Με την έναρξη της συνεδρίασης, ζήτησε το λόγο ο Α. Κανάς για να διαβάσει στο δικαστήριο μια δήλωση, με την οποία επαινούσε τον Γ. Σερίφη για τα όσα είπε κατά Τσιγαρίδα και τον καλούσε να μη πατάει σε δυο βάρκες αλλά να περάσει ολοκληρωτικά στο «στρατόπεδο Κανά»!
Ο Μ. Κασίμης επέδειξε στο δικαστήριο μια φωτογραφία του Χρήστου Κασίμη (είναι η μοναδική φωτογραφία που υπάρχει, πέραν εκείνης που δείχνει τον Χρ. Κασίμη νεκρό), σημειώνοντας ότι την έφερε ως αποδεικτικό στοιχείο για την περιγραφή που έχει κάνει ο ίδιος και ο Χρ. Τσιγαρίδας, επειδή αυτή η περιγραφή αμφισβητήθηκε από συγκατηγορούμενό του και συγκεκριμένα τον Κανά. Ο Κανάς ψέλλισε ότι ο ίδιος δεν αμφισβήτησε αυτά που έχει πει ο Μ. Κασίμης, όμως ο τελευταίος ήταν κατηγορηματικός, ότι η φωτογραφία ανταποκρίνεται απόλυτα στην περιγραφή που έχει κάνει ο Χρ. Τσιγαρίδας. Ηταν μια σημαντική παρέμβαση από τον Μ. Κασίμη, που έδωσε ένα συντριπτικό χτύπημα σε κάποια από τις συκοφαντίες που έχουν εξαπολυθεί ενάντια στον Χρ. Τσιγαρίδα.
Ο εισαγγελέας Ανδρειωτέλλης ασχολήθηκε πρώτα με τις κατηγορίες κατά του Γιάννη Σερίφη. Αναφέρθηκε στις αντιφάσεις του Κορωναίου και τη διάψευσή του από τους αξιωματικούς της Αντιτρομοκρατικής και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν προέκυψε τίποτα σε βάρος του. Για το αδίκημα της «συμμετοχής» πρότεινε δύο εκδοχές. Αν το δικαστήριο δεχτεί ότι ο ΕΛΑ έπαψε να υφίσταται το 1995, να αθωωθεί λόγω παραγραφής. Αν δεχτεί ότι συνεχίστηκε η δράση και μετά το 1995 και ειδικά μετά το 2001, που το αδίκημα έγινε κακούργημα, να αθωωθεί διότι δεν προέκυψε τίποτα σε βάρος του. Επίσης, να αθωωθεί και για τις κατηγορίες της κατοχής όπλων και εκρηκτικών.
Τους άλλους πέντε κατηγορούμενους (Τσιγαρίδα, Αγαπίου, Κανά, Αθανασάκη, Κασίμη) τους έπιασε όλους μαζί. Δηλαδή, δεν διαχώρισε τον Μ. Κασίμη. Πρότεινε αρχικά να πάψει η ποινική δίωξη λόγω παραγραφής για δυο ενέργειες, διότι από τις καταθέσεις των μαρτύρων δεν προέκυψε ότι οι συγκεκριμένες υπηρεσίες εξυπηρετούσαν κοινό. Ολες οι άλλες εγκαταστάσεις εμπίπτουν στην κατηγορία της κοινής ωφέλειας και συνεπώς δεν έχει επέλθει παραγραφή. Ετσι, ο εισαγγελέας ξεκίνησε τη «διερεύνηση» αυτών των υπόλοιπων υποθέσεων.
Εισαγωγικά αναφέρθηκε στην Κυριακίδου. Μπορεί –είπε- να διαπνέεται από μίσος κατά του πρώην συζύγου της, όμως δεν είναι κατασκευασμένη μάρτυρας. Γιατί δεν μπορεί να κατασκευαστεί ένας μάρτυρας και να λέει τόσες λεπτομέρειες. Οσες απ’ αυτές τις λεπτομέρειες κι αν απορρίψετε, θα δυσκολευτείτε να τις απορρίψετε όλες. Δεν μπορεί η Κυριακίδου να είναι μυθομανής. Εξάλλου, οι καταθέσεις της ενισχύονται όχι μόνο από τον Βεντούρη, που ήταν πολιτικός αντίπαλος του Κανά, αλλά και από τις καταθέσεις άλλων μαρτύρων, όπως η Τόγκα, η Σιώζου και ο Πομώνης, που δεν γνώριζαν κανένα από τους κατηγορούμενους, δεν είχαν τίποτα μαζί τους.
