Παίρνοντας το λόγο αμέσως μετά την κατάθεση της πρότασης δυσπιστίας από τον Τσίπρα, ο Γεραπετρίτης πέταξε το περιβόητο «ένοχος ένοχον ου ποιεί». ‘Η αλλιώς «δεν δικαιούστε για να ομιλείτε, γιατί κι εσείς τα ίδια κάνατε»! Ηταν ασφαλώς μια πολιτική γκάφα ολκής, γιατί ανεξάρτητα από το τι έκανε ή δεν έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι αυτή τη στιγμή η κατηγορούμενη για το σκάνδαλο των υποκλοπών και αυτή οφείλει να λογοδοτήσει. Δεν μπορούν να συμψηφιστούν οι ευθύνες της με αυτές του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Γεραπετρίτης έχει και άλλες φορές αποδείξει ότι –παρά τον πανεπιστημιακό του τίτλο- δεν γνωρίζει και πολλά νομικά (κατάντησε η χαρά του Βενιζέλου και του Πάκη), ενώ δε στροφάρει κιόλας (ποιος ξεχνά την ατάκα του ότι όσο περισσότερες ΜΕΘ έχουμε τόσο περισσότερους νεκρούς θα μετρήσουμε;). Αλλά δεν φανταζόμασταν ποτέ ότι δε θα μπορούσε να αρθεί ούτε στο επίπεδο επαρχιώτη δικολάβου της δεκαετίας του ’60.
Οπως γνωρίζουν και οι πρωτοετείς της Νομικής, το «ένοχος ένοχον ου ποιεί» (“reus reum non facit”) ισχύει για συγκατηγορούμενους στην ίδια υπόθεση. Μάλιστα, αυτή η αρχή του δικαίου (211 ΚΠΔ: «Μόνη η μαρτυρική κατάθεση ή η απολογία προσώπου συγκατηγορουμένου για την ίδια πράξη δεν είναι αρκετή για την καταδίκη του κατηγορουμένου») εφαρμόζεται αλά καρτ. Ποιος ξεχνάει πώς χρησιμοποιήθηκαν οι ομολογίες-καρφώματα κατηγορούμενων ενάντια σε συγκατηγορούμενους, ελλείψει πραγματικών αποδεικτικών στοιχείων, στη δίκη για την υπόθεση της 17Ν;
Μεταφέροντάς το στη συγκεκριμένη υπόθεση, ο Γεραπετρίτης παρέβλεψε το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι κατηγορούμενος, παρέβλεψε το γεγονός ότι υπάρχουν και τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, που προσάπτουν τα ίδια στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, και κυρίως παρέβλεψε το γεγονός πως οι κατηγορίες δεν στηρίζονται πια σε αποχρώσες ενδείξεις, αλλά σε αδιάσειστες αποδείξεις, τις οποίες βρήκε το αρμόδιο διοικητικό-ελεγκτικό όργανο, η ΑΔΑΕ.
Το επιτελείο του Μαξίμου συνειδητοποίησε ότι δεν μπορεί να πάει σ’ αυτή τη συζήτηση με γκεσέμι τον Γεραπετρίτη, γιατί θα τα κάνει μούχτι. Ετσι, η συζήτηση επί της πρότασης δυσπιστίας ξεκίνησε με γκεσέμι τον ακροδεξιό Μπουμπούκο και με την εντολή να εφαρμόσει την τακτική «και α και ου και δαπ-νου-δου-φου-κου».
