Με όλους –πλην δύο– τους μάρτυρες απόντες, η 12η συνεδρίαση του τρομοδικείου για την υπόθεση του ΕΑ ήταν συντομότατη (μια ώρα μαζί με το διάλειμμα) και παντελώς αδιάφορη.
Η μάρτυρας Βασιλική Λευκιμιάτη απεκάλυψε, χωρίς να το θέλει ή και να το αντιλαμβάνεται η ίδια, τη γελοιότητα της Αντιτρομοκρατικής (του περιβόητου Παπαθανασάκη και των επιτελών του), η οποία ψάχνοντας εναγωνίως μάρτυρες για να δημιουργήσει κλίμα σε βάρος των συλληφθέντων, δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει ακόμη και ευφάνταστες κυρίες, τις οποίες πίεσε να προχωρήσουν σε «αναγνωρίσεις» από φωτογραφίες. Η κυρία αυτή κατέθεσε ότι την επισκέφτηκε στο σπίτι της η Αστυνομία, ρωτώντας αν είχε αντιληφθεί τίποτα το ύποπτο, επειδή στο κοντινό Αστυνομικό Τμήμα Καισαριανής είχε γίνει «μια τρομοκρατική ενέργεια». Θεώρησε, λοιπόν σκόπιμο να τους πει, ότι είχε δει ένα ασημί «Χιουντάι» να έχει σταματήσει στη μέση του δρόμου, με αναμμένα τα αλάρμ, και τον οδηγό του, ένα νεαρό, να τηλεφωνεί από το καρτοτηλέφωνο, αδιαφορώντας για τα κορναρίσματα των άλλων οδηγών που τους είχε κλείσει το δρόμο. Κι ενώ ήταν προφανές ότι το περιστατικό αυτό κάθε άλλο παρά ύποπτο θα μπορούσε να είναι (δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε γιατί), την κουβαλούσαν στην Αντιτρομοκρατική και της έδειχναν φωτογραφίες, μέχρι που «αναγνώρισε» ότι ο Κορτέσης «θα μπορούσε να είναι», σε ποσοστό 50% (!), ο οδηγός του ασημί «Χιουντάι»!
Και την έστειλαν για μάρτυρα στο δικαστήριο, για να πει ότι, τώρα που τον βλέπει από κοντά, είναι σίγουρη πως δεν ήταν ο Κορτέσης. Πριν το πει αυτό, ο πρόεδρος είχε φροντίσει με τις ερωτήσεις και τα σύντομα σχόλιά του ν’ απαξιώσει πλήρως την ίδια την παρουσία αυτής της κυρίας ως μάρτυρα, δεδομένου ότι μάλλον δεν θα μπορούσε να έχει σχέση με επίθεση στο ΑΤ το συγκεκριμένο περιστατικό που περιέγραψε. Κάποια στιγμή ρώτησε, για το τυπικό της υπόθεσης, τον Κορτέση αν τυχόν ήταν αυτός ο οδηγός του «Χιουντάι» που είχε κλείσει το δρόμο, προκαλώντας θυμηδία σε όλη την αίθουσα.
Ο μάρτυρας Αναστάσιος Μακρογιάννης, γιος της ιδιοκτήτριας του σπιτιού που κατοικούσαν οι Ν. Μαζιώτης και Π. Ρούπα, κατέθεσε ότι τη μονοκατοικία στα Καλύβια νοίκιασε η Π. Ρούπα στο όνομα Βασιλική Παρασκευοπούλου και ότι ο ίδιος είχε μια κανονική συνεργασία με τους ενοικιαστές, εισπράττοντας το ενοίκιο μέσω τραπέζης και καναδυό φορές αυτοπροσώπως σε μετρητά. Σαρκαστικός ο Σπ. Φυτράκης, θέλοντας προφανώς να γελοιοποιήσει τις επιλογές μαρτύρων κατηγορίας, ρώτησε τον μάρτυρα αν είδε κανένα τανκς ή κανένα μπαζούκας στην αυλή ή αν άκουσε τίποτα κανονιοβολισμούς από τυχόν δοκιμές που έκανε ο Μαζιώτης, εισπράττοντας φυσικά αρνητική απάντηση. Στη συνέχεια, τον ρώτησε αν έχει κανένα παράπονο από τους ενοικιαστές ή αν βρήκε ζημιές στο σπίτι και εισέπραξε και πάλι αρνητική απάντηση, για να σχολιάσει: «Τα υπόλοιπα είναι διαφορές με το κράτος, δεν αφορούν εσάς».
Ο πρόεδρος διέταξε τη βίαιη προσαγωγή των μαρτύρων που ήταν απόντες (πλην τριών που ήταν δικαιολογημένα απόντες), ενώ για την επόμενη συνεδρίαση κάλεσε και μια σειρά άλλους μάρτυρες, μεταξύ των οποίων ο πρώην υπουργός Γ. Βουλγαράκης και ο τέως πρόεδρος του Αρείου Πάγου Β. Κόκκινος. Εμείς νομίζουμε ότι δεν θα έρθουν, γιατί δεν είναι σε θέση ν’ αντιμετωπίσουν αυτούς που έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή τους στον ΕΑ, οπότε μένει να δούμε αν ο πρόεδρος θα διατάξει τη βίαιη προσαγωγή τους.
Η δίκη διακόπηκε για τη Δευτέρα 6 Φλεβάρη, στις 9 το πρωί.