Γιατί δεν τρομάζει η αστική τάξη από τον Περισσό; Γιατί το πιο μαύρο από τα συγκροτήματα των ΜΜΕ, το συγκρότημα Ψυχάρη (τέως συγκρότημα Λαμπράκη), αφιερώνει σελίδες επί σελίδων στον Περισσό, εξαίροντας τη συνέπειά του; Γιατί αντιδραστικοί αρθρογράφοι όπως ο Πρετεντέρης, ο Λακόπουλος, ο Πολίτης γράφουν ύμνους στην πολιτική σοφία της Παπαρήγα;
Η πρώτη, εύκολη απάντηση είναι πως το κάνουν γιατί θέλουν να χρησιμοποιήσουν τον Περισσό σαν αντίβαρο στον ΣΥΡΙΖΑ, πως το ίδιο θα κάνουν ενισχύοντας όσο μπορούν και τον Αλαβάνο. Αλλωστε, άλλα ΜΜΕ, που κλίνουν προς τον ΣΥΡΙΖΑ (Ελευθεροτυπία, Εφημ. Συντ., 6 μέρες) ακολούθησαν εχθρική στάση, εξαίροντας μόνο τις απόψεις της εσωκομματικής αντιπολίτευσης, οι οποίες δεν κατάφεραν καν να φτάσουν στο συνέδριο. Σωστές είν' αυτές οι επισημάνσεις, ας αναρωτηθούμε, όμως, αν υπήρχε περίπτωση αντιδραστικά συγκροτήματα των αστικών ΜΜΕ να ενισχύσουν για καιροσκοπικούς λόγους ένα επαναστατικό κόμμα. Ενα λοιπόν είναι το ερώτημα: γιατί ο Περισσός δεν τρομάζει την αστική τάξη;
Από τη νομιμοποίηση του ρεβιζιονιστικού μορφώματος που καπηλεύεται τον τίτλο του επαναστατικού ΚΚΕ πέρασαν 28,5 χρόνια, στη διάρκεια των οποίων η αστική τάξη πείστηκε ότι πρόκειται για κόμμα του συνταγματικού τόξου, το οποίο μόνον υπηρεσίες μπορεί να προσφέρει στο σύστημα, καθώς και ένα κομμάτι της εργατικής τάξης και της νεολαίας -άλλοτε μεγαλύτερο και άλλοτε μικρότερο- εγκλωβίζει και τις κομμουνιστικές ιδέες συκοφαντεί δεόντως. Ο Περισσός έχει δώσει κατ' επανάληψη εξετάσεις στο σύστημα και τις έχει περάσει με επιτυχία. Από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, όταν καταδίκαζε με έναν οχετό προβοκατορολογίας κάθε εκδήλωση εργατικής και λαϊκής αντιβίας, μέχρι την πολιτική κρίση του 1989-90, όταν βοήθησε το σύστημα να ελέγξει αυτή την κρίση με τη συμμετοχή του σε δυο διαδοχικές συγκυβερνήσεις (Τζαννετάκη και Ζολώτα), και μέχρι τη νεολαιίστικη εξέγερση του 2008, την οποία ο Περισσός επίσης πολέμησε μ' έναν οχετό προβοκατορολογίας. Η μνημειώδης φράση της Παπαρήγα από το βήμα της Βουλής («στη λαϊκή επανάσταση δε θα σπάσει ούτε ένα τζάμι») οδήγησε και τότε τους πιο αντιδραστικούς αρθρογράφους, ενός ευρέως πολιτικού φάσματος, να επιδοθούν και πάλι σε ύμνους προς την υπευθυνότητα και τη σοβαρότητα αυτού του κόμματος.
Η κυρίαρχη γραμμή στα αστικά ΜΜΕ σήμερα (πλην αυτών που «παίζουν» αναφανδόν ΣΥΡΙΖΑ) είναι πως ο Περισσός είναι ένα σοβαρό και υπεύθυνο κόμμα, με τη γραμμή του οποίου μπορεί να διαφωνούμε, όμως τη σεβόμαστε. Σε ελεύθερη απόδοση, αυτή η στάση θα μπορούσε να αποδοθεί ως εξής: δεν μας ενοχλεί ένα κόμμα με κομμουνιστική φλυαρία, αντίθετα χρειαζόμαστε ένα τέτοιο κόμμα, για να συγκρατεί εργατικές και νεολαιίστικες δυνάμεις στο βάλτο της αστικής νομιμότητας.
Ο Περισσός βιώνει μια βαθιά αντίφαση. Από τη μια είναι ένα κόμμα που δεν αμφισβητεί τον καπιταλισμό και αγωνίζεται για την υποταγή στην αστική νομιμότητα και από την άλλη, επειδή «κάηκε» το 1989-90 που έπαιξε σε επίπεδο άμεσης διαχείρισης της αστικής εξουσίας, έχει υιοθετήσει στην προπαγάνδα του έναν κομμουνιστοφανή βερμπαλισμό και στην τακτική του έναν αριστερίστικο σεκταρισμό. Οσο το ΠΑΣΟΚ ήταν ακμαίο, αυτή η τακτική διευκόλυνε τον Περισσό, που είχε φτάσει σ’ ένα «αξιοπρεπέστατο» εκλογικό ποσοστό. Οταν το ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε (λόγω Μνημόνιου) και ξεπετάχτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ως δύναμη εξουσίας, σπέρνοντας αυταπάτες για «κυβέρνηση της Αριστεράς», η τακτική του Περισσού κατέρρευσε.
Η ηγετική ομάδα επιμένει σ’ αυτή την αντιφατική (για αστικό κόμμα) τακτική, γιατί μόνο έτσι μπορεί να διατηρηθεί στην κομματική εξουσία. Τους διαφωνούντες, που δεν ήταν και λίγοι, τους «καθάρισε» με συνοπτικές διαδικασίες. Ομως, αυτή η τακτική δεν μπορεί να την πάει πουθενά όσο ο ΣΥΡΙΖΑ (αλλά και άλλες δυνάμεις, όπως ο Αλαβάνος και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ) παίζει το παιχνίδι της «ενότητας της Αριστεράς». Μόνο αν τσακιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ελπίζει ο Περισσός, αλλά περιμένοντας μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να δει τη δική του δύναμη να πέφτει ακόμα πιο χαμηλά.