Με το πού τέλειωσαν οι δύο πρώτοι συριζαίοι, ως οιονεί εισηγητές (Τζανακόπουλος και Φίλης), πήρε το λόγο ο ακροδεξιός τηλεπλασιέ-τηλεμαϊντανός-υπουργός και άρχισε τα μπινελίκια με τσιρίδες: «Ολη η στάση του κ. Τσίπρα το τελευταίο εξάμηνο και η ομιλία του, που παρακολουθήσαμε το μεσημέρι εδώ, δεν είναι παρά άλλο ένα θέατρο ενός εκ των μεγαλύτερων υποκριτών της ελληνικής πολιτικής σκηνής καθόσον τίποτα απ’ όσα λέει δεν πιστεύει ούτε προφανώς τον ενοχλούν οι υποκλοπές, ούτε τις θεωρεί κίνδυνο δημοκρατίας, ούτε οτιδήποτε άλλο. (…) είναι πραγματική ντροπή σας, κύριε Φίλη. Θα έπρεπε να ντρέπεστε! (…) όχι μόνο δεν πιστεύετε στη δικαιοσύνη, αλλά παραμένετε το ίδια άθλια υποκείμενα, οι σκευωροί που πλήξατε τη δημοκρατία και έχετε τα μούτρα και μιλάτε στην Αίθουσα αυτή εσείς για δημοκρατία, οι ψεύτες, οι συκοφάντες, οι λασπολόγοι! (…) αυτό το κόμμα των λασπολόγων, που ούτε τώρα, που συνέλαβαν τον Δεστεμπασίδη, δεν έρχεται να ζητήσει συγνώμη έχει τα μούτρα να μιλάει σε μας για τη δημοκρατία! (…) Τόσο σας ένοιαζε και τον Τσίπρα η παρακολούθηση τηλεφώνου από τη ΕΥΠ ή η γενικότερη παρακολούθηση τηλεφώνων ως ζήτημα δημοκρατίας, που φροντίσατε να παραγραφούν όλες οι παρακολουθήσεις τηλεφώνων που έγιναν επί θητείας σας. (…) είναι αδύνατο να πείσει ο κ. Τσίπρας τον οποιονδήποτε Έλληνα, πρώτον, ότι τον ενδιαφέρει η δικαιοσύνη και ο Βενιζέλος μάλιστα, καθόσον ακόμα και σήμερα μια συγγνώμη για τη σκευωρία Novartis δεν μπορούν να πουν και δεύτερον, ότι δήθεν τον ενοχλούσαν οι υποκλοπές, τις οποίες επί θητείας τους τις κάνανε πολύ ευκολότερες και όχι δυσκολότερες (…) Και ήλθε ο κ. Πολάκης μια φορά να μιλήσει στον Καλογρίτσα και του είπε ο Καλογρίτσας: «Βούλωσ’το, Πολάκη. Εσύ είσαι Βουλευτής με τα λεφτά μου». Ξέρετε τι έκανε αυτός ο ψηλός, αυτός ο λεβέντης που κατηγορεί τους πάντες; Εβγαλε τον σκασμό και το βούλωσε στα «μαύρα» λεφτά του Καλογρίτσα! (…) Αυτοί είστε, λοιπόν, και μην τολμάτε ποτέ εσείς, άθλιοι συκοφάντες, λασπολόγοι, να κουνάτε το δάχτυλο στη Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη!»
Οι συριζαίοι δεν τσίμπησαν. Απάντησαν σε διάφορα επιμέρους οι Φίλης και Σπίρτζης, ενώ ο Τσακαλώτος (κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος) εντόπισε την ουσία: «Είπε για τον Παππά, είπε για τον Κοντονή, είπε για τον Σαράφη, είπε για ό,τι θέλεις, αλλά δεν είπε κουβέντα: υπήρχε παρακολούθηση του κ. Χατζηδάκη ή δεν υπήρχε; Ελεγε ψέματα ο κύριος Πρωθυπουργός όταν έλεγε «μα είναι δυνατόν να παρακολουθείται ο κ. Χατζηδάκης;». Μας κάνατε επίθεση για τον κ. Φλώρο όταν προσπαθούσαμε να καταλάβουμε