Οι αυτοδιοικητικές εκλογές προσφέρονταν πάντοτε για στατιστικές αλχημείες. Η σχετικά χαλαρή ψήφος, τα κομπρεμί, οι τοπικές ιδιομορφίες, ο ρόλος των προσώπων και άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτών των εκλογών επιτρέπουν στα αστικά κόμματα να αρπάζονται από πλευρές των αποτελεσμάτων, να τις απολυτοποιούν και πάνω σ’ αυτές να οικοδομούν την προπαγάνδα τους. Ομως, η πολιτική ανάλυση δεν είναι στατιστική. Ακόμα και μέσα από τις ιδιομορφίες μπορεί κανείς να βγάλει ασφαλή πολιτικά συμπεράσματα, όταν δεν είναι υποχρεωμένος να υπηρετήσει πολιτικάντικες σκοπιμότητες. Τα βασικότερα απ’ αυτά τα συμπεράσματα θα προσπαθήσουμε να κωδικοποιήσουμε στη συνέχεια, αφού παραθέσουμε το βασικό συμπέρασμά μας: μεγάλη νικήτρια αυτών των εκλογών ήταν η κυβέρνηση της ΝΔ και μεγάλος ηττημένος ο ελληνικός λαός, που με την εκλογική του συμπεριφορά δεν κατάφερε (δεν επεδίωξε) ν’ αλλάξει στο ελάχιστο το καταθλιπτικό πολιτικό τοπίο.
♦ Ας ξεκινήσουμε από το τελευταίο. Η λαϊκή δυσαρέσκεια δεν εκφράστηκε με κανένα τρόπο. Δεν εκφράστηκε με τον πιο μαχητικό (αποχή-άκυρο-λευκό), δεν εκφράστηκε ούτε με τον πιο συντηρητικό (υπερψήφιση των συνδυασμών πέραν των δυο μεγάλων κομμάτων εξουσίας). ΝΔ και ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσαν και πάλι με απόλυτο τρόπο όλη την εκλογική δύναμη.
Μόνο στο λεκανοπέδιο Αττικής και ειδικά στο Δήμο Αθήνας είχαμε αυξημένα ποσοστά αποχής, γεγονός που δείχνει την επιρροή στην περιοχή των δυο αγωνιστικών κυμάτων του τελευταίου χρονικού διαστήματος (φοιτητικές καταλήψεις, απεργία δασκάλων). Στην ίδια επιρροή πρέπει να αποδοθούν τα σχετικά αυξημένα ποσοστά των συνδυασμών του Μ-Λ ΚΚΕ (1,3%) και του ΣΕΚ (1,3%) στην Υπερνομαρχία και του ΝΑΡ (1,1%) στο Δήμο Αθήνας. Και η θεσμική Αριστερά είχε άνοδο στην Αττική, ενώ η πτώση του ΣΥΝ στην Υπερνομαρχία φαίνεται μεγάλη σε σχέση με το ποσοστό που πήρε την προηγούμενη τετραετία ο Γλέζος, που είχε μια προσωπική εμβέλεια στο εκλογικό σώμα.
Μόνο στο λεκανοπέδιο Αττικής και ειδικά στο Δήμο Αθήνας είχαμε αυξημένα ποσοστά αποχής, γεγονός που δείχνει την επιρροή στην περιοχή των δυο αγωνιστικών κυμάτων του τελευταίου χρονικού διαστήματος (φοιτητικές καταλήψεις, απεργία δασκάλων). Στην ίδια επιρροή πρέπει να αποδοθούν τα σχετικά αυξημένα ποσοστά των συνδυασμών του Μ-Λ ΚΚΕ (1,3%) και του ΣΕΚ (1,3%) στην Υπερνομαρχία και του ΝΑΡ (1,1%) στο Δήμο Αθήνας. Και η θεσμική Αριστερά είχε άνοδο στην Αττική, ενώ η πτώση του ΣΥΝ στην Υπερνομαρχία φαίνεται μεγάλη σε σχέση με το ποσοστό που πήρε την προηγούμενη τετραετία ο Γλέζος, που είχε μια προσωπική εμβέλεια στο εκλογικό σώμα.
