Η εικόνα στο διαρκές συνέδριο της ΔΗΜΑΡ τα έλεγε όλα. Από τους δεκαέξι βουλευτές που εξέλεξε το κόμμα τον Ιούνη του 2012, μόνο δύο (Τσούκαλης, Γιαννακάκη) ακολουθούν τον Κουβέλη στην εκλογική σύμπραξη με την υπό τον Χρυσόγελο διάσπαση των Οικολόγων Πρασίνων. Αρκετοί την είχαν ήδη κάνει πολύ πριν την προκήρυξη των εκλογών, ενώ η πλειοψηφία αυτών που απέμειναν μέχρι το τέλος στη ΔΗΜΑΡ και ψήφισαν συντεταγμένα «παρών» στην προεδρική εκλογή απαξίωσε και να παρευρεθεί στο συνέδριο. Ούτε ένα από τα στελέχη τα οποία τόσα χρόνια στήριξαν τον Κουβέλη, όντας μαζί του από την εποχή του «εσωτερικού» δεν βρήκε να πει δυο καλά λόγια. «Φιάσκο» χαρακτήρισε την προσέγγιση με τον ΣΥΡΙΖΑ ο Χατζησωκράτης, αποδίδοντας την όλη εξέλιξη στην πίεση εκείνων των στελεχών που ήθελαν την εκλογική σύμπραξη με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ετσι όπως εξελίχτηκαν τα πράγματα, ο Κουβέλης είχε δύο επιλογές. ‘Η να ξανακατέβει στις εκλογές παριστάνοντας ότι δεν τρέχει τίποτα και παρουσιάζοντας ως μεγάλη πολιτική πρωτοβουλία τη σύμπραξη με τον Χρυσόγελο και την παρέα του ή να μην κατέβει και να κάνει μια προσπάθεια ανασυγκρότησης της ΔΗΜΑΡ χωρίς το βάρος μιας εκλογικής κατραπακιάς, όπως εισηγούνταν κάποια στελέχη. Επέλεξε το πρώτο, θυμίζοντας έναν πεισματάρη γέρο που νομίζει ότι είναι ακόμη νέος.
Ο Κουβέλης νόμιζε ως τώρα πως μπορούσε να έχει τους πάντες στα χέρια του. Νόμιζε πως το ποσοστό που πήρε η ΔΗΜΑΡ το 2012 το πήρε με την αξία της και όχι χάρη στη στήριξη των μεγάλων μιντιακών συγκροτημάτων που έκριναν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμη ανώριμος για την εξουσία και έριξαν όλο το βάρος τους στη στήριξη της «κυβερνώσας αριστεράς της ευθύνης». Μπήκε αναγκαστικά στην κυβέρνηση (δεν τον έπαιρνε να ξανακάνει το παιχνίδι που έκανε μετά τις εκλογές του Μάη 2012), αλλά ένα χρόνο μετά την εγκατέλειψε, νομίζοντας ότι θα του συμπεριφερθούν με το γάντι και θα τον βοηθήσουν να γίνει πρόεδρος της Δημοκρατίας που ήταν ο διακαής του πόθος.
Οταν συνειδητοποίησε ότι οι παλιοί του προστάτες τον είχαν πλέον στο φτύσιμο και με την κρυάδα των ευρωεκλογών στις αποσκευές του, προσπάθησε να το παίξει δίπορτο, προβάλλοντας τον εαυτό του σαν αναντικατάστατο. Στο μεταξύ, όμως, οι βουλευτές του φυλλορροούσαν. Αλλοι τραβούσαν προς την Κεντροαριστερά και άλλοι προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Για να κρατήσει τους τελευταίους και κυρίως επειδή στο παρασκήνιο έπαιρνε διαβεβαιώσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ, έγειρε τη ζυγαριά προς τα εκεί και με τους βουλευτές του έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να μην εκλεγεί πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Και φτάσαμε στο ναυάγιο μιας συνεργασίας που όλοι τη θεωρούσαν σίγουρη. Τι έγινε στο παρασκήνιο; Κανένα μέρος δεν λέει επίσημα την αλήθεια. Ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ. Και βέβαια, δε θα πιστέψουμε τον Κουβέλη που λέει ότι τα χάλασαν επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήθελε να υπογράψουν… προγραμματική συμφωνία. Απλούστατα, το έξυπνο πουλί πιάστηκε στη φάκα. Διοχέτευε στα ΜΜΕ πληροφορίες ότι η ΔΗΜΑΡ θα διατηρήσει την αυτοτέλειά της και πως οι Δημαρίτες που θα εκλεγούν βουλευτές με τα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ θα αναφέρονται στον Κουβέλη και όχι στον Τσίπρα! Και βέβαια, για τον εαυτό του δε συζητούσε τίποτ’ άλλο εκτός από τη θέση του επικεφαλής στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλο που δεν ήθελαν οι Τσιπραίοι, τους «καθάρισαν» με συνοπτικές διαδικασίες και ο κυρ-Φώτης έγινε ο περίγελος της πολιτικής πιάτσας.
Τι μέλλει γενέσθαι; Ενας αριβίστας σαν και του λόγου του θα εξακολουθήσει να το παλεύει, όσο έχει τη στήριξη κάποιων στελεχών. Μέχρι να τον εγκαταλείψουν κι αυτά (αν βρουν κάτι καλύτερο), όπως έκανε ο Λυκούδης, στενός πολιτικός του φίλος επί δεκαετίες. Εκείνοι που δεν πάτησαν το πόδι τους στο συνέδριο κι εκείνοι που πήγαν και έφυγαν διαφωνώντας με την αυτόνομη κάθοδο έχουν κάνει ήδη τις επαφές τους με τον ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιους θα τους δούμε υποψήφιους, ενώ κάποιοι άλλοι θα περιμένουν να σχηματίσει ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση για να βολευτούν σε κρατικά πόστα.
Γιατί, όμως, πρέπει να τα συζητάμε όλ’ αυτά; Για έναν και μόνο λόγο. Αυτοί οι ποταποί τύποι για μεγάλες περιόδους παρουσιάζονται ως τα ύψιστα παραδείγματα ηθικής, ανιδιοτέλειας, κοινωνικής προσφοράς, προοδευτικότητας, αριστεροσύνης κτλ. κτλ. ενώ πρόκειται για αριβίστες που έχουν συνειδητοποιήσει ότι το προσωπικό τους συμφέρον ταυτίζεται με το συμφέρον της εκμεταλλευτικής άρχουσας τάξης. Η δημόσια εικόνα που τους φιλοτεχνούν τα κέντρα του συστήματος εγκλωβίζει εργαζόμενους, στομώνει τη σκέψη τους, διαστρέφει την ταξική τους συνείδηση.