από τον κύριο Πρωθυπουργό αν παρακολουθούνταν ο κ. Φλώρος και δεν έλεγε τίποτα; Ντροπή σας να έρχεστε εδώ ως αντιπρόσωπος μιας Κυβέρνησης και ως αντιπρόσωπος του αστικού κόσμου που υποτίθεται ότι σέβεστε τη δημοκρατία, σέβεστε τον φιλελευθερισμό, σέβεστε τους θεσμούς. Υπάρχουν όλες αυτές οι κατηγορίες ότι παρακολουθούνται οι πάντες, ότι ο κ. Μητσοτάκης έλεγε ψέματα, ότι τώρα λέτε ότι είναι δίκτυα, ρυπαρά δίκτυα, ενώ πριν λέγατε ότι ήταν νόμιμα, αλλά πολιτικά λάθος; Και ο πρώτος νεοδημοκράτης δεν έχει να πει ούτε μια κουβέντα; Απλώς τη λάσπη της λίστας Πέτσα που τα λέτε και τα ξαναλέτε; Αλλά τώρα εδώ είσαστε απολογούμενοι. Τώρα θέλει να ξέρει ο ελληνικός λαός αν όντως υπάρχουν παρακολουθήσεις, αν όντως υπάρχει παρακράτος, αν όντως η κυρία Βλάχου υπέγραφε χωρίς να ξέρει τι υπογράφει ή αν ήταν μέλος του παρακράτους. Αυτά θέλει ο ελληνικός λαός και όταν εσείς κατηγορείτε τον κ. Τσίπρα για θέατρο, να κοιτάξετε τον καθρέφτη και να απολογηθείτε εσείς που δέχεστε, αντί για επιχειρήματα, αυτούς τους θεατρινισμούς. Αυτό να κάνετε».
Ο ακροδεξιός τσιρίδας είχε έτοιμη την απάντηση, γιατί περίμενε ότι θα του την πέσουν μ’ αυτόν τον τρόπο: «Εχω πει από την αρχή ότι οι μυστικές υπηρεσίες πρέπει να παραμένουν μυστικές. Για εμένα το μεγάλο θέμα με ό,τι ζούμε είναι πώς διαρρέουν από τις μυστικές υπηρεσίες οι δουλειές τους. Αυτό είναι μεγάλο θεσμικό ζήτημα που πρέπει να μας απασχολήσει. Ως προς το ζήτημα των υποκλοπών, που διαρκώς ρωτάτε, οι μυστικές υπηρεσίες πρέπει να είναι μυστικές. Τελεία. Αν τηρείται ο νόμος, τελεία»!
Μ’ άλλα λόγια, «καλά έκαναν και παρακολουθούσαν όσους παρακολουθούσαν, φτάνει να υπήρχε ο νομικός τύπος» (υπογραφή αρμόδιας εισαγγελέα)! Καλά έκαναν και παρακολουθούσαν τον Χατζηδάκη, τον Φλώρο και τους άλλους καραβανάδες, αφού έκριναν ότι πρέπει να τους παρακολουθήσουν, και λογαριασμό δεν οφείλουν να δώσουν.
Είναι αυτή η γραμμή του Μαξίμου; Είναι μία από τις γραμμές, την οποία παίρνει πάνω του ο ακροδεξιός. Αλλιώς δε θα τον έβαζαν πρώτο ομιλητή.
Δεύτερος υπουργός που μίλησε ήταν ο Γεραπετρίτης! Αυτή τη φορά έκανε γαργάρα το «ένοχος ένοχον ου ποιεί» για να το πει αλλιώς: «Μπορεί να επιβεβαιώσει ο Αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν υπήρξε επί των ημερών του άρση απορρήτου κρατικών λειτουργών;».
Μετά, όμως, άρχισε να διαπράττει τη μια γκάφα πάνω στην άλλη. «Οτι υπάρχουν δικαστές άξιοι και ανάξιοι; Αυτό υπαινίσσεται ο κ. Τσίπρας;» Ναι, του φώναζαν εν χορώ οι συριζαίοι και άρχισαν να αραδιάζουν ονόματα (Πολάκης: «Ο Καψιμάλης είναι ανάξιος! Ο Ντογιάκος είναι ανάξιος!»
