Με την έναρξη της συνεδρίασης ο συνήγορος του Κ. Αγαπίου, Ν. Δαμασκόπουλος, δήλωσε ότι θέλει να υποβάλει στο δικαστήριο ένα αίτημα που σχετίζεται με θέμα υγείας του εντολέα του και ζήτησε η συνεδρίαση ως προς το συγκεκριμένο να γίνει κεκλεισμένων των θυρών. Οι εισαγγελείς συμφώνησαν με το αίτημα και το δικαστήριο αποφάσισε η συνεδρίαση ως προς το συγκεκριμένο θέμα να γίνει με άδεια την αίθουσα και κλειστά τα μικρόφωνα. Σεβόμενοι την επιθυμία του Κ. Αγαπίου να μη δημοσιευτεί τίποτα σχετικό μ’ αυτό το θέμα, δεν γράφουμε κι εμείς τίποτα.
Με την επανέναρξη της δημόσιας συνεδρίασης, ο Ν. Δαμασκόπουλος έκανε μια δήλωση. Μέχρι τώρα, είπε, έχει αποδειχτεί η παντελής απουσία κάθε νόμιμου και αξιόπιστου στοιχείου σε βάρος των Αγαπίου, Αθανασάκη, Κανά. Τα πολυδιαφημισμένα στοιχεία συχνά δημιουργούν ένα κλίμα ιλαρότητας, που θα ήταν ευχάριστο αν δεν αφορούσε την τιμή και την υπόληψη και την ταλαιπωρία τριών ανθρώπων. Η απόφαση της πρώτης δίκης ήρθε ως αποτέλεσμα πολιτικών σκοπιμοτήτων. Η ποινική διαδικασία ελαστικοποιείται κατά το δοκούν και την άποψή μου αυτή την είχα γνωστοποιήσει στον κ. Αγαπίου πριν την έναρξη της δεύτερης δίκης. Του είχα απευθύνει μια επιστολή, την οποία ο ίδιος, με τη συναίνεσή μου, ανέγνωσε κατά το στάδιο της απολογίας. Ο συνήγορος αναφέρθηκε στην επιστολή αυτή και διάβασε αποσπάσματά της, που περιγράφουν τις κραυγαλέες παραβιάσεις που έχουν γίνει από την προδικασία ακόμη αυτής της υπόθεσης (π.χ. παράνομη σύλληψη με τη διαδικασία του αυτόφωρου, χωρίς προϋπάρχον ένταλμα κ.λπ.). Με δεδομένες τις πολιτικές παρεμβάσεις από το εσωτερικό και το εξωτερικό –αναφερόταν στην επιστολή– ποια μπορεί να είναι τα περιθώρια της υπεράσπισης; Η δίκη γίνεται απλώς για να επικυρώσει τις προειλημμένες αποφάσεις. Το κλίμα σκοπιμότητας επικράτησε και στα λεγόμενα αρχεία Στάζι και στις καταθέσεις Ντε Μαρσέλους.
Αφού ολοκλήρωσε τις αναφορές του στα όσα κραυγαλέα παράνομα έχουν γίνει σε όλες τις φάσεις αυτής της υπόθεσης, με κορυφαία την περιβόητη «ψυχική συνδρομή», και αφού σημείωσε ότι παρά τις προβλέψεις του πριν τη δεύτερη δίκη, το δικαστήριο εκείνο έκανε μια άψογη διαδικασία και κατέληξε στην αθώωση των κατηγορουμένων και στην απόρριψη, με επικουρική αιτιολογία, της ναζιστικής έμπνευσης κατασκευής της «ψυχικής συνδρομής» (συλλογική ευθύνη), ο Ν. Δαμασκόπουλος σημείωσε ότι οι προβληματισμοί του επανήλθαν μετά τον ορισμό των φυλακών ως χώρου διεξαγωγής της παρούσας δίκης και την επιμονή της εισαγγελικής αρχής στον όρο «δίκη του ΕΛΑ». Οι προβληματισμοί εντάθηκαν μετά τις καταθέσεις των μαρτύρων Τόγκα, Πομώνη και Κυριακίδου, που δεν εισέφεραν τίποτα στην αποδεικτική διαδικασία, όμως τους επιφυλάχτηκε ευνοϊκή μεταχείριση από την εισαγγελική έδρα. Επειδή και πάλι δεν εισφέρθηκε τίποτα στην αποδεικτική διαδικασία, κρίθηκε αναγκαία η προσφυγή στις καταθέσεις Ντε Μαρσέλους, που δεν έχουν να