Ενα κατηγορητήριο προκλητικά κατασκευασμένο, ένας εξωφρενικός κατάλογος μαρτύρων κατηγορίας, ένα δικαστήριο που κάνει πως δεν καταλαβαίνει και που αναγκάζεται να δεχτεί στοιχειώδη δικονομικά αιτήματα μόνο όταν «σφίγγουν τα γάλατα» και μια αστυνομία με εγκληματική συμπεριφορά. Αυτό ήταν το συμπέρασμα από τη σημερινή συνεδρίαση του τρομοδικείου του Κορυδαλλού, που δικάζει την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα. Ας δούμε αναλυτικότερα όσα έγιναν.
Η συνεδρίαση ξεκίνησε με τοποθετήσεις των Ν. Μαζιώτη και Π. Ρούπα για το βομβιστικό χτύπημα στο χρηματιστήριο, υπόθεση που είχε εξεταστεί στην προηγούμενη συνεδρίαση.
Να πούμε και για το χρηματιστήριο, αυτόν τον οργανισμό κοινής ωφέλειας, είπε εισαγωγικά, με ολοφάνερη ειρωνεία, ο Ν. Μαζιώτης, χαρακτηρίζοντας τη συγκεκριμένη ενέργεια σαν μια από τις πιο επιτυχημένες της οργάνωσης και σαν μια από τις πιο επιτυχημένες ενέργειες στην ιστορία του αντάρτικου πόλης στην Ελλάδα. Ηταν ενέργεια που εντασσόταν στη στρατηγική των ισχυρών χτυπημάτων κατά στόχων του κεφάλαιου (Citibank, Eurobank, Xρηματιστήριο). Στην ίδια στρατηγική εντασσόταν και η προπαρασκευαστική ενέργεια στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκε ο Λάμπρος Φούντας. Ο Ν. Μαζιώτης διάβασε αποσπάσματα από προκηρύξεις του ΕΑ εκείνη την περίοδο, που αναφερόταν στην επερχόμενη κρίση και στη διαχείρισή της με προσφυγή στο ΔΝΤ, όπως έγινε τελικά. Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στο ρόλο του χρηματιστήριου, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, ως μηχανισμού αναδιανομής εισοδήματος υπέρ του μεγάλου κεφάλαιου, ως μηχανισμού καταλήστευσης ολόκληρων λαών, ως φορέα του κοινωνικού δαρβινισμού. Αναφέρθηκε, ακόμα, στο σκάνδαλο του ελληνικού χρηματιστήριου που ξέσπασε το 1999 και στο ρόλο της κυβέρνησης Σημίτη. Μίλησε για τα δομημένα ομόλογα, αλλά και για την πολύχρονη ληστεία των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων. Ως σκάνδαλο, σημείωσε, χαρακτηρίστηκε η αδιαφάνεια με την οποία έγιναν οι σχετικές διαδικασίες, ενώ σκάνδαλο είναι ο ίδιος ο νόμος που παρέδωσε τα χρήματα των ασφαλισμένων στα αρπαχτικά του χρηματιστήριου. Εκανε, επίσης, εκταταμένη αναφορά στις διάφορες μορφές χρηματιστικού τζόγου, όπως π.χ. στον τζόγο με τα τρόφιμα στο χρηματιστήριο του Σικάγου, που προκάλεσε λιμό σε χώρες του τρίτου κόσμου, αλλά και εξεγέρσεις για εξασφάλιση τροφίμων, που πνίγηκαν στο αίμα. Οι επιθέσεις κατά των χρηματιστήριων, κατέληξε, είναι επαναστατικές πράξεις. Για λοαγαριασμό τέτοιων εγκληματιών θα μας δικάσετε.
