Καλά, ο ακροδεξιός τηλεμαϊντανός τόσα ξέρει τόσα λέει. Αλλωστε, απευθύνεται και σ’ ένα κοινό εντελώς «γκαγκά». Οπως τους πουλούσε θαυματουργά νονογιλέκα, έτσι τους πουλάει «αληθινό και ανθρώπινο» Κούλη που «έβαλε τα πράγματα στη θέση τους». Ο Γεραπετρίτης, όμως; Ο σοβαρός, ο καθηγητής της Νομικής, ο άριστος των αρίστων;
Του ανέθεσε ο Κούλης ν’ απαντήσει στον Βενιζέλο. Παρατήρηση πρώτη: η δήλωση Βενιζέλου τους έτσουξε, παρά τον ισορροπητικό της χαρακτήρα, γι’ αυτό έτρεξαν ν’ απαντήσουν. Παρατήρηση δεύτερη: ο Βενιζέλος προκάλεσε ευθέως τον Μητσοτάκη να κάνει διορθωτική δήλωση στα όσα είπε στο διάγγελμά του περί νόμιμης παρακολούθησης του Ανδρουλάκη, ο Μητσοτάκης γιατί έβαλε τον Γεραπετρίτη ν’ απαντήσει και δεν απάντησε ο ίδιος;
Ο Γεραπετρίτης έπιασε και έγραψε ένα εκτενέστατο άρθρο στο protagon.gr. Χρειάστηκε 886 λέξεις για να πει το εξής απλό: Ο Βενιζέλος διέπραξε «λογικά και ερμηνευτικά σφάλματα», υποστηρίζοντας ότι είναι αντισυνταγματική η παρακολούθηση βουλευτών και ευρωβουλευτών, διότι αυτό «θα ήταν εκτός του γράμματος του Συντάγματος και θα συνιστούσε παρέκκλιση από την αρχή της ίσης μεταχείρισης χωρίς συνταγματικό έρεισμα, παρέχοντας μια αδικαιολόγητη προνομία έναντι των υπολοίπων πολιτών»! Γι’ αυτό και «ο εκτελεστικός νόμος 2225/1994 προβλέπει ειδικά στο άρθρο 3 τις εγγυήσεις για την άρση του απόρρητου των επικοινωνιών χωρίς να διαλαμβάνει καμία απολύτως εξαίρεση για οποιαδήποτε κατηγορία πολιτών» (η έμφαση δική μας)!
Που πας, ρε έρμε Γεραπετρίτη;
Ο Βενιζέλος, που κάτι τέτοια είναι βούτυρο στο ψωμί του, απάντησε στον Γεραπετρίτη με 1.682 λέξεις. Η ουσία της απάντησής του συνίσταται στον εξής απλό συλλογισμό: «Προφανώς ο νόμος δεν επαναλαμβάνει τις συνταγματικά προβλεπόμενες εξαιρέσεις. Δεν εξαιρεί, ας το επαναλάβω, ούτε την ΠτΔ, ούτε τον Πρωθυπουργό και τα μέλη της Κυβέρνησης, ούτε τον Εισαγγελέα του ΑΠ. Κατά τη λογική του κ. Γεραπετρίτη ο κ. Κοντολέων με την έγκριση της εισαγγελέως κυρίας Βλάχου θα μπορούσε να παρακολουθεί “νομίμως” όλο το πολιτικό, δικαστικό και επικοινωνιακό σύστημα της χώρας!».
Ο Βενιζέλος συνέχισε το συλλογισμό του: «Στο επιχείρημα λοιπόν αυτό του Γ. Γεραπετρίτη (που κάλυψε δυστυχώς εκ μέρους της κυβέρνησης τον αποπεμφθέντα διοικητή της ΕΥΠ ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας) έχει απαντήσει εκ προοιμίου ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης στη χθεσινή δήλωση του στην οποία είπε, δημόσια και επίσημα, ότι αν είχε ερωτηθεί θα ήταν αντίθετος προς την παρακολούθηση των τηλεφωνικών επικοινωνιών ενός ευρωβουλευτή / υποψηφίου αρχηγού του κόμματός του. Γιατί άραγε, θα ήταν αντίθετος ο Πρωθυπουργός; Και για να εκφραστώ νομικά: Θα ήταν νόμιμη η εντολή του Πρωθυπουργού να μη διενεργηθεί παρακολούθηση παρότι η ΕΥΠ προτείνει κάτι τέτοιο για λόγους εθνικής ασφαλείας;
Η δική μου απάντηση είναι ότι η αντίθεση του Πρωθυπουργού θα ήταν νόμιμη λόγω του ειδικού καθεστώτος του βουλευτή, αλλά αυτό η κυβέρνηση δεν θέλει να το αντιληφθεί. Γιατί πρέπει στη συνέχεια να παραδεχθεί ότι αν ήταν νόμιμη η εντολή του Πρωθυπουργού να μη διενεργηθεί παρακολούθηση, είναι παράνομη η απόφαση του διοικητή της ΕΥΠ να τη διενεργήσει και η έγκρισή της με εισαγγελική διάταξη».
