Σε διαγωνισμό εξαγγελιών για επιδόματα και πολιτικές πτωχοκομείου επιδίδονται κυβέρνηση και ΠΑΣΟΚ. Η πολιτική ατζέντα άλλαξε εντελώς την εβδομάδα που πέρασε. Το σκάνδαλο του Βατοπεδίου έφυγε από την πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, η φιλολογία για το εσωκομματικό «αντάρτικο» στη ΝΔ υποχώρησε και τα φώτα εστιάζουν πλέον πάνω στις παρενέργειες της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης.
Μάταια προσπαθεί το ΠΑΣΟΚ να συνδέσει σκάνδαλα και τρέχουσα πολιτική. Οπως όλα δείχνουν, η κυβέρνηση έχει κάνει και τις παρασκηνιακές κινήσεις που χρειάζονταν (οι «νταβατζήδες» πήραν κάτι απ’ αυτά που ζητούσαν, αν όχι όλα) και έτσι κυριαρχεί αυτό που ο Καραμανλής ονόμασε «πραγματική πολιτική». Και μάλιστα, κυριαρχεί με τον τρόπο που θέλει η κυβέρνηση, καθώς το ΠΑΣΟΚ δε θέλει να ξεφύγει από τη γραμμή της «υπευθυνότητας» και έτσι είναι αναγκασμένο να κλαψουρίζει ότι η κυβέρνηση αντιγράφει τις ιδέες και τις προτάσεις του. Αυτό, όμως, ευνοεί την κυβέρνηση, γιατί δεν έχει επί της ουσίας αντιπολίτευση.
Τον οβολό του καταθέτει και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, τα ηγετικά στελέχη του οποίου πήραν σβάρνα τα θεσμικά όργανα (ο Αλαβάνος στον Αλογοσκούφη, ο Τσίπρας στον Προβόπουλο) και καταθέτουν «θετικές προτάσεις» σε πνεύμα διαχείρισης της κρίσης. Οι προτάσεις αυτές, χωρίς να ξεφεύγουν από τη διαχειριστική λογική, πάνε πέρα από τη «στενή» πολιτική πτωχοκομείου που ακολουθεί η κυβέρνηση, όμως αυτό κάθε άλλο παρά ενοχλεί την κυβέρνηση. Σημασία γι’ αυτή, σ’ αυτή τη φάση, έχει πρώτο να ξεφύγει από τη σκανδαλολογία και την «εσωστρέφεια» και δεύτερο να ακούγονται προτάσεις διαχειριστικής λογικής, τις οποίες απορρίπτει επικαλούμενη το οικονομικό κόστος. Και στον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ τα κυβερνητικά στελέχη απαντούν όπως στο ΠΑΣΟΚ: πού θα βρείτε τα λεφτά; Πείτε μας το κόστος των προτάσεών σας. Από τη στιγμή που οι προτάσεις γίνονται σε θεσμικό επίπεδο, απευθύνονται στην κυβέρνηση χωρίς ν’ ανοίγουν κοινωνικά μέτωπα, η κυβέρνηση δε μπορεί παρά να είναι ευχαριστημένη. Κοινοβουλευτική δημοκρατία έχουμε, δε μπορεί να απαιτήσει από την αντιπολίτευση να συμφωνεί μαζί της αυτοακυρώνοντας το ρόλο της.
Ομως, και η ηγεσία του Περισσού, που δεν παίζει στο παιχνίδι των «θετικών προτάσεων» και ξεσκίζεται στην αντικαπιταλιστική καταγγελιολογία, για τη σταθερότητα του συστήματος δουλεύει, αφού στην πράξη δεν κάνει τίποτ’ άλλο από το να ακολουθεί την πλειοψηφία της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας στις εθιμοτυπικές «τουφεκιές για την τιμή των όπλων», να κηρύσσει την αναποτελεσματικότητα του αγώνα και να προσπαθεί να υποτάξει κάθε αγωνιστική διάθεση στην εκλογική της στρατηγική. Ενισχύστε μας για ν’ αλλάξουν οι συσχετισμοί και να υπάρξουν όροι για τη βελτίωση της ζωής των εργαζόμενων, είναι το «μότο» που χαρακτηρίζει τον «κόκκινο» λόγο. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τον Περισσό με συγκατάβαση και συμπάθεια. «Σέβομαι την άποψή σας, αλλά διαφωνώ», είναι η μόνιμη ατάκα με την οποία ξεκινά ο Καραμανλής κάθε φορά που απαντά στην κριτική του Περισσού.