Η Π. Ρούπα εστίασε τη δική της τοποθέτηση στον χαρακτηρισμό του χρηματιστήριου ως κοινωφελούς οργανισμού. Αναφέροντας δηλώσεις μεγαλοκαπιταλιστών και μεγαλολαμόγιων του χρηματιστήριου, σημείωσε εύστοχα ότι αυτοί ουδέποτε τόλμησαν να χαρακτηρίσουν το χρηματιστήριο κοινωφελές ίδρυμα. Αυτοί μιλούν για κέρδη και για αίμα. Την κοινωνική νομιμοποίηση του χρηματιστήριου ανέλαβε ο νομοθέτης, που ψήφισε τον τρομονόμο, και τα δικαστήρια που τον εφαρμόζουν. Εγκλημα, σημείωσε, δεν είναι μόνο το χρηματιστήριο, είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός, από τη γέννησή του. Εκλεισε με αναφορές στη σημερινή κρίση, τονίζοντας ότι το σύστημα δεν μπορεί να βρει ομαλή διέξοδο απ’ αυτή. ‘Η επανάσταση θα γίνει ή πόλεμος, είπε. Η ενέργεια ενάντια στο χρημαστιστήριο ήταν ένας φάρος που δείχνει την κατεύθυνση της ανατροπής του καπιταλισμού.
Στη συνέχεια, ο Ν. Μαζιώτης υπέβαλε εκ νέου το αίτημα να κληθεί ως μάρτυρας ο πρόεδρος του χρηματιστήριου Σπ. Καπράλος, για να του απαντήσει ο πρόεδρος με τη συνήθη υπεκφυγή («θα το δούμε»). Η Π. Ρούπα, σημείωσε ότι το βούλευμα για τις δυο αποτυχημένες ενέργειες (στη Shell και τη Citibank) αναφέρει ότι δεν πέτυχαν για λόγους ανεξάρτητους από τη θέληση των κατηγορούμενων, ενώ είναι ολοφάνερο ότι οι ενέργειες δεν πέτυχαν. Δεν πήγε η αστυνομία καταπάνω στους εκρηκτικούς μηχανισμούς. Η αστυνομία περιμένει να περάσει ο χρόνος προειδοποίησης, περιμένει κι άλλο τόσο και πείθεται ότι ο μηχανισμός δεν λειτούργησε. Γι’ αυτό ζητάμε να κληθούν οι αστυνομικοί, κατέληξε, για να δούμε τι πραγματικά έγινε κι αν είναι έτσι που τα λέει το βούλευμα.
Ο πρόεδρος επανήλθε στα καθιερωμένα: Εχουμε αποφανθεί ότι θα εξετάσουμε τα αιτήματα για κλήτευση πρόσθετων μαρτύρων, όταν ολοκληρωθεί η εξέταση των μαρτύρων του καταλόγου του κατηγορητήριου. Οχι, κάνουμε συγκεκριμένο αίτημα. Αυτά τα «επιφυλασσόμαστε» είναι κόλπο, απάντησε ο Ν. Μαζιώτης. Θα ολοκληρώσετε τον κατάλογο και μετά θα απορρίψετε τα αιτήματά μας. Θύμισε ότι το δικαστήριο δέχτηκε να καλέσει τους μάρτυρες για την υπόθεση Βουλγαράκη και από τους δυο αστυνομικούς που κατέθεσαν αποδείχτηκε ότι το βούλευμα λέει σκόπιμα ψέματα, μιλώντας για ωρολογιακό μηχανισμό και κατασκευάζοντας κατηγορία απόπειρας ανθρωποκτονίας, ενώ ο μηχανισμός ήταν με τηλεχειρισμό και η ενέργεια ματαιώθηκε από την οργάνωση. Στην υπόθεση του χρηματιστήριου, συνέχισε ο Ν. Μαζιώτης, απορρίψατε το αίτημα για εξέταση επιπλέον μαρτύρων, όπως η υπεύθυνη ασφάλειας που διέταξε τους σεκιουριτάδες να μείνουν μέσα στο κτίριο. Τώρα θα εξεταστεί η ενέργεια κατά του υπουργείου Οικονομικών στο Σύνταγμα, που έχει και μικροτραυματισμούς, για τους οποίους δεν ευθύνεται η οργάνωση, που έκανε δύο προειδοποιητικά τηλεφωνήματα και έδωσε χρόνο 35 λεπτά από το δεύτερο τηλεφώνημα. Θέλουμε να πάρετε απόφαση τώρα να κληθούν τέσσερις μάρτυρες. Οι δυο αστυνομικοί του περιπολικού, η εκφωνήτρια της Αμεσης Δράσης και ο ειδικός φρουρός του υπουργείου. Επιχειρηματολογώντας υπέρ του αιτήματος, διάβασε αποσπάσματα από δημοσιεύματα των «Νέων» που μιλούσαν για ευθύνες της Αστυνομίας. Χαρακτήρισε ελεεινό και ψεύτη τον εισαγγελέα Μακρόπουλου που έφτιαξε το βούλευμα, διότι δεν κάλεσε εκείνους τους μάρτυρες που αποκαλύπτουν την εγκληματική συμπεριφορά της αστυνομίας.
