Tι θα έπρεπε να κρατήσει κανείς από τις αναφορές της Μέρκελ στη συμπεριφορά της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, κατά την πρόσφατη τηλεδιάσκεψή της με ευρωβουλευτές και βουλευτές των Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων των εθνικών κοινοβουλίων;
Το ότι οι ενέργειες της Τουρκίας σχετικά με την επανένωση της Κύπρου όσο και έναντι της Ελλάδας για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου «έχουν επιθετικό χαρακτήρα, προκλητικό χαρακτήρα θα έλεγα» ή το ότι «είναι καλός οιωνός ότι το σκάφος “Oruc Reis” επέστρεψε σε τουρκικό λιμάνι»;
Την εκδήλωση απογοήτευσης με τη φράση «δυστυχώς, δεν υπήρξαν τα βήματα προόδου τα οποία θα επιθυμούσα» ή τη φράση με την οποία έκλεισε την τηλεδιάσκεψη («η μεγάλη τέχνη της πολιτικής είναι να βρίσκει λύσεις στα δύσκολα»);
‘Η μήπως πρέπει να κρατήσουμε την αναφορά της στο θέμα Τουρκία-Προσφυγικό; «Αν κοιτάξουμε πόσο δυσκολευόμαστε εμείς στην ΕΕ με τα ζητήματα της μετανάστευσης, τότε αξίζει στην Τουρκία μεγάλος σεβασμός γι’ αυτά που κάνει σε αυτόν τον τομέα».
Μια ηγέτις ιμπεριαλιστικής δύναμης με την εμπειρία της Μέρκελ παίζει στα δάχτυλα την τέχνη της διπλωματικής ασάφειας. Κι αυτό έκανε στη συζήτησή της με τους βουλευτές, την οποία προφανώς αντιμετώπισε σαν μια συζήτηση ρουτίνας επιβεβλημένη από το πρωτόκολλο. «Θα επανεξετάσουμε το ζήτημα και θα σκεφτούμε πώς θα αντιδράσουμε» ήταν η τελική της κουβέντα για το πώς θα αντιμετωπιστεί το ζήτημα της Τουρκίας στη σύνοδο κορυφής στις 10-11 του Δεκέμβρη. Δήλωση που σκόρπισε θλίψη στα ελληνικά ΜΜΕ, που άρχισαν τις γνωστές αναλύσεις.
Η κυβέρνηση πάντως δεν ξαφνιάστηκε. Πρέπει να είχε ενημερωθεί διά της διπλωματικής οδού ότι δεν υπάρχει περίπτωση να αποφασιστούν κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Γι’ αυτό και ο Δένδιας έσπευσε να προετοιμάσει το έδαφος με μια συνέντευξή του στο «Politico», στην οποία εξέφρασε… παράπονα για τη γερμανική στάση: «Δεν καταλαβαίνω πραγματικά την απροθυμία της Γερμανίας να χρησιμοποιήσει την τεράστια δύναμη της οικονομίας της για να δώσει ένα σαφές παράδειγμα σε χώρες που πρέπει να υπακούσουν στο διεθνές δίκαιο. Κατανοώ το οικονομικό ζήτημα, αλλά είμαι βέβαιος ότι η Γερμανία κατανοεί επίσης την τεράστια αντίφαση της παροχής επιθετικών όπλων σε μια χώρα που απειλεί την ειρήνη και τη σταθερότητα δύο χωρών της ΕΕ. Αυτός είναι ο ορισμός της λέξης αντίφαση». Αναφερόμενος γενικότερα στη στάση της ΕΕ, ο Δένδιας παρέδωσε μαθήματα… πολιτικής εξυπνάδας: «Εάν κάνεις τα ίδια με το παρελθόν και περιμένεις άλλο αποτέλεσμα στο μέλλον, αυτό είναι κάτι που περιγράφεται με τη λέξη “αφέλεια” – και αυτός είναι ένας ήπιος όρος θα έλεγα».