Ομως, αυτές οι μικρές διαφοροποιήσεις στην Αττική δεν σηματοδοτούν τίποτα το ιδιαίτερο, δεν είναι ικανές να επηρεάσουν τις πολιτικές εξελίξεις, δεν προσθέτουν χρώμα στο γκρίζο καταθλιπτικό τοπίο. Και δε μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Τα αποτελέσματα του «καναπέ» φάνηκαν και στην κάλπη. Αλλωστε, δεν είναι δυνατόν οι αλλαγές στην κοινωνική συνείδηση να ξεκινήσουν από την κάλπη. Αντίστροφη θα είναι η πορεία.
♦ Η κυβέρνηση της ΝΔ κατήγαγε σ’ αυτές τις εκλογές μια σημαντική πολιτική νίκη. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγεί όχι μόνο του το αποτέλεσμα σε Δήμους και Νομαρχίες, που και πάλι είναι καλό για τη ΝΔ, αλλά σε συνδυασμό με το πολιτικό κλίμα στο οποίο έγιναν οι εκλογές. Δε θυμόμαστε άλλη φορά κυβέρνηση να πήγε στις εκλογές σε τόσο δυσμενές γι’ αυτή κλίμα. Τον Ιούνη είχε βρεθεί αντιμέτωπη με μια μεγάλη κρίση στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Εβαλε στο ράφι το νόμο-πλαίσιο για ΑΕΙ-ΤΕΙ, αλλά με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς βρέθηκε αντιμέτωπη με μια απεργία διαρκείας των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, που αναγκάστηκε να την αντιμετωπίσει ακόμα και με την αστυνομική βία.
Την ίδια περίοδο ξέσπασε καινούργια καταιγίδα σκανδάλων με τους διάφορους «κουμπάρους», που έπληξαν υπουργούς, πρωτοκλασάτα στελέχη, αλλά «ακούμπησαν» και το μέγαρο Μαξίμου. Μια βδομάδα πριν τις εκλογές οι πλημμύρες στραπατσάρισαν την εικόνα της κυβέρνησης και οδήγησαν σε υστερικές αντιπαραθέσεις υπουργών και κομματικών νομαρχών. Την ίδια βδομάδα ξεκίνησαν καταλήψεις στα Λύκεια, ενώ τρεις μέρες πριν τις εκλογές δυο κορυφαίοι υπουργοί και πρωτοκλασάτα στελέχη της ΝΔ (Σουφλιάς-Μεϊμαράκης) άρχισαν ένα δημόσιο σκυλοκαυγά περί «κομματικού πατριωτισμού», που έπληξε την εικόνα ενότητας και σύμπνοιας της παράταξης. Οταν, λοιπόν, σ’ ένα τέτοιο πολιτικό κλίμα, καταφέρνεις να διατηρήσεις αλώβητες τις δυνάμεις σου, χάνοντας μόνο τον Πειραιά και την Αιτωλοακαρνανία (και κερδίζοντας άλλες νομαρχίες στη θέση τους), όταν δεν έχεις υποστεί ούτε τη φυσιολογική φθορά που υφίσταται μια κυβέρνηση στο μέσο της θητείας της και η οποία εκφράζεται στις συνθήκες της χαλαρής ψήφου τέτοιων εκλογών, στις οποίες δεν κρίνεται το μέλλον της κυβέρνησης, αναμφίβολα έχεις νικήσει.
