Αντιγράφουμε από την ομιλία Μητσοτάκη στο Ναύπλιο:
«Και όταν μιλάμε στη Νέα Δημοκρατία για ένα εθνικό σχέδιο αλλαγών, το οποίο πηγαίνει πέρα και πάνω από το μνημόνιο, αυτό ακριβώς εννοούμε, φίλες και φίλοι. Δεν μπορούμε να είμαστε δέσμιοι κάποιων προγραμμάτων που γράφουν κάποιοι άλλοι για εμάς. Εμείς οι ίδιοι πρέπει να αποκτήσουμε την ιδιοκτησία αυτών των αλλαγών. (…) Οταν το κάνουμε αυτό, όταν πείσουμε πρώτα – πρώτα τους εαυτούς μας, όταν πείσουμε τους έλληνες πολίτες, ότι έχουμε ένα μεταρρυθμιστικό σχέδιο, θα μπορέσουμε στη συνέχεια, φίλες και φίλοι, να πείσουμε την Ευρώπη ότι αξίζουμε καλύτερη συμπεριφορά. Δεν πηγαίνουμε στην Ευρώπη, φίλες και φίλοι, ως επαίτες. Δεν παρακαλούμε. Είμαστε ένας αξιοπρεπής και υπερήφανος λαός. Δεν πηγαίνουμε, όμως, ούτε ως διεκδικητές παράλογων απαιτήσεων. Πηγαίνουμε ως μια χώρα με αίσθηση των δυνατοτήτων της, η οποία προβάλλει το δικό της σχέδιο απέναντι στους Ευρωπαίους. Ζητάει από τους Ευρωπαίους ορισμένα πράγματα. Ζητάει από τους Ευρωπαίους αυτό, το οποίο αποκαλούμε στην ελληνική γλώσσα, λίγο περισσότερο δημοσιονομικό χώρο. Τη δυνατότητα, δηλαδή, να μην έχουμε τόσο σφιχτή πολιτική λιτότητας. Και εμείς βάζουμε στο τραπέζι μεταρρυθμίσεις. Αλλαγές τολμηρές τις οποίες κάνουμε πρώτα απ’ όλα όχι για να ικανοποιήσουμε τους Ευρωπαίους, όχι γιατί είναι γραμμένες σε κάποιο μνημόνιο, αλλά διότι θα είναι ωφέλιμες τελικά, φίλες και φίλοι, για τους πολλούς Ελληνες».
Δεν υπάρχει κάποια πρωτοτυπία στο περιεχόμενο όσων λέει ο Μητσοτάκης. Ο τρόπος με τον οποίο τα λέει έχει κάτι το πρωτότυπο. Δεν έχει τους ψευτοπαλικαρισμούς του Σαμαρά («εγώ τα σκίζω τα Μνημόνια κάθε μέρα»), ούτε του Τσίπρα («το Μνημόνιο ξεχάστε το, δεν υπάρχει», «η Μέρκελ θα συμφωνήσει και θα είναι μέρα μεσημέρι», «εμείς θα παίζουμε τη λύρα και οι αγορές θα χορεύουν πεντοζάλη»), αλλά έχει μια εσάνς μητσοτακικού «ρεαλισμού», που θυμίζει τον πατέρα Μητσοτάκη. Απλά, ο Κούλης δεν υιοθετεί τον ραγιάδικο κυνισμό του πατέρα του, αλλά επιλέγει κάπως πιο κομψές εκφράσεις. Εχουν αλλάξει και οι εποχές, βλέπετε, έχει και το στίγμα του «πρόθυμου», το οποίο ο Τσίπρας φροντίζει συνεχώς να θυμίζει.