Ο Βενιζέλος είχε απάντηση και στον υπαινιγμό του Γεραπετρίτη για τους χρυσαυγίτες βουλευτές, την παρακολούθηση των οποίων θα είχε δήθεν αποτρέψει η νομική ερμηνεία του Βενιζέλου: «Προβάλλεται καλόπιστα το ερώτημα: Και τι γίνεται με την ανάγκη παρακολούθησης ενός βουλευτή της “Χρυσής Αυγής” που κρίθηκε δικαστικά ότι ως κόμμα στέγαζε εγκληματική οργάνωση ή ενός βουλευτή που μετέχει σε τρομοκρατική οργάνωση. Στις περιπτώσεις αυτές το ζητούμενο είναι η άρση του τηλεπικοινωνιακού απορρήτου για τη διακρίβωση ιδιαιτέρως σοβαρού εγκλήματος που γίνεται με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών και όχι για επίκληση λόγων εθνικής ασφάλειας, άνευ εγκλήματος, δηλαδή για λόγους αντικατασκοπείας που οδηγεί σε άρση απορρήτου με απλή εισαγγελική διάταξη. Ο βουλευτής υπέχει ποινική ευθύνη και υπόκειται στην ποινική προδικασία, όπως προβλέπει το Σύνταγμα που μάλιστα αναθεωρήθηκε σχετικά το 2019 για να περιορίσει τη βουλευτική ασυλία».
Στο τέλος, ο Βενιζέλος «αποτελειώνει» τον Μητσοτάκη με ισοπεδωτικό τρόπο, θυμίζοντάς του ότι θα έχει την τύχη του Καραμανλή τζούνιορ: «Το συμπέρασμά μου είναι ότι η κυβερνητική γραμμή σύμφωνα με την οποία η παρακολούθηση των τηλεφωνικών επικοινωνιών του κ. Ανδρουλάκη ήταν “τυπικά επαρκής” και άρα “νόμιμη” αλλά “πολιτικά εσφαλμένη και μη αποδεκτή”, είναι μίζερη, αδιέξοδη και μάταιη. Υπήρξε μείζον ατόπημα. Βαριά προσβολή του Συντάγματος και αυτή οφείλεται στον συγκεντρωτικό τρόπο οργάνωσης και άσκησης της πρωθυπουργικής εξουσίας. Η εικόνα ενός πρωθυπουργού που ανακαλύπτει εκ των υστέρων κρίσιμες κινήσεις του διοικητή της ΕΥΠ με τις οποίες διαφωνεί ριζικά, δεν είναι καλή και ασφαλής για τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου. Αυτή η κατάσταση απαιτεί ειλικρινή, θαρραλέα και ριζική αντιμετώπιση. Πραγματική ανάληψη ευθύνης χωρίς υπεκφυγές και αδιέξοδες διακρίσεις μεταξύ “τυπικά επαρκών” και “πολιτικά μη αποδεκτών” ενεργειών. Αυτό επαναφέρει την άτυχη διάκριση μεταξύ “νόμιμου” και “ηθικού” που δεν πήγε καθόλου καλά» (η έμφαση παντού δική μας).
Μπορεί ο Μητσοτάκης να διόρισε τον Βενιζέλο σε «επιτροπή σοφών» του Συμβουλίου της Ευρώπης, όμως ο τελευταίος δεν έχει κανένα δισταγμό να τον «σκίσει». Προφανώς τον θεωρεί ήδη «τελειωμένο» και θέλει να κόψει κάθε δεσμό μαζί του. Του δίνει ποινική ασυλία (όλα τα έκαναν ο Κοντολέων και η Βλάχου, ο πρωθυπουργός δεν ήξερε!), όχι όμως και πολιτική ασυλία. Οι φιλοδοξίες του Βενιζέλου (τι θέλει ο άνθρωπος; την προεδρία της Δημοκρατίας θέλει) δεν μπορούν να ικανοποιηθούν από τον Μητσοτάκη, αλλά από ένα αντι-μητσοτακικό μέτωπο, που θα παραμερίσει τη Σακελλαροπούλου, όπως ο Μητσοτάκης παραμέρισε τον Παυλόπουλο. Απλά πράγματα.
Αυτή τη στιγμή ο Βενιζέλος προσφέρει υπηρεσίες στον ΣΥΡΙΖΑ, στοχοποιώντας τον Μητσοτάκη και χτυπώντας τον ανελέητα με νομική επιχειρηματολογία. Προσφέρει υπηρεσίες και στον Ανδρουλάκη που από το πουθενά βρήκε την κότα που κάνει χρυσά αυγά. Προσφέρει, όμως, τεράστιες υπηρεσίες και στο σύστημα, νομικοποιώντας τη συζήτηση και καναλιζάροντάς την σε συγκεκριμένο πλαίσιο: η ΕΥΠ/ΚΥΠ μπορεί να παρακολουθεί τους πάντες, όχι όμως τους βουλευτές και ευρωβουλευτές.
