Πριν ξεκινήσει να καταθέσει ο πρώτος μάρτυρας του κατηγορητήριου, ο Χριστόδουλος Ξηρός ζήτησε να κάνει μια δήλωση συνολικά για την κατηγορία, η οποία είναι η εξής (αντιγραφή από το δακτυλογραφημένο κείμενο που κατατέθηκε στο δικαστήριο):
«Τοποθέτηση επί της κατηγορίας
Δύο μήνες περίπου διαδικασίας έχουμε διανύσει σ’ αυτή τη δεύτερη δίκη, στην ίδια αίθουσα που πριν δυο χρόνια δικαστήκαμε σε πρώτο βαθμό και στη μνήμη μας δεν έχει ξεθωριάσει ο τρόπος που διεξήχθη η πρώτη δίκη. Οδηγηθήκαμε με διάτρητες και καινοφανείς διαδικασίες και μεθοδεύσεις στο εδώλιο σε μια προδιαγεγραμμένη διαδικασία που κατέληξε σε μια προειλημμένη απόφαση.
Δυο χρόνια μετά πιστεύω αυτό που πίστευα και τότε: Ουσιαστικά δεν υπήρξε δίκη. Αντ’ αυτής είχαμε μια κατασκευή, που είχε σκοπό να επιβεβαιώσει και να θέσει σε λειτουργία, όχι βέβαια το νόμο, ο οποίος είχε εκμηδενιστεί μπροστά στην πολιτική σκοπιμότητα, αλλά τα σενάρια της αντιτρομοκρατικής, τις πολιτικές αποφάσεις του κράτους και τις επιταγές των αγγλοαμερικανών πατρώνων.
Στόχος, όχι μόνο η “εξάρθρωση” των ένοπλων επαναστατικών οργανώσεων που δρούσαν στην Ελλάδα τα τελευταία 30 χρόνια, αλλά και το χτύπημα του μαζικού επαναστατικού κινήματος, ως αναγκαία συστράτευση με τις δυνάμεις του “αξονος” στο νέο παγκόσμιο δόγμα του δήθεν πολέμου κατά της τρομοκρατίας. Και βέβαια ως ένα ρεβανσιστικό ξεκαθάρισμα του μεταπολιτευτικού κράτους με τους πολιτικούς αντιπάλους του.
Η έκρηξη της βόμβας στα χέρια του αδελφού μου Σάββα και η ανακάλυψη των κρυσφηγέτων της 17Ν σήμαναν την έναρξη της περιβόητης επιχείρησης εξάρθρωσης. Οπως έχω ήδη πει και δεν θα κουραστώ να επαναλαμβάνω, η παντελής έλλειψη στοιχείων και ευρημάτων που να μπορούν από μόνα τους να τεκμηριώσουν ενοχή συγκεκριμένων ανθρώπων και η απουσία χρήσιμων μαρτύρων οδήγησε στη λύση των “αυθόρμητων ομολογιών”, που είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητες για να μπορέσει να στηθεί ένα κατηγορητήριο, ικανό να αξιοποιηθεί δικαστικά.
Ετσι, επιλέγομαι να επιβεβαιώσω αλλά και να “επανδρώσω” το σενάριο της εξάρθρωσης που περιφερόταν εδώ και εκεί πριν ομολογηθεί. Η ιστορία επαναλαμβάνεται με τους υπόλοιπους “ομολογητές” και μια σειρά προανακριτικών απολογιών των υποτιθέμενων μελών της 17Ν.
Φτάνουμε έτσι στην περιβόητη πρώτη δίκη, αφού προηγουμένως φρόντισαν, με μεγάλη σπουδή μάλιστα, να εξοβελίσουν τους ενόρκους και να τροποποιήσουν τις κληρώσεις των δικαστών για περισσότερη σιγουριά. Εδώ πια καταρρίπτονται και οι τελευταίες αυταπάτες του πλέον αφελούς. Κατασκευασμένο κατηγορητήριο, ανύπαρκτα στοιχεία, ξεφωνημένοι ψευδομάρτυρες. Αποκαλυπτικό και το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης, που στηρίζεται κυρίως, για να μην πω αποκλειστικά, στις περιβόητες προανακριτικές “απολογίες”. Εννέα μήνες για το τίποτα. Τέτοια εμπιστοσύνη οι δικαστές στη λεγόμενη αποδεικτική διαδικασία! Στημένη ομολογία – στημένη συμμετοχή – στημένη καταδίκη.