Την ίδια περίοδο ξέσπασε καινούργια καταιγίδα σκανδάλων με τους διάφορους «κουμπάρους», που έπληξαν υπουργούς, πρωτοκλασάτα στελέχη, αλλά «ακούμπησαν» και το μέγαρο Μαξίμου. Μια βδομάδα πριν τις εκλογές οι πλημμύρες στραπατσάρισαν την εικόνα της κυβέρνησης και οδήγησαν σε υστερικές αντιπαραθέσεις υπουργών και κομματικών νομαρχών. Την ίδια βδομάδα ξεκίνησαν καταλήψεις στα Λύκεια, ενώ τρεις μέρες πριν τις εκλογές δυο κορυφαίοι υπουργοί και πρωτοκλασάτα στελέχη της ΝΔ (Σουφλιάς-Μεϊμαράκης) άρχισαν ένα δημόσιο σκυλοκαυγά περί «κομματικού πατριωτισμού», που έπληξε την εικόνα ενότητας και σύμπνοιας της παράταξης. Οταν, λοιπόν, σ’ ένα τέτοιο πολιτικό κλίμα, καταφέρνεις να διατηρήσεις αλώβητες τις δυνάμεις σου, χάνοντας μόνο τον Πειραιά και την Αιτωλοακαρνανία (και κερδίζοντας άλλες νομαρχίες στη θέση τους), όταν δεν έχεις υποστεί ούτε τη φυσιολογική φθορά που υφίσταται μια κυβέρνηση στο μέσο της θητείας της και η οποία εκφράζεται στις συνθήκες της χαλαρής ψήφου τέτοιων εκλογών, στις οποίες δεν κρίνεται το μέλλον της κυβέρνησης, αναμφίβολα έχεις νικήσει.
Πώς μέτρησαν τα αποτελέσματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ; Επιχειρώντας αναγωγές των αποτελεσμάτων στις νομαρχιακές εκλογές, αλλά χωρίς να εξηγήσουν τη μέθοδο που εφάρμοσαν. Ετσι, η αναγωγή της ΝΔ δίνει στην ίδια 43,7% και στο ΠΑΣΟΚ 40,9%, ενώ η αναγωγή του ΠΑΣΟΚ δίνει στη ΝΔ 41,7% και στο ΠΑΣΟΚ 41,6%. Αν συνυπολογίσουμε και τα διάφορα γκάλοπ που έγιναν, πρέπει να πούμε ότι πιο κοντά στην αλήθεια είναι η αναγωγή της ΝΔ. Ομως, όπως είπαμε και στην αρχή, η πολιτική ανάλυση δεν είναι ζήτημα στατιστικής. Και η πολιτική ανάλυση για όποιον δε φορά παρωπίδες οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αναμφισβήτητη νικήτρια των εκλογών ήταν η ΝΔ, που στο πολιτικό παιχνίδι των κορυφών κρατά στα χέρια της όλη την πρωτοβουλία των κινήσεων.
Πώς εκμεταλλεύτηκε αυτή τη νίκη η κυβέρνηση; με τον τρόπο που θα την εκμεταλλευόταν κάθε κυβέρνηση στη θέση της.
Σκόπιμα χαμηλοί τόνοι και μια σκληρή πολιτικά δήλωση Καραμανλή, που με ύφος «εθνάρχη» (η εικόνα του πεθαμένου μπάρμπα του τον εμπνέει πάντοτε), ξεκαθάρισε ότι θεωρεί το εκλογικό αποτέλεσμα ως μήνυμα για τη συνέχιση της κυβερνητικής πολιτικής και την επιτάχυνση των «μεταρρυθμίσεων». Καλά να πάθετε αφού με ψηφίσατε, είπε στους ψηφοφόρους ο Καραμανλής.