Θαυμάσια λογική. Το ότι, για παράδειγμα, η Τόγκα διαψεύστηκε από την ίδια την Κυριακίδου, στην κατ’ αντιπαράσταση εξέτασή τους, δεν έχει καμιά σημασία για τον εισαγγελέα. Οπως δεν έχει καμιά σημασία το ότι η Κυριακίδου αρχικά μιλούσε για την Πάτμου (ότι είχε δει τον Κανά, τη «Μυρτώ» και τον «Γιάννη» να φτιάχνουν μια βόμβα) και μετά μετέφερε το περιστατικό στην Πολέμωνος. Εκανε λάθος! Ναι, έτσι ακριβώς το είπε.
Στη συνέχεια, άρχισε να διαβάζει αποσπάσματα από τις καταθέσεις της Κυριακίδου (τις προανακριτικές και ανακριτικές), έτσι όπως τον βόλευε, βάζοντάς τις στη σειρά και φτιάχνοντας το σενάριο που ήθελε. Φυσικά, παρέλειψε τις αντιφάσεις, αλλά και τα σημεία που διαψεύστηκε η Κυριακίδου κατά την κατάθεσή της στο ακροατήριο. Οπου του χρειαζόταν, διάνθιζε το σενάριο και με μερικά σημεία από την επ’ ακροατηρίω κατάθεση της Κυριακίδου. Αντιφάσεις δεν βρήκε πουθενά! Για περισσότερο από μία ώρα αγόρευε, παραθέτοντας απλώς όσους από τους ισχυρισμούς της Κυριακίδου βόλευαν για να αναγορευτεί αυτή αξιόπιστη μάρτυρας.
Ο Βεντούρης ήταν ο επόμενος με τον οποίο ασχολήθηκε ο εισαγγελέας, επαναλαμβάνοντας τα βασικά απ’ όσα ισχυρίζεται ο Βεντούρης, που τα είχε μάθει από την Κυριακίδου! Και μετά από μια σύντομη επιστροφή στην Κυριακίδου (είχε ξεχάσει μερικά και δεν είχε μπει στον κόπο να τα βάλει σε μια τάξη) και αφού επανέλαβε το σχόλιο ότι ένας πεποιημένος μάρτυρας δεν μπορεί να θυμάται τόσες λεπτομέρειες, πέρασε στην Τόγκα, η οποία «αναγνώρισε» την Κυριακίδου ως Σκουτουδάκη, την Αθανασάκη και τον Κανά, ως ενοίκους ή επισκέπτες του ισόγειου στην Πολέμωνος 13.
Το μέγα επιχείρημα του εισαγγελέα για τις «αναγνωρίσεις» της Τόγκα ήταν ότι οι γυναίκες αποτυπώνουν καλύτερα από τους άνδρες τις φυσιογνωμίες!
Για το γεγονός ότι στην κατ’ αντιπαράσταση εξέταση Τόγκα-Κυριακίδου αποδείχτηκε ότι αυτές οι δύο δεν είχαν συναντηθεί ποτέ, ότι άλλο διαμέρισμα και άλλη γυναίκα ανέφερε ως διαχειρίστρια η Κυριακίδου, ότι η Τόγκα δήλωσε πως ποτέ δεν έχει δει την Κυριακίδου, ούτε κουβέντα! Λες και δεν ήταν εκείνη τη μέρα στο δικαστήριο ο εισαγγελέας. Αυτό και μόνο δείχνει ότι το τελευταίο που τον ενδιαφέρει είναι η αλήθεια. Διότι αν τον ενδιέφερε, θα επιχειρούσε τουλάχιστον μια ερμηνεία των όσων αποκαλύφθηκαν κατά την κατ’ αντιπαράσταση εξέταση. Τα αγνόησε προκλητικά, όντας βέβαιος ότι σε κανένα δεν πρόκειται να λογοδοτήσει.
Μετά απ’ αυτό, ήταν εύκολο να αποδεχτεί και την «αναγνώριση» του Αγαπίου από τη Σιώζου στην Πολέμωνος. Είδε έναν άνθρωπο για λίγα δευτερόλεπτα, πριν καναδυό δεκαετίες, και αποτύπωσε τη φυσιογνωμία του, γιατί ήταν «ένα μαύρο πράμα»! Λες και δεν υπάρχουν άλλοι μελαχρινοί στην Ελλάδα. Λες και βρισκόμαστε στη Σουηδία! Και βέβαια, για το γεγονός ότι Σιώζου και Πομώνης (σύζυγοι) είχαν φροντίσει να προμηθευτούν της ανακριτικές τους καταθέσεις, πριν προσέλθουν στο πρώτο δικαστήριο, ούτε κουβέντα. Προφανώς το θεώρησε και αυτό… λεπτομέρεια.