«Ο κ. Τσίπρας ανέφερε τα ονόματα έξι πολιτών. Τους είπε σήμερα το μεσημέρι εδώ. Ερωτώ: Είχε άδεια εκ μέρους τους για να διαρρεύσει τα προσωπικά τους δεδομένα, ναι ή όχι;»! Γι’ αυτό μιλάμε για επαρχιώτη δικολάβο της δεκαετίας του ’60. Σιγά που θα ρώταγε ο Τσίπρας τον Χατζηδάκη, τον Φλώρο και τους υπόλοιπους αν του δίνουν την άδεια για να πει τα ονόματά τους, λες και είναι απλοί πολίτες και όχι κρατικοί παράγοντες σε ευαίσθητα πόστα. Κι εν πάση περιπτώσει, ο Γεραπετρίτης τι ακριβώς είναι, δικηγόρος των έξι; Του ανέθεσαν την υπόθεση; Προτίθενται να κάνουν μήνυση στον Τσίπρα ότι παραβίασε τα προσωπικά τους δεδομένα (εδώ δεν τόλμησαν να κάνουν στον Βαξεβάνη);
Μετά το τερμάτισε (το χειρότερο είναι πως νόμιζε ότι έπιασε τον Τσίπρα στα πράσα): «Ο κ. Τσίπρας ανέφερε τα ονόματα έξι πολιτών. Στην επιστολή την οποία εκράδαινε εχτές αναφέρονται τα ονόματα αυτά; Ακρα του τάφου σιωπή θα υπάρξει τώρα! Σας προειδοποιώ!»
«Ναι» φώναζε ο Πολάκης. «Να του κάνετε μήνυση» φώναζε ο Σπίρτζης. Ατάραχος ο Γεραπετρίτης, με τη σιγουριά του «αλλού πατώ κι αλλού βρίσκομαι», επέμεινε: «Εγώ, λοιπόν, θα επαναλάβω το ερώτημα. Αναφέρθηκαν έξι ονόματα. Θέλω μια σαφή απάντηση και ας τη μεταφέρετε στον Πρόεδρό σας εάν αυτά τα έξι ονόματα αναφέρονται στην επιστολή που του έδωσε ο κ. Ράμμος. Εάν όχι, τότε πρέπει να συνομολογήσετε ότι σήμερα υπήρξε παραπλάνηση του Κοινοβουλίου»!
Δεν χαμπάριασε ούτε τα γέλια που ακούστηκαν και συνέχισε: «Από μακρού χρόνου και τουλάχιστον από τις 8 Δεκεμβρίου. σε αυτήν εδώ την Αίθουσα ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ονομαστικά ανέφερε τα ονόματα Υπουργού και Αρχηγού ΓΕΕΘΑ. Ερώτηση: Αντιλαμβανόμαστε ότι χθες έλαβε την επιβεβαίωση στο ερώτημά του. Στις 8\12 του που το ανέφερε, πώς το γνώριζε;»!!!
Προηγουμένως κατηγορούσε τον Τσίπρα ότι παραπλάνησε τη Βουλή, γιατί ο Ράμμος δεν αναφέρει ονόματα (το ότι επιβεβαιώνει πως παρακολουθούνταν τα έξι ονόματα για τα οποία είχε ρωτήσει ο Τσίπρας δεν σημαίνει τίποτα!) και στο καπάκι αναγνώρισε ότι ο Τσίπρας πήρε από τον Ράμμο την επιβεβαίωση για τον Χατζηδάκη και τον Φλώρο! Δηλαδή, διέψευσε μόνος του το δήθεν συντριπτικό ερώτημά του! Και αναρωτήθηκε πώς ήξερε ο Τσίπρας τα ονόματα στις 8 Δεκέμβρη, όταν τα είχε κάνει φέιγ βολάν ο Βαξεβάνης και ο Τσίπρας τα πήρε απ’ αυτόν (λέμε τώρα).
