Εντάξει, τον Αλ. Μητρόπουλο δεν μπορείς να τον πάρεις στα σοβαρά, ό,τι κι αν δηλώνει. Χολωμένος για τον παραγκωνισμό του είναι και επιδιώκει να βρίσκεται καθημερινά στην επικαιρότητα, παριστάνοντας τον ούλτρα αντιμνημονιακό. Η δήλωσή του περί δημοψηφίσματος-μονόδρομου δεν έχει μεγαλύτερη αξία από όλες τις άλλες δηλώσεις του. Ούτε στον Παπαδημούλη, που δηλώνει ότι «δεν θα χρειαστεί δημοψήφισμα» και πως «ο τελευταίος Ελληνας που θα ήθελε δημοψήφισμα είναι ο πρωθυπουργός της χώρας», πρέπει να δίνουμε βάση. Δεν έχει επαφή με το «σύστημα Μαξίμου» και είναι κι αυτός χολωμένος που ο Τσίπρας δεν τον έκανε Επίτροπο, βάζοντας πρόεδρο τον Αβραμόπουλο, ούτε υπουργό, όπως τον Κατρούγκαλο, με αποτέλεσμα οι Βρυξέλλες να ισοδυναμούν γι’ αυτόν με εξορία από την κεντρική πολιτική σκηνή της Ελλάδας, εξορία από την οποία προσπαθεί να ξεφύγει με καθημερινές εμφανίσεις στα ΜΜΕ.
Οταν όμως εμφανίζεται ο Ν. Φίλης, που αποτελεί μια από τις έγκυρες ντουντούκες του μεγάρου Μαξίμου και χαρακτηρίζει το δημοψήφισμα «υπερόπλο», πρέπει να δώσουμε προσοχή. Κι ακόμη μεγαλύτερη προσοχή πρέπει να δώσουμε στον κυρ-Αλέκο τον Φλαμπουράρη, ο οποίος ρουφώντας ηδονικά τον φρέντο καπουτσίνο του καθησυχάζει τους συνταξιούχους και λέει μ’ αυτό το απλό, καθημερινό ύφος του, ότι όλα θα πάνε καλά, αλλά μπορεί να γίνει και δημοψήφισμα. Στην ίδια γραμμή και ο νεόκοπος γραμματέας Τ. Κορωνάκης, δηλώνει πως αν η συμφωνία κινηθεί εκτός της εντολής που έχει λάβει η κυβέρνηση, «προφανώς θα ερωτηθεί ο ελληνικός λαός». Σε ρόλο εξισορροπιστή ο Γαβρίλος, από τη μια δηλώνει πως η κυβέρνηση νιώθει από τα αποτελέσματα των γκάλοπ πως έχει την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού, και προσθέτει από την άλλη, απαντώντας στις καταγγελίες του Ποταμιού ότι το δημοψήφισμα είναι το όπλο των δειλών (!), πως «το δημοψήφισμα είναι μια διαδικασία στην οποία εκφράζεται ο ελληνικός λαός με τρόπο δημοκρατικό».
Υποτίθεται πως στο υπουργικό συμβούλιο της περασμένης Τρίτης θα συζητιόταν τα περί δημοψηφίσματος. Από το Μαξίμου έγινε η σχετική διαρροή.
Ομως, παρά τη μαραθώνια διάρκειά του, δημοψήφισμα δεν συζητήθηκε. Ούτε την επομένη, σε μια επίσης μαραθώνια συνεδρίαση του υπουργικού συμβούλιου. Προς τα έξω, πάντα με τη μέθοδο των διαρροών, βγήκε πως ο Τσίπρας έκλεισε το θέμα του δημοψηφίσματος και ζήτησε να προχωρήσει γρήγορα η διαπραγματευτική ομάδα για να κλείσει τη συμφωνία.
