Σχολιάσαμε την εντελώς κομπλεξική στάση του Σαμαρά έναντι της Μέρκελ, ας πούμε και δυο λόγια για τις (υποτιθέμενες) ρουκέτες που πέταξε κατά του Μητσοτάκη, οι οποίες ακόμα απασχολούν την παραπολιτική φιλολογία του αστικού Τύπου.
Καταρχάς, ο Σαμαράς εξέφρασε την πλήρη συμφωνία του με την οικονομική και κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, πράγμα που πέρασε «στο ντούκου». Είπε συγκεκριμένα: «Τα δύο, σχεδόν, αυτά χρόνια της πανδημίας η κυβέρνησή μας και ο Κυριάκος Μητσοτάκης με αποφασιστικές παρεμβάσεις κράτησαν την οικονομία όρθια. Και σήμερα η οικονομική δραστηριότητα ανακάμπτει εντυπωσιακά».
Ως προς δε τους μελλοντικούς κινδύνους, επίσης εξέφρασε απόψεις ίδιες μ’ αυτές του Μητσοτάκη: «Χρειαζόμαστε επειγόντως μεταρρυθμίσεις και αποκρατικοποιήσεις –κυρίως αξιοποίηση δημόσιας περιουσίας- ακριβώς για να αποφύγουμε νέο κύμα περιοριστικών μέτρων στο μέλλον».
Μόνο για τα ενεργειακά εξέφρασε αντιρήσεις: «Προβληματίζομαι για παράδειγμα για το εάν έπρεπε να κλείσει το σύγχρονο εργοστάσιο λιγνίτη που εγκαινιάστηκε το 2014 (σ.σ. επί δικής του πρωθυπουργίας) κι ακόμα δεν έχει αποσβεστεί. Η Γερμανία δεν εγκαταλείπει τους λιγνίτες της μέχρι το 2039. Η Πολωνία για ακόμα περισσότερο. Ούτε μπορούμε να εγκαταλείψουμε τη στροφή στο φυσικό αέριο, που έχει ψηφιστεί ως “καύσιμο μετάβασης“ για τα επόμενα 30 χρόνια». Τοποθέτηση ενταγμένη πλήρως στο πλαίσιο του ανταγωνισμού ανάμεσα σε διάφορα καπιταλιστικά κέντρα του ενεργειακού τομέα. Με στο στόμα του Σαμαρά (και του Βελόπουλου) μιλούν κάποιοι καπιταλιστικοί όμιλοι που προειδοποιούν τον Μητσοτάκη να μην είναι «μονομερής» στο μοίρασμα της πίτας.
Μετά άρχισε τις «ριπές» κατά της κομματικής πολιτικής που ακολουθεί ο Μητσοτάκης. Για τον ανασχηματισμό είπε ότι «δεν πρέπει να στέλνει αντιφατικά μηνύματα. Οτι δηλαδή η παράταξή μας υιοθετεί σήμερα απόψεις που η ίδια έχει πολεμήσει, όπως οι Πρέσπες και το σχέδιο Ανάν. ‘Η ότι επιβραβεύει πρόσωπα που έχουν αντίθετη πολιτική άποψη… Οταν “επιλέγονται“ άτομα με αντίθετες θέσεις, αυτό δεν λέγεται “διεύρυνση“ – αυτό λέγεται “μετατόπιση“! Ξέρετε, με το να μετακινηθούμε σε θέσεις “Ποταμιού“ δεν κατακτάμε το “πολιτικό Κέντρο“… Κατανοώ την άποψη περί “διεύρυνσης“. Αλλά προϋπόθεση μιας διεύρυνσης είναι να έχεις μαζί σου τη βάση σου. Αλλιώς, κινδυνεύεις να απομακρύνεις περισσότερους απ’ όσους προσελκύεις».
Εμφανίζεται και σαν «καουμπόης» στα ελληνοτουρκικά, εκ του ασφαλούς: «Ακούστε, σας το λέω ξεκάθαρα: Ελλάδα και Κύπρος θα έπρεπε να είχαν ήδη αντιδράσει εντονότερα! Πρώτον, θα έπρεπε να πιέζουν συνεχώς την ΕΕ για κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Οικονομικές και άλλες… Ακόμα και βέτο σε ευρωπαϊκές αποφάσεις θα μπορούσαμε ίσως να θέσουμε!».
