Αρκεί να συγκρίνει κανείς δυο εικόνες για να καταλάβει τι «παίζει» το τελευταίο διάστημα. Σεπτέμβρης, ΔΕΘ, ομιλία πρωθυπουργού: ένας Σαμαράς με το γνωστό ψευτοκουτσαβάκικο ύφος του υπόσχεται τέλος του Μνημονίου, αποδέσμευση από το ΔΝΤ και βαθμιαίες φοροελαφρύνσεις. Για να γίνει, μάλιστα, πιστευτός ανακοινώνει τη μείωση κατά 30% της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης (την οποία παρατείνει για το 2015) και ίσως κατάργησή της το 2016.
Δεκέμβρης, Ελληνοαμερικάνικο Επιμελητήριο, ομιλία πρωθυπουργού: ένας Σαμαράς χωρίς το ψευτοκουτσαβάκικο ύφος, με τόνο σχεδόν δραματικό, δηλώνει ότι δεν μπορεί ν’ αντέξει τα νέα μέτρα που ζητά η τρόικα. Λίγο πριν, έχει γίνει γνωστό πως η συγκυβέρνηση όχι μόνο δεν κάνει λόγο για φοροαπαλλαγές, αλλά προσφέρει ως δημοσιονομική «καβάτζα» και τη μείωση κατά 30% της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και την επέκτασή της και το 2016.
Μιλώντας με τη γλώσσα της πιάτσας, θα λέγαμε ότι «τους πήραν και τα σώβρακα». Οσες προσπάθειες κι αν κάνουν ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος για να το κρύψουν, όσες «κόκκινες γραμμές» κι αν τραβήξουν στις ομιλίες και τις δηλώσεις τους, το Βατερλό τους δεν μπορεί να κρυφτεί. Μέσα σε λιγότερο από τρεις μήνες κατέρρευσε ολόκληρη η τακτική με την οποία προσπαθούσαν να δημιουργήσουν τους όρους για να κερδίσουν την προεδρική εκλογή και να πάρουν παράταση ενάμιση χρόνου για την κυβέρνησή τους. Τώρα, είναι αναγκασμένοι να χαράξουν νέα τακτική, καθώς άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι οι δανειστές (δηλαδή η Γερμανία, το ΔΝΤ, η Κομισιόν και η ΕΚΤ) πιέζουν για εξάμηνη τουλάχιστον παράταση του Μνημόνιου, ώστε στο μεταξύ να ξεκαθαρίσει το εσωτερικό πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα και τότε να διαπραγματευθούν τα επόμενα βήματα (προληπτική γραμμή πίστωσης και αναδιάρθρωση του χρέους με επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής).
Εύλογα τίθεται το ερώτημα: γιατί τότε ο Σαμαράς δεν πάει άμεσα σε εκλογές, εκμεταλλευόμενος το κλίμα σύγκρουσης με την τρόικα που έχει δημιουργηθεί, αλλά αναλώνεται σε τηλεφωνικές πολιτικές επαφές με τους δανειστές, μπας και καταφέρει να πετύχει μια άμεση συμβιβαστική λύση; Δεν πάει σε εκλογές γιατί ξέρει ότι δεν μπορεί να παραστήσει τον όψιμο αντιμνημονιακό, δεν μπορεί να πείσει το εκλογικό σώμα ότι ξαφνικά «είδε το φως το αληθινό και ανένηψε», επομένως δεν μπορεί να κερδίσει τις εκλογές. Η επιλογή του είναι να κερδίσει παράταση ζωής, μαζεύοντας τους 180, και για να το πετύχει αυτό θέλει συμφωνία-πακέτο τώρα, με τις μικρότερες δυνατές «απώλειες». Γι’ αυτό και η ουσία των προτάσεων που κάνει στην τρόικα κινείται με την τεχνική των συγκοινωνούντων δοχείων: εφαρμογή ενός μικρού πακέτου μέτρων τώρα και δέσμευση για εφαρμογή των επόμενων μέχρι τη λήξη της θητείας της σημερινής συγκυβέρνησης.