‘Η θα εφαρμόσουμε το μοντέλο της καταστολής, οπότε δεν μας ενδιαφέρει τίποτα ή θα εφαρμόσετε τους υπάρχοντες δικονομικούς κανόνες, ενεργώντας διαφορετικά από τους εισαγγελείς της δίωξης που κάλεσαν μάρτυρες μόνο για να ενισχύσουν τη δική τους νομική κατασκευή, σημείωσε ο Σπ. Φυτράκης. Δεν μπορούμε να πούμε ότι θα καλέσουμε μάρτυρες μετά από μήνες. Τι σας ζητάει ο Μαζιώτης; Δεν σας ζητάει να καλέσετε επαναστάτες, μάρτυρες υπεράσπισης δικούς του. Αστυνομικούς, όργανα του δικού σας κράτους σας ζητάει να καλέσετε. Κάντε δεκτό το αίτημα, για να προχωρήσει η δίκη ήσυχα. Η Δ. Βαγιανού σημείωσε ότι είναι η εγκληματική ανικανότητα της αστυνομίας που δημιούργησε τον κίνδυνο. Δεν υποβάλλουμε αιτήματα για λόγους εφέ, συνέχισε, αλλά για να προσδιοριστεί σε κάθε υπόθεση ο κίνδυνος, όπως λέμε στα νομικά, και να φωτιστεί η αιτιακή διαδρομή προς τον κίνδυνο. Εχουμε τη συλλογική ευθύνη (όλα αποδίδονται σε όλους τους κατηγορούμενους, χωρίς αποδείξεις), θα πάμε και στο άλλο άκρο, να τους αποδώσουμε και τη δημιουργία του κινδύνου με κριτήριο το φρόνημά τους; Οι συγκεκριμένοι μάρτυρες πρέπει να κληθούν και η εξέτασή τους να προταχθεί της εξέτασης των υπόλοιπων μαρτύρων, ώστε να μπορέσουμε να διερευνήσουμε τον κίνδυνο και την αιτιακή του διαδρομή.