Γι’ αυτό σας λέμε. Παρά την ηλικία του… δεν κάνει το παιδί. Απόδειξη το άθλιο επιχείρημα που βρήκε για να υπερασπιστεί την αθωότητα του Μητσοτάκη: «Υπάρχει ένα στοιχείο που να συνδέει τον Πρωθυπουργό με όσα του καταμαρτυρείτε; Ενα στοιχείο υπάρχει; Υπάρχει κάποιος ο οποίος έχει πει ότι ο κύριος Πρωθυπουργός γνώριζε το θέμα; Οι εικασίες τις οποίες κάνουν και οι υπερβάσεις για να μπορέσουν να φτιάξουν μία κατασκευή κατά τρόπο ώστε να συνδέσουν τον Πρωθυπουργό με ό,τι συνέβη, είναι πραγματικά ασκήσεις ακροβατικής γυμναστικής. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Δεν υπάρχει ούτε ένα στοιχείο! Ο Πρωθυπουργός το έχει δηλώσει, δεν γνώριζε. Ας μας πει ο κ. Τσίπρας εάν γνώριζε κάτι άλλο ή όχι».
Υπάρχει κάποιος, πέρα από τον ίδιο τον Μητσοτάκη και τους α(χ)ρίστους του Γεραπετρίτη και σία, που να λέει ότι ο Μητσοτάκης δεν γνώριζε; Αν δεν γνώριζε, θα έπρεπε να μας πει ποιοι έκαναν τις παρακολουθήσεις πίσω από την πλάτη του. Δεν είναι δύσκολο, υπογραφές φέρουν τα κυπατζίδικα έγγραφα. Να μας πει ποιοι έκαναν τις παρακολουθήσεις και ποιοι ήταν οι «λόγοι εθνικής ασφάλειας» για τους οποίους παρακολουθούνταν ο Χατζηδάκης, ο Φλώρος, ο Κύρτσος και όλοι οι υπόλοιποι.
Αν βρίσκονταν σε ποινικό δικαστήριο, θα τον είχε κάψει τον πελάτη του Μητσοτάκη ο συνήγορος Γεραπετρίτης. Γιατί στο ελληνικό ποινικό σύστημα ισχύει η αρχή της ελεύθερης εκτίμησης των αποδείξεων και θα αρκούσε η παράθεση της συμπεριφοράς του Μητσοτάκη από τα τέλη Ιούλη μέχρι τώρα για να πείσει πως τίποτα δεν γινόταν εν αγνοία του, αντίθετα όλα γίνονταν με εντολή του. Επειδή δεν βρισκόμαστε σε ποινικό δικαστήριο αλλά στο στίβο της πολιτικής αντιπαράθεσης, όλος ο κόσμος είναι πεπεισμένος πως το δίκτυο των παρακολουθήσεων το έστησε ο Μητσοτάκης, με τον ανιψιό του που ήταν ο παντοδύναμος «αντ’ αυτού» στο Μαξίμου και τον Κοντολέοντα που για να τον διορίσει στην ΕΥΠ/ΚΥΠ άλλαξε το νόμο για τα απαιτούμενα προσόντα. Στην ΕΥΠ/ΚΥΠ που φρόντισε να την περάσει στην αρμοδιότητά του αμέσως μόλις ανέλαβε πρωθυπουργός.
Ο ακροδεξιός Μπουμπούκος, από τη μια, με την άποψη «οι μυστικές υπηρεσίες δικαιούνται να παρακολουθούν τους πάντες και να μη δίνουν λογαριασμό», και ο Γεραπετρίτης, με τις απίθανες φτηνιάρικες δικολαβίες, έφτιαξαν ένα εκρηκτικό μείγμα γελοιότητας. Κι ήρθε τα μεσάνυχτα να το καρυκέψει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Οικονόμου.
Ο οποίος είπε ότι «οφείλουμε και σε αυτή τη συζήτηση και από αυτό το Βήμα καθαρές απαντήσεις στην ελληνική κοινωνία» και αφού έκανε γαργάρα τα περί «μύθων του Αισώπου», που ο ίδιος έλεγε (κι ας του το είχαν θυμίσει αρκετοί από την αντιπολίτευση), επανέλαβε όσα είχε πει στις τελευταίες δηλώσεις του: «Οι επισυνδέσεις ρητά και κατηγορηματικά δεν ήταν σε γνώση του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης (…) είμαστε οι πρώτοι που λόγω και των πολιτικών μας αρχών, αλλά και της θεσμικής μας ευθύνης θέλουμε να μη μείνει καμία σκιά στην υπόθεση αυτή. Καμιά ενημέρωση και κανένα στοιχείο δεν έχει περιέλθει σε γνώση του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης. Καμιά και κανένα (…) εδώ και πάρα πολύ καιρό, ρυπαρά δίκτυα, συστηματικά και προνομιακά, διοχετεύουν σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις τα στοιχεία αυτά».
