Η συνεδρίαση ξεκίνησε με την καθιερωμένη ανάγνωση του απουσιολόγιου από την πρόεδρο του τρομοδικείου Μ. Τζανακάκη, διακόπηκε λόγω της απουσίας και των δύο διορισμένων συνηγόρων κατηγορουμένου, και επαναλήφθηκε με την προσέλευση της μιας συνηγόρου. Στο μεταξύ, για κάμποση ώρα η πρόεδρος βρέθηκε «εκτός εαυτού» και άρχισε να απειλεί συνηγόρους και κατηγορούμενους, παρά τις προσπάθειες του εισαγγελέα Σ. Μπάγια να ηρεμήσει τα πράγματα. Η ακαριαία και αποφασιστική αντίδραση μελών της ΣΠΦ και του συνηγόρου υπεράσπισης Σ. Φυτράκη, σε συνδυασμό με τις συναινετικές κινήσεις του εισαγγελέα, υποχρέωσαν τελικά την πρόεδρο να σταματήσει τις απειλές της.
Ο Μ. Νικολόπουλος, απευθυνόμενος στην πρόεδρο, της είπε: κόψτε τα προσχήματα και τις συνεδριάσεις και ανακοινώστε τις ειλημμένες καταδικαστικές αποφάσεις σας, ενώ ο Σ. Φυτράκης επανέλαβε για μια ακόμη φορά ότι πηγή όλων των προβλημάτων είναι το γεγονός ότι ο εντολέας του και οι άλλοι κατηγορούμενοι παραπέμπονται συνέχεια με το ίδιο κατηγορητήριο. Δεν μπορούμε να ερχόμαστε εδώ κάθε μέρα, είμαστε ελευθεροεπαγγελματίες και πρέπει και εμείς να ζήσουμε, τόνισε.
Η πρόεδρος θα πρέπει να καταλάβει ότι όσο «αστράφτει και βροντάει» εκτίθεται. Μετά το «καλμάρισμά» της, συνεχίστηκε η ρουτινιάρικη συνεδρίαση με την ανάγνωση εγγράφων, που αναφέρονται σε πολυήμερες ανούσιες έρευνες, τα οποία συντάχθηκαν για να υπηρετήσουν επικοινωνιακά παιχνίδια.
Η έρευνα στο σπίτι της οδού Ελλησπόντου στην Ν. Ιωνία Βόλου, όπου συνελήφθησαν μέλη της ΣΠΦ, διήρκησε από τις 14 μέχρι τις 23 Μάρτη του 2011, δηλαδή εννιά μέρες! Αυτό προφανώς έγινε προκειμένου τα παπαγαλάκια της Αντιτρομοκρατικής στα Μέσα Μαζικής Παραπληροφόρησης να κάνουν το επικοινωνιακό τους παιχνίδια για τα «σοβαρά ευρήματα» που βρέθηκαν στην κατοχή των μελών της ΣΠΦ. Τώρα που διαβάστηκε η έκθεση έρευνας, έγινε φανερή η στόχευση που ήταν μόνο η δημιουργία εντυπώσεων και η στήριξη ενός πολύ φτωχού και χτισμένου στην άμμο κατηγορητήριου.
Στη συνέχεια, διαβάστηκαν οι εκθέσεις έρευνας στο σπίτι του Κ. Παπαδόπουλου, στο αυτοκίνητο του πατέρα του, στο αυτοκίνητο του κατηγορούμενου Γ. Πολύδωρου, στο σπίτι του πατέρα του, στο σπίτι του πατέρα των αδελφών Γιώργου και Μιχάλη Νικολόπουλου και στο αυτοκίνητο της κατηγορούμενης Ολγας Οικονομίδου. Σύμφωνα με τις τρεις τελευταίες εκθέσεις, «ουδέν αξιόλογο ανευρέθη». Θα συμπληρώσουμε, ότι βάσει και των άλλων εκθέσεων ελάχιστα αξιοποιήσιμα πράγματα βρέθηκαν. Πέραν αυτού, οι εκθέσεις έρευνας είναι εντελώς αναξιόπιστες και περιγράφουν την «πραγματικότητα» της Αντιτρομοκρτατικής, που επιδιώκει να εξοντώσει τους πολιτικούς αντιπάλους του συστήματος.
