Μια χαρά κάνουν τη δουλειά τους τα παιδιά του δικαστικού ρεπορτάζ στον αστικό Τύπο. Μαθαίνουν όσα καταθέτουν τα «μπουμπούκια» που προσέρχονται στον εισαγγελέα Λιόγα και τα καταγράφουν στα ρεπορτάζ τους. Ομως, χωρίς να φταίνε οι συγκεκριμένοι συντάκτες, το αποτέλεσμα είναι να επιτείνεται η σύγχυση. Γιατί ο αστικός Τύπος δεν κάνει συνθέσεις και έτσι οι αναγνώστες βομβαρδίζονται με ένα συνεχώς διογκούμενο όγκο πληροφοριών, με αντιφατικούς ισχυρισμούς και παραπλανητικές δηλώσεις, και δε μπορούν να βγάλουν άκρη. Ποια είναι η ουσία; Οι πάντες γνώριζαν το colpo grosso των δομημένων ομολόγων, γιατί ήταν μια κυβερνητική απόφαση για καλύτερη διαχείριση του χρέους. Αυτή η καλύτερη διαχείριση δε μπορούσε να γίνει σε βάρος των εκδοτριών τραπεζών και των μεσαζόντων χρηματιστών, που ξέρουν το παιχνίδι και δεν πιάνονται κορόιδα. Επρεπε να βρεθούν κορόιδα αγοραστές και μόνο τα ασφαλιστικά ταμεία προσφέρονταν γι’ αυτό το ρόλο. Και βέβαια, χωρίς κυβερνητικό δάκτυλο οι διοικήσεις των Ταμείων δεν θα τολμούσαν να μπουν σε τέτοια περιπέτεια.
Ενας άλλος πόλος, που έχει τεράστιες ευθύνες, είναι η Τράπεζα της Ελλάδος, που διοικείται ακόμα από τον «κολλητό» του Σημίτη Ν. Γκαργκάνα. Στα τέλη της προηγούμενης βδομάδας ο υπουργός Απασχόλησης Β. Μαγγίνας, αναφερόμενος σε έγγραφο, βάσει του οποίου η ΤτΕ μπορούσε να κάνει έλεγχο στις επενδύσεις των Ταμείων, «έδωσε στεγνά» τον Γκαργκάνα: «Στο τέλος της τετραετίας (2004) θυμήθηκε ο διοικητής της ΤτΕ να βγάλει αυτή την απόφαση; Τι έκανε κατά τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια; Μην έχετε την εντύπωση ότι η Τράπεζα της Ελλάδος έκανε κάποιον έλεγχο τόσο σημαντικό και σπουδαίο. Εάν είχε συμβεί αυτό και δεν κατηγορώ κανέναν, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα, δεν θα φτάναμε στο 80%, στο 60% και στο 50% υπέρβασης του 23% το οποίο περιγράφεται στο νόμο για το όριο επενδύσεων των αποθεματικών των Ταμείων». Γιατί δεν αντέδρασε η ΤτΕ; Γιατί ο ουσιαστικός και όχι τυπικός ρόλος της δεν είναι να προστατεύει τα ασφαλιστικά ταμεία, αλλά να προστατεύει τη σωστή λειτουργία του καπιταλισμού, κρατικού και ιδιωτικού. Να προστατεύει και την κυβέρνηση (που ήθελε να διαχειριστεί με καλύτερους όρους το δημόσιο χρέος) και τις τράπεζες-χρηματιστές (που ήθελαν να βγάλουν νέα κέρδη απ’ αυτή τη διαχείριση). Οταν γίνεται μια τέτοια «μπίζνα», κάποιος θα χάσει, δε μπορεί να κερδίσουν όλοι. Ο «κάποιος» ήταν τα ασφαλιστικά ταμεία.
Το colpo grosso θα συνεχιζόταν κανονικότατα, αν δεν σκόνταφτε στον επιχειρηματικό ανταγωνισμό. Η JP Morgan κατέστη όχι απλά προνομιακός αλλά σχεδόν αποκλειστικός «συνεργάτης» της σημερινής κυβέρνησης, άλλοι τραπεζικοί κολοσσοί ενοχλήθηκαν και έβγαλαν το σκάνδαλο, μέσω της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Αυτή είναι η πολιτική ουσία της υπόθεσης, ενώ η νομική πραγματικότητα θα είναι αναγκαστικά μια στρεβλή και ημιτελής αντανάκλασή της. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ρόλος των δικαστηρίων δεν είναι να βρουν την αλήθεια, αλλά να αποδώσουν δικαιοσύνη με βάση το ισχύον δίκαιο και τα όσα στοιχεία τεθούν υπόψη τους. Πόσα μπορεί να είναι αυτά τα στοιχεία, όταν εμπλέκονται πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες υψηλότατου επιπέδου;