Καταδικάστηκα λοιπόν 10 φορές ισόβια και 1643 χρόνια με βάση αυτή την κακοστημένη σκευωρία που ξεκίνησε στα μυαλά του αντιτρομοκρατικού επιτελείου και κατέληξε στη δικανική απάτη. 10 ισόβια χωρίς ούτε ένα μάρτυρα. 10 ισόβια χωρίς ούτε ένα αποτύπωμα, ούτε ένα χαρτάκι, έστω μία τρίχα… Μάλιστα όχι απλώς δεν υπάρχει κανένα στοιχείο εις βάρος μου, αλλά αντιθέτως υπάρχουν πλήθος πειστηρίων – επιστημονικών αποδείξεων που με αθωώνουν και που προκλητικά αγνοήθηκαν.
Με το ίδιο κατηγορητήριο έρχομαι να δικαστώ ξανά. Κανονικά δεν θα ‘πρεπε να ασχοληθώ καθόλου με τις κατηγορίες και την απόδειξή τους. Η δικονομική μου θέση ως κατηγορούμενος, όπως θα λέγατε και εσείς, με απαλλάσσει απ’ αυτό το βάρος. Κανονικά βαραίνει την κυρία εισαγγελέα. Ομως δεν θα σας κάνω το χατήρι. Οι κατηγορίες εις βάρος μου είναι έωλες και γελοίες. Τα γεγονότα όπως περιγράφονται είναι εντελώς ανέφικτα και λογικά αδύνατα. Θα δώσω τη μάχη λοιπόν. Θα αποδείξω τη σκευωρία, θα καταδείξω τις αντιφάσεις, θα αποκαλύψω το στήσιμο.
Αρνούμαι τις κατηγορίες στο σύνολό τους.
Δεν υπήρξα μέλος της 17Ν.
Δεν θα μπορούσα να είμαι μέλος της 17Ν.
Αυτό το ήξεραν οι διωκτικοί μηχανισμοί.
Το ήξεραν οι προηγούμενοι από σας δικαστές.
Το ξέρετε και σεις.
Κι εγώ ξέρω ότι θα δικαστώ γι’ αυτό που είμαι και που αντιπροσωπεύω στα μάτια σας και όχι με βάση τα γεγονότα και τις πράξεις που μου αποδίδετε. Γιατί εδώ μέσα δεν δικάζονται μόνο πρόσωπα. Δεν δικάζεται μόνο η 17Ν. Δικάζεται μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων, που είτε επέλεξαν τον δρόμο της ένοπλης κριτικής, όπως ο αδελφός μου Σάββας, είτε της μαζικής δράσης, όπως εγώ, γαλουχήθηκε με τις ιδέες της επαναστατικής πάλης και της κοινωνικής απελευθέρωσης. Ενα ολόκληρο ιδεολογικοπολιτικό κίνημα που άρθρωσε λόγο και ανέπτυξε δράση έξω και πέρα από το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα.
Δικάζεται όμως και η νεότερη γενιά, τα νέα ριζοσπαστικά κινήματα, στο πρόσωπο του μικρότερου αδελφού μου Βασίλη, που με την άδικη, σκληρή και παραδειγματική τιμωρία που του επιβλήθηκε, την προειδοποιούν, της κρούουν το καμπανάκι: καθίστε φρόνιμα, να τι σας περιμένει.
Σ’ αυτό το δικαστήριο εγώ θα παλέψω για την απαλλαγή μου, με δεδομένο ότι τίποτα δεν με συνδέει με τις πράξεις που μου καταλογίζουν. Στο πρώτο δικαστήριο η έννοια της αθωότητας μετατράπηκε σε “δήλωση νομιμοφροσύνης”. Σκύψτε το κεφάλι, προσχωρήστε στην κυρίαρχη ιδεολογία, συνεργαστείτε. Λυπάμαι, αλλά σ’ αυτό το επίπεδο δεν έχω τίποτα να προσφέρω.
Κορυδαλλός,
Χριστόδουλος Ξηρός».
