Πόσο θράσος πρέπει να ‘χει κάποιος για να σερβίρει φτηνιάρικα φληναφήματα σαν μεγαλοφυή οικονομική ανάλυση, προσπαθώντας να τυλίξει με χρυσόσκονη την ίδια πανάρχαια ευρωλαγνεία, με το κουτόχορτο της οποίας ταΐζουν τον ελληνικό λαό εδώ και πολλά χρόνια; Ο λόγος για τον Γιάννη Δραγασάκη του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και το άρθρο του στην «Ελευθεροτυπία» της περασμένης Κυριακής.
Κατά τον Δραγασάκη, «αυτό που ακόμη και δυνάμεις της αριστεράς με ευκολία αποκαλούν “κρίση του ευρώ”, δεν είναι παρά μια κρίση του πολιτικού σχεδίου που το δημιούργησε». Και γιατί το ευρώ διαχωρίζεται από το «πολιτικό σχέδιο που το δημιούργησε»; Τι είναι το ευρώ, κάτι που έπεσε από τον ουρανό και απλώς κάποιοι το διαχειρίστηκαν μ’ ένα «πολιτικό σχέδιο», ενώ έπρεπε να το διαχειριστούν με κάποιο άλλο; Ενα διακύβευμα ήταν και είναι το ευρώ και όχι ένα νόμισμα, όπως όλα τα υπόλοιπα νομίσματα;
Βέβαια, όποιος κατέχει έστω και ψήγματα πολιτικής οικονομίας (πόσο μάλλον μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, όπως διατείνεται ότι κατέχει ο Δραγασάκης) γνωρίζει ότι δεν έχουμε κρίση του ευρώ, αλλά κρίση των καπιταλιστικών οικονομιών της ζώνης του ευρώ, η οποία εκδηλώνεται (και) ως κρίση του ευρώ. Και εκδηλώνεται ιδιαίτερα ως κρίση του ευρωνομίσματος, περισσότερο απ’ όσο η κρίση του αμερικάνικου καπιταλισμού εκδηλώνεται ως κρίση του δολάριου ή του βρετανικού καπιταλισμού ως κρίση της στερλίνας, λόγω των εγγενών αντιφάσεων και αδυναμιών που περικλείονται στο ευρώ (ενιαίο νόμισμα μιας σειράς καπιταλιστικών οικονομιών, οι οποίες «δέρνονται» από την ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού). Περιορίζοντας την κρίση στο νόμισμα και –πολύ περισσότερο– στις πολιτικές διαχείρισής του, απαλλάσσεις τον καπιταλισμό από την «ευθύνη» του για τις κρίσεις. Σύμφωνα με προσεγγίσεις οικονομολόγων-σαλτιμπάγων όπως ο Δραγασάκης, οι κρίσεις δεν είναι αναπόφευκτες στον καπιταλισμό, εγγενείς με την ίδια την ουσία αυτού του τρόπου παραγωγής, αλλά αποτέλεσμα των «πολιτικών σχεδίων», των πολιτικών διαχείρισης.
Τι φταίει στο κατά Δραγασάκη «πολιτικό σχέδιο» δημιουργίας του ευρώ; «Αν έγκαιρα εξόπλιζαν το ευρώ με έναν κοινό μηχανισμό δανεισμού, μέσω ευρωομολόγων, αν έστω και τώρα έδιναν στην ΕΚΤ τη δυνατότητα να λειτουργεί ως δανειστής ύστατης ανάγκης, αν τολμούσαν να επιβάλλουν κοινούς ευρωπαϊκούς φόρους στον πλούτο, για να χρηματοδοτήσουν πολιτικές απασχόλησης και πραγματικής σύγκλισης, τότε, ακόμη και τώρα, η κρίση θα μπορούσε να έχει τεθεί υπό έλεγχο».
Μια διαφορετική πολιτική διαχείρισης, με κλασικά διαχειριστικά μέσα όπως η έκδοση ομολόγων και η ρυθμιστική παρέμβαση της κεντρικής τράπεζας (πολιτική την οποία προτείνουν δειλά-δειλά, πλέον, ακόμη και θεσμικοί παράγοντες της ΕΕ, όπως ο Μπαρόζο), πασπαλισμένη με ολίγη ρεφορμιστική χρυσόσκονη (κοινοί ευρωπαϊκοί φόροι στον πλούτο για τη χρηματοδότηση πολιτικών απασχόλησης), μοστράρεται σαν εναλλακτική πρόταση, βιώσιμη μάλιστα, χωρίς να θίγονται τα ιερά και τα όσια του καπιταλισμού. Μια πολιτική σχετικής νομισματικής σταθερότητας, όμως, δεν έχει ανάγκη απ’ αυτή τη ρεφορμιστική χρυσόσκονη. Για παράδειγμα, το δολάριο και η στερλίνα είναι νομίσματα πιο σταθερά από το ευρώ, χωρίς να ασκηθεί κανενός είδους κεϊνσιανή πολιτική. Είναι πιο σταθερά γιατί δεν υπονομεύονται από τον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό στη βάση τους, αφού «εκφράζουν» μια συγκροτημένη καπιταλιστική οικονομία και όχι ένα σύνολο ανταγωνιζόμενων οικονομιών, όπως συμβαίνει με το ευρώ.
