Θα κάνετε δίκη με μάρτυρες ή δίκη με αποδεικτικό στοιχείο το σενάριο της Αντιτρομοκρατικής; Αυτό είναι επί της ουσίας το ερώτημα με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπο το τρομοδικείο του Κορυδαλλού, πριν αρχίσει η ακροαματική διαδικασία με την εξέταση των μαρτύρων του κατηγορητήριου. Νομικά, το ερώτημα αυτό πήρε τη μορφή της έγερσης αντιρρήσεων από τη μεριά της υπεράσπισης για την εξέταση ως μάρτυρα του Κωνσταντίνου Παπαθανασίου, αξιωματικού της Ασφάλειας, τμηματάρχη του Α’ Τμήματος Εσωτερικής Ασφάλειας της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας, όπως είναι το τυπικό υπηρεσιακό όνομα της κακόφημης Αντιτρομοκρατικής.
Θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε όσο πιο απλά γίνεται την ουσία του ζητήματος που τέθηκε, προκειμένου να το αντιληφθούν και όσοι δεν είναι εξοικειωμένοι με τα νομικά θέματα.
Ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας –όχι μόνο ο ισχύων, αλλά και αυτός που ίσχυε πριν από το 1950– απαγορεύει να εξετάζονται ως μάρτυρες όσοι έχουν εκτελέσει ανακριτικές και προανακριτικές πράξεις για την κρινόμενη υπόθεση. Αυτή είναι μια στοιχειώδης προστασία των δικαιωμάτων του κατηγορούμενου, γιατί οι συγκεκριμένοι άνθρωποι έχουν γνώση της υπόθεσης και έχουν διαμορφώσει, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, το πλαίσιο μέσα στο οποίο η υπόθεση έφτασε στο δικαστήριο για να κριθεί. Επομένως, θεωρείται εκ προοιμίου ότι δεν είναι απροκατάληπτοι μάρτυρες, αλλά έχουν άποψη για την υπόθεση και για τους κατηγορούμενους (αδιάφορο αν είναι υπέρ ή κατά). Πέρα από τη διαμορφωμένη άποψη που έχουν, πολλές φορές έχουν και προσωπικό συμφέρον από την έκβαση της υπόθεσης σύμφωνα με το πλάνο που οι ίδιοι, ως ανακριτικοί ή προανακριτικοί υπάλληλοι, έχουν διαμορφώσει. Ενας αστυνομικός, για παράδειγμα, δεν θέλει μια υπόθεση που ο ίδιος «έστησε» να αποδειχτεί φιάσκο και γι’ αυτό ως μάρτυρας θα ενεργήσει με προκατάληψη υπέρ της υπόθεσης όπως ο ίδιος την «έστησε». Ως ελάχιστη εγγύηση, λοιπόν, το άρθρο 211 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας απαγορεύει να καταθέτουν ως μάρτυρες σε μια δίκη όσοι άσκησαν ανακριτικά ή προανακριτικά καθήκοντα. Υπάρχει, μάλιστα, νομολογία που απαγορεύει ακόμη και σε γραμματείς προανακριτικών πράξεων να καταθέσουν ως μάρτυρες, πόσο μάλλον σε ανθρώπους που είχαν την ευθύνη για το «στήσιμο» μιας υπόθεσης, όπως ο εν λόγω ασφαλίτης.
Ας δούμε, λοιπόν, τι ισχύει για τον συγκεκριμένο αξιωματικό, όπως περιγράφηκε με άπειρες λεπτομέρειες από τους συνηγόρους υπεράσπισης.