Ο Γεραπετρίτης εμφανίζεται σαν νομικός νάνος μπροστά στον Βενιζέλο, καθώς είναι υποχρεωμένος να υπερασπιστεί τη γραμμή Μητσοτάκη (στην εκπόνηση της οποίας πρέπει να είχε συμμετοχή – αν δεν ήταν ο εμπνευστής της). Για τη Σακελλαροπούλου, μετά την αμήχανη, κακομοίρικη και τρισάθλια δήλωσή της, η σύγκριση με τον Βενιζέλο είναι ακόμα χειρότερη: σαν κουνούπι μπροστά σε ελέφαντα. Κι αυτό ο Βενιζέλος -γνωστός για την αλαζονεία και τη χαιρεκακία του- σίγουρα το απολαμβάνει. Παίρνει την εκδίκησή του από τον Μητσοτάκη, που αντ’ αυτού επέλεξε τη Σακελλαροπούλου, και ταυτόχρονα θέτει υποψηφιότητα για την επόμενη προεδρική εκλογή, προβάλλοντας ως ογκόλιθος της νομικής επιστήμης και της πολιτικής σοφίας, ως ο εθνικού διαματρήματος βετεράνος πολιτικός που μπορεί να λειτουργήσει σαν πραγματικός «ρυθμιστής του πολιτεύματος».
Επί της ουσίας
Οι συριζαίοι και οι πασοκιναλίτες έχουν κάθε λόγο να χαίρονται με τη δυναμική παρέμβαση του Βενιζέλου, διότι εξυπηρετεί την αντιπολιτευτική τους τακτική. Εμείς, όμως, οφείλουμε να βλέπουμε την πραγματικότητα σε βάθος και να μην εγκλωβιστούμε στους αστικούς νομικισμούς. Θα επαναλάβουμε, λοιπόν, αυτά που επισήμανε το τελευταίο editorial της εφημερίδας μας:
Το πρώτο που πρέπει να σημειώσουμε, λοιπόν, είναι πως μπορεί να έχουμε ένα σκάνδαλο Μητσοτάκη, όμως πολύ προτού γίνει πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης έχει ξεκινήσει το διαρκές σκάνδαλο της ΚΥΠ, που συνεχίστηκε και όταν οι πασόκοι τη μετονόμασαν σε ΕΥΠ και θα συνεχίζεται εσαεί. Ο «εσωτερικός εχθρός» είναι ο στόχος των μυστικών υπηρεσιών όλων των αστικών κρατών. Ολα τα υπόλοιπα είναι… παράπλευρα οφέλη, που ενίοτε μετατρέπονται σε πολιτική ζημιά.
Το δεύτερο που πρέπει να σημειώσουμε είναι πως το σκάνδαλο των υποκλοπών δεν είναι το μόνο ούτε το μέγιστο. Είναι μόνο το κερασάκι στην τούρτα μιας βάρβαρης πολιτικής. Το «πρόβλημα δημοκρατίας», για το οποίο φλυαρούν οι συριζοπασόκοι δεν συνίσταται μόνο στις βρόμικες παρακολουθήσεις της ΕΥΠ/ΚΥΠ. Πρόβλημα δημοκρατίας υπάρχει όταν βασανίζουν τον Γιάννη Μιχαηλίδη (και τον Δημήτρη Κουφοντίνα πέρυσι), πρόβλημα δημοκρατίας υπάρχει όταν τσακίζουν διαδηλώσεις κάνοντας επίδειξη μπατσοκρατίας, πρόβλημα δημοκρατίας υπάρχει όταν στήνουν πανεπιστημιακή αστυνομία και βάζουν τουρνικέ σε πανεπιστημιακά κτίρια κτλ. κτλ.
Πέρα από την κατασταλτική μανία, όμως, υπάρχει η αντικοινωνική μανία. Αφήνουν την πανδημία να θεριεύει και δεκάδες ανθρώπους να πεθαίνουν καθημερινά, για να μη διαταράξουν την καλοκαιρινή νιρβάνα που απαιτεί ο τουρισμός. Βυθίζουν την εργαζόμενη κοινωνία σε ένα νέο κύκλο φτωχοποίησης, απαγορεύοντας αυξήσεις μισθών και συντάξεων και μείωση των έμμεσων φόρων.
Ολα αυτά πάνε πακέτο. Κι απ’ αυτό το πακέτο δεν πρόκειται να απαλλαγούμε μέσω των εκλογών. Οπως δεν απαλλαγήκαμε και τις προηγούμενες φορές. Οι εκλογές θα σημάνουν απλά αλλαγή σκυτάλης μεταξύ σκυταλοδρόμων που υπερασπίζονται την ίδια πολιτική. Αν θέλουμε ν’ αλλάξει η πολιτική, θα πρέπει να το διεκδικήσουμε μαχητικά και να το επιβάλουμε.