Ο Κ. Παπαδόπουλος, μετά την ανάγνωση της έκθεσης έρευνας στο σπίτι που έμενε, έκανε μια δήλωση. Καταρχάς, είπε, όσον αφορά τα περιβόητα ευρήματα που περιγράφονται στην έκθεση αυτή, θα τοποθετηθώ τόσο εγώ όσο και ο συνήγορός μου. Ομως δεν μπορώ να μην αναφερθώ στον τρόπο που έγινε η έφοδος στο σπίτι μου από τα ΕΚΑΜ. Οταν έγινε το ντου στο σπίτι μου, ήμουνα με την κοπελιά μου. Παραβίασαν την πόρτα του διαμερίσματος και όταν μπήκαν στο σπίτι με σημάδευαν με όπλο κολλημένο στο μέτωπό μου. Πριν μπουν στο σπίτι, τα ΕΚΑΜ σημάδευαν δύο γυναίκες, εκ των οποίων η μία ήταν υπερήλικας, προκαλώντας τους μεγάλο τρόμο, γιατί η κοπελιά μου είναι ανηψά τους.
Με την περιγραφή αυτή του Κ. Παπαδόπουλου αναδείχτηκε το μεγάλο ζήτημα του πώς φτάχνονται τα έγγραφα που εισάγονται στις δικογραφίες από την Αντιτρομοκρατική ή τα Αστυνομικά Τμήματα. Επ’ αυτού θα μπορούσαμε να πούμε πολλά, το αφήνουμε όμως για άλλη φορά. Μόνο λίγες λέξεις. Το 1996 έγινε στο αστικό κοινοβούλιο (που το αποκαλούν ναό της δημοκρατίας) μια συζήτηση στο πλαίσιο της διαδικασίας ψήφισης του νόμου 2408, που είχε καταθέσει ο Ε. Βενιζέλος ως υπουργός Δικαιοσύνης. Στη διάρκεια αυτής της συζήτησης έγιναν πολλές παραδοχές για το ρόλο των αστυνομικών ως ανακριτικών υπαλλήλων, οι οποίοι κατασκευάζουν χιλιάδες δικογραφίες που συνοδεύουν τους κατηγορούμενους μέχρι τον Αρειο Πάγο. Φυσικά, οι βουλευτές έμειναν μόνο στις διαπιστώσεις και άφησαν ελεύθερο το πεδίο στα αστυνομικά όργανα να συνεχίσουν τις κατασκευές τους.
Η δίκη θα συνεχιστεί την Πέμπτη 17 Οκτώβρη, πάλι με ανάγνωση εγγράφων.
ΥΓ: Σε υπόγειο των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού, κάτω ακριβώς από την παλιά δικαστική αίθουσα, στην οποία έγιναν οι μεγάλες δίκες για τη 17Ν και τον ΕΛΑ, έχουν κατασκευάσει ως γνωστόν τα απομονωμένα κελιά, στα οποία τώρα κρατούνται οι Δ. Κουφοντίνας, Κ. Γουρνάς, Α. Γιωτόπουλος και Β. Τζωρτζάτος. Ακριβώς από πάνω, στο χώρο της παλιάς δικαστικής αίθουσας, έφτιαξαν άλλα κελιά και τα προόριζαν για τα μέλη της ΣΠΦ και του ΕΑ, που θα καταδικάζονταν. Μετά από δικά μας δημοσιεύματα και την αναμενόμενη αντίδραση των μελών της ΣΠΦ, «μαζεύτηκαν» και τα κελιά αυτά παρέμειναν κλειστά και μισοτελειωμένα. Σ’ αυτά τοποθέτησαν τους χιτλεροφασίστες της Χρυσής Αυγής. Η αστυνομική φρουρά της δικαστικής αίθουσας κρύβει σε ποιο συγκεκριμένο χώρο κρατούνται οι δειλοί φασίστες της Χρυσής Αυγής και νομίζει ότι αυτό δε θα μαθευόταν.
Στο διάδρομο που βρίσκεται έξω από τη σημερινή δικαστική αίθουσα άνοιξαν φυλασσόμενη πόρτα που οδηγεί στο χώρο που κρατούνται οι φασίστες. Απ’ αυτή περνούν οι συνήγοροι και οι συγγενείς τους για το επισκεπτήριο. Σήμερα, λοιπόν, κατά τη διάρκεια της εισόδου και της εξόδου συνηγόρων των φασιστών (μπορεί να ήταν μαζί και συγγενείς), η φρουρά απαγόρευσε την έξοδο από τη δικαστική αίθουσα όλων των ανθρώπων που βρίσκονταν σ’αυτή!
Επειδή όταν συνέβη το γεγονός δεν είχαμε πάει ακόμη στο δικαστήριο, απευθυνόμαστε δημόσια στον αστυνομικό διευθυντή και του δηλώνουμε ότι εμείς δεν πρόκειται να εφαρμόσουμε αυτή την προκλητική απόφαση και θα καλέσουμε τους παριστάμενους συμπαραστάτες και παράγοντες της δίκης να κάνουν το ίδιο.