Με την έναρξη της διαδικασίας η Γ. Κούρτοβικ κατέθεσε για να αναγνωστούν μια σειρά έγγραφα τα οποία η υπεράσπιση Κουφοντίνα είχε επικαλεστεί σε διάφορες προγενέστερες φάσεις. Ξεχωρίσαμε δημοσίευμα του Τάκη Μίχα στην «Ελευθεροτυπία», που αναφερόταν στο μάρκετινγκ που εφάρμοσαν οι Βρετανοί, προκειμένου να εμφανίσουν τη 17Ν όχι ως πολιτική οργάνωση (παραδοχή που ήταν καθολική μέχρι τότε στη χώρα), αλλά σαν εγκληματική συμμορία. Επίσης, ανακοίνωση της Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που κατήγγειλε τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των κατηγορούμενων.
Τρίτος μάρτυρας υπεράσπισης του Δ. Κουφοντίνα ο Νίκος Γιαννόπουλος. Κατέθεσε, ότι γνώρισε τον Δ. Κουφοντίνα στα διαμαθητικά της μεταπολίτευσης και εκείνο που σημείωσε ήταν η εξαιρετική ευρυμάθειά του για ένα παιδί εκείνης της εποχής. Τον ξανασυνάντησε τη δεκαετία του ’90 στη Γαύδο, στη διάρκεια των διακοπών του. Σχημάτισε την εντύπωση, ότι ήταν πλέον ένας ανένταχτος αριστερός, που εξακολουθούσε να είναι πολιτικά συγκροτημένος, οξύνους, ήπιος, με μια τέλεια σχέση με τη γυναίκα και το παιδί, μια ολοκληρωμένη-ισορροπημένη προσωπικότητα. Τα λέω όλ’ αυτά –είπε- για να εξηγήσω ότι όποιος συμμετέχει σε μια ένοπλη επαναστατική οργάνωση δεν είναι αυτό που λέει η τρέχουσα προπαγάνδα, ένας φύσει βίαιος άνθρωπος, που έχει ροπή στο κακό. Χαρακτήρισε απόλυτα ευγενή τα κίνητρα των ανθρώπων που συμμετέχουν σ’ αυτές τις οργανώσεις.
Στη συνέχεια, ο Γιαννόπουλος αναφέρθηκε αναλυτικά στις συνθήκες της μεταπολίτευσης, στα πολιτικά ρεύματα που συγκρούστηκαν, στις οργανώσεις που διαμορφώθηκαν, για να υποστηρίξει ότι η ένοπλη πάλη ήταν μια πολιτική επιλογή εκείνης της περιόδου και όσοι την ακολούθησαν νομιμοποιούνταν από πολιτική και κοινωνική άποψη. Σε ό,τι αφορά τη 17Ν, η άποψή του είναι ότι χρησιμοποίησε την ελάχιστη βία (επιχειρηματολόγησε εν εκτάσει με αναφορές στο όργιο της κρατικής βίας). Κατέληξε ζητώντας από το δικαστήριο να αναγνωρίσει στον Δ. Κουφοντίνα «μη ταπεινά ελατήρια».
Από την έδρα ερωτήσεις έκαναν ο πρόεδρος, η εισαγγελέας και μία εφέτης. Οι ερωτήσεις προέδρου και εισαγγελέα αμφισβητούσαν τις τοποθετήσεις που είχε κάνει προηγούμενα ο μάρτυρας για το φαινόμενο της ένοπλης βίας, τα πολιτικά και κοινωνικά της χαρακτηριστικά, τις στοχεύσεις και την αποτελεσματικότητά της και του έδωσαν την αφορμή να αναπτύξει περισσότερο τις απόψεις του. Η εφέτης, όμως, υπέβαλε την εξής ερώτηση: Αυτός ο τρυφερός Κουφοντίνας, όπως τον περιγράφετε, μπορούσε να πυροβολεί τα θύματά του τέσσερις και πέντε φορές; Η Γ. Κούρτοβικ παρενέβη, αμέσως, παρατηρώντας ότι η εφέτης εμφανίζεται να έχει ήδη βγάλει απόφαση για συμμετοχή του Κουφοντίνα σε ενέργειες, έχοντας πειστεί προφανώς από καταθέσεις που τον περιέγραψαν ως ένα γερασμένο εργάτη! Ο Γιαννόπουλος απάντησε κατηγορηματικά: Ενας τρυφερός άνθρωπος μπορεί να σκοτώσει έναν άλλο άνθρωπο. Μπορεί να το κάνει, με δυσκολία μεν αλλά χωρίς τύψεις. Και εξήγησε αναλυτικά τη σχέση δράσης-σκοπού, καλώντας το δικαστήριο να μην ακολουθεί την αστική υποκρισία περί της αυταξίας της ανθρώπινης ζωής.