ΥΠΟΘΕΣΗ ΡΟΜΠΕΡΤ ΤΖΑΝΤ
Από την κατάθεση του πρώτου κιόλας μάρτυρα της διαδικασίας καταδείχτηκε ένα από τα μείζονα ζητήματα αυτής της δίκης: το ζήτημα των μαρτύρων με την προϊούσα μνήμη. Των μαρτύρων που αλλάζουν ή συμπληρώνουν τις καταθέσεις που έδωσαν πριν 20 χρόνια, σε τρόπο ώστε να ταιριάζουν στο σενάριο της Αντιτρομοκρατικής για το «οργανόγραμμα» των ενεργειών της 17Ν. Αλλοι απ’ αυτούς προσφέρθηκαν μόνοι τους να το κάνουν και συνεργάστηκαν με την Αντιτρομοκρατική (θα δούμε αρκετούς τέτοιους στη συνέχεια της διαδικασίας). Αλλοι έπεσαν θύματα της τηλεοπτικής εικόνας και της περιόδου της τρομολαγνείας.
Στη δεύτερη κατηγορία φαίνεται να ανήκει ο μάρτυρας Ελευθέριος Κοντοδιός, αυτόπτης στην απόπειρα κατά Τζαντ. Η κατάθεσή του αφορά τον Χρ. Ξηρό, που σύμφωνα με το κατηγορητήριο οδηγούσε τη μηχανή (εκτελεστής, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, φέρεται ο μακαρίτης Σκανδάλης, συνοδηγός –υποτίθεται- στη μοτοσικλέτα). Ιδού πως διαμορφώνεται η προϊούσα μνήμη του μάρτυρα Κοντοδιού: Το 1984 καταθέτει ότι και οι δυο επιβάτες της μοτοσικλέτας ήταν μετρίου αναστήματος και ο οδηγός κάπως εύσωμος. Το 2003 καλείται στον ανακριτή Ζερβομπεάκο και δηλώνει ότι ο οδηγός ήταν ογκώδης. Στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο είπε ότι ο οδηγός ήταν ογκώδης και ψηλός. Στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο επαναλαμβάνει τα περί ογκώδους, μιλά για πολύ ψηλό και συμπληρώνει: 110 κιλά.
Η υπεράσπιση (Αρ. Κωνσταντάκης και Γ. Γκουντούνας) στέκονται ιδιαίτερα στις αντιφάσεις. Για να ενισχύσουν μάλιστα την άποψή τους έχουν φέρει αντίγραφα από τα δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής, όλου του πολιτικού φάσματος (Βραδυνή, Αυριανή, Καθημερινή, Ελευθεροτυπία κ.λπ.) που όλες, αναφερόμενες σε δηλώσεις των αυτοπτών μαρτύρων, περιγράφουν τους δράστες ως μετρίου αναστήματος.
Πρόεδρος και εισαγγελέας (που πετάγεται αντιδικονομικά, χωρίς να ζητάει το λόγο), προσπαθούν να μη γίνει αναφορά στις εφημερίδες της εποχής, με το σκεπτικό ότι οι εφημερίδες γράφουν ό,τι θέλουν. Λες και υπήρχε περίπτωση οι εφημερίδες να γράψουν οτιδήποτε άλλο πέρα απ’ αυτό που τους είπαν όσοι από τους μάρτυρες μίλησαν στους δημοσιογράφους και απ’ αυτό που τους «σφύριξαν» οι ασφαλίτες που έκαναν την προανάκριση. Ο μάρτυρας, μάλιστα, καταθέτει ότι δυο δημοσιογράφοι (ο ένας σίγουρα των «Νέων») ήταν μέσα στο γραφείο την ώρα που έδινε κατάθεση στους αστυνομικούς!
Σε άλλο σημείο της κατάθεσης ο μάρτυρας πέφτει σε άλλη αντίφαση. Είχε μουστάκι ο εκτελεστής; ρωτάει η εισαγγελέας. Οχι, απαντά ο μάρτυρας. Γυαλιά; Οχι. Είστε σίγουρος ότι δεν φορούσε γυαλιά; Σίγουρος. Και όμως, στην πρωτοβάθμια δίκη ο ίδιος μάρτυρας είχε καταθέσει: «Ο πίσω ήταν μουσάτος με κάτι γυαλιά ηλίου και ένα όπλο που είχε στο χέρι του»! Και όμως, η εισαγγελέας όχι μόνο δεν επισημαίνει αυτή την αντίφαση του μάρτυρα, αλλά λέει κάπως αμήχανα: «Καλά, αυτό δεν έχει σημασία». Επειδή από την εμμονή της να ρωτάει για γυαλιά υποψιαστήκαμε ότι κάτι τρέχει, ανατρέξαμε στα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης και βρήκαμε τι περιγραφή έδινε τότε ο μάρτυρας.