Η Μ. Δαλιάνη παρουσίασε το νομικό πλαίσιο στο οποίο εδράζονται οι αντιρρήσεις της υπεράσπισης. Το 211 του ΚΠΔ απαγορεύει να καταθέτουν ως μάρτυρες όσοι έχουν ασκήσει ανακριτικά καθήκοντα, επειδή εγείρονται υπόνοιες προκατάληψης ή και υπεράσπισης υπηρεσιακών συμφερόντων, το δε άρθρο 33 του ΚΠΔ ορίζει ποιοι είναι οι ασκήσαντες ανακριτικά καθήκοντα, ορίζοντας σαφώς ότι ανακριτική πράξη είναι και κάθε ενέργεια που έγινε στα πλαίσια της προανάκρισης. Γνώση της δικογραφίας έχει μόνο ο προανακρίνων, ενώ ξένοι προς την προανάκριση δεν δικαιούνται να λαμβάνουν γνώση (επομένως, η γνώση του Παπαθανασάκη είναι γνώση του προανακρίνοντος). Η προανάκριση για τη συγκεκριμένη υπόθεση ξεκίνησε από το Τμήμα Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ζωής της ΓΑΔΑ, μετά το θάνατο του Λάμπρου Φούντα, ενώ την επόμενη κιόλας μέρα την ανέλαβε το Α’ Τμήμα Εσωτερικής Τρομοκρατίας της ΔΑΕΕΒ, τμηματάρχης του οποίου είναι ο Παπαθανασάκης. Αυτό φαίνεται καθαρά από τις σφραγίδες που υπάρχουν στα έγγραφα. Ο Παπαθανασάκης συνέλεξε όλο το υλικό, αυτός έδωσε εντολή στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών (εργαστήρια της Ασφάλειας) να συγκεντρώσει και να ερευνήσει διάφορα πειστήρια, αυτός ζήτησε την άρση του απορρήτου κάποιων τηλεφωνικών γραμμών, αυτός ενημέρωσε την ανακρίτρια, αυτός υπογράφει το σύνολο των καταλόγων με την αξιολόγηση των ευρημάτων όταν η δικογραφία διαβιβάστηκε στον εισαγγελέα. Ο ίδιος έδωσε προανακριτική κατάθεση, στην οποία δεν εισέφερε κανένα αποδεικτικό στοιχείο, προχώρησε όμως σε αξιολόγηση όλου του υλικού. Κατάθεση έδωσε και στον ειδικό εφέτη ανακριτή, όπου μάλιστα ζήτησε να κάνει και χρήση σχετικού σημειώματος, μη τυχόν και ξεχάσει κάτι! Εμφανίζεται να έχει τόσο λεπτομερή γνώση, γιατί είναι ο ίδιος ο προανακρίνων, ως τμηματάρχης της υπηρεσίας που έκανε την προανάκριση. Για τούτο, έχει υπηρεσιακό συμφέρον να ισχυριστεί ότι η εκδοχή του είναι και η σωστή. Είναι χαρακτηριστικό πως είναι ο μοναδικός από το σύνολο των μαρτύρων του κατηγορητήριου που αναφέρεται σε κάποιους κατηγορούμενους, όπως π.χ. ο Σταθόπουλος. Γι’ αυτό και πρέπει να εξαιρεθεί.
Η Αννυ Παπαρρούσου, που πήρε τη σκυτάλη, διάβασε την κατάθεση του Παπαθανασάκη, στην οποία περιλαμβάνεται ένας τεράστιος κατάλογος προανακριτικών πράξεων στις οποίες έλαβε μέρος: ζήτησε την άρση του απορρήτου κάποιων τηλεφωνικών συνδέσεων, έφτιαξε τον πίνακα των στοιχείων, έφτιαξε τον πίνακα των εγγράφων της δικογραφίας, έφτιαξε τον πίνακα των πειστηρίων, το έγγραφο της ΔΑΕΕΒ προς τον ειδικό εφέτη ανακριτή κ.λπ. κ.λπ. Ολόκληρη σχεδόν η δικογραφία είναι φτιαγμένη απ’ αυτόν. Ασκησε προανακριτικά και ανακριτικά καθήκοντα. Παρέθεσε διάφορα περιστατικά, όχι από δική του άμεση γνώση, ερμηνεύοντάς τα. Είναι αυτός που νοηματοδοτε εξ ολοκλήρου αυτή την υπόθεση. Για τον Νικητόπουλο αυτή η νοηματοδότηση είναι καθοριστική. Αυτός αξιολόγησε δύο συναντήσεις, που θα μπορούσε να κάνει ο καθένας, και τον βάφτισε μέλος της οργάνωσης. Εστειλε στον ανακριτή έτοιμα συμπεράσματα υπό μορφή έκθεσης.
Οι «αντιτρομοκρατικές» νομοθεσίες έχουν άμεση σχέση με το υπό συζήτηση θέμα, τόνισε η Δ. Βαγιανού. Ως αποτέλεσμα αυτών των νομοθεσιών προστέθηκε στον ΚΠΔ το άρθρο 253Α, που προβλέπει ανακριτικές πράξεις για υποθέσεις «τρομοκρατίας». Αυτές τις ανακριτικές πράξεις έκανε ο Παπαθανασάκης ως αρμόδιος τμηματάρχης. Πρωταγωνίστησε ως ανακριτικό όργανο στις ανακριτικές διαδικασίες με πολιτικό περιεχόμενο. Είχε διευθυντικό έργο, ήταν ο διευθυντής της ορχήστρας. Είναι ανεπίτρεπτο να καταθέσει, γιατί συνειδητά ή ασυνείδητα θα προσπαθήσει να δικαιώσει αυτό που έκανε.