Ποιος είναι ο πυρήνας της σκέψης που ξεδιπλώνει ο Μητσοτάκης; Οι «δυνατότητες της χώρας», των οποίων κάθε ελληνική κυβέρνηση πρέπει να έχει αίσθηση. Δεν λέει ποιες είναι αυτές οι δυνατότητες, δεν τις περιγράφει με ακρίβεια, περιγράφει όμως τη στάση που υπαγορεύουν αυτές οι δυνατότητες. «Δεν πηγαίνουμε ως διεκδικητές παράλογων απαιτήσεων». Τα υπόλοιπα («δεν πηγαίνουμε ως επαίτες», «είμαστε αξιοπρεπής λαός») είναι απλά η ζάχαρη που περιβάλλει το κινίνο. Η ουσία είναι το «δεν πηγαίνουμε ως διεκδικητές παράλογων απαιτήσεων».
Ποιες είναι αυτές οι «παράλογες απαιτήσεις»; Ποια μνημονιακή κυβέρνηση πρόβαλε μέχρι τώρα τέτοιες απαιτήσεις έναντι των ιμπεριαλιστών δανειστών; Αντε να πούμε ότι το έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ στην αρχή. Ομως και αυτό δεν κράτησε ούτε μήνα. Στις 20 Φλεβάρη του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ήδη κάνει τη μεγάλη κωλοτούμπα. Κι αν καθυστέρησε να φτάσει στο τρίτο Μνημόνιο ήταν γιατί έπρεπε να διαχειριστεί τον ελληνικό λαό ώστε να μη διακινδυνέψει την παραμονή του στην εξουσία. Αν όμως αναλογιστεί κανείς όσα έγιναν μεταξύ 20ής Φλεβάρη και 12ης Ιούλη του 2015, θα διαπιστώσει ότι καθ' όλη αυτή την περίοδο, ακόμα και στη φάση της περιβόητης «δημιουργικής ασάφειας», η στάση του ΣΥΡΙΖΑ δε χαρακτηριζόταν από διεκδικήσεις, αλλά από μια συνεχή διολίσθηση θέσεων, που σφραγιζόταν από την αγωνία το τρίτο Μνημόνιο να είναι όσο γίνεται ελαφρύτερο. Επί της ουσίας, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε τίποτα διαφορετικό απ' αυτό που έκαναν οι Σαμαροβενιζέλοι από το Σεπτέμβρη μέχρι το Δεκέμβρη του 2014, όταν απέφευγαν να κλείσουν (και δεν έκλεισαν τελικά) την πέμπτη αξιολόγηση του δεύτερου Μνημόνιου. Ακόμα και όταν προκήρυξε το δημοψήφισμα, ο Τσίπρας είχε φροντίσει να στείλει στους δανειστές σχέδιο τρίτου Μνημόνιου, ενώ είχε υποβάλει και αίτηση δανεισμού από τον ESM (εν γνώσει του ότι αυτός ο δανεισμός θα απαιτούσε -σύμφωνα με το Καταστατικό του ESM- συμμετοχή του ΔΝΤ στο «πρόγραμμα»).
Οταν, λοιπόν, ο Κούλης αντιδιαστέλλει τη δική του στάση με τις «παράλογες απαιτήσεις» του ΣΥΡΙΖΑ (ο οποίος από τον Ιούλη του 2015 και μετά υπογράφει τα πάντα), επί της ουσίας διακηρύσσει ότι αυτός είναι διατεθειμένος να πολιτευθεί όχι ως πρωθυπουργός μιας τυπικά ανεξάρτητης χώρας, που πρέπει να κρατά κάποια προσχήματα, όχι ως αρχηγός ενός κόμματος, που θέλει να παραμείνει στην εξουσία, αλλά σαν ένας κατοχικός πρωθυπουργός, σαν ένας φύλαρχος αποικίας, που αντλεί εξουσία όχι από τους ψηφοφόρους του, αλλά από τους ιμπεριαλιστές δανειστές, των οποίων την εύνοια επιζητά. Ο Κούλης λέει κομψά αυτό που έλεγε χυδαία ο αντιπρόεδρός του Μπουμπούκος, όταν ήταν υπουργός του Σαμαρά: εμείς θα ικανοποιούμε όλες τις απαιτήσεις των δανειστών, πριν αυτοί τις υποβάλλουν. Ετσι θα τους πείσουμε να μας δώσουν «λιγουλάκι δημοσιονομικό χώρο»…