Δεν μας έδωσε την εντύπωση στημένου ψευδομάρτυρα ο Κοντοδιός. Αλλωστε, αν ήταν στημένος θα είχε προετοιμαστεί καλύτερα και θα του είχαν δώσει να διαβάσει τουλάχιστον την κατάθεσή του στο προηγούμενο δικαστήριο. Είναι απλώς θύμα της περιόδου της τρομολαγνείας. Τότε του υπέβαλαν να μιλήσει για «ογκώδη και ψηλό» και αυτό τον ακολουθεί έκτοτε, χωρίς να μπορεί να το στηρίξει, γιατί έρχεται σε πλήρη αντίφαση με την προανακριτική του κατάθεση, αυτή που είχε δώσει λίγες ώρες μετά το συμβάν, όταν η μνήμη του ήταν φρέσκια. Αλλωστε, ο ίδιος δήλωσε, απαντώντας σε ερώτηση συνηγόρου υπεράσπισης, ότι ήταν πολύ ταραγμένος και ήθελε να διώξει εντελώς από τη μνήμη του αυτό το περιστατικό.
Οταν αργότερα αναγνώστηκε η κατάθεση του ίδιου του Τζαντ, καταδείχτηκαν και άλλες αντιφάσεις του μάρτυρα (ή του Τζαντ). Για παράδειγμα, ο Τζαντ κατέθεσε ότι και οι δύο επιβάτες της μοτοσικλέτας φορούσαν κράνη, ενώ ο Κοντοδιός κατέθεσε ότι φορούσαν μπερέδες πράσινου χρώματος. Ο Τζαντ κατέθεσε ότι αυτός που τον πυροβόλησε τράβηξε το πιστόλι με το αριστερό χέρι, ενώ ο Κοντοδιός ότι κρατούσε το πιστόλι με το δεξί. Μπορεί, λοιπόν, με τέτοιες μαρτυρίες να διαπιστωθεί η αλήθεια;
Για το λόγο αυτό η υπεράσπιση πρότεινε να κληθούν τέσσερις άλλοι μάρτυρες που φέρονται ως αυτόπτες. Η εισαγγελέας, εντελώς αβασάνιστα, πρότεινε την απόρριψη του αιτήματος της υπεράσπισης (δεν την ενδιαφέρει, άραγε, η διερεύνηση της αλήθειας με περισσότερες μαρτυρίες;). Η πολιτική αγωγή (Αναγνωστόπουλος) το πήγε αλλού. Δεν θα βοηθήσουν σε τίποτα επιπρόσθετες μαρτυρικές καταθέσεις –είπε- γιατί απόδειξη αποτελεί η ομολογία του Χρ. Ξηρού!
Ο Α. Κωνσταντάκης ανταπάντησε διαβάζοντας απόσπασμα από την απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου, που αναφέρει ότι η περιγραφή του μάρτυρα Κοντοδιού ταιριάζει με το σωματότυπο του Χρ. Ξηρού. Γι’ αυτό ζητάμε να έρθουν και οι άλλοι αυτόπτες μάρτυρες, σημείωσε ο συνήγορος. Αλλιώς, να πούμε ότι μας ενδιαφέρουν μόνο οι προανακριτικές απολογίες, να κάνουμε δίκη μόνο με αυτά τα έγγραφα και να δούμε και εμείς πώς θα διαμορφώσουμε την υπερασπιστική μας τακτική. Οι μάρτυρες διαφωνούν σε πολλά σημεία, συμπλήρωσε ο Γ. Γκουντούνας, και μόνο με τις καταθέσεις όλων των αυτοπτών μαρτύρων μπορεί να σχηματιστεί εικόνα. Αν οι μάρτυρες λένε ότι ο δράστης ήταν μετρίου αναστήματος –κατέληξε- τότε δεν ήταν ο Χρ. Ξηρός. Και αυτό αποτελεί μια ακόμα απόδειξη για το ότι η προανακριτική του ομολογία ήταν στημένη.