Ο Π. Ρουμελιώτης επανήλθε συνοπτικά στα νομικά ζητήματα και περιέγραψε τις πράξεις του Παπαθανασάκη, που είναι αυτές που ο ΚΠΔ ορίζει ως ανακριτικές πράξεις. Σύμφωνα με τη νομολογία, τόνισε ο συνήγορος, ανακριτικός υπάλληλος είναι ακόμα και εκείνος που πραγματοποιεί μια σύλληψη ή ο β’ ανακριτικός υπάλληλος, που απλώς παρίσταται και υπογράφει, χωρίς να κάνει τίποτα, πόσο μάλλον αυτός που συντονίζει. Η ratio (σ.σ. αιτιολογική βάση) του νόμου λέει ότι ο συγκεκριμένος υπάλληλος είναι ευεπίφορος σε κάθε είδους πιέσεις και δεν θα είναι αντικειμενικός. Ο Παπαθανασάκης δεν αναφέρει απλώς γεγονότα, αλλά κάνει συνειρμούς που οδηγούν σε καταδίκη συγκεκριμένους κατηγορούμενους. Για παράδειγμα, ποινικοποιεί μια συνάντηση. Από την έκβαση αυτής της υπόθεσης προσδοκά καλύτερη επαγγελματική εξέλιξη, χωρίς να ξεχνάμε ότι σ’ αυτές τις υποθέσεις υπάρχουν τεράστια ηθικά και επαγγελματικά οφέλη, υπάρχουν επικηρύξεις, άρα και οικονομικά οφέλη. Αν καταθέσει ο Παπαθανασάκης, τότε θα υπάρξει απόκλιση από τις αρχές της «δίκαιας δίκης», όπως ορίζεται στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ.
Ο Χ. Λαδής σημείωσε πως όλα τα προδικαστικά αιτήματα που τέθηκαν απορρίφθηκαν από το δικαστήριο. Σε κάποια απ’ αυτά υπήρχε μια νομολογιακή βάση, όπως π.χ. στην ένσταση για το πολιτικό αδίκημα, ενώ εν προκειμένω αυτό δεν ισχύει. Η απαγόρευση του άρθρου 211 του ΚΠΔ είναι θεμελιώδης δικονομική απαγόρευση, η οποία ισχύει διαχρονικά. Βάσει αυτού αποκλείεται από μάρτυρας ακόμα και ο γραμματέας της ανάκρισης κι αυτό γίνεται ως απάντηση στην εγγενή διαμαρτυρία κάθε κατηγορούμενου για ύπαρξη προκατάληψης σε βάρος του. Εν προκειμένω, ανάγεται σε μάρτυρα ο βασικός των προκατειλημμένων. Ανάγεται σε μάρτυρα, γιατί ο ίδιος δεν έχει υπάρξει μάρτυρας σε τίποτα και απλώς φτιάχνει ένα μίγμα, μετατρέποντας σε κατάθεση ό,τι έχει συλλεγεί, προκειμένου να δημιουργήσει μια συγκεκριμένη εικόνα σε βάρος συγκεκριμένων κατηγορούμενων. Τι θα πούμε στους κατηγορούμενους που υποστηρίζουν ότι έχουν απέναντί τους ολόκληρο το μηχανισμό; Γιατί δεν έφεραν ως μάρτυρες 4-5 αστυνομικούς, αν υπήρξαν, που να έχουν να καταθέσουν ό,τι διαπίστωσαν από πρώτο χέρι; Γιατί φέρνουν το δεύτερο χέρι και όχι αυτούς που υποτίθεται ότι τα ανέφεραν στον Παπαθανασάκη; Αν απορρίψετε αυτό το αυτονόητο αίτημα, κατέληξε ο συνήγορος, θα είναι σαν να ελπίζετε ότι κάποια στιγμή θα καταργηθεί αυτή η δικονομική διάταξη. Στο μεταξύ, θα έχει επέλθει τεράστιο πλήγμα στην αίσθηση δικαίου που έχει κάθε πολίτης.
Λακωνικός ο Κ. Νταϊλιάνας, συμφώνησε με τους προλαλήσαντες συναδέλφους του και σημείωσε ότι από το περιεχόμενο των δύο καταθέσεων του Παπαθανασάκη προκύπτει ότι δεν καταθέτει τίποτα ως ίδια γνώση, αλλά ό,τι έμαθε από την υπηρεσία του ως ανακριτικός υπάλληλος.