Ο άνθρωπος που ήταν κανονική «κοτούλα» στα δυόμισι χρόνια της πρωθυπουργίας του, ο άνθρωπος που εκλιπαρούσε τη Μέρκελ για να του δώσει πολιτική στήριξη μπας και καταφέρει να κερδίσει τις εκλογές του 2015, από την ασφάλεια του… σκουπιδοτενεκέ κατηγορεί τον διάδοχό του στο κόμμα του να κάνει αυτά που δεν έκανε ο ίδιος. Δεν πρωτοτυπεί, βέβαια. Το ίδιο δεν έχουν κάνει τόσοι και τόσοι πριν απ’ αυτόν; Το ίδιο δεν κάνει ο Τσίπρας; Με τη διαφορά ότι ο Τσίπρας είναι αντιπολίτευση, ενώ ο Σαμαράς ανήκει στη συμπολίτευση. Αλλά κι αυτό το φαινόμενο το έχουμε ξαναδεί (ο μπαμπάς Μητσοτάκης κατά του Εβερτ, ο Σημίτης κατά του Α. Παπανδρέου, ο Βενιζέλος κατά του Γ. Παπανδρέου). Θυμίζουμε ότι έχουν υπάρξει και «σικέ» αντιπαραθέσεις στα λεγόμενα «εθνικά θέματα», όμως αυτές στήνονταν μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης και όχι μέσα στο ίδιο κόμμα (ο Α. Παπανδρέου είχε αποκαλύψει –χωρίς να διαψευστεί- ότι το περιβόητο «βυθίσατε το Χόρα» το είχε πει σε συνεννόηση με τον Καραμανλή τον πρεσβύτερο).
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, με εντολή Μητσοτάκη προφανώς, αρνήθηκε να κάνει οποινοδήποτε σχόλιο και περιορίστηκε σε μια απάντηση 32 λέξεων, όταν ρωτήθηκε στο μπρίφινγκ: «Δεν έχω κανένα σχόλιο για τις δηλώσεις και τις απόψεις του πρώην πρωθυπουργού. Ο κ. Σαμαράς είναι πρώην πρωθυπουργός, δεν θα σχολιάσω ούτε τις απόψεις, ούτε τις σκέψεις του για κανένα ζήτημα».
Από πλευράς Μητσοτακέικου απάντησε η Ντόρα (που έχει και παιδί ν’ αποκαταστήσει και δεν πρέπει ν’ αφήνει τίποτα να πέσει κάτω) με μιας δηκτική δήλωση στον ΣΚΑΪ, που την ανάρτησε και στο Twitter: «Η πολιτική ιστορία της παράταξής μας είναι γνωστή. Oποτε η παράταξη αυτή διευρύνθηκε έγινε κυβέρνηση με μεγάλα ποσοστά. Oποτε συρρικνώθηκε έγινε αντιπολίτευση. Ο @kmitsotakis είναι ένας πρωθυπουργός που εκφράζει όλους τους νεοδημοκράτες αλλά και την πλειοψηφία των Eλλήνων». Το πιο δηκτικό, όμως, δεν το ανάρτησε στο Twitter: «Η Νέα Δημοκρατία δεν μπατάρει ούτε δεξιά, ούτε αριστερά. Είμαστε μια χαρά. Ας μην ανησυχούν οι φίλοι μας στην αντιπολίτευση, η Νέα Δημοκρατία εκφράζει τον εαυτότης», είπε. Με κλασικό μητσοτακέικο τρόπο τοποθέτησε τον Σαμαρά στην αντιπολίτευση!
