Αν δεν επρόκειτο για μια τόσο σοβαρή υπόθεση, με την απειλή 1.200 ετών σε τέσσερις ανθρώπους, θα μιλούσαμε για κωμωδία, έτσι που έχει χαθεί ο στοιχειώδης έλεγχος στη διαδικασία, λόγω της εμμονής να διεξαχθεί η δίκη στον Κορυδαλλό (για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας και μόνο). Με την έναρξη της διαδικασίας και καθώς ο Δ. Τσοβόλας απουσίαζε, όπως είχε ενημερώσει, οι δυο νεαροί δικηγόροι που το δικαστήριο διόρισε στην Αθανασάκη δήλωσαν ότι δεν είναι έτοιμοι, διότι δεν έχουν τελειώσει τη μελέτη της δικογραφίας. Οι ίδιοι είχαν ζητήσει ένα μήνα προθεσμία, όμως, όπως θα θυμόσαστε από προηγούμενο ρεπορτάζ, το αίτημά τους έγινε δεκτό με καγχασμό. Ομως, από τη στιγμή που δήλωσδαν ανέτοιμοι, δεν ήταν δυνατό να υποχρεωθούν να παραστούν με το ζόρι. Οπότε, η πίεση στράφηκε και πάλι προς την Αθανασάκη, τη μόνη που δεν φταίει σε τίποτα γι’ αυτή την κατάσταση. Με το επιχείρημα ότι οι μάρτυρες έχουν έρθει για δεύτερη φορά, η πρόεδρος πίεσε και οι αντιστάσεις της Αθανασάκη κάμφθηκαν (με δικαιολογημένη δυσφορία, βέβαια). Δέχτηκε να εκπροσωπηθεί από τη συνήγορο του Τσιγαρίδα, Μ. Δαλιάνη.
Ο πρώτος μάρτυρας, υπάλληλος της Γ’ ΔΟΥ Αθήνας, όπου είχε τοποθετηθεί εκρηκτικός μηχανισμός, δεν είχε να πει τίποτα. Η δεύτερη μάρτυρας, όμως, υπάλληλος της Β’ ΔΟΥ Πειραιά, είχε να πει πολλά. Οπως κατέθεσε, επειδή είχε ήδη γίνει έκρηξη στη Γ’ ΔΟΥ Αθήνας, είχαν προειδοποιηθεί από την υπηρεσία τους να είναι προσεκτικοί. Εφυγε πριν τη λήξη του κανονικού ωράριου (λόγω μητρότητας) και κατεβαίνοντας είδε έναν ψηλό άνδρα να κοιτάζει το ταμπλό στο οποίο αναφέρονται οι διάφορες υπηρεσίες της ΔΟΥ. Τον ρώτησε αν θέλει κάτι, αυτός δεν της έδωσε σημασία, αυτή τον θεώρησε ύποπτο και έμεινε εκεί περιμένοντας, μέχρι που έφυγε αφού της έριξε δυο-τρεις ματιές. Ανέφερε το γεγονός και την επομένη έδωσε κατάθεση στην Αστυνομία, όπου της ζήτησαν περιγραφή και της έδειξαν και φωτογραφίες. Αυτή περιέγραψε έναν ψηλό, πάνω από 1.80, με κατσαρά ψαρρά μαλλιά, μουστάκι και μούσι, που φορούσε σκούφο. Τον Γενάρη του 1995 την ξαναφώναξαν, της έδειξαν σειρά φωτογραφιών και αυτή αναγνώρισε τον ύποπτο από δυο-τρεις φωτογραφίες του που υπήρχαν. Η Αστυνομία της είπε ότι τον γνωρίζουν. Της είπαν μάλιστα και το παρατσούκλι του, που είχε σχέση με το διαπεραστικό του βλέμμα. Της είπαν, δε, ότι είχε συμμετάσχει στην εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973!
Αν και η μάρτυρας ήταν κατηγορηματική, ότι δεν είναι κανένας από τους κατηγορούμενους, την εξέταζαν επί ένα εικοσάλεπτο, ενώ οι ερωτήσεις προέδρου και εισαγγελέων «έδειχναν» προς τον απόντα Αγαπίου. Μέχρι που παρενέβη ο Χρ. Τσιγαρίδας για να τους θυμίσει ότι ο Αγαπίου είναι κοντός, λίγο πάνω από 1.60 και όχι πάνω από 1.80, που επέμενε η μάρτυρας. Επίσης, η μάρτυρας κατέθεσε πως ο εφέτης ειδικός ανακριτής Λ. Ζερβομπεάκος, στον οποίο επίσης κατέθεσε, δεν της έδειξε φωτογραφίες. Εύλογα, λοιπόν, ήρθε το σχόλιο του συνηγόρου του Κανά, Μ. Καλογήρου, ότι αυτός ο άνθρωπος δεν κλήθηκε ούτε ως μάρτυρας στο δικαστήριο, επειδή η κατηγορία φτιάχτηκε έτσι ώστε να «δείχνει» μόνο τους συγκεκριμένους κατηγορούμενους.