Σκόπιμα χαμηλοί τόνοι και μια σκληρή πολιτικά δήλωση Καραμανλή, που με ύφος «εθνάρχη» (η εικόνα του πεθαμένου μπάρμπα του τον εμπνέει πάντοτε), ξεκαθάρισε ότι θεωρεί το εκλογικό αποτέλεσμα ως μήνυμα για τη συνέχιση της κυβερνητικής πολιτικής και την επιτάχυνση των «μεταρρυθμίσεων». Καλά να πάθετε αφού με ψηφίσατε, είπε στους ψηφοφόρους ο Καραμανλής.
♦ Το ΠΑΣΟΚ την πάτησε άγρια. Τη βραδιά των εκλογών το εκλογικό του επιτελείο «διάβασε» λάθος τα αποτελέσματα και το μήνυμα που εξέπεμψε η Χαριλάου Τρικούπη ήταν πανηγυρικό και μιλούσε για «αλλαγή του πολιτικού σκηνικού» (η έλλειψη του Λαλιώτη φάνηκε εκείνες τις στιγμές). Ο Γιωργάκης, μάλιστα, έκανε δήλωση με την οποία εμμέσως πλην σαφώς ζήτησε πρόωρες εκλογές για να απαλλαγεί ο τόπος από την κυβέρνηση της ΝΔ! Αθανασάκης και Ξενογιαννακοπούλου ανακοίνωσαν προβάδισμα του ΠΑΣΟΚ έναντι της ΝΔ κατά 2,3 μονάδες και οι ίδιοι, μια μέρα αργότερα, «διόρθωσαν» την «εκτίμηση» κάνοντάς την «ισοπαλία» με αμελητέο προβάδισμα της ΝΔ (+0,1%). Το δίδυμο της συμφοράς είχε ανακοινώσει ότι το ΠΑΣΟΚ κερδίζει 23 νομαρχίες και στο τέλος βρέθηκαν με 17, συν δύο που κέρδισαν μαζί με τον ΣΥΝ! Παγιδεύτηκαν, έστρεψαν την προσοχή τους στη «γενική πολιτική νίκη» και έτσι δεν κατάφεραν προπαγανδιστικά να εκμεταλλευτούν τη νίκη του Φασούλα και της Φώφης και τα άλλα επιμέρους στοιχεία. Οταν προσπάθησαν να το κάνουν ήταν πια αργά. Ολοι συζητούσαν στη γενική βάση που πρώτο το ΠΑΣΟΚ έβαλε στην πολιτική ατζέντα. Και σ’ αυτό το πεδίο οι «πράσινοι» είχαν χάσει κατά κράτος από τους «γαλάζιους».
Και επειδή η φτώχεια φέρνει γκρίνια, από τη Δευτέρα κιόλας βγήκαν τα μαχαίρια στη Χαριλάου Τρικούπη. Αυτά που έλεγαν δημόσια δεν είχαν καμιά σχέση μ’ αυτά που πρωτοκλασάτα στελέχη ψιθύριζαν στα δημοσιογραφικά πηγαδάκια. Ποιος ήταν ο κοινός τόπος; Οτι ο Γιωργάκης «δεν τραβάει» (σιγά το νέο, ρε παιδιά) και ότι στην «αυλή» του έχει μαζέψει ανθρώπους παντελώς ανίκανους να χαράξουν πολιτική και να εμπνεύσουν. Το σύνθημα που κυριαρχεί στη Χαριλάου Τρικούπη είναι το «ζητείται στρατηγική». Ολοι θεωρούν πως πρέπει να γίνουν «πράματα και θάματα» για να χάσει ο Καραμανλής την επόμενη εκλογική μάχη.