Ο Σαμαράς δείχνει ότι ως άνθρωπος είναι μνησίκακος. Ως αστός πολιτικός, όμως, έχει αποδείξει ότι διαθέτει όλες τις ιδιότητες του χαμαιλέοντα. Αρχές της δεκαετίας του ’90 πίστεψε ότι θα φτιάξει κόμμα που θα εκτοπίσει τη ΝΔ, χτίζοντάς το πάνω στο «σασί» του «Μακεδονικού». Πούλησε στην ψύχρα την πατέρα Μητσοτάκη που τον είχε κάνει υπουργό των Εξωτερικών, αλλά και τον Καραμανλή τον πρεσβύτερο που δε γουστάριζε τις «εξαλλοσύνες» του. Εστησε την ΠΟΛΑ ντύνοντάς την με «εθνικά» χρώματα, κρύβοντας όμως τις ακροδεξιές απόψεις του. Ακόμα και ως… προοδευτικός εμφανιζόταν, για να μπορέσει να μαζέψει διάφορα μπάζα της καθεστωτικής Αριστεράς (τύπου Ανδρέρα Λεντάκη και Μανώλη Μητσιά).
Οταν η ΠΟΛΑ εξεμέτρησε το ζην, δεν υπήρχε γι’ αυτόν θέση στη ΝΔ. Ο «επίτιμος» Μητσοτάκης δεν επέτρεπε την επιστροφή του, γιατί δεν μπορούσε να χωνέψει το γεγονός ότι βρέθηκε κάποιος που του την έφερε διά της… αποστασίας. Ο Σαμαράς λούφαξε στη γωνία και περίμενε χωρίς να προκαλεί. Ο Καραμανλής ο νεότερος κατάφερε να τον επαναφέρει, αλλά μακριά από την Ελλάδα, στην Ευρωβουλή, παραχωρώντας στους Μητσοτάκηδες το υπουργείο Εξωτερικών. Μετά τον έφερε στην Ελλάδα και τον έκανε υπουργό Πολιτισμού (έκανε υπουργό Πολιτισμού κάποιον που οι πολιτιστικές… ευαισθησίες του έφταναν μέχρι… Αννα Βίσση)!
Κατάφερε να νικήσει τη Ντόρα στη μάχη για τη διαδοχή του Κ. Καραμανλή, παίζοντάς το κληρονόμος του καραμανλισμού. Παρέστησε τον αντιμνημονιακό (ποιος ξεχνάει τα περιβόητα «Ζάππεια»;), αλλά μπήκε στην κυβέρνηση Παπαδήμου και υπέγραψε και με τα δύο χέρια το δεύτερο Μνημόνιο, το οποίο εφάρμοσε ευλαβικά και ως πρωθυπουργός μετά τον Ιούνη του 2012 (αρχικά με Βενιζέλο και Κουβέλη, μετά μόνο με τον Βενιζέλο). Εχασε με τεράστια διαφορά από τον Τσίπρα, αλλά δεν ήθελε να παραιτηθεί από την αρχηγία της ΝΔ! Αναγκάστηκε να το κάνει όταν έχασε και στο δημοψήφισμα τον Ιούνη του 2015.
Στις κομματικές εκλογές έβαλε το μηχανισμό του να στηρίξει τον Κούλη, για να απαλλαγεί από τον Μεϊμαράκη που συσπείρωνε και την καραμανλική και τμήμα της μητσοτακικής πτέρυγας. Πίστευε ότι ο Κούλης έχει συγκρουστεί οριστικά με τον πατέρα και την αδερφή του. Ο Κούλης, όμως, του την έφερε αποδεικνύοντας ότι παραμένει Μητσοτάκης. Ούτε μια φορά δεν τον έχει φωνάξει στο Μαξίμου για να τον «συμβουλευτεί». Κι αυτό ο Σαμαράς δεν μπορεί να το χωνέψει με τίποτα. Παράλληλα, έχει πάρει όλα τα γκεσέμια του και τα έχει βάλει στην κυβέρνηση, για να μην «κουνιούνται». Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο απάντησε ο Μπουμπούκος σε ερώτημα για όσα είπε ο Σαμαράς: «Γιατί είπε ποτέ ο Μητσοτάκης ότι είναι Ποτάμι ή εγώ ότι είναι Ποτάμι; Ναι, η ΝΔ δεν είναι Ποτάμι. Καλά τα είπε ο Σαμαράς. Συμφωνώ μαζί του 100%».
Η δήλωση αυτή είναι, βέβαια, γελοία. Δείχνει, όμως, την ανάγκη των ακραιφνών σαμαρικών να πατήσουν σε δυο βάρκες, γιατί είναι υπουργοί του Μητσοτάκη κι αυτό είναι γι’ αυτούς το μείζον αυτή την περίοδο.