Απαντώντας σε ερωτήσεις της Γ. Κούρτοβικ ο Ν. Γιαννόπουλος είχε την ευκαιρία να μιλήσει αναλυτικά για την κοινωνική απήχηση και τη λαϊκή αποδοχή που είχε η δράση της 17Ν. Αυτό είναι ένα ιστορικό γεγονός. Διευκρίνισε, επίσης, όλα τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τα κίνητρα της δράσης της 17Ν, με το «δίκαιο των αιτίων».
Οταν ήρθε η ώρα να υποβάλει ερωτήσεις ο Γ. Γκουντούνας, ο πρόεδρος τις απαγόρευσε, γιατί –όπως είπε- είναι μάρτυρας του Κουφοντίνα! Ο Γκουντούνας απάντησε ότι τέτοιο δικαίωμα δεν έχει ο πρόεδρος και δε μπορεί να νομοθετεί. Μπορεί μόνο να απαγορεύσει ερωτήσεις, αφού πρώτα τις ακούσει, όχι να μη δώσει το λόγο στο συνήγορο. Εμείς σημειώνουμε, ότι όλες οι κατηγορίες είναι κατά συναυτουργία και θυμίζουμε ότι στο πρώτο δικαστήριο όλοι οι συνήγοροι έκαναν ερωτήσεις σε όλους τους μάρτυρες υπεράσπισης. Πάνω που πήγαινε να δημιουργηθεί ένταση, παρενέβη η εισαγγελέας και ζήτησε διάλειμμα πέντε λεπτών. Μετά το διάλειμμα, ο πρόεδρος έδωσε το λόγο στον Β. Καρύδη, δεύτερος συνήγορο του Δ. Κουφοντίνα.
Οι ερωτήσεις του Β. Καρύδη αφορούσαν τη «διεθνή της αντιτρομοκρατίας» και το φαινόμενο της ένοπλης πολιτικής βίας. Πώς ένα άτομο με βαθιά ουμανιστικά ιδανικά και προσωπική ανιδιοτέλεια καταλήγει σε επιλογές που οδηγούν στην αφαίρεση ζωών; Η ανθρώπινη ζωή δεν είναι αυταξία –απάντησε ο Γιαννόπουλος- και στις συνθήκες ενός οξύτατου κοινωνικού πολέμου, όπου η ανθρώπινη ζωή εργαλειοποιείται, και εκείνος που ασκεί αντιβία θα μετέλθει τέτοιων μεθόδων. Κατά την άποψή του, η βία είναι αναγκαίο κακό, δεν είναι απελευθερωτική, είναι χειραγωγική.
Οταν ήρθε η ώρα να ρωτήσει ο Γ. Γκουντούνας, ο πρόεδρος επέμεινε στην άποψή του και του ζήτησε να απευθυνθεί στο δικαστήριο, όπως και έγινε. Η εισαγγελέας αυτή τη φορά είπε το αυτονόητο. Οτι ο μάρτυρας είναι κοινό αποδεικτικό μέσο και μπορεί ο συνήγορος να αντλήσει απ’ αυτόν επιχειρήματα για τον πελάτη του. Το δικαστήριο επέτρεψε, τελικά, τις ερωτήσεις και ο Ν. Γιαννόπουλος είχε την ευκαιρία να αναφερθεί στη γνωριμία του με τον Χρ. Ξηρό, που ήταν εργατικό στέλεχος του ΚΚΕ(μ-λ), στις διαδικασίες του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος.
Τέταρτος μάρτυρας του Δ. Κουφοντίνα ο Αλέκος Βαρβέρης. Γνωρίστηκε με τον Δ. Κουφοντίνα το 1976-79, στο πλαίσιο της μαθητικής οργάνωσης του ΠΑΣΟΚ. Σκιαγράφησε με τα καλύτερα λόγια την προσωπικότητά του, εμμένοντας στο ότι, πέραν της εμμονής στις απόψεις του, ήταν άνθρωπος που άκουγε πολύ και διαλεγόταν πολύ. Χαρακτήρισε δύσκολη και επώδυνη την πορεία που επέλεξε ο Δ. Κοφοντίνας, επειδή τα προσωπικά του χαρακτηριστικά ήταν διαφορετικά. Κατά την κρίση του μάρτυρα, πίεσε τον εαυτό του να συμμετάσχει σ’ αυτή τη δράση, επειδή πίστευε με θέρμη στις επαναστατικές αρχές. Κατά τον Α. Βαρβέρη, που προσδιόρισε τον εαυτό του ως ένα συντηρητικό άνθρωπο με αριστερές αντιλήψεις, γενεσιουργός αιτία της ένοπλης πάλης είναι ο εκφυλισμός και τα αδιέξοδα της αστικής δημοκρατίας. Γι’ αυτό και –όπως χαρακτηριστικά είπε- νιώθει δίπλα του τη 17Ν, δεν τη νιώθει απέναντι, μολονότι έχει επιλέξει άλλον τρόπο πολιτικής παρέμβασης. «Τα δίκαια αυτών των πρακτικών (σ.σ. των ένοπλων) είναι εμφανή». Για να υποστηρίξει την άποψή του, έφερε ένα παράδειγμα: Αν μια ομάδα δικαστών αποφάσιζε να φτιάξει μια οργάνωση για να υποστηρίξει την απαρέγκλιτη εφαρμογή του δικαίου της αστικής δημοκρατίας, σε μια βδομάδα θα είχε περάσει στο ένοπλο! Εγώ –κατέληξε- δε θα επέλεγα την ένοπλη βία, αλλά δεν το ‘χω λύσει και μέσα μου αν αυτό δεν οφείλεται σε έλλειψη θάρρους!