Δεν είναι τυχαίο ότι μόλις ο Βενιζέλος τόλμησε να πετάξει, από τη Βασιλεία όπου βρισκόταν, έναν υπαινιγμό για εκλογές, ο Σαμαράς έσπευσε να βρει τους δημοσιογράφους στη Βουλή για να δηλώσει ότι δεν υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο. Βλέπετε, η σχετική ιδέα είχε αρχίσει να καλαρέσει και σε στελέχη της ΝΔ και να τη συζητούν, πράγμα που ο Σαμαράς θέλησε να σταματήσει εν τη γενέσει του, πριν του κάνει ζημιά στο σχεδιασμό του.
Εγινε, επίσης, σαφές ότι οι δανειστές στριμώχνοντας μέχρι ασφυξίας τη σημερινή συγκυβέρνηση, στριμώχνουν προκαταβολικά και την επόμενη κυβέρνηση. Επειδή το θέμα σερνόταν στις σελίδες των εφημερίδων και των ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών, ο ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε «να σηκώσει το γάντι».
«Να σηκώσει το γάντι» τρόπος του λέγειν. Συνεντευξιαζόμενος στην τηλεόραση του ΣΚΑΙ, αφού σημείωσε ότι «για την τρόικα οι κύριοι Σαμαράς και Βενιζέλος είναι απολύτως αναλώσιμοι», τόνισε πως η τρόικα «τώρα ξεκινά τη διαπραγμάτευση με τους επόμενους, επομένως η σκλήρυνση της στάσης της δεν αφορά την κυβέρνηση Σαμαρά, αφορά την Ελλάδα και αφορά εμάς». Κι εκεί που θα περίμενε κανείς ν’ ακολουθήσουν τα γνωστά ηρωικά του παρελθόντος, ακολούθησε ένα πακέτο όρκων πίστης στα κοινοτικά θέσμια: «Εγώ σας λέω στην αρχή θα μας πουν όχι, μετά θα συνειδητοποιήσουν πως αν έχεις μια εκλεγμένη κυβέρνηση στην Ευρώπη που δεν λέει παράλογα πράγματα σε τελική ανάλυση, απλά έχει ένα διαφορετικό σχέδιο για τη δημοσιονομική εξισορρόπηση» (…) «Λέμε κάτι που βρίσκεται εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου, δεν υπάρχει θέμα ευρωπαϊκής αποσταθεροποίησης, του ευρωπαϊκού συστήματος, αν σε μια χώρα της Ευρώπης υπάρχει μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, η οποία έχει ζητήσει να αντικαταστήσει το πρόγραμμα που απέτυχε με ένα που έχει προοπτική» (…) «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ελλάδα είναι σε μια πολύ δύσκολη θέση. Και εγώ είμαι ο τελευταίος που θα πω ότι αποκλειστικά υπεύθυνοι είναι οι ξένοι, οι εταίροι. Προφανώς είμαστε και εμείς». Ακόμη και για το τραπεζικό σύστημα φρόντισε να στείλει διαβεβαιώσεις στην ΕΚΤ πως δε θα βάλουν «κατσαπλιάδες στις διοικήσεις των τραπεζών» και πως ό,τι κάνουν θα το κάνουν σε συνεννόηση με τη Φρανκφούρτη.
Αυτά τη Δευτέρα το βράδυ. Την Τρίτη το μεσημέρι επανέλαβε τα ίδια πιο καθαρά μιλώντας στο συνέδριο του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου: «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταθέτει μια ανεύθυνη στρατηγική διακινδύνευσης, αλλά μια στρατηγική διεκδίκησης με ασφάλεια, μέσα σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο, όπου ωριμάζει ολοένα και περισσότερο η ανάγκη της αλλαγής στρατηγικής. Ο ΣΥΡΙΖΑ στη Θεσσαλονίκη κατέθεσε αναλυτικά επεξεργασμένο και κοστολογημένο πρόγραμμα για την αντιμετώπιση των μεγάλων πληγών του μνημονίου και την επανεκκίνηση της οικονομίας, σε συνθήκες δημοσιονομικής ισορροπίας. Δεν παρουσίασε ένα πρόγραμμα νέων ελλειμμάτων. Και γι’ αυτό το πρόγραμμά μας θα υλοποιηθεί ανεξάρτητα και έξω από τη διαδικασία της σκληρής διαπραγμάτευσης που θα αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους». Στον ΣΚΑΙ, για να μην μείνει καμιά αμφιβολία πως δεν υπάρχει ίχνος αντικαπιταλισμού ή έστω φιλεργατισμού στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, ο Τσίπρας το ενέταξε στο πλαίσιο της αστικής φιλανθρωπίας, που σκοπό έχει να προσφέρει «ένα πιάτο φαΐ και συσσίτια» στους «ανθρώπους που δεν έχουν και πεθαίνουν».
