Η διοίκηση Φιλιππίδη στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο στρέφεται κατά της Citigroup, ζητώντας νέα συμφωνία για το δομημένο ομόλογο των 40 εκατ. ευρώ, το οποίο σήμερα αξίζει μόλις 4 εκατ. ευρώ. Ομως, δεν έχει περάσει ούτε χρόνος που από τότε ο προηγούμενος διοικητής Π. Τσουπίδης δήλωνε ότι «σε ό,τι αφορά το Τ.Τ., αλλά και εμένα προσωπικά, το θέμα των δομημένων ομολόγων ήταν και είναι καθαρά άνευ ουσίας» και χαρακτήριζε «θέμα πολιτικού reality show» το θόρυβο που γινόταν, με πλήρη κάλυψη από τον υπουργό Οικονομίας Γ. Αλογοσκούφη (εγκέφαλο της φάμπρικας των δομημένων ομολόγων) και τον πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή.
Οταν ανέλαβε ο Φιλιππίδης, διορισμένος κατευθείαν από το Μαξίμου, πήρε εντολή να καθαρίσει την κατάσταση και να καλύψει κάθε τρύπα από την οποία αναδιδόταν οσμή σκανδάλου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ανακοίνωσε αλλαγή του στρατηγικού προσανατολισμού του Τ.Τ., με «οργανικά έσοδα που θα προέλθουν από την αύξηση των κερδών από προμήθειες μέσω της προώθησης ασφαλιστικών προϊόντων, της ενεργοποίησης των λογαριασμών μισθοδοσίας και όχι με κέρδη από το επενδυτικό χαρτοφυλάκιο» (ευθεία βολή κατά της διοίκησης Τσουπίδη). Φρόντισε ταυτόχρονα να δώσει «πιστοποιητικό απορίας» στον Τσουπίδη, δηλώνοντας ότι η Citigroup παραπλάνησε (sic!) τη διοίκηση Τσουπίδη πουλώντας της προϊόντα «με ελκυστικό αμπαλάζ, αυξημένου ωστόσο ρίσκου, χωρίς να είναι εγγυημένο έστω ένα ποσοστό της επένδυσης». Υποστήριξε, ακόμη, ότι τέτοιου τύπου κρούσματα έχουν συμβεί και στο παρελθόν, όταν εκείνος που πουλά έχει μεγάλη εμπειρία σε σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα και βαθιά γνώση των αγορών και εκείνος που αγοράζει «δεν γνωρίζει τα προϊόντα αυτά» και «παραπλανάται» από το αμπαλάζ τους.
Οι άνθρωποι της τραπεζικής και χρηματιστηριακής πιάτσας άκουσαν αυτές τις δηλώσεις, κάγχασαν και κούνησαν το κεφάλι τους με νόημα. Αντιλαμβάνονται ότι η γραμμή από το Μαξίμου είναι: «Βγάλτε τον Τσουπίδη άσχετο, εν ανάγκη και μαλάκα, μη τυχόν και μας τον βγάλουν απατεώνα». Ομως, ο Τσουπίδης θεωρούνταν ειδικός στις χρηματοοικονομικές μπίζνες, δεν ήταν κάποιο τυχαίο στέλεχος της Δεξιάς. Τοποθετήθηκε στο Τ.Τ. για να κάνει τη συγκεκριμένη δουλειά. Τοποθέτησε σε «σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα» (αυτά που καθιερώθηκε να τα λέμε δομημένα ομόλογα) 690 εκατ. ευρώ, ποσό που τρόμαξε την Τράπεζα της Ελλάδος (το ρίσκο ήταν τεράστιο), που παρενέβη και έτσι στα τέλη του 2006 το ποσό μειώθηκε στα 580 εκατ. ευρώ.
Θυμίζουμε, ότι στις 30.5.2007 ο Τσουπίδης μαζί με τον διοικητή της ΑΤΕ Δ. Μηλάκο, φίλο και κουμπάρο του Καραμανλή, είχαν κληθεί στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής, όπου είχε αποκαλυφθεί σωρεία στοιχείων για τις σχέσεις τους με τη JP Morgan και τη Citigroup, καθώς και τη Νοrth Asset Management του περιβόητου Γ. Παπαμαρκάκη.
Ο Αλογοσκούφης προσπαθεί τώρα να βγάλει την ουρά του απέξω. «Το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο είναι τράπεζα και έχει τη διοίκησή του. Το Δημόσιο διατηρεί μειοψηφικό πακέτο μετοχών. Αν κάποιος επενδυτικός σύμβουλος παραπλάνησε τη διοίκηση, αυτό είναι ιδιωτικό θέμα μεταξύ των δύο ιδρυμάτων, που θα το λύσουν όπου δει, και δεν είναι κάτι με το οποίο θα πρέπει να ασχοληθεί ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών»(!) δήλωσε πρόσφατα στη Βουλή απαντώντας σε επερώτηση της Λ. Κατσέλη. Πέρα από το γεγονός ότι ο Τσουπίδης ήταν δικός του άνθρωπος και δική του επιλογή για το Τ.Τ., υπάρχουν το δομημένα ομόλογα που έχουν αγοράσει μια σειρά Ταμεία. Η κυβέρνηση, διά στόματος Αλογοσκούφη, περιόρισε το σκάνδαλο στο δομημένο ομόλογο που είχε αγοράσει από τη JP Morgan το ΤΕΑΔΥ. Τα υπόλοιπα –έλεγε ο υπουργός Οικονομίας– δεν έχουν κανένα πρόβλημα και δεν υπάρχει λόγος επαναγοράς τους από τις πωλήτριες τράπεζες και τις χρηματιστηριακές εταιρίες. Μήπως, λοιπόν, μπορεί να μας πει τώρα πόσα ακριβώς ομόλογα υπάρχουν στα χαρτοφυλάκια ασφαλιστικών ταμείων, πόσο αγοράστηκαν και ποια είναι η αξία τους σήμερα, που τα διεθνή χρηματιστήρια καταρρέουν; Οταν ο σημερινός πρόεδρος του Τ.Τ. δηλώνει ότι η προηγούμενη διοίκηση, υπό τον έμπειρο χρηματιστή Π. Τσουπίδη εξαπατήθηκε από ένα τραπεζικό μονοπώλιο που ακούει στο όνομα Citigroup, τι λέτε να συνέβη με τις πανάσχετες διοικήσεις των ασφαλιστικών ταμείων, που εκτελούσαν κυβερνητικές εντολές και γυάλιζε το μάτι τους με τα «δωράκια» που δίνονται σ’ αυτές τις περιπτώσεις;