Εχουμε και τον Σόιμπλε να σπάει πλάκα, δηλώνοντας με προφανή ειρωνεία πως «αν η Ελλάδα πιστεύει ότι πρέπει να κάνει ένα δημοψήφισμα, τότε ας προχωρήσει, ίσως και να είναι για καλό». Ο ίδιος, δυο μέρες πριν απ’ αυτή τη δήλωση, είχε πει σε συνέντευξή του πως το 2012 είχε συμβουλεύσει τον Γιωργάκη Παπανδρέου να κάνει δημοψήφισμα, για να βγει στα κεραμίδια ο Πεταλωτής και να διαψεύσει τη δήλωση Σόιμπλε, ψιθυρίζοντας ταυτόχρονα στ’ αυτιά δημοσιογράφων πως ο Παπανδρέου είχε μιλήσει με Μέρκελ και Σαρκοζί (όχι και με τον Σόιμπλε) για το δημοψήφισμα, οι οποίοι δεν του εξέφρασαν καμιά αντίρρηση. Γι’ αυτό και του έπεσαν τόσο βαριά τα μπινελίκια των Καννών, φαίνεται. Οι ίδιοι που συμφώνησαν με την πρόθεσή του να κάνει δημοψήφισμα, για ν’ αναγκάσει τον Σαμαρά να προσχωρήσει στη μνημονιακή πολιτική, χρησιμοποίησαν το δημοψήφισμα ως όπλο για να τον πετάξουν από την κυβέρνηση! Αυτό δεν το είχε υπολογίσει ο Γιωργάκης. Για να προσχωρήσει (εκών άκων) ο Σαμαράς στο μνημονιακό μέτωπο πριν γίνουν εκλογές, έπρεπε ο Γιωργάκης να θυσιαστεί ως Ιφιγένεια.
Για να γυρίσουμε στα σημερινά, η επίσημη θέση της κυβέρνησης είναι πως έχει τη λαϊκή στήριξη και πως κινείται εντός της λαϊκής εντολής, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τα ευρήματα του συνόλου των δημοσκοπήσεων. Επικαλείται, δε, με νόημα εκείνο το σημείο των δημοσκοπήσεων που εμφανίζει τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών να θέλει συμφωνία με τους δανειστές, ακόμη και αν η κυβέρνηση χρειαστεί να κάνει σημαντικές υποχωρήσεις. Ταυτόχρονα, όμως, το μέγαρο Μαξίμου κρατάει ζεστή τη φιλολογία του δημοψηφίσματος, γιατί θεωρεί πως η απειλή δημοψηφίσματος αποτελεί όπλο για τον έλεγχο της εσωτερικής πολιτικής κατάστασης. Οπλο για την πειθάρχηση της αντιπολίτευσης, αλλά και για την πειθάρχηση των «αριστερών» στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ.
Σύμφωνα με τον Φίλη, το δημοψήφισμα είναι «υπερόπλο» γιατί «είμαστε σε μια λεπτή φάση της διαπραγμάτευσης. Οι δανειστές για λόγους ουσίας ή επικοινωνιακούς έχουν σκληρύνει. Εχουν βάλει στο τραπέζι θέματα τα οποία είχαν κλείσει κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ημερών της διαπραγμάτευσης». Και θα τους τρομάξει το δημοψήφισμα! Πρέπει να είσαι πολιτικά ηλίθιος για να χάψεις τέτοια παπάρα. Φρόντισε, άλλωστε, ο Σόιμπλε να δώσει πληρωμένη απάντηση στους Φίληδες, με τη δήλωσή του ότι ίσως το δημοψήφισμα κάνει καλό.
Το μήνυμα του Σόιμπλε ήταν πως οι ιμπεριαλιστές δανειστές δεν τρώνε τέτοια μπλόφα. Αυτοί εξακολουθούν να σφίγγουν τη θηλιά γύρω από το λαιμό της συγκυβέρνησης, βλέποντας πως όσο σφίγγουν τόσο αυτή μετακινείται προς τις θέσεις τους. Αν είναι να κάνουν κάποιες υποχωρήσεις, κρατώντας ζητήματα για να απαιτήσουν την εφαρμογή τους αργότερα, αυτό θα το κάνουν την τελευταία στιγμή. Και θα το «πουλήσουν» πάρα πολύ ακριβά.