♦ Προβλήματα έχει και ο Περισσός κι ας τα βρίσκει όλα τέλεια, αγωνιστικά και αναβαθμισμένα στις δημόσιες ανακοινώσεις του. Βλέπετε, ως κόμμα έχει γαλουχήσει τα μέλη και τα στελέχη του στον κοινοβουλευτικό κρετινισμό, που σημαίνει ότι κρίνουν από το αποτέλεσμα. «Εμείς δε θα κρίνουμε μια συμμαχία από το αν θα φέρει άμεσα εκλογικά κέρδη», δήλωνε η Παπαρήγα στο ραδιόφωνο του Alpha και την ίδια στιγμή ο «Ριζοσπάστης» επιχειρηματολογούσε υπέρ της σημαντικής ανόδου των αγωνιστικών ψηφοδελτίων με τη γνωστή αστική μπακάλικη αριθμητική: οι έδρες στα νομαρχιακά συμβούλια από 48 ανέβηκαν στις 64. Ο «Ριζοσπάστης» πάλι, για να «δέσει» το συμπέρασμα περί σημαντικής ανόδου, συνέκρινε αγγούρια με μπρόκολα. Στο πρώτο μετεκλογικό φύλλο του (Τρίτη) δημοσίευσε μόνο δυο πίνακες. Στον ένα σύγκρινε τα αποτελέσματα στις φετινές νομαρχιακές εκλογές με τα ανά νομό αποτελέσματα του ΚΚΕ στις βουλευτικές εκλογές του 2004 (!) και στον άλλο σύγκρινε τις έδρες που πήραν τώρα στα νομαρχιακά συμβούλια με αυτές που είχαν πάρει το 2002, χωρίς όμως να κάνει και σύγκριση ποσοστών. Την άλλη μέρα (Τετάρτη) νέα στατιστική απατεωνιά. Παρέθεσε πίνακα με τίτλο:
«Νομαρχίες με ποσοστά μεγαλύτερα από του 2002». Και ήταν 25. Γιατί δεν παρέθεσαν και τις άλλες 25 νομαρχίες; Γιατί σ’ αυτές οι συνδυασμοί τους είχαν πτώση. Και μάλιστα, στις νομαρχίες που οι συνδυασμοί του Περισσού είχαν πτώση δεν ήταν όποιες κι όποιες. Ηταν μεγάλες νομαρχίες (όπως η Θεσσαλονίκη), νομαρχίες με αριστερή παράδοση (όπως η Λέσβος, η Κεφαλονιά, η Λευκάδα), νομαρχίες όπου είχαν δημιουργήσει μια παράδοση (όπως η Καρδίτσα, όπου ο Μπούτας καταποντίστηκε, ηττηθείς κατά κράτος από τον Αρχοντή του ΣΥΝ).
«Νομαρχίες με ποσοστά μεγαλύτερα από του 2002». Και ήταν 25. Γιατί δεν παρέθεσαν και τις άλλες 25 νομαρχίες; Γιατί σ’ αυτές οι συνδυασμοί τους είχαν πτώση. Και μάλιστα, στις νομαρχίες που οι συνδυασμοί του Περισσού είχαν πτώση δεν ήταν όποιες κι όποιες. Ηταν μεγάλες νομαρχίες (όπως η Θεσσαλονίκη), νομαρχίες με αριστερή παράδοση (όπως η Λέσβος, η Κεφαλονιά, η Λευκάδα), νομαρχίες όπου είχαν δημιουργήσει μια παράδοση (όπως η Καρδίτσα, όπου ο Μπούτας καταποντίστηκε, ηττηθείς κατά κράτος από τον Αρχοντή του ΣΥΝ).
