Αν δεν το έχετε πάρει είδηση, σας πληροφορούμε ότι η κοινοβουλευτική επιτροπή αναθεώρησης του συντάγματος έχει ξεκινήσει τις εργασίες της και ήδη έχει πραγματοποιήσει τέσσερις συνεδριάσεις. Φυσικά, το σύνταγμα δεν πρόκειται να αναθεωρηθεί, αφού η κυβέρνηση δεν θα συγκεντρώσει τις απαιτούμενες 181 ψήφους, όμως έχει κερδίσει τη νομιμοποίηση αυτής της φάρσας, αφού, εκτός από το προθυμότατο ΛΑΟΣ, στις εργασίες της επιτροπής συμμετέχουν κανονικά το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Το ΠΑΣΟΚ αποχώρησε, για τους δικούς του λόγους (για να μη βρεθεί αναγκασμένο να καταψηφίσει αναθεωρήσεις με τις οποίες συμφωνεί, όπως αυτή του άρθρου 16) και μπορεί να δημαγωγεί εκ του ασφαλούς.
Τι γυρεύουν, όμως, σ’ αυτή τη φάρσα τα δυο κόμματα της «αριστεράς». Γιατί νομιμοποιούν μια διαδικασία καταδικασμένη στη συνείδηση του κόσμου της αριστεράς και ιδιαίτερα στη συνείδηση του φοιτητικού κινήματος, που με τον αγώνα του ανάγκασε το ΠΑΣΟΚ να αποχωρήσει από την προαναθεωρητική διαδικασία της προηγούμενης Βουλής; Γιατί πήραν ακόμα και θεσμικούς ρόλους (αντιπροεδρίες) στην επιτροπή αναθεώρησης; Δεν αποτελεί αυτή τους η στάση «αβάντα» στην κυβέρνηση της ΝΔ, που βγαίνει από τη δύσκολη θέση, ενώ έπρεπε να αφεθεί εντελώς απομονωμένη, με μοναδικό στήριγμα το ακροδεξιό ΛΑΟΣ;
Ο Φ. Κουβέλης, εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, δεν δίστασε να πει τα εξής εκπληκτικά στη συνεδρίαση της 14ης Φλεβάρη: «Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εμείς μένουμε στη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, διότι θεωρούμε ότι μεταξύ των άλλων για τα οποία έδωσε εντολή ο ελληνικός λαός είναι και η εξέλιξη της αναθεωρητικής διαδικασίας»! Το κόμμα που παρουσιάζεται ως εκπρόσωπος των ριζοσπαστικών κινημάτων της νεολαίας, το κόμμα που δεν διστάζει σε κάθε ευκαιρία να καπηλευτεί τους αγώνες του φοιτητικού κινήματος, δεν διστάζει να μετατρέψει τη θεσμολαγνεία του σε αρετή και να «φτύσει» με τον πιο χυδαίο τρόπο ακριβώς αυτούς τους αγώνες.
Πιο συμμαζεμένος σε διατυπώσεις ο εισηγητής του Περισσού Αχ. Κανταρτζής προσπάθησε να δικαιολογήσει τη συμμετοχή του κόμματός του στη διαδικασία με μια νηπιακού (από πολιτική άποψη) ανάλυση, με την οποία θα γελούσε ακόμα και πρωτοετής της Νομικής. «Το Σύνταγμα αυτό χρειάζεται αναθεώρηση –είπε– γιατί το ισχύον Σύνταγμα είναι κατά βάση ένα Σύνταγμα το οποίο έρχεται να κατοχυρώσει την εξουσία του μεγάλου κεφαλαίου, να διευκολύνει την πορεία ενσωμάτωσης της χώρας μας στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς… Εμείς λέμε, ναι, χρειάζεται, αλλά σε διαφορετική κατεύθυνση από αυτή που κινούνται οι προτάσεις και της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ».
Οπως δε μπορείς να μπλέκεις σώβρακα με γραβάτες, έτσι δε μπορείς να μπλέκεις συντάγματα με προγράμματα. Ενα πολιτικό πρόγραμμα αποτυπώνει το επιθυμητό, αυτό που πρεσβεύει μια πολιτική δύναμη και για το οποίο σκοπεύει να αγωνιστεί. Αντίθετα, ένα σύνταγμα αποτυπώνει αυτό που ήδη έχει συντελεστεί στη ζωή. Κάθε αστικό σύνταγμα θα κατοχυρώνει την εξουσία του κεφάλαιου. Και το σημερινό και το προηγούμενο και το επόμενο. Εάν υπάρξει επαναστατική ανατροπή, εάν η αστική τάξη χάσει την εξουσία, τότε –και μόνο τότε– θα έρθει η ώρα για ένα άλλο σύνταγμα, ένα επαναστατικό σύνταγμα, που θα αποτυπώσει τη ριζική αλλαγή η οποία ήδη συντελέστηκε στη ζωή. Αυτά –όπως είπαμε και παραπάνω– τα γνωρίζουν ακόμη και οι πρωτοετείς της Νομικής, όμως η ηγεσία του Περισσού καμώνεται πως τα αγνοεί, για να δικαιολογήσει τη θεσμολαγνεία της και την καλλιέργεια αυταπατών στους εργαζόμενους, πως μια συνταγματική αλλαγή προς όφελος των εργαζόμενων, είναι ζήτημα κοινοβουλευτικών συσχετισμών.
Απ’ όλη αυτή τη διαδικασία, λοιπόν, εκείνο που θα μείνει θα είναι μια ακόμη απόδειξη της θεσμολαγνείας της καθεστωτικής αριστεράς και μια κατάπτυστη πολιτική στήριξη της κυβέρνησης της ΝΔ, ώστε να μετριαστεί η εικόνα του φιάσκο και να μη φανεί η πολιτική της απομόνωση, ως αποτέλεσμα της νεολαιίστικης κυρίως αντίστασης.