Καλά τέλειωσε για την κυβέρνηση η προηγούμενη εβδομάδα και ξεκίνησε η τρέχουσα. Η σκανδαλολογία υποχώρησε, ο Μαντούβαλος και οι παρόμοιοι έφυγαν από τις πρώτες σελίδες και τα «παράθυρα», η εξέγερση της προλεταριακής νεολαίας στη Γαλλία τράβηξε πάνω της μεγάλο μέρος της προσοχής των ΜΜΕ και οι χειρισμοί που έγιναν από το Μαξίμου αποδείχτηκαν επιτυχημένοι.
Γιατί, βέβαια, μόνο ως αποτέλεσμα χειρισμών από το επικοινωνιακό επιτελείο του Μαξίμου (λέγε με Ρουσόπουλο) μπορεί να ερμηνευτεί το μπαράζ των πανομοιότυπων «ρεπορτάζ» σε όλες τις εφημερίδες, συμπολιτευόμενες και αντιπολιτευόμενες, που ανοίγουν ξανά το θέμα του ανασχηματισμού και προσπαθούν να αναγορεύσουν σε μείζονα πολιτικά διλήμματα τα εξής: Θα γίνει ανασχηματισμός τώρα, στα τέλη του χρόνου ή στις αρχές του επόμενου; Θα είναι σαρωτικός ή θα περιλαμβάνει κυρίως υφυπουργούς; Χρειάζεται ή όχι συντονιστής στην κυβέρνηση; Ολα τα πρωτοκλασάτα στελέχη της ΝΔ, ειδικά αυτά που συνομιλούν με τον Καραμανλή, εμφανίστηκαν ταυτόχρονα στην πιάτσα για να απαντήσουν στα παραπάνω… κρίσιμα ερωτήματα. Τί απαντήσεις έδωσαν; Τις καθιερωμένες σ’ αυτές τις περιπτώσεις… μη απαντήσεις, αλλά ζητούμενο δεν ήταν οι απαντήσεις αλλά η μεταφορά αλλού του κέντρου βάρους της πολιτικής επικαιρότητας.
Δεν γνωρίζουμε αν η στροφή «στηρίχτηκε» και με κάποιες συμφωνίες κάτω από το τραπέζι, αλλά το θεωρούμε σφόδρα πιθανό. Εκτός αν το μοίρασμα δεν τέλειωσε, οπότε θα δούμε νέα επεισόδια της σκανδαλολογίας. Της σκανδαλολογίας με ονόματα πολιτικών, γιατί αυτή με ονόματα δικαστών και δικηγόρων θα συνεχιστεί. Δεν γίνεται, κάποιοι πρέπει να πληρώσουν, για να μπορέσει η «κάθαρση» να λειτουργήσει σαν κολυμβήθρα του Σιλωάμ και το σύστημα να συνεχίσει τη λειτουργία του «αποκαθαρμένο».
Περιττεύει, βέβαια, να σημειώσουμε ότι η ανασχηματισμολογία λειτουργεί ακόμα πιο αποπροσανατολιστικά απ’ όσο η κούφια και αβαθής σκανδαλολογία. Γιατί, βέβαια, το πρόβλημα δεν είναι ο ένας ή ο άλλος υπουργός ή υφυπουργός. Το πρόβλημα είναι η πολιτική της κυβέρνησης. Αυτή είναι που κάνει τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους. Η πολιτική δεν αλλάζει κάθε που αλλάζουν οι πολιτικοί. Κι ούτε αξίζει τον κόπο να παίζει κανείς σ’ αυτό το παιχνίδι, ακόμα και αν πρόκειται για υπουργούς τύπου Σαρκοζί. Μπορεί η απομάκρυνσή τους να ικανοποιεί το «κοινό περί δικαίου αίσθημα», ταυτόχρονα όμως εγκυμονεί κινδύνους αποπροσανατολισμού και εκτόνωσης.
Στην Ελλάδα, βέβαια, τέτοια προβλήματα δεν αντιμετωπίζουμε. Οι πρωτοκλασάτοι υπουργοί χαίρουν της εκτίμησης του πρωθυπουργού ενώ λαϊκή αντιπολίτευση, αντιπολίτευση στους δρόμους (ακόμα) δεν υπάρχει. Ο όλος καυγάς είναι περισσότερο καυγάς στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος, αλλά και καυγάς των διάφορων επιχειρηματικών «λόμπι», που έχουν δικούς τους πολιτικούς «σταντ μπάι» και πιέζουν να τους χώσουν στην κυβέρνηση.