Γιατί, λοιπόν, αποφεύγουν κάθε συνολική πολιτική συζήτηση και απομονώνουν μερικές πλευρές των εκλογικών αποτελεσμάτων που τους βολεύουν; Σε τι διαφέρουν ως προς αυτό από τα άλλα αστικά κόμματα; Γιατί μιλούν για την άνοδο στο Δήμο Αθήνας και δε μιλούν για την πτώση στον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη; Αν προσέξει κανείς τις νομαρχίες που είχαν άνοδο, θα δει ότι η άνοδος αυτή είναι οριακή, πολύ μικρή. Ανάλογα οριακή είναι και η πτώση σε άλλες νομαρχίες. Και προπαντός γιατί επέλεξαν να πανηγυρίσουν για κάτι απίθανες κοινότητες που κέρδισαν δικοί τους ή πέρασαν δικοί τους στο δεύτερο γύρο; Αν μάλιστα προσέξει κανείς τα ονόματα των συνδυασμών σε ορισμένες απ’ αυτές τις μικρές πόλεις, θα καταλάβει ότι δεν πήγαν και με τόσο… αγωνιστικό τρόπο: «Ενωτική Κίνηση Βαθυπεδίου» (σε μικρό γιαννιώτικο χωριό, όπου δεν υπήρξε αντίπαλος συνδυασμός!), «Ανεξάρτητη Τοπική Αυτοδιοίκηση» (στην Κοιλάδα Λάρισας), «Ανάπτυξη με όραμα» (στο Δήμο Αιθηκών Τρικάλων). Για να μη μιλήσουμε για μεγαλύτερους Δήμους, όπως η «Νέα Καρδίτσα» του Τέγου στην Καρδίτσα και η «Δημοτική Συνεργασία για την Πολίχνη» στον ομώνυμο δήμο της Θεσσαλονίκης.
Για να καταλήγουμε: ο Περισσός δεν κατάφερε να κάνει το άλμα που προσδοκούσε σ’ αυτές τις εκλογές. Κάπου κέρδισε και αλλού έχασε. Ομως, ο γραφειοκρατικός μηχανισμός δε θέλει να το παραδεχτεί, γιατί τότε θα πρέπει να αναλάβει και ευθύνες έναντι του κομματικού δυναμικού.
♦ Ο ΣΥΝ, με τον άκρατο οπορτουνισμό του, πέτυχε το στόχο του. Συνεργαζόμενος με το ΠΑΣΟΚ κατάφερε και δυο νομάρχες να εκλέξει, αλλά και μερικούς δημάρχους από τον πρώτο γύρο, που θα τους κάνει περισσότερους στο δεύτερο, καθώς οι δικοί του είναι αντίπαλοι με Πασόκους ή Νεοδημοκράτες, οπότε έχουν εξασφαλισμένη την υποστήριξη του αντίπαλου πόλου του δικομματισμού κατά περίπτωση. Ταυτόχρονα, το νέο «πουλέν» των μίντια, ο Τσίπρας, με το ποσοστό που συγκέντρωσε στην Αθήνα, έδωσε στην ηγεσία του ΣΥΝ το δικαίωμα να στήσει μια πρώτης τάξης διαφημιστική εκστρατεία, αναζητώντας μέσα απ’ αυτή τη δικαίωση της πολιτικής του (και να πνίξει ταυτόχρονα την ήττα στην υπερνομαρχία, όπου ο Πανούσης άρχισε ήδη τη γκρίνια, καταγγέλλοντας ότι δεν τον στήριξαν όλες οι δυνάμεις του ΣΥΝ).
Για πολιτική αρχών καλύτερα να μη μιλάμε. Ομως, στο σύστημα του κοινοβουλευτισμού, εκείνο που μετράει είναι η προσέγγιση στα κέντρα άσκησης εξουσίας. Ο ΣΥΝ διακηρύσσει την ανεξαρτησία του από το ΠΑΣΟΚ, όμως αυτό ισχύει μόνο για την κεντρική πολιτική σκηνή. Στους δήμους και τις νομαρχίες και να θέλει να ακολουθήσει πολιτική τύπου Περισσού (αυτόνομη πολιτική μάχη με κομματικό πρόγραμμα) δε μπορεί. Γιατί τα τοπικά του στελέχη, μαθημένα τόσα χρόνια στη νομή της εξουσίας σε επίπεδο δήμων και νομαρχιών, θα λακίσουν αμέσως έτσι και τους επιβληθεί η αυτόνομη κάθοδος. Αυτοί έχουν χτίσει μαγαζιά μαζί με το ΠΑΣΟΚ, έχουν τις διασυνδέσεις και τη διαπλοκή τους κι αυτά δεν τα χάνουν με τίποτα. Ενώ, λοιπόν, επισήμως ο ΣΥΝ εμφανιζόταν ως ανεξάρτητος πολιτικός πόλος, στην πράξη έστησε μια τεράστια επιχείρηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, πάντα στο όνομα της «θέλησης των τοπικών κοινωνιών».