«Για τον κόσμο της εργασίας και τους λαούς της Ευρώπης το θέμα δεν είναι η εθνική αναδίπλωση (…) αλλά η επανίδρυση της Ευρώπης στη βάση της αλληλεγγύης», αποφθέγγεται… οραματικά ο Δραγασάκης. Της αλληλεγγύης μεταξύ ποιων; Μεταξύ πλούσιων και φτωχών, μεταξύ καπιταλιστών και εργατών; Ο καπιταλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο μπορεί να υπάρξει μόνο στη βρόμικη προπαγάνδα διάφορων αστών ρεφορμιστών. Στην πραγματική ζωή, όπως είδαμε, η ισχυροποίηση ενός νομίσματος κάθε άλλο παρά πολιτική κοινωνικής αλληλεγγύης απαιτεί (βλέπε και το διεθνώς ανατιμημένο κινέζικο γουάν που έχει στη βάση του την πιο άγρια εκμετάλλευση και κοινωνική βαρβαρότητα). Αλληλεγγύη, μήπως, μεταξύ των κρατών; Εδώ πια ξεπερνάμε κάθε όριο αντιεπιστημονισμού, αλλά και πολιτικής παλιανθρωπιάς. Είναι δυνατόν ο καπιταλισμός ν’ αρνηθεί τον εαυτό του; Είναι δυνατόν οι ιμπεριαλιστικές χώρες να μην εκμεταλλεύονται τις εξαρτημένες; Είναι δυνατόν τα μονοπώλια να μην ανταγωνίζονται για το μοίρασμα σφαιρών τοποθέτησης κεφαλαίου, απομύζησης πρώτων υλών και εξαγωγής εμπορευμάτων και οι ιμπεριαλιστικές χώρες να μην ανταγωνίζονται για το μοίρασμα και ξαναμοίρασμα των σφαιρών επιρροής;
Και για να το καταλάβει ακόμη και ο πλέον αδαής και προπαντός εκείνοι που απηυδισμένοι από τη βαρβαρότητα την ταυτίζουν με την ένταξη στην ΕΕ και τη συμμετοχή στο ευρώ, ο Δραγασάκης προειδοποιεί εν κατακλείδι: «Το θέμα δεν είναι να επιλέξουμε ανάμεσα σε ένα ευρώ της κοινωνικής δυστυχίας και σε μια δραχμή της κοινωνικής συμφοράς, αλλά να δημιουργήσουμε τους όρους για την ανασύνταξη της κοινωνίας και την ουσιαστική επανένταξη στις ευρωπαϊκές εξελίξεις, από τις οποίες επί της ουσίας έχουμε αποκοπεί, με όρους ουσιαστικής δημοκρατίας, πλήρους απασχόλησης, κοινωνικής δικαιοσύνης, εθνικής αξιοπρέπειας και ισότιμης συνεργασίας (…) Μια οργανωμένη ρήξη με τις κυρίαρχες πολιτικές, χωρίς αποκοπή από το ευρωπαϊκό πλαίσιο, μαζί με τους λαούς της Ευρώπης, είναι η μόνη ορατή προοπτική, και θα περίμενε κανείς να είναι ήδη κοινός στόχος όλης της αριστεράς, σε Ελλάδα και Ευρώπη».
Ολη η προσπάθεια του αρθρογράφου έγκειται σε τούτο: να μη ξεθωριάσει η ευρωλαγνεία. Την ώρα που οι άλλοι εκβιάζουν (ευρώ ή βαρβαρότητα), οι Δραγασάκηδες λειτουργούν σαν πολιτικοί παπάδες προσφέροντας στο λαό το όπιο μιας Ευρωένωσης που θα λειτουργεί υπέρ των λαών της και όχι υπέρ των κεφαλαιοκρατών. Στο λόγο αυτών των πολιτικών απατεώνων η πολιτική εξουσία είναι κάτι υπεράνω τάξεων. Μπορείς να έχεις καπιταλισμό και ταυτόχρονα μια φιλολαϊκή εξουσία που θα βάλει τα δυο πόδια των καπιταλιστών σ’ ένα παπούτσι. Την ώρα που ο γαλλογερμανικός άξονας και οι υπάλληλοί του στις Βρυξέλλες υποβάλλουν σε εξευτελισμούς και ταπεινώσεις το πολιτικό προσωπικό της Ελλάδας, οι Δραγασάκηδες προσπαθούν να μαζέψουν πιστούς στη θρησκεία της ευρωλαγνείας, οι οποίοι αντί για την ανατροπή του καπιταλισμού θ’ αγωνίζονται για «την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών στην Ευρώπη και στην κάθε χώρα ξεχωριστά», παραμένοντας πάντοτε αγνοί, δηλαδή υποταγμένοι στην αστική νομιμότητα, όπως ακριβώς οι πιστοί των θεολογικών θρησκειών παραμένουν αγνοί, υπομένοντας τα πάντα, προκειμένου να κερδίσουν την ουράνια βασιλεία.