Από τα παραπάνω, νομίζουμε πως έγινε σαφές περί τίνος πρόκειται. Σημειώνουμε ότι πρόκειται για μια στροφή στην τακτική της Αντιτρομοκρατικής. Στις δίκες 17Ν και ΕΛΑ δεν εμφανίστηκε ρουθούνι «αντιτρομοκρατικάριου» για να καταθέσει. Εμφανίστηκαν μόνο δύο αξιωματικοί στη δεύτερη δίκη του ΕΛΑ, για ν’ «αδειάσουν» τον ψευδομάρτυρα που κατέθετε ότι «αναγνώρισε» τον Γ. Σερίφη σε ενέργεια του ΕΛΑ στον Περισσό. Θέλησαν να τον «αδειάσουν», γιατί το σενάριο της Αντιτρομοκρατικής είχε τοποθετήσει τον Γ. Σερίφη στη 17Ν και όχι στον ΕΛΑ και ο ψευδομάρτυρας τους χάλαγε το σενάριο. Οταν ρωτήθηκαν στη δίκη γενικά για την υπόθεση, αρνήθηκαν ν’ απαντήσουν, επικαλούμενοι τη συγκεκριμένη δικονομική απαγόρευση (είχαν ασκήσει προανακριτικά καθήκοντα)! Την ίδια απάντηση έδιναν δικαστές και εισαγγελείς στους δικηγόρους της πολιτικής αγωγής και στις δυο αυτές δίκες, οι οποίοι ζητούσαν να κληθούν αξιωματικοί της Αντιτρομοκρατικής για να καταθέσουν: δεν μπορούμε να τους καλέσουμε, γιατί έχουν ασκήσει προανακριτικά καθήκοντα και το απαγορεύει το άρθρο 211 του ΚΠΔ. Υψωσαν ένα προστατευτικό τείχος γύρω από τους ασφαλίτες της Αντιτρομοκρατικής, γιατί θεωρούσαν ότι μπορούν να διεκπεραιώσουν αυτές τις δίκες με άλλες «αποδείξεις» (στη 17Ν με τις «ομολογίες» και τους συνεργαζόμενους, στον ΕΛΑ με τα «αρχεία Στάζι» και τρεις πολίτες ψευδομάρτυρες.
Στην τωρινή δίκη του ΕΑ δεν είχαν άλλο τρόπο για να «δέσουν» ορισμένους από τους κατηγορούμενους πέρα από το «υλικό» της Αντιτρομοκρατικής. Γι’ αυτό και ανέθεσαν στον αρμόδιο τμηματάρχη τους να φτιάξει το σενάριο και να το παρουσιάσει. Θεωρούν ότι αυτός μπορεί να τα βγάλει πέρα στο δικαστήριο, εν αντιθέσει με εκείνους που έκαναν τις παρακολουθήσεις. Αυτή είναι η ουσία. Θέλουν να κάνουν δίκη με βασικό μάρτυρα τον σεναριογράφο της Αντιτρομοκρατικής, κουρελιάζοντας μια από τις θεμελιώδεις διατάξεις του ισχύοντος δικονομικού συστήματος και εγκαινιάζοντας μια νέα περίοδο, κατά την οποία θα φέρνουν έναν ασφαλίτη της Αντιτρομοκρατικής σαν αυθεντία και το σενάριο που αυτός θα παρουσιάζει θα θεωρείται σαν αδιάψευστο αποδεικτικό μέσο.
Μετά τις αγορεύσεις των συνηγόρων, το δικαστήριο διέκοψε για την επόμενη Δευτέρα, προκειμένου να αγορεύσει ο απών λόγω ασθένειας Σ. Φυτράκης. Αίτημα διακοπής είχαν υποβάλει από την έναρξη της διαδικασίας οι υπόλοιποι συνήγοροι.
ΥΓ: Αυτοί που έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή τους στον ΕΑ από την έναρξη της δίκης έχουν ζητήσει να έρθουν ως μάρτυρες διάφοροι μεγαλόσχημοι (τέως υπουργοί, διοικητές της ΚΥΠ, υψηλόβαθμοι της Αντιτρομοκρατικής), που έχουν υποστηρίξει ότι ουδέποτε διέκοψαν την παρακολούθηση του Ν. Μαζιώτη από τότε που βγήκε από τη φυλακή. Δεν έχετε στοιχεία για τις ενέργειες της οργάνωσης, γιατί η οργάνωση δεν άφησε στοιχεία, είπαν. Ακριβώς αυτή την έλλειψη στοιχείων καλείται προφανώς να καλύψει το τμηματάρχης-σεναριογράφος της Αντιτρομοκρατικής.