Η τοποθέτηση του εισαγγελέα ήταν πραγματική εκπληκτική. Καταρχάς εξέφρασε την άποψη ότι οι μάρτυρες που κλήθηκαν και δεν προσήλθαν, όσο και εκείνοι που ενδεχομένως θα κλητευθούν από το δικαστήριο, θα πρέπει να εξεταστούν σε ειδική δικάσιμο, μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης όλων των μαρτύρων του καταλόγου! Το βούλευμα έχει και λάθη, όπως στην περίπτωση της Shell! Δεν είναι δυνατόν η Αστυνομία να πήγε και να εξουδετέρωσε το μηχανισμό. Περίμενε να περάσει ο χρόνος προειδοποίησης, είδε ότι δεν έσκασε και μετά πήγε. Οπου υπάρχει λάθος στο βούλευμα αντικρούεται από τα στοιχεία της δικογραφίας. Εγώ δεν θα πω ποτέ ότι δεν υπήρξε τηλεφώνημα. Αν είναι δεδομένο ότι υπήρξε, γιατί θα πρέπει να καλέσουμε και να εξετάσουμε τον τηλεφωνητή της εφημερίδας; Τι θα προσθέσει ο πρόεδρος του χρηματιστήριου για να τον καλέσουμε; Τουλάχιστον σ’ αυτό το σημείο δεν υπάρχει λόγος να κριθεί κανένας μάρτυρας. Στο τέλος θα κρίνω αν υπάρχει ανάγκη και τότε θα πω ναι στην κλήτευση πρόσθετων μαρτύρων.
Κρατήστε αυτή την εκπληκτική τοποθέτηση. Οχι μόνο γιατί λέει με τον πιο φυσικό τρόπο ότι το βούλευμα έχει λάθη, χωρίς όμως και να τα προσδιορίζει, αλλά και γιατί υπονοεί, εμμέσως πλην σαφώς, ότι οι μάρτυρες που κλήθηκαν να καταθέσουν είναι οι ουσιώδεις, ενώ εκείνοι που δεν κλήθηκαν να καταθέσουν είναι επουσιώδεις!
Αν ίσχυε αυτό που είπε ο εισαγγελέας δεν θα είχαμε κανένα θέμα. Ομως τα συνειδητά ψέματα του βουλεύματος εμείς τ’ αναδείξαμε, σημείωσε εύστοχα η Π. Ρούπα. Θύμισε πως όταν η ίδια είπε πως ο μηχανισμός κατά Βουλγαράκη ήταν τηλεχειριζόμενος, ο πρόεδρος της είπε ότι αυτά θα τα πει στην απολογία της. Το τι ακριβώς έγινε αποκαλύφθηκε από μάρτυρες αστυνομικούς που εμείς ζητήσαμε να κληθούν να καταθέσουν. Αυτό το είχαμε καταλάβει από πριν. Μας «κόβει» λίγο, κυρία, είπε ενοχλημένος ο πρόεδρος.
Ο Σπ. Φυτράκης επανήλθε στην επιχειρηματολογία του και ολοκλήρωσε λέγοντας με νόημα προς τους δικαστές: κάντε αυτό που σας ζητούν για να έχουμε ομαλή εξέλιξη της διαδικασίας.
Μετά το διάλειμμα, ζήτησε το λόγο ο Σ. Νικητόπουλος για να κάνει μια δήλωση. Ως πολιτικό υποκείμενο, είπε, θεωρώ απόλυτα θεμιτό το αίτημα των κατηγορούμενων που έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή τους στον Επαναστατικό Αγώνα. Οποιος και να ήταν στη θέση τους το ίδιο θα έκανε. Εχω, όμως, και την ιδιότητα του κατηγορούμενου και μ’ αυτή τη δεύτερη ιδιότητα δηλώνω ότι χαίρομαι για τη δήλωση του εισαγγελέα ότι το βούλευμα έχει λάθη. Θυμίζω ότι για μένα το βούλευμα αναφέρει ως σοβαρότατο ενοχοποιητικό στοιχείο το γεγονός ότι στο σπίτι μου βρέθηκε φύλλο της εφημερίδας «Ποντίκι»!
Παρεμβαίνοντας, επίσης, η συνήγορός του Αννυ Παπαρρούσου, αφού σημείωσε πως ο εισαγγελέας παραδέχεται ότι το βούλευμα είναι εσφαλμένο, θύμισε πως η ένσταση περί αοριστίας του βουλεύματος έχει ήδη απορριφθεί. Θύμισε, ακόμη, πως στην αρχή της δίκης ο εισαγγελέας επανέλαβε ένα από τα φανερά λάθη του βουλεύματος. Πώς συνεχίζετε να δικάζετε μ’ ένα βούλευμα που περιέχει λάθη; Σε συνδυασμό με την αοριστία του βουλεύματος και την αντισυνταγματικότητα του άρθρου 187Α του Ποινικού Κώδικα, έχτε μια σαθρή βάση. Αυτά έπρεπε να έχουν διαγνωστεί από την αρχή και να μην προχωρήσει αυτή η δίκη.