Στην εισαγγελέα δεν άρεσε καθόλου η νηφάλια και στοχαστική τοποθέτηση του μάρτυρα. Η άποψή της ήταν πως ο απλός άνθρωπος δεν ένιωθε απέναντι τη 17Ν, λόγω αδιαφορίας (!), ενώ εκείνοι που τραυματίστηκαν από τη ρουκέτα στο Σύνταγμα έχουν άλλη άποψη! Ο Δ. Κουφοντίνας της απάντησε ήρεμα, ότι αν η 17Ν χτυπούσε τον απλό κόσμο, αυτός θα ήταν εχθρικός. Δεν τον χτύπησε, όμως, και γι’ αυτό ο κόσμος την αισθανόταν δίπλα και όχι απέναντί του. Ο Α. Βαρβέρης παρατήρησε ότι δε μπορεί να κρίνεται η δράση μιας οργάνωσης περιπτωσιολογικά και μάλιστα με βάση την ενέργεια του Συντάγματος, που και η ίδια έχει αναγνωρίσει ότι ήταν λάθος. Μια οργάνωση πρέπει να κρίνεται συνολικά.
Απαντώντας σε ερωτήσεις της Γ. Κούρτοβικ, ο μάρτυρας σημείωσε ότι η παράδοση του Κουφοντίνα, η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης και ο τρόπος που υπερασπίστηκε την οργάνωσή του, δημιούργησαν ένα πρότυπο ηθικής και αυτό εκτιμήθηκε από τον κόσμο. Η Γ. Κούρτοβικ αποκάλυψε ότι παραμονές της πρώτης δίκης ο Α. Βαρβέρης πήγε στο γραφείο της και της είπε ότι ήθελε να καταθέσει. Η ίδια του είπε να το ξανασκεφτεί και αυτός της απάντησε ότι το έχει ήδη σκεφτεί και γνωρίζει τους κινδύνους, όμως αισθάνεται χρέος του να καταθέσει αυτό το κομμάτι αλήθειας που γνωρίζει.
Ο Γ. Γκουντούνας κατέθεσε στο δικαστήριο σημερινό δημοσίευμα της «Ελευθεροτυπίας» που αναφέρει ότι ο «αποκαλούμενος και χασάπης της Βαγδάτης» Τζορτζ Μπους παραδέχεται ανοιχτά ότι οι Αμερικανοί βασάνισαν κρατούμενους σε μυστικές φυλακές της CIA. Η Γ. Κούρτοβικ κατέθεσε και αναγνώστηκε παλιότερο δημοσίευμα του «Ιντιπέντεντ», που αναφέρεται αναλυτικά στις ανακριτικές τεχνικές που εφαρμόστηκαν στο Γκουαντανάμο και τα άλλα κολαστήρια της «νέας τάξης». Αυτά ενόψει της συζήτησης για τον «Ευαγγελισμό» και των καταγγελιών των κατηγορούμενων για τις ανακριτικές μεθόδους που εφαρμόστηκαν σε βάρος τους, οι οποίες από το προηγούμενο δικαστήριο κρίθηκαν νόμιμες.
