Βρισκόμαστε μια βδομάδα πριν τις εκλογές, στην κορύφωση της προεκλογικής περιόδου, κι εκεί που θα περίμενε κανείς να φουντώσει η αντιπαράθεση ανάμεσα στα εκλογικά προγράμματα των κομμάτων, ιδιαίτερα αυτών που παραδοσιακά παίζουν το ρόλο των κομμάτων εξουσίας, τα δύο μεγαλύτερα θέματα που συζητούνται είναι αν θα γίνει το ντιμπέιτ ανάμεσα στον Βενιζέλο και τον Σαμαρά και ποιος έχει δικαίωμα να είναι ο πρωθυπουργός της επόμενης συγκυβέρνησης!
Η διαμόρφωση αυτού του τοπίου είναι κατανοήσιμη αν αναλογιστούμε τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες υπό τις οποίες γίνονται αυτές οι εκλογές. Το σύστημα θέλει ένα μίνιμουμ πολιτικής σταθερότητας, για να εφαρμόσει το Μνημόνιο-2 και όσα θ’ ακολουθήσουν κι αυτή η πολιτική σταθερότητα δεν μπορεί να εξασφαλιστεί παρά μέσω ενός «μεγάλου συνασπισμού» της ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ. Αυτό, όμως, προσκρούει στις ιδιαίτερες φιλοδοξίες του Σαμαρά και της κλίκας του, όπως και άλλες φορές έχουμε επισημάνει. Ο Σαμαράς θέλει να γίνει πρωθυπουργός και ξέρει πως δύσκολα θα έχει άλλη ευκαιρία. Μέχρι τον περασμένο Νοέμβρη ήταν σίγουρος ότι θα σαρώσει, ήρθαν όμως έτσι τα πράγματα που αναγκάστηκε να μπει στη συγκυβέρνηση και του κόπηκαν τα φτερά.
Αντίθετα, για τον Βενιζέλο όλα ήταν πιο εύκολα. Το ΠΑΣΟΚ έπιασε πάτο και παρακάτω δε θα μπορούσε να πάει. Η συσπείρωση όλων των Πασόκων και μια χαμηλών τόνων προεκλογική εκστρατεία ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να κάνει και το έκανε, έχοντας στο πλευρό του ολόκληρο το μιντιακό σύστημα που δε θέλει να δει το ΠΑΣΟΚ να διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθη. Δεν είναι τυχαίο ότι το κόμμα των Κατσέλη-Καστανίδη θάφτηκε και αντιμετωπίζεται σαν την… ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Ούτε είναι τυχαίο το ξεφούσκωμα της ΔΗΜΑΡ του Κουβέλη, παρά τους διάφορους Πασόκους που μάζεψε. Οι ίδιοι που έφτιαξαν αυτή τη φούσκα φρόντισαν να την ξεφουσκώσουν, για να δώσουν αέρα στον Βενιζέλο που, αν το ΠΑΣΟΚ ξεπεράσει το 20% θα ‘χει να λέει ότι σταμάτησε την κατρακύλα και συμμάζεψε το κόμμα.
Πέρα απ’ αυτές τις στοιχειώδεις προεκλογικές κινήσεις (χαμηλοί τόνοι, αυτοκριτικές διακηρύξεις και συγνώμες, προβολή κυρίως του Βενιζέλου και όχι των υπόλοιπων, εξαφάνιση του Παπανδρέου από το πολιτικό προσκήνιο), ο Βενιζέλος παίζει ένα μόνο πολιτικό χαρτί: το ΠΑΣΟΚ είναι υπεύθυνη πολιτική δύναμη και θέλει να συνεχίσει την ευρεία συνεργασία που διαμορφώθηκε με τη συγκυβέρνηση Παπαδήμου. Γι’ αυτό και δεν δίστασε, προκειμένου να εκθέσει τον Σαμαρά, να πει ότι ο ίδιος θα συζητούσε ακόμα και συγκυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Σαμαρά, για να το «μαζέψει» μια μέρα μετά με τη δήλωση ότι ο Σαμαράς αυτοαποκλείεται με τη στάση του από τη σχετική συζήτηση.