Μούγκα από την έδρα, από εισαγγελέα, πρόεδρο και δικαστές. Ο πρόεδρος ανακοίνωσε στη συνέχεια ότι το δικαστήριο απορρίπτει το αίτημα για κλήτευση ως μάρτυρα του Καπράλου, ότι επιφυλάσσεται για την κλήτευση των πυροτεχνουργών της ΤΕΕΜ προκειμένου να καταθέσουν τι συνέβη με τους εκρηκτικούς μηχανισμούς σε Shell και Citibank και ότι κάνει δεκτό το αίτημα για την κλήτευση των τεσσάρων μαρτύρων που πρότειναν τα μέλη του ΕΑ, οι οποίοι θα κληθούν να καταθέσουν στην επόμενη συνεδρίαση. Ν. Μαζιώτης και Δ. Βαγιανού θύμισαν ότι ζήτησαν να προηγηθούν οι συγκεκριμένοι μάρτυρες. Τόσο σημαντική είναι η σειρά; ρώτησε δήθεν αθώα ο πρόεδρος. Είναι σημαντική, γιατί αυτοί που ανέλαβαν την πολιτική ευθύνη δεν θέλουν ν’ ακούγεται ότι ο Επαναστατικός Αγώνας έθεσε σε κίνδυνο ανθρώπους, απάντησε ο Σπ. Φυτράκης.
Ακολούθησε η εξέταση 16 μαρτύρων του καταλόγου, που δεν κράτησε ούτε μια ώρα! Τόσο σημαντικοί ήταν αυτοί οι μάρτυρες, που έψαχναν να βρουν μπας και τους κάνουν καμιά ερώτηση και δεν έβρισκαν. Οι έξι απ’ αυτούς ήταν υπάλληλοι σε τράπεζες, ΕΛΤΑ και υπουργείο, οι οποίοι έφτασαν στην περιοχή δυο ώρες μετά το συμβάν και απλώς είδαν ότι έχουν σπάσει κάποια τζάμια! Ενας ήταν ο κούριερ του «Ποντικιού» που πήγαινε και παραλάμβανε τις προκηρύξεις από το σημείο που ειδοποιούσε ότι τις άφησε ο ΕΑ. Ενα φάκελο παραλάμβανε ο άνθρωπος, φορώντας γάντια, τον έβαζε σ’ ένα συρτάρι στην αίθουσα σύνταξης και έφυγε. Τον κάλεσαν κι αυτόν ως σημαντικό μάρτυρα! Ενας ακόμη ήταν ο θυρωρός του υπουργείου Οικονομικών, που το προηγούμενο απόγευμα πέρασε κάποιος και τον ρώτησε αν οι κάμερες δουλεύουν καλά. Φυσικά, ο άνθρωπος δεν έδωσε καμιά σημασία, γιατί κάθε μέρα περνάνε χίλιοι και λένε το κοντό τους και το μακρύ τους. Ενας ακόμη ήταν παρκαδόρος στο Σύνταγμα. Είχε δει ένα αυτοκίνητο με κάποιους τύπους μέσα, αλλά όπως του είπε ο υπεύθυνος ασφάλειας πολιτικών, που έχουν γραφεία εκεί γύρω, οι άνθρωποι σ’ αυτό το αυτοκίνητο, που ξαναεμφανίστηκαν τις προηγούμενες μέρες, «είναι δικοί μας, σωματοφύλακες της ασφάλειας». Εκεί κοντά, όπως είπε ο παρκαδόρος, είναι κια μια λέσχη στην οποία συχνάζουν μεγαλοδικηγόροι, αλλά και ο Ψωμιάδης (ο Μάκαρος προφανώς). Υπήρχε κι ένας περιπτεράς, που άκουσε την έκρηξη κι είδε κάποια τζάμια να σπάζουν, αλλά μακριά, στο άλλο τετράγωνο.