Οσο για την κατάθεση του Πομώνη, το άξιο λόγου για τον εισαγγελέα ήταν ότι δεν είχαν αναπτύξει κοινωνικές σχέσεις με τον Κανά, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι ο Κανάς συμπεριφερόταν συνωμοτικά! Επίσης, ότι περπατούσε τοίχο-τοίχο, ότι έκλεινε το φως και έκλεινε μαλακά την πόρτα! Το ότι ο Κανάς γνώριζε όλη την πολυκατοικία, όπως αποδείχτηκε, και το ότι τα πεζοδρόμιο ήταν πλάτους μόλις 80 εκατοστών, οπότε όποιος βάδιζε σ’ αυτό πήγαινε αναγκαστικά σύρριζα με τον τοίχο, δεν προβλημάτισε τον εισαγγελέα. Γιατί να τον προβληματίσει, άλλωστε; Θυμίζουμε ότι κατά την κατάθεση Πομώνη ο εφέτης Λ. Ντούλης είχε περίπου εξοργιστεί μ’ αυτά τα απίθανα που εμφανίζονταν ως δείγματα συνωμοτικής συμπεριφοράς του Κανά, γεγονός που είχαμε καταγράψει στο ρεπορτάζ.
Ο εισαγγελέας συνέχισε να παραθέτει αποσπάσματα από καταθέσεις μαρτύρων, χωρίς καμιά σύνδεση μεταξύ τους.
Ηταν μια άθλια αγόρευση, προχειροφτιαγμένη, χωρίς κανένα ειρμό, χωρίς επιχειρηματολογία. Μια συρραφή από αποσπάσματα καταθέσεων, που έτσι όπως παρατίθονταν προκάλεσαν αρκετές φορές ειρωνικά χαμόγελα στην έδρα. Γιατί, βέβαια, όλα αυτά τα είχαν ακούσει. Αλλο περίμεναν από έναν εισαγγελέα, ο οποίος υποτίθεται πως παρακολούθησε την υπόθεση και αναπλάθει μια δικανική αλήθεια με τρόπο απροκατάληπτο, χρησιμοποιώντας τα δεδομένα της ακροαματικής διαδικασίας αφού προηγουμένως τα έχει βασανίσει.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις 2 το μεσημέρι ο εισαγγελέας ζήτησε διακοπή για να τακτοποιήσει τις σκέψεις του και να αξιολογήσει όλες αυτές τις καταθέσεις, όπως είπε, όμως ο πρόεδρος διέκοψε μόνο για 20 λεπτά και του ζήτησε να συνεχίσει.
Μετά τη διακοπή, όμως, ο εισαγγελέας δεν επανήλθε με αξιολόγηση αλλά θυμήθηκε την κατάθεση Γιαννακούρη για τα αποτυπώματα, που μέχρι εκείνη τη στιγμή είχε ξεχάσει!
Διάβασε, λοιπόν, κάποιο κείμενο (δεν είπε από πού ήταν) για να αποδείξει ότι τα αποτυπώματα δεν μεταφέρονται! Οταν, όμως, ο Χρ. Τσιγαρίδας είχε αποδείξει ότι με απλούστατο τρόπο μπορεί κανείς να μεταφέρει ένα αποτύπωμα, ο εισαγγελέας δεν είχε πει κουβέντα, αλλά προσπάθησε να εμποδίσει την παρέμβαση Τσιγαρίδα, λέγοντας ότι αυτά είναι επιστημονικά ζητήματα και πρέπει να κληθεί πάλι να είναι παρών ο ειδικός Γιαννακούρης. Τώρα πού βρήκε την… επιστημονική γνώση; Και μάλιστα με ένα κείμενο γραμμένο από αγνώστους συγγραφείς, το οποίο επικαλούνταν επιχειρήματα τα οποία ουδέποτε είχε επικαλεστεί ο Γιαννακούρης. Ενα κείμενο που δεν αντέχει σε κριτική, γιατί συγκρούεται με την κοινή λογική.
Τόσο ξένα του ήταν όλα αυτά του εισαγγελέα, που δεν μπόρεσε ούτε τις απόψεις του Γιαννακούρη να μεταφέρει με ακρίβεια. Ετσι, ενώ ο Γιαννακούρης μιλούσε για μια νέα μέθοδο ανίχνευσης που άρχισαν να εφαρμόζουν το 2002, ο εισαγγελέας είπε πως η νέα μέθοδος έγκειται στη διαφορά των σημείων που πρέπει να ταυτίζονται! «Καθάρισε», λοιπόν, και με τα αποτυπώματα ο κ. Ανδρειωτέλλης. Γνήσια και αυτά!
Αφού μίλησε περίπου ένα τέταρτο, ζήτησε διακοπή για την επόμενη μέρα, για να κάνει την αξιολόγηση των όσων επικαλέστηκε, διευκρινίζοντας (σε ερώτηση του προέδρου), ότι δεν έχει άλλα στοιχεία και του μένει μόνο η αξιολόγηση.