Χειρότερα από τη λαμογιά, που αποδεδειγμένα διέπραξε η Μυρσίνη Λοΐζου, ήταν όσα έγραψε για να δικαιολογήσει την πράξη της. «Προφανώς αναγνωρίζω ότι λανθασμένα καταβαλλόταν για κάποιο διάστημα η σύνταξη αυτή. Ωστόσο, το λάθος αυτό δεν είναι δικό μου, αφού, μετά το θάνατο της μητέρας μου, αμέσως τον δήλωσα στις αρμόδιες υπηρεσίες. Ο λόγος που η σύνταξη συνέχισε να καταβάλλεται σχετίζεται με γραφειοκρατικές διαδικασίες, κάτι το οποίο εξ όσων γνωρίζω συμβαίνει συχνά και ταλαιπωρεί αρκετούς πολίτες. Μάλιστα, αναγνώρισα το χρέος μου γι' αυτή την υπόθεση ενώπιον του δικαστηρίου και το αποπληρώνω», έγραψε στη δήλωσή της.
Από πού ν' αρχίσει και πού να τελειώσει κανείς; Ακόμα κι αν η σύνταξη καταβαλλόταν από λάθος, η ίδια γιατί την εισέπραττε; Αντε να την εισπράξεις ένα, δυο μήνες, επειδή δεν έχεις καταλάβει τι γίνεται. Μετά απευθύνεσαι στην αρμόδια δημόσια υπηρεσία, και τους λες: «Ρε παιδιά, τι κάνετε, έχει πεθάνει η γυναίκα»! Οπως η ίδια αποκάλυψε, δεν πρόκειται για σύνταξη από ασφαλιστικό φορέα, αλλά για τιμητική σύνταξη από το υπουργείο Πολιτισμού, το οποίο μάλλον δεν ενημερώθηκε για το θάνατο της Μάρως Λοΐζου, όπως ενδεχομένως ενημερώθηκε ο ασφαλιστικός της φορέας (υποθέσεις κάνουμε). Αντε να δεχτούμε ότι η μη ενημέρωση του ΥπΠΟ έγινε από παράλειψη. Ομως η σύνταξη έμπαινε επί έξι χρόνια και η Μυρσίνη Λοΐζου δεν είχε κανένα πρόβλημα να την εισπράττει, καθώς -όπως φαίνεται- ήταν συνδικαιούχος του τραπεζικού λογαριασμού της μητέρας της. Είναι προφανές ότι κατάλαβε τι τρέχει και συνειδητά εισέπραττε σύνταξη θανούσης. Ο,τι και να ισχυρίζεται εκ των υστέρων, το γεγονός δεν αλλάζει: η σύνταξη δεν καταβαλλόταν απλώς, αλλά την εισέπραττε η ίδια.
Χρειάζεται πολύ θράσος για να γράψει κάποιος «αναγνώρισα το χρέος μου γι' αυτή την υπόθεση ενώπιον του δικαστηρίου», όταν στο δικαστήριο δεν πήγε με τη θέλησή του, αλλά επειδή πιάστηκε στα πράσα. Το χρέος δεν μπορούσε να μην το αναγνωρίσει. Είναι απ' αυτές τις υποθέσεις που δεν μπορούν να κρυφτούν με τίποτα, γιατί φαίνονται στην κίνηση των τραπεζικών λογαριασμών. Τι θα μπορούσε να πει, «δεν ξέρω ποιος πήρε τα λεφτά»; Αν έλεγε τέτοιες «παπάτζες», θα είχε αυστηρότερη αντιμετώπιση από το δικαστήριο. Πέρα από το χρέος, όμως, την ποινική ευθύνη δεν ξέρουμε αν την αναγνώρισε. Το πιθανότερο είναι να επιστράτευσε διάφορες δικαιολογίες, για να πείσει το δικαστήριο ότι δεν είχε δόλο. Οπως φαίνεται, δεν το έπεισε, αν και η ποινή της φυλάκισης δύο ετών, για παράνομο σφετερισμό ενός ποσού που ξεπερνά τα 50.000 ευρώ, είναι λίαν επιεικής (για να μην πούμε «χάδι»). Μπορεί να λειτούργησε το «βαρύ» επώνυμο που κουβαλάει και να μέτρησε η κλαψούρα περί έλλειψης δόλου, σε συνδυασμό με υπερασπιστικές καταθέσεις όπως της Χάριτος Αλεξίου, που είπε ότι «το παιδί» δεν ασχολούνταν με τα οικονομικά και δεν ήξερε ότι εισπράττει και τη σύνταξη της μητέρας της.