Στο θέμα παρενέβη και ο Σ. Φυτράκης. Τι κάνουμε όταν το μόνο αποδεικτικό στοιχείο είναι αυτές οι προανακριτικές ομολογίες; είπε. Από τη στιγμή που αυτές οι προανακριτικές ομολογίες αμφισβητούνται, εκείνο που πρέπει να κάνουμε είναι να ελέγξουμε σε βάθος την πληρότητα όλων των άλλων αποδεικτικών μέσων. Η διερεύνηση σε βάθος όλων των μαρτύρων θα μας δώσει μια ένδειξη για την ειλικρίνεια αυτών των προανακριτικών απολογιών, στις οποίες στηρίχτηκε το προηγούμενο δικαστήριο, δηλαδή στην κατάθεση κατηγορουμένου σε βάρος συγκατηγορουμένου. Γι’ αυτό και πρέπει να γίνεται δεκτό κάθε αίτημα για κλήση μαρτύρων, ώστε μετά να δούμε και αυτές τις προανακριτικές ομολογίες και να καταλήξουμε σε κρίση και για τον ομολογούντα και για τον συγκατηγορούμενο. Ανάλογη επιχειρηματολογία παρουσίασε και ο Ι. Μυλωνάς. Πρέπει να κληθούν όλοι οι μάρτυρες –είπε- για να ελέγξουμε την αξιοπιστία των προανακριτικών ομολογιών.
Ο Χρ. Ξηρός είπε στο δικαστήριο, ότι πήρε μια πρώτη γεύση γι’ αυτό που θα ακολουθήσει με το σύνολο των μαρτύρων. Είδατε τον πρώτο μάρτυρα να λέει τερατολογίες και τον εκπρόσωπο των ναζί Αμερικάνων να προσπαθεί να περισώσει την κατάσταση. Το ζητούμενο είναι να περισώσουμε την απόφαση ή να βρούμε την αλήθεια; Εγώ αυτό θέλω να μάθω.
Χρειάστηκε να αποσυρθεί σε διάσκεψη (κράτησε μάλιστα αρκετή ώρα) το δικαστήριο, για να αποφασίσει ότι απορρίπτει το αίτημα κλήτευσης των συγκεκριμένων μαρτύρων, διότι δεν προέκυψε ανάγκη από τη διαδικασία. Απόφαση-δείγμα προθέσεων; Μάλλον. Γιατί στη συγκεκριμένη περίπτωση η ανάγκη διερεύνησης των πραγματικών περιστατικών, μέσω της εξέτασης όλων των αυτοπτών μαρτύρων προέκυψε «ζωντανή». Το δικαστήριο με τη συγκεκριμένη απόφαση έδειξε απλούστατα ότι δεν ενδιαφέρεται να διερευνήσει μια άλλη αλήθεια, πέρα από αυτή που υποδεικνύει το σενάριο της Αντιτρομοκρατικής.
Πρόεδρος και εισαγγελέας προσπάθησαν επίσης να απαγορεύσουν κάθε ερώτηση που αναφέρεται στα κίνητρα της ενέργειας, στο πολιτικό της περιεχόμενο, στην ιδιότητα του Τζαντ ως στελέχους της «Τζάσμαγκ», της αμερικάνικης στρατιωτικής αποστολής. Αν ήταν σημαντικό στέλεχος, δεν θα ήταν αφύλαχτος, ήταν το… μεγαλοφυές επιχείρημα της εισαγγελέα, η οποία –όπως είπε- το συνήγαγε αυτό από τη δικογραφία, από το τι δήλωσε ο Τζαντ. Λες και υπήρχε περίπτωση να δηλώσει την πραγματική του ιδιότητα. Η προσπάθειά της αυτή προκάλεσε την παρέμβαση του Δ. Κουφοντίνα, ο οποίος τη ρώτησε πού ξέρει ότι πίσω από τον Τζαντ δεν ακολουθούσε αυτοκίνητο συνοδείας και την «ενημέρωσε» ότι ο σταθμάρχης της CIA στην Ελλάδα κυκλοφορούσε για χρόνια με ένα απλό VolksWagen.
Ο δεύτερος μάρτυρας, ο αστυνομικός Ν. Κωστάκος, ήταν απών. Υπήρχε δε ένα χαρτί της Αστυνομίας που έλεγε ότι συνταξιοδοτήθηκε και δεν ξέρουν τη διεύθυνσή του! Η εισαγγελέας πρότεινε να διαβαστεί η κατάθεσή του στην πρώτη δίκη, όμως η υπεράσπιση αντιτάχθηκε, για λόγους αρχών (λόγοι ουσίας δεν υπήρχαν, γιατί ο Κωστάκος δεν ήταν αυτόπτης μάρτυρας και στην πρώτη δίκη είχε καταθέσει ότι δε θυμάται τίποτα). Δεν είναι δυνατόν να λένε ότι δεν μπορούν να βρουν ένα συνταξιούχο αστυνομικό και να τον καλέσουν. Και μόνο από τα μητρώα συνταξιούχων μπορούν εύκολα να βρουν πού ταχυδρομείται η σύνταξή του. Αστεία πράγματα. Στη διάρκεια της σχετικής συζήτησης ο Δ. Κουφοντίνας πέταξε την κορυφαία ατάκα της ημέρας: Προτείνω ο συνήγορος των Αμερικανών να απευθυνθεί στους πελάτες του και να τον βρουν από το κινητό του! Τελικά, το δικαστήριο αποφάσισε να μην αναγνωστεί η κατάθεση του Κωστάκου, διότι δεν διαπιστώθηκε το νόμιμο της μη παρουσίας του. Τουλάχιστον σ’ αυτό το ζήτημα τηρήθηκε η δικονομική τάξη.