Οταν οι συριζαίοι άρχισαν να του φωνάζουν «ποια είναι αυτά τα δίκτυα;», πήρε το πιο σοβαρό ύφος του και φώναξε: «Ποια είναι, λοιπόν, τα ρυπαρά δίκτυα. Μάλιστα. Θα σας πω εγώ ευθέως ποια είναι τα ρυπαρά δίκτυα». Κι ενώ οι ελάχιστοι βουλευτές τίναζαν τα κεφάλια για να φύγει η νύστα και ν’ ακούσουν τη μεγάλη είδηση, ο Οικονόμου συνέχισε με ύφος κριτή ριάλιτι που ανακοινώνει ποιος φεύγει: «Ψυχραιμία. Αν είναι δυνατόν να μην πω ποια είναι τα ρυπαρά δίκτυα. Θα το απαντήσω και στον κ. Τσίπρα που υιοθέτησε τον όρο και αναρωτιέται. Ποιοι αποτελούν αυτά τα ρυπαρά δίκτυα; Τα αποτελούν εκείνοι που κατέχουν το υποτιθέμενο υλικό, που το έχουν στη διάθεσή τους και που κόβοντας και τραβώντας το αναδημοσιεύουν κάθε τρεις και λίγο. Τα αποτελούν εκείνοι που το είχαν στη διάθεσή τους πριν, που το είχαν στην κατοχή τους. Και φυσικά το αποτελούν οι πραγματευτάδες που το διακινούν ανάμεσα στον έναν και τον άλλον. Αυτά είναι τα ρυπαρά δίκτυα. Αν θέλετε και ονόματα προτείνω να ξεκινήσετε από τον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας. Ρωτήστε αυτούς που τα έχουν και τα κόβουν και ράβουν, ποιοι τους τα δώσανε κι εκείνοι που τους τα δώσανε από ποιους τα πήραν. Αν θέλετε και ονόματα, λοιπόν, αυτός ο δρόμος για να καταλάβετε ποια είναι τα ρυπαρά δίκτυα»!
Οι τύποι έχουν χάσει την αίσθηση του γελοίου.
ΥΓ. Ο υπουργός Δικαιοσύνης Κ. Τσιάρας πέταξε από την αρχή τη μπάλα στην κερκίδα. Μίλησε για τον ΣΥΡΙΖΑ, για το 2014, το 2015-19, τις κλειστές τράπεζες, τα capital controls και τα παρόμοια και επί της ουσίας τίποτα. Το ξεπέταξε… αρχοντικά: «Για το δε θέμα των υποκλοπών το οποίο υποτίθεται ότι είναι το μεγαλύτερο ζήτημα στο οποίο θα μπορούσε κανείς να σταθεί -άλλωστε γι’ αυτό κάνετε την πρόταση μομφής- νομίζω ότι από τις 8 Αυγούστου ο ίδιος ο Πρωθυπουργός με την επισύνδεση του κ. Ανδρουλάκη είχε αναγνωρίσει ότι υπάρχει ένα θεσμικό κενό, το οποίο αντιμετωπίσαμε με πολύ μεγάλη προσοχή και με μεγάλη υπευθυνότητα. Δυστυχώς σε αυτήν την πορεία η Αξιωματική Αντιπολίτευση το μόνο το οποίο είχε να αντιπαραβάλει ήταν η γνωστή λογική του να τρέχουμε κάθε φορά να βρίσκουμε και να δημιουργούμε ειδήσεις, μιας και για πραγματική πολιτική δεν μπορεί κανείς να μιλήσει». Το ‘πε ο Τσιάρας το ‘πε ο θεός…