Το διαγωνισμό για την πολιτική πτωχοκομείου άνοιξε πρώτος ο Καραμανλής, στην προσπάθειά του να ξεφύγει από το στρίμωγμα του βατοπεδινού σκανδάλου και του εσωκομματικού μαλεβράσε. Εξήγγειλε τη χορήγηση επιδόματος θέρμανσης «σ’ αυτούς που το ‘χουν ανάγκη», μέσω του Ταμείου Κοινωνικής Συνοχής. Εξήγγειλε κάτι το οποίο πεισματικά αρνούνταν πέρυσι, όταν οι τιμές του πετρελαίου είχαν χτυπήσει ταβάνι. Αποφάσισε να περιορίσει σ’ αυτό την ενεργοποίηση του «ταμείου καταπολέμησης της φτώχειας», που έχουμε χάσει τον αριθμό των εξαγγελιών του (το έχουν πρωτοανακοινώσει εδώ και πάνω από ενάμισι χρόνο). Ποιοι το έχουν ανάγκη; Δεν το προσδιόρισαν ακόμα, αλλά είναι βέβαιο ότι θα δώσουν κάποιο φιλανθρωπικό βοηθηματάκι σε λίγες χιλιάδες οικογένειες, χρησιμοποιώντας εισοδηματικά κριτήρια χειρότερα και απ’ αυτά του ΕΚΑΣ. Αλλωστε, για το Ταμείο αυτό, που υποτίθεται ότι θα προικίζονταν με 500 εκατ. ευρώ, έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό του 2009 μόνο 100 εκατ. και δεν πρόκειται να εγγραφούν άλλα (αυτό είναι το μόνο βέβαιο, ενώ καθόλου βέβαιο δεν είναι ότι θα δαπανηθούν αυτά έστω τα 100 εκατ.). Γιατί επέλεξαν το επίδομα θέρμανσης; Γιατί «πουλάει» προπαγανδιστικά. Εδώ και δυο τουλάχιστον χρόνια ασκείται κριτική στην κυβέρνηση από την αντιπολίτευση, τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία και τον Τύπο για την άρνησή της να δώσει το επίδομα θέρμανσης. Να, τώρα το δίνουμε, και μάλιστα σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία, γεγονός που αποδεικνύει την κοινωνική ευαισθησία της κυβέρνησης, που νοιάζεται πρωτίστως για το φτωχό συμπολίτη μας, απαντά ο κυβερνητικός προπαγανδιστικός μηχανισμός.
Ηταν τόσο εύστοχη αυτή η επιλογή που το ΠΑΣΟΚ αρχικά έπαθε… κολούμπρα. Αντιγράφετε το πρόγραμμά μας ήταν η μονότονη επωδός των στελεχών του τις πρώτες μέρες μετά την εξαγγελία Καραμανλή. Επειδή, όμως, κατάλαβαν πως αυτό δεν πιάνει έστυψαν το μυαλό τους και αποφάσισαν να πλειοδοτήσουν.
Βγήκε, λοιπόν, ο Γιωργάκης και πρότεινε, πέρα από το επίδομα θέρμανσης, να δοθεί και επίδομα 1.000 ευρώ σε κάθε τετραμελή οικογένεια με εισόδημα έως 10.500 ευρώ. Αν διαιρέσετε το χιλιάρικο με τις μέρες του χρόνου, θα φτάσετε στο… τεράστιο ποσό των 2,7 ευρώ τη μέρα για την οικογένεια ή των 68 λεπτών για κάθε μέλος της!