Ο πρύτανης της ΑΣΟΕΕ και η γραμματέας του, που κατέθεσαν για την τελευταία ενέργεια του ΕΛΑ, εμφανίστηκαν βασιλικότεροι του βασιλέως: από την έκρηξη υπήρχε κίνδυνος να χτυπηθούν άνθρωποι, μολονότι υπήρξε προειδοποιητικό τηλεφώνημα. Πώς θα χτυπιόνταν άνθρωποι, όμως, όταν το κτίριο της ΑΣΟΕΕ έχει μεγάλο προαύλιο προς την Πατησίων και επίσης προαύλιο προς την Μαυροματαίων, οπότε κανένας περαστικός δεν μπορούσε να χτυπηθεί από τζάμια; Τα πιο κρίσιμα ερωτήματα τα έθεσε δικαστής, που όπως είπε κατοικεί εκεί και ξέρει καλά την περιοχή. Και βέβαια, οι φανατισμένες καταθέσεις διαλύθηκαν αμέσως.
Τελευταίος μάρτυρας ένας σεκιουριτάς της ιταλικής πρεσβείας, που είδε έναν ζευγάρι να κατεβαίνει από λεωφορείο, να περνά στο απέναντι πεζοδρόμιο (μόνο αυτό από τους επιβάτες) και ο άνδρας να προχωρά, ν’ αφήνει ένα δέμα στην είσοδο της βελγικής πρεσβείας και να φεύγει ήσυχα μαζί με τη γυναίκα που τον περίμενε. Υποψιάστηκε ότι κάτι τρέχει και ειδοποίησε την Αστυνομία, η οποία προχώρησε σε ελεγχόμενη έκρηξη. Υποπτεύεστε τοποθέτηση βόμβας και δεν τον κυνηγήσατε; ρώτησε δικαστής. Μούγκα επί της ουσίας ο σεκιουριτάς. Τι να πει, ότι δεν ήθελε να μπλέξει; Και γιατί δεν ειδοποιήσατε αμέσως την Αστυνομία, ώστε να μπλοκάρει την περιοχή; επέμεινε ο δικαστής. Δεν είχα μαζί μου τηλέφωνο, ήρθε η αποστομωτική απάντηση του σεκιουριτά.
Ο μάρτυρας ήταν κατηγορηματικός ότι δεν αναγνωρίζει κανέναν από τους κατηγορούμενους. Ούτε τον Τσιγαρίδα, που είναι ψηλός και ταίριαζε ως προς αυτό στην περιγραφή του άνδρα που είχε δει. Ομως, εκείνη την ώρα ο Χρ. Τσιγαρίδας απουσίαζε από την αίθουσα. Οταν επέστρεψε στην αίθουσα και αντιλήφθηκε τι είχε προηγηθεί, σηκώθηκε και είπε σκωπτικά: Εγώ έχω γένεια και μουστάκι, να σηκωθώ μήπως και με αναγνωρίσει; Η πρόεδρος έσπευσε να απαντήσει ότι δεν υπάρχει λόγος, διότι ο μάρτυρας ήδη ρωτήθηκε και απάντησε αρνητικά.
Η συνεδρίαση έκλεισε με τον τρόπο που άρχισε. Η πρόεδρος ζήτησε από την Αθανασάκη να επικοινωνήσει με τον Τσοβόλα και να τον ρωτήσει αν μπορεί να παρευρεθεί Δευτέρα και Τρίτη. Μετά το 15λεπτο διάλειμμα που έγινε, η Αθανασάκη δήλωσε ότι ο Τσοβόλας δεν μπορεί Δευτέρα και Τρίτη, μπορεί όμως Τετάρτη. Η πρόεδρος ρώτησε τους παρόντες συνηγόρους και αυτοί απάντησαν ότι μπορούν Τετάρτη. Νέο διάλειμμα πέντε λεπτών και με επιχείρημα την ανάγκη να μελετήσουν τη δικογραφία οι νεοδιόρισμένοι, η πρόεδρος ανακοίνωσε διακοπή για την Πέμπτη 11 Ιούνη! Προφανώς, η «ανάγκη μελέτης» των νεοδιορισμένων δεν ίσχυε για Δευτέρα και Τρίτη, ίσχυε όμως για την… Τετάρτη. Κατά τα άλλα, οι εισαγγελείς κατηγορούν τους κατηγορούμενους ότι κωλυσιεργούν!
– Μην ξεχάσετε να ψηφίσετε, μη τυχόν πάτε διακοπές και δεν ψηφίσετε, είπε απευθυνόμενος προς την έδρα ο Χρ. Τσιγαρίδας.
– Εσείς να μην ξεχάσετε, απάντησε ενοχλημένη η πρόεδρος.
– Εγώ δεν ψηφίζω ποτέ κι όταν δε μπορώ να κάνω αλλιώς ρίχνω άκυρο, έκλεισε τη συζήτηση ο Τσιγαρίδας.