Στις ιμπεριαλιστικές πρωτεύουσες τα διαβάζουν κάτι τέτοια και χαμογελούν με νόημα. Αντιλαμβάνονται ότι προορίζονται για εσωτερική κατανάλωση στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη από τον Οκτώβρη πανηγυρίζει για τη διορία που υποτίθεται ότι έδωσε η ΕΕ στην Τουρκία, επί δίμηνο το “Oruc Reis” αλωνίζει στη μη οριοθετημένη περιοχή και οι περιοχές που ορίζουν οι τουρκικές navtex περνούν ξυστά από χωρικά ύδατα ελληνικών νησιών, οπότε τώρα που πλησιάζει η «ώρα της κρίσεως» κάτι πρέπει να βρει να πει (η κυβέρνηση Μητσοτάκη) στο ελληνικό εθνικιστικό πλήθος που αναμένει τις κυρώσεις που η ίδια του είχε υποσχεθεί. Βγαίνει, λοιπόν, ο Δένδιας και γκρινιάζει από τις στήλες του “Politico”, σαν απατημένος/η σύζυγος που δε θέλει και να χωρίσει, γιατί ο/η άλλος/η «έχει τα λεφτά».
Ακόμα και ο Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης (σας θυμίζουμε ότι είναι… αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών!) εμφανίστηκε σε ραδιοσταθμό για να πει ότι… δεν υπάρχουν κυρώσεις πάνω στο τραπέζι (βουλωμένο γράμμα διαβάζει αυτό το παιδί).
Γιατί δεν υπάρχουν κυρώσεις πάνω στο τραπέζι της συνόδου κορυφής; Γιατί αν εξαιρέσουμε τη Γαλλία και την Αυστρία, που παίζουν το δικό τους παιχνίδι έναντι της Τουρκίας, οι υπόλοιπες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρώπης, με επικεφαλής τη Γερμανία, έχουν ισχυρά συμφέροντα στην Τουρκία και δε θα της δώσουν μια κλωτσιά τώρα που ζορίζεται οικονομικά. Θα ήταν σαν να δίνουν κλωτσιά στα δικά τους αχαμνά. Πάνω από 2.000 είναι οι γερμανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία. Γερμανικές και ιταλικές τράπεζες έχουν μεγάλη έκθεση σε ομόλογα του τουρκικού δημοσίου. Υπάρχει περίπτωση να θυσιάσουν τα συμφέροντά τους για να έχει ΑΟΖ το Καστελόριζο;
Σε τι μπορεί να ελπίζει η ελληνική κυβέρνηση; Σε μια ανακοίνωση σαν εκείνη του Οκτώβρη. Η πρώτη πράξη της… κωμωδίας παίχτηκε ήδη στο ευρωκοινοβούλιο με την υπερψήφιση ενός ψηφίσματος για το οποίο στήθηκαν πανηγύρια στην Αθήνα και τη Λευκωσία.
Μεγαλύτερη σημασία από το ψήφισμα καθεαυτό έχει η πλειοψηφία που συγκέντρωσε. Οπως ανέφερε η ανακοίνωση του Ευρωκοινοβουλίου, «σε ψήφισμα που εγκρίθηκε με ψήφους 631 υπέρ, τρεις κατά (σ.σ. ο νεοναζιστής Λαγός και άλλοι δύο, που ήθελαν ένα ψήφισμα σκληρά «τουρκοφαγικό») και 59 αποχές, οι ευρωβουλευτές καταδικάζουν τις παράνομες δραστηριότητες της Τουρκίας στο προάστιο των Βαρωσίων στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου και προειδοποιούν ότι το μερικό “άνοιγμά“ τους υπονομεύει τις προοπτικές για μια συνολική επίλυση του Κυπριακού, βαθαίνει τη διαίρεση και εδραιώνει τη μόνιμη διχοτόμηση του νησιού.