Η κυβέρνηση απάντησε με… λογαριασμούς: τόσο κοστίζει αυτό το μέτρο, το ΠΑΣΟΚ είναι ανεύθυνο, εμείς είμαστε υπεύθυνοι και κάνουμε κινήσεις στα όρια αντοχής του προϋπολογισμού. Αναμενόμενη αντίδραση που κανέναν δεν εξέπληξε. Αντίδραση που φέρνει το παιχνίδι εκεί που βολεύει τον Καραμανλή, αφού το ΠΑΣΟΚ δεν εισηγήθηκε την επιβολή κάποιας έκτακτης φορολογίας στο κεφάλαιο, ώστε να χρηματοδοτηθεί το φιλανθρωπικό βοήθημα που πρότεινε, αλλά περιορίστηκε να απαντήσει «ψηφίστε εμάς και θα βρούμε τα λεφτά, γιατί είμαστε ικανοί και όχι ανίκανοι όπως ο Καραμανλής και οι υπουργοί του».
Οι εργαζόμενοι δε χρειάζονται φιλανθρωπικά βοηθήματα (που μάλιστα θα τα πάρει ένα πολύ μικρό κομμάτι εξαθλιωμένων), αλλά τη δυνατότητα να ζουν στοιχειωδώς αξιοπρεπώς από το μισθό τους. Αυτή τη δυνατότητα καμιά κυβέρνηση δεν θα τους τη δώσει. Μπορούν να την κατακτήσουν μόνο με τον ταξικό τους αγώνα ενάντια στους καπιταλιστές-εργοδότες τους. Με τον ίδιο αγώνα μπορούν να αποσπάσουν από τις κυβερνήσεις μείωση των φορολογικών βαρών τους και αύξηση των κοινωνικών δαπανών, που αποτελούν γι’ αυτούς έναν έμμεσο μισθό. Αν δεν κινηθούν σ’ αυτή την κατεύθυνση, τότε θα περιοριστούν να βλέπουν τις κυβερνήσεις να μοιράζουν φιλοδωρήματα και τους καπιταλιστές να σοδειάζουν κέρδη.
⇒Δεν θα πρέπει να διαφύγει της προσοχής του Καραμανλή, ότι και ο Σημίτης, κατά τον τελευταίο χρόνο της πρωθυπουργικής του θητείας, υποχρεώθηκε από τους μανατζαραίους της προπαγάνδας να κάνει κάτι «αιφνιδιαστικές» επισκέψεις (χαράς ευαγγέλια για τους ευθυμογράφους, όταν πήγε σε κάποιο ΙΚΑ και απαντούσε στα τηλεφωνήματα των ασφαλισμένων που έπαιρναν να κλείσουν ραντεβού με κείνο το αμίμητο «Σημίτης εδώ, ο πρωθυπουργός».
Καλές οι φιέστες για τις ανάγκες των καμερών, αλλά το πόπολο εκτός από θεάματα θέλει και άρτον. Αφού δε μπορεί να του τον εξασφαλίσει, σε μικρή έστω ποσότητα, ας συνειδητοποιήσει ότι έχει αρχίσει ήδη να επιμετρά το (πολιτικό) ζην.
⇒Οπως το γράψαμε στο προηγούμενο φύλλο. Ο κουμπάρος του Ρουσόπουλου όχι μόνο χαρακτήρισε πλάκα το δημοσίευμα του «Ποντικιού» της περασμένης εβδομάδας για το συνωμοτικό δείπνο έξι ηγετικών στρελεχών της ΝΔ με αντικείμενο το «φάγωμα» του Καραμανλή, αλλά πέρασε και στην αντεπίθεση κατηγορώντας για μικρόνοια και… μακακία όσους το πίστεψαν και το σχολίασαν ή διαμαρτυρήθηκαν. Μόνο που δεν υπήρξε κανένας που να μην κατάλαβε ότι το δημοσίευμα ήταν φτιαχτό. Ολοι κατάλαβαν ότι επρόκειτο για μια προβοκάτσια με την οποία ο Ρουσόπουλος έριξε προειδοποιητικές βολές εναντίον όσων του σκάβουν το λάκο.