Αυτή τη στιγμή ο Μητσοτάκης δεν κινδυνεύει από τον Σαμαρά. Ξέρει, όμως, πολύ καλά πως αν χάσει τις επόμενες εκλογές, αυτοί που σήμερα τον αποθεώνουν θα ζητούν την κεφαλήν του επί πίνακι. Ετσι παίζεται το παιχνίδι.
Εχει ελπίδες να επανέλθει ο Σαμαράς; Ούτε ο ίδιος το πιστεύει. Να ελέγξει το παιχνίδι θέλει. Το ίδιο, όμως, θέλουν και οι Μητσοτάκηδες που ενδεχομένως να ξανασυνασπιστούν. Ο γιος της Ντόρας δε θα είναι έτοιμος για αρχηγία-πρωθυπουργία, οπότε μπορεί να αναζητηθεί μια ενδιάμεση-μεταβατική λύση. Ο Δένδιας, ας πούμε, έχει όλο το πακέτο, καθώς μετά το γνωστό on camera σόου στην Αγκυρα απέκτησε διείσδυση και στην εθνικιστική ακροδεξιά (ενώ έχει τη φήμη του «κεντροδεξιού φιλελεύθερου»).
Ολ’ αυτά αφορούν το μέλλον. Αναφερθήκαμε αναλυτικά για να καταλήξουμε σ’ αυτό που τονίζουμε πάντα. Οτι η αστική πολιτική βρίσκει πάντοτε τις λύσεις για το κομματικό της σύστημα. Ενίοτε με δυσκολίες, με συγκρούσεις, ακόμα και με διασπάσεις, όμως ποτέ ένα αστικό πολιτικό σύστημα δεν κατέρρευσε από τις αντιθέσεις στο εσωτερικό κάποιων κομμάτων εξουσίας. Η κατάρρευση δεν «παίζει» ως προοπτική. Μόνο το γκρέμισμα. Αυτό, όμως, είναι υπόθεση της προλετασριακής επανάστασης και όχι των κοινοβουλευτικών εκλογών.
ΥΓ. Και ψευτράκος ο Σαμαράς. Τα χώνει στον Κούλη, φωτογραφίζοντας τον Στυλιανίδη ως υποστηρικτή του Σχεδίου Ανάν, το οποίο υποτίθεται ότι η «παράταξη» είχε πολεμήσει. Μπα, πότε συνέβη αυτό κι εμείς δεν το πήραμε χαμπάρι; Ας μη θυμίσουμε τη έλεγε η υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη ( «Είπα ότι το σχέδιο αυτό έχει περισσότερες θετικές πλευρές από ό,τι αρνητικές»), γιατί ο Σαμαράς θα μας πει ότι αυτή ήταν θέση της… «ενδοτικής» κορης του Μητσοτάκη. Δεν μπορούμε, όμως, να μην θυμίσουμε τι έλεγε ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής (Απρίλης 2004, μετά από τη σύγκληση του συμβούλιου πολιτικών αρχηγών): «Το σχέδιο Ανάν, όπως έχω τονίσει, έχει και θετικά στοιχεία και δυσκολίες… να δούμε ψύχραιμα πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε τα θετικά του σχεδίου Ανάν στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής δυναμικής. Προσωπικά πιστεύω βαθύτατα στη δύναμη της ευρωπαϊκής πραγματικότητας. Στη δύναμή της να αμβλύνει τις όποιες δυσκολίες. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι, μέσα στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής προοπτικής, τα θετικά σημεία μπορούν να αποδειχθούν υπέρτερα των αρνητικών».
Εννοείται πως τον Σαμαρά τότε δεν τον ρωτούσε κανένας. Κι αυτός το είχε βουλώσει, για να μην ξεσηκώσει την οργή του πατέρα Μητσοτάκη και ξαναζήσει «πέτρινα χρόνια». Το σχέδιο Ανάν το πολέμησε -για τους δικούς του εθνικιστικούς λόγους- ο τότε πρόεδρος της Κύπρου Τάσσος Παπαδόπουλος, ο μόνος αστός πολιτικός σε Ελλάδα και Κύπρο που αφουγκράστηκε σωστά αυτό που υπέβοσκε μέσα στον κυπριακό λαό.