Οι 10 στους 15 μάρτυρες δεν είχαν να εισφέρουν απολύτως τίποτα! Κι όμως, κλήθηκαν να καταθέσουν, ενώ δεν κλήθηκαν τέσσερις αστυνομικοί κι έγινε τόσος καυγάς για ν’ αναγκαστεί το δικαστήριο να τους καλέσει.
Οι άλλοι πέντε μάρτυρες ήταν ουσιαστικοί, αλλά κι αυτοί ξεβράκωσαν το κατηγορητήριο. Τρεις ήταν οι μικροτραυματίες. Μιε εργάστρια που πήγαινε στη δουλειά της κατεβαίνοντας τη Μητροπόλεως, ο αλλοδαπός λαντζέρης του «ΝΕΟΝ» που την ώρα της έκρηξης καθάριζε τα τζάμια και ένας συνταξιούχος λογιστής, που επίσης κατέβαινε τη Μητροπόλεως με τα πόδια για να πάει βόλτα στην αγορά. Και οι τρεις κατέθεσαν ότι η Αστυνομία δεν είχε κάνει κανένα φραγμό στη Μητροπόλεως. Δεν είδαν ρουθούνι αστυνομικού. Δεν διαπίστωσαν τίποτα διαφορετικό απ’ αυτό που έβλεπαν κάθε μέρα, τίποτα που να τους παραξενέψει. Απλά, δεν υπήρχε αστυνομία να με προστατέψει, κατέθεσε η εργάτρια. Αστυνομία είδε μισή ώρα μετά, όταν βγήκε από το ξενοδοχείο όπου της πρόσφεραν τις πρώτες βοήθειες. Μάλιστα, ο μπάτσος στον οποίο απευθύνθηκε, μολονότι την είδε με αίματα στο κεφάλι, απλά της έδειξε να πάει με τα πόδια μόνη της στη Φιλελλήνων όπου βρισκόταν ασθενοφόρο. Το Σύνταγμα είναι κοσμοπολίτικο μέρος, μπορούσαν να βάλουν μια κορδέλα, είπε ο συνταξιούχος λογιστής. Τόση αστυνομία έχει στο Σύνταγμα, αλλά δεν πήγε κανένας ν’ αποκλείσει το μέρος, ενώ όπως μάθαμε είχαν γίνει δύο τηλεφωνήματα. Μετά την έκρηξη φανερώθηκαν αμέσως 50 αστυνομικοί!
Ο τέταρτος μάρτυρας ήταν ο ιδιοκτήτης πρατήριου «Κατσέλη». Ηταν μέσα μαζί με άλλα τέσσερα άτομα. Πάθαμε ζημιές, ενώ αν μας είχαν ειδοποιήσει θα είχαμε κατεβάσει τα ισχυρά ρολά που είχε το μαγαζί και δεν θα παθαίναμε τίποτα, είπε. Ο ίδιος δυο λεπτά πριν την έκρηξη είχε πάει να πετάξει σκουπίδια στο σημείο που ήταν το μηχανάκι με τον εκρηκτικό μηχανισμό! Εντιμος άνθρωπος, όπως αποδείχτηκε, δήλωσε πως πιστεύει ότι αυτοί που τοποθέτησαν το μηχανισμό δεν ήθελαν να θρηνήσουμε θύματα.