εισφέρουν τίποτα στη συγκεκριμένη δίκη, όμως συνεισφέρουν στη δημιουργία του απαραίτητου κλίματος. Η πιθανή επανεμφάνιση τρομοκρατικής –με ή χωρίς εισαγωγικά– δράσης στην Ελλάδα διαμορφώνει μια συγκυρία στην οποία προσαρμόζεται η ποινική διαδικασία σ’ αυτή τη δίκη. Η μέσω δικαστικής απόφασης αποστολή μηνύματος, ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις δεν είναι απαραίτητη η ύπαρξη αποδείξεων, αλλά αρκούν οι πολιτικές σκοπιμότητες, μετατρέπει αυτή τη δίκη σε μέσο παραδειγματισμού. Οι ίδιοι μηχανισμοί που εμφανίζουν τρεις πρόθυμους ψευδομάρτυρες, με την εκούσια ή ακούσια συνδρομή ενός προσώπου που παραδέχεται τη συμμετοχή του, οδηγούν σε παραδειγματική απόφαση. Ευχόμενος, χωρίς να το πιστεύω, ότι αυτή η απόφασή σας αποτελεί μια κακή παρένθεση, παραιτούμαι από τα καθήκοντά μου, κατέληξε ο συνήγορος. Ζητώ από τους συναδέλφους μου να συνεχίσουν να παραμένουν υπερασπιστές της νομιμότητας. Ο Κ. Αγαπίου δηλώνει ότι δεν θα δεχτεί εκπροσώπηση από τους συνηγόρους που θα διοριστούν.
Η πρόεδρος απάντησε στη δήλωση, ότι τέσσερις δικαστές αποφάσισαν σύμφωνα με τη συνείδησή τους σε ένα θέμα που ήταν νομικό. Αν εσείς θέλατε να αποφασίσετε αντίθετα απ’ ό,τι έλεγε η συνείδησή μας, λυπούμαστε αλλά δεν μπορέσαμε να το κάνουμε. Περισσότερο τυπικά ρώτησε τον Δαμασκόπουλο αν θα δεχόταν να τον διορίσουν, αυτός απάντησε ότι δεν πρόκειται να δεχτεί ακόμη και αν τον παραπέμψουν στο αυτόφωρο για απείθεια, και φάνηκε ότι δεν υπάρχει πρόθεση να επιχειρηθεί κάτι τέτοιο. Με φανερή την προσπάθεια να συγκρατήσει το θυμό της, η πρόεδρος συνέχισε τη συζήτηση (μολονότι ο Δ. Τσοβόλας δυο φορές της υπενθύμισε ότι πρέπει να διακόψει, διότι όλοι θέλουν να πάρουν το λόγο, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει), πότε χαρακτηρίζοντας την απόφαση ως εκβιασμό προς το δικαστήριο και πότε λέγοντας στον Δαμασκόπουλο ότι έπρεπε να παραιτηθεί από το πρωί και όχι αφού πρώτα υποβάλει αίτημα και τους βάλει να πάρουν απόφαση!
Το διάλειμμα της μισής ώρας, που είχε ανακοινώσει η πρόεδρος, έγινε δυο ωρών (!) και με την επανέναρξη της διαδικασίας ο εισαγγελέας πρότεινε να διοριστούν δύο συνήγοροι στον Αγαπίου, πρόταση που έγινε δεκτή από το δικαστήριο, που διέκοψε για τη Δευτέρα. Δεν συγκρατήσαμε τα ονόματα των δυο διορισθέντων, όμως, το γεγονός ότι χρειάστηκε ένα δίωρο για να ανακοινωθούν δύο από τους πρώτους στη λίστα του ΔΣΑ οδηγεί στο συμπέρασμα ότι κατά τη διάρκεια του διαλείμματος έγινε διερεύνηση για το ποιοι δέχονται να διοριστούν, είτε τους αποδέχεται είτε όχι ο κατηγορούμενος. Πέρα απ’ αυτό, όμως, είμαστε πραγματικοί περίεργοι να δούμε πώς το δικαστήριο θα ξεπεράσει τον τεράστιο δικονομικό σκόπελο που υπάρχει: είναι δυνατόν να διοριστούν συνήγοροι σε έναν κατηγορούμενο που είναι απών και αποδεδειγμένα δεν μπορεί να παραστεί στη διαδικασία για να ασκήσει τα δικαιώματά του; Θα το ξέρουμε τη Δευτέρα.