Σε τι δημοψήφισμα να πάει η κυβέρνηση, όταν οι ιμπεριαλιστές κρατούν στα χέρια τους την κάνουλα της ρευστότητας; Για να οργανωθεί ένα δημοψήφισμα θέλει τουλάχιστον ένα μήνα και στα κρατικά ταμεία δεν υπάρχει σάλιο. Αν πρόκειται για δημοψήφισμα ουσιαστικού και κρίσιμου χαρακτήρα, τότε δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει, γιατί οι ιμπεριαλιστές δε θ’ ανοίξουν την κάνουλα μέχρι να ολοκληρωθεί το δημοψήφισμα, οπότε πριν το δημοψήφισμα θα υπάρξει στάση πληρωμών. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, καθώς θα δέχεται πυρά ότι προωθεί τη ρήξη με την ΕΕ, που θα οδηγήσει τη χώρα εκτός ευρώ. Σε μια τέτοια περίπτωση, η κατάσταση μόνο από εκλογές θα μπορούσε να ξεκαθαριστεί, αλλά με το κλίμα που θα έχει δημιουργηθεί (ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνιστεί στο ξόρκισμα της χρεοκοπίας), δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι εκλογές θα συνέφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αν πρόκειται για δημοψήφισμα σκοπιμότητας, με σκοπό να σύρει και την «ευρωπαϊκή» αντιπολίτευση και τον ελληνικό λαό πίσω από τη συγκυβέρνηση, τότε θα μπορούσε και να γίνει, ώστε ν’ αποτελέσει ένα θρίαμβο των «ευρωπαϊκών ιδεών». Το κόβουμε χλομό, όμως, να οργανωθεί δημοψήφισμα μόνο γι’ αυτό το λόγο.
Αυτή η τελευταία προοπτική, όμως, είναι που δημιουργεί ανσυχία στους Σαμαροβενιζέλους (στον Θεοδωράκη λιγότερο, γιατί αυτός δεν έχει πρόβλημα να πει από τώρα «ναι»). Τι θα ψήφιζαν σε ένα τέτοιο δημοψήφισμα; Θα καλούσαν το λαό να ψηφίσει όχι σε μια συμφωνία που θα έχει κλείσει ο ΣΥΡΙΖΑ με τους δανειστές και θα την υποστηρίζουν ανοιχτά η Μέρκελ, ο Ολάντ, ο Γιούνκερ και οι άλλοι ιμπεριαλιστές ηγέτες της ΕΕ; Σε μια τέτοια περίπτωση θα απομονώνονταν απ’ όλα τα στηρίγματά τους στην εγχώρια αστική τάξη, αλλά και διεθνώς. Γι’ αυτό και φωνάζουν «όχι δημοψήφισμα», αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ετοιμάζεται να κάνει δημοψήφισμα για ρήξη με την Ευρωζώνη, ενώ ξέρουν πολύ καλά πως το μόνο δημοψήφισμα που θα μπορούσε να γίνει είναι δημοψήφισμα για τη λαϊκή επικύρωση μιας συμφωνίας που θα έχει ήδη υπογραφεί.
Υπάρχει, βέβαια, και η περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ να αντιμετωπίσει ισχυρά εσωκομματικά προβλήματα από διαφωνούντες με τη συμφωνία. Σε μια τέτοια περίπτωση τι να το κάνει το δημοψήφισμα, όταν θα έχει χάσει τη δεδηλωμένη και θα πρέπει να στηριχτεί στις ψήφους της αντιπολίτευσης για να περάσει τη συμφωνία; Σε τέτοιες συνθήκες, το δημοψήφισμα κάθε άλλο παρά λύση θ’ αποτελούσε, γιατί το μείζον θα ήταν το τι κυβέρνηση θα υπάρχει. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να πάει σε λύσεις διεύρυνσης της συγκυβέρνησης ή να πάει σε εκλογές για να ξεκαθαρίσει την κατάσταση.
Ολ’ αυτά, βέβαια, αποτελούν σενάρια. Τα παραθέσαμε εν συντομία για να φανεί πως το δημοψήφισμα είναι απλώς μια κουβέντα, όμως οι παράγοντες που το προσδιορίζουν είναι πολλοί και σύνθετοι και καθιστούν την προοπτική δημοψηφίσματος μια μπλόφα για εσωτερική κατανάλωση. Πρέπει ο ελληνικός λαός να πειστεί ότι αυτή η κυβέρνηση πασχίζει με νύχια και με δόντια, με ορθόδοξους και ανορθόδοξους τρόπους για να πετύχει μια συμφωνία συμφέρουσα για τον ελληνικό λαό και τη χώρα. Οσο η ώρα της τελικής υπογραφής πλησιάζει τόσο αυτού του τύπου οι παλικαρισμοί θα πυκνώνουν, όπως θα πυκνώνουν οι αντικρουόμενες δηλώσεις μεταξύ υπουργών και στελεχών, τα ήξεις αφήξεις και τα παρόμοια. Πλέον, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αυτή η τακτική κάνει καλό στον ΣΥΡΙΖΑ, όμως δεν έχει και άλλη λύση στον τομέα της προπαγάνδας. Η δικαιολόγηση της κωλοτούμπας δεν είναι εύκολη.