Τέλος, είχαμε το προσωπικό Βατερλό του προέδρου. Κλήθηκε να καταθέσει εργαζόμενος στη ρεσεψιόν της «Ελευθεροτυπίας» που πήρε το τηλεφώνημα. Επειδή ο άνθρωπος αυτός έχει δεχτεί τηλεφωνήματα για τρεις ενέργειες, ο πρόεδρος τον ρωτούσε για την έκρηξη στη Eurobank Αργυρούπολης! Χρειάστηκε η παρέμβαση της συνηγόρου Δ. Βαγιανού που θύμισε ότι τον συγκεκριμένο μάρτυρα τον κάλεσαν για την έκρηξη στο υπουργείο Οικονομικών. Εδωσε μάλιστα η ίδια την προανακριτική κατάθεση του μάρτυρα στον πρόεδρο, επειδή ο τελευταίος δεν είχε φροντίσει να τη βάλει στον φάκελό του. Ρωτήστε τον εσείς, είπε στη συνήγορο ο πρόεδρος, εμφανώς «τσουρουφλισμένος» από τη γκάφα που μόλις είχε διαπράξει. Οχι τίποτ’ άλλο, αλλά πιο πριν είχε πει στην Π. Ρούπα ότι «του κόβει λίγο» και τώρα αποδείχτηκε πόσο πλημμελώς (ο επιεικέστερος χαρακτηρισμός) προτεοιμάζεται ο ίδιος.
Αποκαλύφθηκε, λοιπόν, ότι ο άνθρωπος είχε δεχτεί δυο τηλεφωνήματα σε διάστημα τεσσάρων λεπτών (το δεύτερο τηλεφώνημα έγινε γιατί αυτός που έκανε την προειδοποίησε κατάλαβε ότι την πρώτη φορά δεν είχε τόσο δυνατό σήμα), ότι ο ίδιος ενημέρωσε και τις δυο φορές την Αμεση Δράση και ότι δέχτηκε και τηλεφώνημα επιβεβαίωσης από την Αμεση Δράση. Κατέθεσε, ακόμη, ότι θυμάται πολύ καλά τη συγκεκριμένη υπόθεση, σε αντίθεση με πολλές άλλες, γιατί ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα, επειδή τον κάλεσαν αρκετές φορές στη ΓΑΔΑ να καταθέσει, στο πλαίσιο εσωτερικής έρευνας που γινόταν στην Αστυνομία, διότι προφανώς κάποιοι μπάτσοι ισχυρίστηκαν ότι δεν τους είχε ενημερώσει ο τηλεφωνητής. Η γραμμή της εφημερίδας ήταν να τηλεφωνούν αμέσως στην Αμεση Δράση, ακόμα κι αν ο τηλεφωνητής εκτιμούσε ότι πρόκειται για φάρσα. Επιπλέον, όπως είπε, από την πείρα του ήξερε πως όταν αυτός που τηλεφωνεί λέει στο τέλος «δεν είναι φάρσα», κατά 80% πράγματι δεν είναι φάρσα.
Αποδείχτηκε, λοιπόν, περίτρανα πόσο δίκιο είχαν τα μέλη του ΕΑ που ζήτησαν να κληθούν να καταθέσουν τέσσερις μπάτσοι με άμεση ανάμιξη στα γεγονότα. «Γιατί τους κάλεσαν όλους αυτούς;», σχολίασε με σαρκαστικό ύφος ο Ν. Μαζιώτης, όταν παρήλαυναν οι μάρτυρες των δέκα-δεκαπέντε δευτερολέπτων, που δεν είχαν να πουν τίποτα. Ο ίδιος κατέθεσε στο τέλος στη γραμματέα του δικαστήριου τα δημοσιεύματα των «Νέων» που είχε επικαλεστεί, ώστε ν’ αποτελέσουν έγγραφα της δικογραφίας. Εγγραφα που είχε «ξεχάσει» ο εισαγγελέας που κατασκεύασε το βούλευμα.
Η δίκη διακόπηκε για την Τετάρτη 4 Απρίλη, στις 9 το πρωί.