Οι ευρωβουλευτές καλούν την Τουρκία να μεταβιβάσει τα Βαρώσια στους νόμιμους κατοίκους τους υπό την προσωρινή διοίκηση του ΟΗΕ (σύμφωνα με το ψήφισμα 550 (1984) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών) και να αποφύγει τυχόν ενέργειες που μεταβάλλουν τη δημογραφική ισορροπία του νησιού μέσω μιας πολιτικής παράνομων εποικισμών. (…)
Οι ευρωβουλευτές εκφράζουν τη λύπη τους για το γεγονός ότι οι τουρκικές αρχές έχουν υποστηρίξει τη λύση των δύο κρατών στην Κύπρο και επανέλαβαν ότι υποστηρίζουν μια δίκαιη, συνολική και βιώσιμη διευθέτηση με βάση μια δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία, ενιαία διεθνή νομική προσωπικότητα, ενιαία κυριαρχία και ενιαία ιθαγένεια και με πολιτική ισότητα μεταξύ των δύο κοινοτήτων, όπως ορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και το κεκτημένο της ΕΕ και με βάση τον σεβασμό των αρχών στις οποίες εδράζεται η Ενωση. Ζητούν επίσης από την ΕΕ να διαδραματίσει πιο ενεργό ρόλο στην επιτυχή ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.
Μια βιώσιμη λύση για την επανένωση του νησιού της Κύπρου και του λαού της μπορεί να βρεθεί μόνο μέσω του διαλόγου, της διπλωματίας και των διαπραγματεύσεων, υπογραμμίζουν οι ευρωβουλευτές. Ζητούν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να διατηρήσει την ενότητά του έναντι των παράνομων ενεργειών της Τουρκίας και να επιβάλει σκληρές κυρώσεις.
Καθώς η Τουρκία απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τις ευρωπαϊκές αξίες και πρότυπα, οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, προειδοποιεί το Κοινοβούλιο. Οι παράνομες και μονομερείς στρατιωτικές ενέργειές στην Ανατολική Μεσόγειο παραβιάζουν την κυριαρχία των κρατών μελών της ΕΕ, Ελλάδας και Κύπρου. Οι ευρωβουλευτές επισημαίνουν επίσης την άμεση δέσμευση της Τουρκίας υπέρ του Αζερμπαϊτζάν στη σύγκρουση στο Ναγκόρνο – Καραμπάχ, καθώς και τις ενέργειές της στη Λιβύη και τη Συρία».
Το ψήφισμα μοιάζει με μανιφέστο, το οποίο συνέταξαν έλληνες και κύπριοι ευρωβουλευτές. Πώς συγκεντρώθηκε, όμως, τόσο μεγάλη πλειοψηφία, απ’ όλες τις πτέρυγες του Ευρωκοινοβουλίου; Δεν έρχεται αυτή η πλειοψηφία σε αντίθεση με τις προτεραιότητες κεντρικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και κυρίως της Γερμανίας; Υπάρχει περίπτωση οι δεξιοί και οι σοσιαλδημοκράτες ευρωβουλευτές από τη Γερμανία και την Ολλανδία να ψήφισαν κόντρα στη θέληση των κυβερνήσεών τους;
Δεν νομίζουμε ότι είναι δύσκολο να απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα, αν αναλογιστούμε τι ρόλο παίζει το Ευρωκοινοβούλιο και ποια είναι τα όρια ισχύος των ψηφισμάτων του.
Στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής το Ευρωκοινοβούλιο δεν έχει κανένα ρόλο. Τις αποφάσεις παίρνει το Συμβούλιο και η πρακτική υλοποίησή τους είναι αρμοδιότητα της Κομισιόν, η οποία λογοδοτεί στο Συμβούλιο και απλά ενημερώνει το Ευρωκοινοβούλιο, όταν κάποιο μέλος της κληθεί στην Ολομέλεια ή σε κάποια Επιτροπή (όταν συζητήθηκε το συγκεκριμένο θέμα, παρών στην Ολομέλεια ήταν ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν και αρμόδιος για την εξωτερική πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ, που πήρε το λόγο στην αρχή και στο τέλος). To άνευ πρακτικής σημασίας ψήφισμα ήταν το «δώρο» προς τις κυβερνήσεις Ελλάδας και Κύπρου, για να ‘χουν κάτι να δείχνουν στους λαούς τους, αφού… κυρώσεις γιοκ. Ενοχλήθηκε, φυσικά, η Τουρκία, εξέδωσε μια ανακοίνωση το ΥΠΕΞ της, αλλά ως εκεί. Το ζήτημα έχει κιόλας ξεχαστεί.