Ο Βενιζέλος, έχοντας αποκαταστήσει τις προσωπικές του σχέσεις με τον Τσίπρα και βαλλόμενος εσωτερικά από τους Παπανδρεϊκούς και έχοντας προφανώς διαβάσει την έκθεση της Bank of America – Merrill Lynch για τη συνάντηση στελεχών της με τον Σταθάκη στο Λονδίνο, που φέρει το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ περίπου να προβλέπει συμμαχική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι, άρχισε να ρίχνει γέφυρες προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Την ώρα που ο Σαμαράς εξαπέλυε νέους μύδρους κατά του ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας παράλληλα ξαμολύσει την Βούλτεψη και τον Μπουμπούκο να κινδυνολογούν με τον τρόπο που μόνον αυτοί ξέρουν, ο Βενιζέλος, ο πιο φανατικός πολέμιος του ΣΥΡΙΖΑ, κατέβαζε τους τόνους και τόνιζε με νόημα: «Ακουσα την αντιπολίτευση, στο υψηλότερο επίπεδό της, να παραδέχεται ότι η δυσκολία που προκύπτει δεν αφορά την κυβέρνηση, αλλά αφορά τη χώρα και το γεγονός ότι η αντιπολίτευση είναι ενισχυμένη δημοσκοπικά. Μα αυτό τι σημαίνει; Αυτό σημαίνει ότι τελικά δυσκολεύεται η χώρα, δυσκολεύονται οι πολίτες.
Ας το ξανασκεφτούμε, ας το δούμε από τη σωστή οπτική γωνία»! Ο υπαινιγμός για εκλογές ήταν ένα βήμα ακόμη σ’ αυτή την κατεύθυνση, γι’ αυτό και ο Σαμαράς έσπευσε να κλείσει το θέμα με προσωπική του δήλωση, φοβούμενος παρασπονδία από τον κυβερνητικό του εταίρο. Φοβάται τυχόν παρασκηνιακή συμφωνία Βενιζέλου-ΣΥΡΙΖΑ και επειδή έχει καεί στο χυλό (Κουβέλης) φυσάει και το γιαούρτι (Βενιζέλος).
Από μια άποψη, έχει ήδη διαμορφωθεί ένα άτυπο «εθνικό μέτωπο». Από τη μια το σύνολο του εγχώριου πολιτικού συστήματος και από την άλλη οι δανειστές (με εκπρόσωπο σ’ αυτή τη φάση την τρόικα). Βεβαίως, στο εσωτερικό του «εθνικού μετώπου» δεν υπάρχει πολιτική ενότητα, αφού η κάθε πλευρά επιδιώκει αυτό που τη συμφέρει. Αν, όμως δούμε τα πράγματα από τη σκοπιά των συμφερόντων του ελληνικού λαού, θα διαπιστώσουμε ότι αυτό το «εθνικό μέτωπο», παρά τα όσα λέει, παρά τον τρόπο που η κάθε πολιτική πλευρά εμφανίζεται, έχει πάρει το μήνυμα από τους δανειστές και χορεύει στο χαβά που αυτοί βαράνε. Εννοείται πως αυτή τη στιγμή τις αποφάσεις θα τις πάρει η συγκυβέρνηση, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θα επαναλάβει τις ίδιες μεγαλόστομες καταγγελίες, όμως πρέπει να βλέπουμε μακριά. Να βλέπουμε όχι μόνο το βάθεμα της κινεζοποίησης που θα γίνει τώρα, με την ολοκλήρωση της επιθεώρησης από την τρόικα, αλλά κι αυτά που θα ακολουθήσουν. Περιττεύει να πούμε ότι η κοινοτική νομιμότητα, στην οποία ομνύει ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι η νομιμότητα των δανειστών, οι οποίοι θα εξακολουθήσουν να επιβάλλουν τις θελήσεις τους.