Πέμπτος μάρτυρας ο δημοσιογράφος Νίκος Βαφειάδης, που αναφέρθηκε στον αγωνιστικό αναβρασμό που επικρατούσε το 1974. Μέλος του ΚΚΕ ο ίδιος στην οργάνωση του Γκύζη, γνώρισε τον Δ. Κουφοντίνα που ήταν η ψυχή της τοπικής οργάνωσης του ΠΑΣΟΚ. Αναφέρθηκε στις απόψεις για τον ένοπλο αγώνα που υπήρχαν όχι μόνο στην Αριστερά αλλά ακόμη και στο ΠΑΣΟΚ και στην εγκατάλειψη των επαναστατικών οραγμάτων, που οδήγησε στη δημιουργία ενός κενού στο χώρο της Αριστεράς, στο οποίο αναπτύχθηκαν οργανώσεις όπως η 17Ν και ο ΕΛΑ. Τι πέτυχε η 17Ν; Πέτυχε να πείσει τον κόσμο, ότι με απλά μέσα, απλοί λαϊκοί αγωνιστές μπορούν να πλήξουν την εξουσία. Ο Βαφειάδης αναφέρθηκε αναλυτικά στην υποκρισία που κρύβουν οι αναφορές για την αξία της ανθρώπινης ζωής. Μίλησε για τα λεγόμενα εργατικά ατυχήματα, δείχνοντας με στοιχεία ότι αποτελούν δολοφονίες εργατών στο βωμό του κέρδους. Επίσης στις ζωές που χάθηκαν από υπερβάλλοντα ζήλο αστυνομικών. Μίλησε επίσης αναλυτικά για τη φύση της αστικής δημοκρατίας. Για την εκμετάλλευση, για τα εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος, για τα οικονομικά σκάνδαλα, για την απόλυτη εξάρτηση του κράτους από τους κεφαλαιοκράτες, για την αντιδημοκρατικότητα του πολιτικού συστήματος, για τη συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους, σε πλήρη αντίθεση με τα λαϊκά αισθήματα.
Ολες αυτές οι αναφορές δεν άρεσαν στον πρόεδρο, γι’ αυτό και από ένα σημείο και μετά προσπαθούσε να διακόψει το μάρτυρα, με την παρατήρηση ότι όλα αυτά είναι γνωστά και δείχνουν ότι σε κάποια πράγματα η Πολιτεία δεν λειτουργεί σωστά, όμως δεν δικαιολογούν τη δράση της 17Ν.
Η στάση παράδοσης του Δ. Κουφοντίνα ήταν μια φωτεινή αναλαμπή σ’ ένα μαύρο τοπίο, απάντησε ο μάρτυρας σε σχετική ερώτηση της Γ. Κούρτοβικ. Ολος ο κόσμος την εισέπραξε ως μια απολύτως ηθική πράξη, ως μια πράξη συνέπειας.
Εκτος μάρτυρας ο Στέργιος Κατσαρός. Ο Σ. Κατσαρός είπε ότι είναι λάθος η άποψη ότι η άνοπλη πάλη ξεκίνησε στην Ελλάδα με τη δικτατορία. Από τον Ιούλη του 1965 σχηματίστηκαν οι πρώτες ομάδες με σκοπό την ένοπλη πάλη, που άρχισε την επαύριο της δικτατορίας. Αναφέρθηκε στη διεθνή εμπειρία των ένοπλων κινημάτων και στην οργάνωση που ο ίδιος συμμετείχε, η οποία εμπνεόταν από την τακτική του «εστιασμού», των Τσε και Κάστρο. Ομως, στην Ευρώπη δε μπορούσαν να μεταφερθούν οι τακτικές των λατινοαμερικάνικων αντάρτικων. Επρεπε να συνοδευτούν από την παρανομία. Κατά την άποψή του, η 17Ν ίσως να είναι ο τελευταίος εκπρόσωπος του ρεύματος του γκεβαρισμού, όπως αυτό μεταφέρθηκε στην Ευρώπη. Ο χώρος της αντίστασης στη δικτατορία ήταν ευρύς, αλλά δεν ήταν ενιαίος. Δεν είχαν όλοι τους ίδιους στόχους. Εμείς δεν παλεύαμε μόνο για την ανατροπή της δικτατορίας, σημείωσε ο Σ. Κατσαρός (καταδικασμένος σε ισόβια στη διάρκεια της χούντας). Στη συνέχεια έκανε μια μεγάλη ανάλυση για τα αίτια γέννησης των νέων ένοπλων οργανώσεων την εποχή της μεταπολίτευσης και τις διαφορές που είχαν από τις παλιές. Κατά την άποψή του, το φαινόμενο της ένοπλης βίας θα συνεχιστεί.
Ο Σ. Κατσαρός αναφέρθηκε και σε δυο ακόμη κατηγορούμενους που γνωρίζει. Τον Γ. Σερίφη, που τον γνωρίζει 35 χρόνια και –όπως είπε- η ίδια του η ιδιοσυγκρασία κάνει απαγορευτική τη συμμετοχή του σε οποιαδήποτε πειθαρχημένη οργάνωση. Και τον Χρ. Ξηρό, που γνώρισε ως συνδικαλιστή οικοδόμο.