Είναι πρόκληση να έχεις κάνει τέτοια λαμογιά και να βγαίνεις εκ των υστέρων να λες ότι… υπέστης ταλαιπωρία για γραφειοκρατικούς λόγους! Κι ακόμα, να καταγγέλλεις τους πολιτικούς σου αντιπάλους ότι «δημιουργούν εντυπώσεις», την ίδια στιγμή που εσύ έχεις εκθέσει ανεπανόρθωτα το κόμμα σου. Οταν είσαι καριερίστας, όμως, αδιαφορείς για την πολιτική προστασία του κόμματός σου. Το εκθέτεις, ποντάροντας στο ότι μπορεί οι αντίπαλοι να μην ανακαλύψουν τίποτα. Και μη μας πει κανείς ότι η Λοΐζου δέχτηκε να είναι υποψήφια ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ από πάθος να προσφέρει στον ελληνικό λαό. Τα οικονομικά και λοιπά προνόμια του ευρωβουλευτή ήταν το δέλεαρ. Και το πατρικό επώνυμο, το όχημα για την εκλογή (γιατί όπως όλοι είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε, δεν είναι και κανένα πολιτικό… αστέρι).
Οταν είσαι «παρτάκιας», δεν έχεις ούτε την εντιμότητα να παραιτηθείς, αναγνωρίζοντας ευθέως το λάθος σου, αλλά «θέτεις στη διάθεση των οργάνων την απόσυρσή σου από το ψηφοδέλτιο», ελπίζοντας μέχρι την τελευταία στιγμή ότι κάτι θα γίνει και θα παραμείνεις. Ισως να είχε μιλήσει με τον Τζανακόπουλο, ο οποίος είχε ήδη βγει στα ερτζιανά και την υπερασπιζόταν, καταγράφοντας άλλη μια προσωπική γκάφα.
«Αυτό που συμβαίνει, με ευθύνη της αντιπολίτευσης, είναι η αλλαγή της ατζέντας από το πολιτικό στο προσωπικό», έγραψε η Μ. Λοΐζου. Μπα, προσωπικό ζήτημα είναι η υπεξαίρεση χρημάτων του δημοσίου και μάλιστα από πρόσωπο που αναζητά κεντρικό πολιτικό ρόλο; Εκανε λόγο και για «κανιβαλισμό». Εδώ τι να πεις, σηκώνεις τα χέρια ψηλά. Η κυρία δεν ξέρει πού πατεί και πού πηγαίνει. Δεν έχει καμιά επαφή με την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα. Θεωρεί πως όλα αρχίζουν και τελειώνουν στον εαυτούλη της. Δηλαδή, τι περίμενε, να την άφηναν έτσι, την ίδια και το κόμμα της;
Οσο για τους συριζαίους, την πάτησαν σαν πρωτάρηδες. Αναζήτησαν το τρανταχτό όνομα (τρανταχτό κληρονομικώ δικαίω και όχι εξ ιδίας δράσης), χωρίς να ψάξουν αν αυτό είναι καθαρό. Δε θα πούμε ότι θλιβόμαστε…
Τελευταία Νέα :
- Το μαρτύριο της υπερεφημέρευσης των γιατρών μπορεί και πρέπει να τελειώσει
- Μακάμπι Τελ Αβίβ – Παλαιστινιακή Αντίσταση, σημειώσατε 2
- Περιπτωσιολογία, φληναφήματα, αβαθής υπεράσπιση της σταλινικής περιόδου και του Στάλιν
- Σαν σήμερα 27 Δεκέμβρη
- Δημόσια Παιδεία με χορηγίες καπιταλιστών, απογείωση ανισοτήτων με το International Baccalaureate και άλλες υπερεξουσίες στους διευθυντές-μάνατζερ
- Γιατί να μη γίνει ένας μαραθώνιος αγάπης;