♦ Για τις δυνάμεις της λεγόμενης εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα. Τα είπαμε πριν τις εκλογές. Αναφερθήκαμε στο πολιτικό και κοινωνικό κλίμα και στο περιεχόμενο μιας παρέμβασης χωρίς… περιεχόμενο, χωρίς προοπτική, χωρίς καμιά σύνδεση με τα προβλήματα και τις ανάγκες ενός κινήματος. Θυμίζουμε τι γράφαμε στο προηγούμενο φύλλο της «Κ»:
«Ενα μεγάλο κομμάτι των εργαζόμενων, λοιπόν, άσχετα αν πάει να ψηφίσει ή όχι, καταλαβαίνει ότι όλη αυτή η διαδικασία είναι ξένη προς τα δικά του συμφέροντα. Οτι είναι για την ούγια, για την εξουσία, για το χρήμα, για τα λαμόγια. Αυτή τη συνείδηση που υπάρχει σήμερα, παντρεμένη με χίλια δυο προβλήματα, εκ των οποίων ένα από τα μεγαλύτερα είναι η ανάθεση, πού την οδηγείς; Αυτό είναι το ερώτημα.
Την οδηγείς στη χειραφέτηση από τις κοινοβουλευτικές αυταπάτες, στην ανάγκη να σηκωθεί, να μουντζώσει την κάλπη, να πάρει την υπόθεση στα χέρια του; Η ζωή δίνει μια ευκαιρία. Η εμπειρία των εργαζόμενων από όλο αυτό το μηχανισμό που λέγεται κράτος, που λέγεται κυβέρνηση και Βουλή, που λέγεται νομαρχιακή και τοπική Αυτοδιοίκηση, ανοίγει ένα μονοπάτι για να κάνει ένα βήμα ενάντια στην ανάθεση, όχι για να παραμείνει στον καναπέ, αλλά για να σηκωθεί, να πάρει τους δρόμους. Οχι, του φωνάζουν οι καθεστωτικοί. Η ψήφος σου είναι η δύναμή σου, του λένε. Οχι, του φωνάζουν και οι «αντικαθεστωτικοί». Η ψήφος σου είναι η δύναμή σου, του λένε κι αυτοί. Αφού -όπως και να το κάνουμε- μέσα απ’ αυτή όχι μόνο μπορεί να φανεί η δυσαρέσκειά σου -του λένε!- αλλά και η απόφασή σου να ΑΝΑΘΕΣΕΙΣ στους τάδε αριστερούς να σου λύνουν τα προβλήματά σου.
Τα προβλήματα δε λύνονται με ψηφοφορίες, είχε πει ο Μαρξ. Τα προβλήματα των καταπιεσμένων ποτέ δε λύθηκαν με ψηφοφορίες. Οι λύσεις ήταν αποτελέσματα σκληρών, επίμονων, μαζικών αγώνων και διεκδικήσεων. Τις περισσότερες φορές οι κοινοβουλευτικές εκλογές, οι εκλογικές διαδικασίες έπαιξαν το ρόλο του κυματοθραύστη της επίλυσης των προβλημάτων. Είτε υλοποιώντας μερικώς και κουτσουρεμένα τις απαιτήσεις των κινημάτων είτε βάζοντας φραγμό, με τις αυταπάτες για τους κυβερνώντες που θα έβγαιναν και θα έλυναν τα προβλήματα, ειρηνικά, πολιτισμένα, χωρίς εντάσεις και μάταιες εξεγέρσεις.