Στη συνέχεια, διαβάστηκαν τα διάφορα αναγνωστέα έγγραφα της δικογραφίας (κατάθεση Τζαντ, ιατροδικαστική έκθεση, προκήρυξη της 17Ν, εκθέσεις της Αστυνομίας και έγγραφα της υπεράσπισης του Ν. Παπαναστασίου, που αποδεικνύουν ότι εκείνη την περίοδο δούλευε στην εταιρία ΒΙΜΑΡ στο Μαρούσι, δούλεψε όλες τις μέρες του μήνα και σχολούσε στις 3 το απόγευμα, επομένως δεν θα μπορούσε να έχει σχέση με την ενέργεια).
Στο θέμα της ανάγνωσης των πρακτικών της προηγούμενης δίκης υπήρξε ένσταση από την υπεράσπιση, δεδομένου ότι στα πρακτικά περιέχονται καταθέσεις μαρτύρων που δεν παρέστησαν στη διαδικασία, πράγμα που αντιτίθεται στην ΕΣΔΑ. Το θέμα είχε θέσει προηγουμένως ο Ι. Μυλωνάς (ο οποίος στο μεταξύ είχε αποχωρήσει) και το επανέφερε η Γ. Κούρτοβικ. Εισαγγελέας και πολιτική αγωγή είχαν διαφορετική άποψη (αυτό έλειπε, να συμφωνούσαν!). Ο Σ. Φυτράκης επισήμανε ότι αυτή η ερμηνεία παραβιάζει τον κανόνα που το ίδιο το δικαστήριο δέχτηκε προηγούμενα: δεν διαβάζω την κατάθεση μάρτυρα που δεν τον έχω στο ακροατήριο για να τον ελέγξω. Με αυτό που πάει να γίνει παραβιάζεται εκ πλαγίου ο κανόνας που προηγουμένως ακολούθησε το δικαστήριο. Για την προάσπιση του δικαιώματος του κατηγορούμενου, να ελέγχει τους μάρτυρες στο ακροατήριο, πρέπει να υπάρξει ταυτότητα στις αποφάσεις του δικαστηρίου και όχι εκ πλαγίου παραβίαση.
Το δικαστήριο επιφυλάχτηκε να αποφασίσει επί του αιτήματος.
Λίγο πριν την ολοκλήρωση της διαδικασίας, ο Δ. Κουφοντίνας έκανε την εξής δήλωση:
«Συμφωνώ και υπερασπίζομαι τις ενέργειες που έχει αναλάβει η Οργάνωση. Ο Ρόμπερτ Τζαντ ήταν στέλεχος ήταν στέλεχος της Τζάσμαγκ, της αμερικάνικης στρατιωτικής αποστολής στην Ελλάδα, ενός από τους κυριότερους στρατιωτικούς μηχανισμούς που μαζί με τις άλλες αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις και τις διάφορες μυστικές υπηρεσίες αποτελούν δύναμη κατοχής και τρομοκράτησης του ελληνικού λαού και των λαών της περιοχής. Μιας δύναμης κατοχής που ευθύνεται για όλα τα εγκλήματα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού σ’ αυτόν τον τόπο από την εποχή του εμφύλιου και την τραγωδία της Κύπρου μέχρι σήμερα. Συνεπώς η επίθεση εναντίον του στελέχους της Τζάσμαγκ αποτελούσε έκφραση του καθολικού και πάντα επίκαιρου αιτήματος της απομάκρυνσης των βάσεων και των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων και ήταν δίκαιη ενέργεια λαϊκής βίας».
Το δικαστήριο διέκοψε για την Πέμπτη στις 10 το πρωί.