Θελήσεις από τις οποίες, μιλώντας γενικά, κάθε άλλο παρά αδικημένη βγαίνει η ελληνική αστική τάξη. Η κινεζοποίηση ωφελεί εξίσου τους δανειστές και την ελληνική αστική τάξη που εξασφαλίζει πάμφθηνη εργατική δύναμη, η οποία θα της επιφέρει υπερκέρδη όχι μόνο στην κρίση, αλλά και στη φάση της μικρής ανάπτυξης στην οποία μπαίνει ο ελληνικός καπιταλισμός.
Την Πέμπτη το βράδυ, που κλείνει η ύλη της εφημερίδας μας, η κατάσταση είχε ως εξής. H δυνατότητα να παρθούν αποφάσεις στο Eurogroup της Δευτέρας εξέλιπε οριστικά. Αυτό είχε ήδη διαφανεί από τις προηγούμενες μέρες. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι στο Eurogroup δε θα γίνει συζήτηση για το ελληνικό ζήτημα. Ο Ντεϊσελμπλούμ, μιλώντας off the record την Τετάρτη, είπε πως αναζητείται μια «τεχνική παράταση του Μνημονίου μετά την 31η Δεκέμβρη», χωρίς να προσδιορίσει τη διάρκειά της. Την Πέμπτη, πηγές της Κομισιόν μιλούσαν για εξάμηνη παράταση του Μνημονίου. Την ίδια μέρα, στο EuroWorking Group, σύμφωνα με non paper του υπουργείου Οικονομικών, που δεν πρέπει να το πάρουμε τοις μετρητοίς στο σύνολό του,
«αναγνωρίστηκε η περαιτέρω σύγκλιση των τελευταίων ημερών στις συζητήσεις της ελληνικής κυβέρνησης με την τρόικα και διατυπώθηκε η έντονη προτροπή του οργάνου να υπάρξει συμφωνία αξιολόγησης ως τις 14 Δεκεμβρίου». Το ζουμί βρισκόταν στη συνέχεια: «Στόχος είναι να κινηθούν οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες στα κράτη μέλη για την παροχή προληπτικής γραμμής πίστωσης. Δεδομένων των ασφυκτικών χρονικών περιθωρίων ίσως απαιτηθεί μια βραχυχρόνια “τεχνική’’ παράταση. Τα θέματα αυτά θα απασχολήσουν το Eurogroup της Δευτέρας 08/12/2014».
Οπως όλα δείχνουν, τη Δευτέρα θα αποφασιστεί πόσος χρόνος θα δοθεί για την ολοκλήρωση της συμφωνίας ελληνικού κράτους – τρόικας. Αυτό θα καθορίσει και τις πολιτικές κινήσεις που θα γίνουν στην Ελλάδα. Για εκλογές «δεν το κόβουμε», αλλά η προεδρική εκλογή μπορεί να έρθει πιο μπροστά, ώστε ο Σαμαράς να εκμεταλλευτεί το ηρωικό κλίμα που προσπαθεί να δημιουργήσει. Κάτι τέτοιο φοβάται και ο ΣΥΡΙΖΑ, γι’ αυτό και ο Τσίπρας, μετά την Τζάκρη, δέχτηκε στο γραφείο του και τους Βουδούρη (εκλεγμένος με τη ΔΗΜΑΡ) και Παραστατίδη (εκλεγμένος με το ΠΑΣΟΚ), που τον διαβεβαίωσαν ότι θέλουν να φύγει αυτή η κυβέρνηση και δε θα ψηφίσουν υπέρ οποιουδήποτε προταθεί για πρόεδρος της Δημοκρατίας.