Οι εκλογές ολοκληρώνονται αύριο με το δεύτερο γύρο, όμως σε κοινωνικό επίπεδο τίποτα δεν άλλαξε και τίποτα δεν πρόκειται ν’ αλλάξει. Οι ανατροπές, που σαν το οξυγόνο τις έχει ανάγκη η εργαζόμενη κοινωνία και η νεολαία της, θα έρθουν μέσα από άλλες διαδικασίες. Από διαδικασίες «του δρόμου» και όχι της κάλπης.
Η ξεφτίλα των εκλογών ολοκληρώνεται αύριο στο δεύτερο γύρο. Σ’ αυτόν φαίνεται πιο καθαρά σε σχέση με τον πρώτο η εξουσιολαγνεία και εξουσιομανία, που γκρεμίζει «διαχωριστικές γραμμές» και κάνει σκόνη τα επίσημα κομματικά ιδεολογήματα. Σταχυολογούμε μερικά παραδείγματα χαρακτηριστικά της ξεφτίλας.
♦ Στη Θεσσαλονίκη δεν είναι μόνο ο Μπουτάρης που υποστηρίζει σχεδόν ανοιχτά την Αράπογλου, αλλά και ο Κουράκης του ΣΥΝ, που δέχτηκε να συναντηθεί μαζί της και να ταχθεί ουσιαστικά στο πλευρό της, λέγοντας ότι το κύριο είναι να φύγει ο Παπαγεωργόπουλος.
♦ Στη Νέα Σμύρνη η Κατσέλη του ΠΑΣΟΚ, που έχει αντίπαλο τον Κουτελάκη του ΣΥΝ, ανακοίνωσε συνάντηση «για καφέ» με τον Νικήτα Κακλαμάνη, ο οποίος την τελευταία στιγμή δεν πήγε, προφανώς επειδή από τη Ρηγίλλης του είπαν να μην πάει (η Κατσέλη είχε καλέσει όλα τα κανάλια). Πήγε όμως ο Παχατουρίδης (εκλεγείς στο Περιστέρι με τη σημαία της ΝΔ), που τάχθηκε ευθέως στο πλευρό της Κατσέλη.
♦ Ο Γλέζος έκανε ανοιχτό κάλεσμα σε ΣΥΝ και ΚΚΕ να αλληλοϋποστηριχτούν σε Καισαριανή και Νίκαια. Κι ενώ η πρόταση Γλέζου έχει σαφές πολιτικό περιεχόμενο, ο Περισσός διάβασε μόνο τη μισή και έγραψε στο «Ριζοσπάστη»: «Σε γραπτή δήλωση υποστήριξης στο Δήμαρχο Στ. Μπενετάτο και στη “Δημοκρατική Ενότητα” Νίκαιας προχώρησε, χτες, ο Μανόλης Γλέζος, μπροστά στη μάχη του β΄ γύρου των δημοτικών εκλογών». Μπροστά στις πολιτικάντικες σκοπιμότητες οι «αρχές» πάνε περίπατο.
♦ Καταγγέλλει ο Περισσός τον «αντάρτη» της ΝΔ Παλαμιώτη στην Καρδίτσα, που τάχτηκε ανοιχτά υπέρ του υποψήφιου του ΠΑΣΟΚ. «Ξεχνάει», όμως, ότι επίσημα η ΝΔ τάσσεται υπέρ του εκλεκτού του Περισσού Χρ. Τέγου, ο οποίος δεν αρκέστηκε μόνο στην παρουσία όλων των Νεοδημοκρατών βουλευτών (και του υπουργού Σιούφα) στη συγκέντρωσή του, αλλά προσέφυγε και στον Ζαγορίτη, ο οποίος πήγε στην Καρδίτσα και γύρισαν χεράκι-χεράκι τα ουζερί της πόλης.