Η συζήτηση για τον προϋπολογισμό στη Βουλή συνοδεύτηκε από ένα εκλογολογικό κρεσέντο, στο οποίο πήραν μέρος όλα τα πρωτοκλασάτα στελέχη της ΝΔ μηδέ του ίδιου του Καραμανλή εξαιρούμενου (είπε στον Γιωργάκη «μην υποβάλλετε αιτήματα διότι ενίοτε γίνονται αποδεκτά»). Μ’ αυτό τον τρόπο κατέδειξαν την αδυναμία και την αμηχανία του ΠΑΣΟΚ, που δεν τολμά να βγει και να ζητήσει εκλογές. Στη συνέχεια, όμως, η πλάκα άλλαξε. Με το που τέλειωσε η συζήτηση για τον προϋπολογισμό και ενώ η εκλογολογία στις σελίδες του Τύπου ήταν ακόμα στο φόρτε της, από το Μαξίμου δόθηκε εντολή να πέσουν οι τόνοι και το κέντρο βάρους της κυβερνητικής προπαγάνδας να πέσει στην εξαγγελία «θετικού κυβερνητικού έργου». Ετσι, οι υπουργοί άρχισαν να αναγγέλλουν διάφορα νομοσχέδια που προτίθενται να καταθέσουν, να συναντιούνται με τον Καραμανλή και να δηλώνουν φεύγοντας ότι του παρουσίασαν πρόγραμμα με ορίζοντα έτους κ.λπ.
Αυτή η αλλαγή στάσης είναι απόλυτα λογική και αναμενόμενη. Διότι κάθε κυβέρνηση που έχει κατά νου να κάνει πρόωρες εκλογές (κι αυτό έχει κατά νου κάθε κυβέρνηση που ξέρει ότι μπορεί να κερδίσει) θέλει να κρατήσει το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι ο Καραμανλής θα πάει σε πρόωρες εκλογές, όπως έχουν πάει όλες οι κυβερνήσεις της μεταπολιτευτικής περιόδου που ήξεραν ότι έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να τις κερδίσουν. Την τετραετία έχουν εξαντλήσει μόνο κυβερνήσεις που βάδιζαν σε βέβαιη ήττα. Το πότε θα πάει ενδεχομένως να μην το έχει αποφασίσει ούτε ο ίδιος κι όταν το αποφασίσει θα το μάθει μόνο ένας πολύ στενός πυρήνας εμπίστων του.
Εκείνο για το οποίο κόπτεται επίσης η ΝΔ είναι η αλλαγή του εκλογικού νόμου. Υπάρχουν στελέχη της, όπως ο Μεϊμαράκης και ο Ζαγορίτης (πρώην και νυν γραμματέας), που θέτουν μετ’ επιτάσεως αυτό το ζήτημα. Βλέπετε, ο νόμος Σκανδαλίδη, που θα ισχύσει στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση, είναι φτιαγμένος έτσι που να πλησιάζει σε έδρες το πρώτο με το δεύτερο κόμμα, εκτός αν η διαφορά τους είναι 4-5 μονάδες, οπότε η αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος γίνεται άνετη. Επειδή, λοιπόν, δε μπορεί να είναι σίγουροι για το εκλογικό αποτέλεσμα και επειδή των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν, θέλουν από τώρα αλλαγή του εκλογικού νόμου, ώστε αν η πλειοψηφία τους δεν είναι άνετη και ειδικά αν κινδυνέψουν από τυχόν αποσκιρτήσεις βουλευτών, να μπορούν να πάνε σε νέες πρόωρες εκλογές, με ένα νόμο που θα δίνει άνετη αυτοδυναμία στο νικητή. Από εκεί και πέρα στο τραπέζι πέφτουν προτάσεις και για το σύστημα εκλογής των βουλευτών, στο οποίο έχει διαμορφωθεί μια ευρεία δικομματική συναίνεση στη βάση του γερμανικού συστήματος (λίστα και σταυρός).
Η εκλογολογία, πάντως, κάνει καλό στο κυβερνητικό κόμμα. Γιατί συσπειρώνει τις γραμμές του και βάζει όλα τα στελέχη σε κίνηση, μειώνοντας τις φυγόκεντρες τάσεις. Στο λαό μόνο δεν κάνει καλό, γιατί προσθέτει έναν ακόμη αποπροσανατολισμό στους τόσους που υπάρχουν.