απάντηση:
«Γ. ΚΑΝΤΕΛΗΣ: Αναφέρεστε διαρκώς στο ζήτημα της ανάγκης σταθερότητας στη χώρα, σταθερές κυβερνήσεις να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα. Το ίδιο έκανε και ο κ. Γεραπετρίτης σήμερα σε παρέμβασή του. Αναφέρθηκε στην ανάγκη να υπάρχει σταθερότητα στη χώρα και ανέφερε και τις δυσκολίες του να υπάρχει συνεργασία με άλλα κόμματα, μετά τις τελευταίες εξελίξεις. Αρα, προς αυτή την κατεύθυνση, η Κυβέρνηση σκέφτεται-εξετάζει την αλλαγή του εκλογικού νόμου, ώστε να επιτευχθεί πιο εύκολα μια αυτοδυναμία;
Γ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ: Δεν έχω να πω πολλά περισσότερα στο θέμα αυτό. Εχουμε τοποθετηθεί. Τα δεδομένα είναι γνωστά. Από εκεί και πέρα, η πάγια θέση της Παράταξής μας είναι ότι ο εκλογικός νόμος πρέπει να αποτυπώνει, προφανώς, τους εκλογικούς συσχετισμούς και να οδηγεί σε ισχυρές και σταθερές κυβερνήσεις. Οι Kυβερνήσεις να μπορούν να παίρνουν γρήγορα αποτελεσματικές, ουσιαστικές, θαρραλέες αποφάσεις και, αντίστροφα, ο εκλογικός νόμος να είναι τέτοιος, έτσι ώστε να αποτρέπει και την ακυβερνησία και το σχηματισμό αδύναμων κυβερνήσεων, που δεν θα μπορούν να ανταπεξέλθουν στις πολύ αυξημένες ανάγκες ουσιαστικών αποφάσεων, που επιβάλλει το διεθνές περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε».
Ακολούθησε το εύλογο συμπέρασμα ότι αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο αλλαγής του εκλογικού νόμου, με τον Οικονόμου να μην διαψεύδει:
«Ν. ΑΝΑΝΙΑΔΗΣ: Συνεπώς, σε συνέχεια της ερωτήσεως του συναδέλφου, αφήνετε ανοιχτό το ενδεχόμενο να αλλάξει ο Νόμος, ούτως ώστε να υπάρχει ισχυρή διακυβέρνηση, έστω μετά τις δεύτερες εκλογές.
Γ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ: Συνεπώς δεν έχω να προσθέσω τίποτε παραπάνω»!
Θα προχωρήσει ο Μητσοτάκης σε αλλαγή του εκλογικού νόμου ενισχύοντας το μπόνους για το πρώτο κόμμα; Δύσκολο να δώσεις απάντηση όταν πρόκειται για έναν στενό κύκλο ανθρώπων, κλεισμένων στο μέγαρο Μαξίμου και διακατεχόμενων από πανικό. Λογικά, πάντως, όχι. Γιατί θα πρέπει να έχει σίγουρη την πρωτιά για να το κάνει και δεν την έχει καθόλου σίγουρη, οπότε θα βάλει τα χεράκια του να βγάλει τα ματάκια του, ενισχύοντας τον ΣΥΡΙΖΑ (αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρει να φτιάξει κυβέρνηση από την πρώτη Κυριακή). Ασε που θα γίνει ρόμπα ξεκούμπωτη.
Προς τι τότε η αναζωπύρωση ενός θέματος που υποτίθεται ότι το είχε κλείσει ο ίδιος ο Μητσοτάκης; Πρόκειται για δείγμα πανικού και ανασφάλειας. Κάνουν ό,τι μπορούν για ν’ αλλάξουν την ατζέντα. Και προσπαθούν να ρίξουν δίχτυα κατά Βελόπουλο μεριά, γιατί το ΠΑΣΟΚ το έχουν χάσει.
Εκείνο που πρέπει να σημειωθεί είναι πως όλ’ αυτά λειτουργούν εξόχως αποπροσανατολιστικά, διότι καναλιζάρουν τη δημόσια συζήτηση στο βοθροκάναλο του κοινοβουλευτικού κρετινισμού. Λες και η τύχη του λαού εξαρτάται από το κόμμα που θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές και όχι από τους αγώνες που θ’ αναπτύξει για να διεκδικήσει αυτά που του στερούν, ορθώνοντας αντίσταση στο κύμα της νέας φτωχοποίησης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Να μην περιμένουμε τα ψίχουλα – Να αντισταθούμε στο νέο κύμα φτωχοποίησης