Την κυβέρνηση Μητσοτάκη πλέον απασχολεί άλλο. Φοβάται πως θα της ασκηθεί πίεση να ξεκινήσει αμέσως διάλογο με την Τουρκία, όπως είχε αποφασιστεί στη σύνοδο κορυφής του Οκτώβρη. Μέχρι τώρα, η παρουσία του “Oruc Reis” στη διαφιλονικούμενη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου επέτρεπε στην ελληνική κυβέρνηση να απορρίπτει κάθε ιδέα επανέναρξης των ελληνοτουρκικών συνομιλιών για τα ΜΟΕ (Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης). Τώρα, όμως, που το “Oruc Reis” γύρισε στο λιμάνι της Αττάλειας, έχοντας ολοκληρώσει την αποστολή του, όπως ανακοίνωσε η τουρκική κυβέρνηση, και καθώς ο Ερντογάν δηλώνει… φουλ ευρωπαϊστής, ο Μητσοτάκης ξέρει ότι θα του ζητήσουν να ξεκινήσει αμέσως τις συνομιλίες για τα ΜΟΕ, ώστε αυτό να παρουσιαστεί ως επιτυχία της ΕΕ και δη της γερμανικής προεδρίας. Αυτό προσπαθεί να αποφύγει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με τις ανακοινώσεις του ελληνικού ΥΠΕΞ ότι πρέπει να περάσει ένα διάστημα, στη διάρκεια του οποίου η Τουρκία θα επιδείξει καλή θέληση, προκειμένου η Ελλάδα να δεχτεί επανέναρξη των συνομιλιών για τα ΜΟΕ.
Αυτός είναι πλέον ο στόχος του Μητσοτάκη στη σύνοδο κορυφής στις 10-11 Δεκέμβρη και όχι κάποια απόφαση για επιβολή κυρώσεων. Μπορεί να του κάνουν τη χάρη να του δώσουν κάνα δίμηνο, φτάνει να μην τους ζαλίζει ζητώντας κυρώσεις και ειδικά απαγόρευση της πώλησης όπλων στην Τουρκία.
Ο Μητσοτάκης ξέρει καλά ότι δίνει μια μάχη οπισθοφυλακών. Μια μάχη για να κερδίσει χρόνο. Ξέρει πολύ καλά πως αν αναγκαστεί να πάει στη Χάγη, εκτός του ότι θα πρέπει ν’ αρχίσει να συζητά το συνυποσχετικό με τον Ερντογάν, με το σύνολο των τουρκικών αξιώσεων να μπαίνουν πάνω στο τραπέζι, η κατάληξη δε θα βολεύει καθόλου τα δόγματα που έχει οικοδομήσει εδώ και δεκαετίες ο ελληνικός εθνικισμός. Για παράδειγμα, το Καστελλόριζο δεν πρόκειται να πάρει ΑΟΖ, παρά μόνο χωρικά ύδατα. Σ’ αυτή την περίπτωση, το… μεγαλοϊδεάτικο σχέδιο της τριπλής ένωσης των ΑΟΖ Ελλάδας, Κύπρου και Αιγύπτου θα πάει περίπατο. Περίπατο θα πάει και το… διεθνές παράδοξο η Ελλάδα να έχει στο Αιγαίο χωρικά ύδατα 6 μιλίων και εναέριο χώρο 10 μιλίων.
Θα πρέπει να κυλήσει πολύ νερό στ’ αυλάκι για να μπορέσει μια ελληνική αστική κυβέρνηση να δεχτεί τα παραπάνω (και αρκετά ακόμα που θα προκύψουν). Μπορεί διάφοροι του παλιού σημιτικού «εκσυγχρονισμού», συνδεδεμένοι με χίλια δυο νήματα με την ΕΕ, να εισηγούνται άμεση προσφυγή στη Χάγη, γράφοντας μάλιστα ότι η ΑΟΖ του Καστελλόριζου θα «χαθεί», αυτοί όμως δε θα διεκδικήσουν ψήφο στις εκλογές όπως ο Μητσοτάκης, που βλέπει μάλιστα τον Τσίπρα να του βγαίνει από τα δεξιά στο συγκεκριμένο θέμα. Ο ελληνικός εθνικισμός έφτιαξε ένα τέρας, το οποίο προς το παρόν δεν μπορούν να διαχειριστούν τα κόμματα εξουσίας.