Αντίθετα, για τον Σαμαρά τα πράγματα ήταν από την αρχή πιο δύσκολα, καθώς προκάλεσε σοκ στη δεξιά παράταξη με τη συμμετοχή του στη συγκυβέρνηση. Μπορεί ο Καμμένος να είναι ένα φαιδρό πολιτικό πρόσωπο, το κόμμα που έφτιαξε όμως μπορεί, συγκυριακά έστω, να κάνει μεγάλη ζημιά στη ΝΔ καθώς δεν λέει τίποτ’ άλλο εκτός απ’ αυτά που έλεγε ο Σαμαράς μέχρι να μπει στη συγκυβέρνηση. Μάλιστα, τον πρώτο καιρό το κόμμα αυτό «πουσαρίστηκε» ιδιαίτερα από τα ΜΜΕ για να κοπεί η φόρα της αυτοδυναμίας που είχε πάρει ο Σαμαράς. Τώρα τα πράγματα έχουν ισορροπήσει. Ο Καμμένος αντιμετωπίζεται με αρκετή δόση ειρωνίας, ενώ βγαίνουν συνεχώς στοιχεία για το ακροδεξιό παρελθόν του.
Λογικό είναι ο Σαμαράς σ’ ένα βαθμό να παραπαίει. Ξεκινώντας από το Αιγάλεω την προεκλογική του εκστρατεία και θέλοντας να ζεστάνει τον κομματικό μηχανισμό, διακήρυξε ότι δεν πρόκειται να συγκυβερνήσει. Οταν, όμως, άρχισε η φιλολογία ότι θέλει να οδηγήσει τη χώρα πάλι σε εκλογές, προκαλώντας χάος, τα στελέχη του άρχισαν να το «ξαναμαζεύουν», ενώ την Πέμπτη που παρουσίασε πάλι στο Ζάππειο άλλο κομμάτι του προγράμματος της ΝΔ, δεν επανέλαβε την άρνηση να συγκυβερνήσει, γεγονός που επισημάνθηκε αμέσως από τα ΜΜΕ.
Ο Βενιζέλος, από την άλλη, ανακάλυψε καινούργιο ιδεολόγημα. Θεωρώντας τη συγκυβέρνηση δεδομένη, υποστήριξε ότι για να είναι αυτή νομιμοποιημένη θα πρέπει ΠΑΣΟΚ και ΝΔ μαζί να ξεπεράσουν το 50% σε εκλογικά ποσοστά. Αρχισε έτσι μια καινούργια αποπροσανατολιστική φιλολογία, σχετικά με το αν έχει ή όχι δίκιο ο Βενιζέλος, δεδομένου ότι από τη μεταπολίτευση του ‘74 καμιά κυβέρνηση δεν είχε το 50% στο εκλογικό σώμα.
Ετσι θα κυλήσει και η τελευταία προεκλογική βδομάδα. Με αψιμαχίες χαμηλών τόνων, με προσπάθεια των δυο μονομάχων να μειώσουν τη δύναμη αυτών που βρίσκονται στ’ αριστερά τους (Καμμένος, Κουβέλης, ΣΥΡΙΖΑ) και με τα μεγάλα ΜΜΕ να παίζουν το παιχνίδι της συγκυβέρνησης και ν’ αβαντάρουν τα δυο μεγάλα αστικά κόμματα. Η τελευταία βδομάδα θα είναι η βδομάδα κορύφωσης των εκβιασμών. Ο Προβόπουλος ήταν ο πρώτος που ξεκίνησε, ενώ οι παράγοντες της τρόικας προς το παρόν απέχουν, γιατί μάλλον θεωρούν ότι περισσότρο κακό κάνουν σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Τα ποσοστά της κάλπης θα είναι αυτά που θα καθορίσουν την τελική μορφή της δεδομένης συγκυβέρνησης.