Με μια «συνθηματική» ανακοίνωση, ο πρόεδρος του έκτακτου τρομοδικείου ανακοίνωσε ότι η αίτηση εξαίρεσης του αναπληρωτή προέδρου Β. Φούκα, που είχε υποβάλει η υπεράσπιση, απορρίπτεται. Χωρίς να δοθεί καμιά αιτιολογία, ως συνήθως.
Μετά από ένα μεγάλο διάλειμμα, το δικαστήριο επέστρεψε με τον Β. Φούκα στη σύνθεσή του και συνέχισε με την υπόθεση Ανδρουλιδάκη. Πρώτη μάρτυρας κατέθεσε η Αννα Ανδρουλιδάκη, σύζυγος του εισαγγελέα, η οποία δεν είχε άμεση γνώση της ενέργειας, διότι δεν ήταν παρούσα (έλειπε στο εξωτερικό). Εκείνο που επιβεβαίωσε είναι πως ο Ανδρουλιδάκης είχε πλήρη συνείδηση όταν μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο και μόνο μετά τη χειρουργική επέμβαση έπεσε σε κώμα. Ο πρόεδρος, όμως, δεν παρέλειψε να αποκαλύψει την άποψή του για την ενέργεια: «Βρέθηκε στο νοσοκομείο και υπέκυψε στα τραύματά του»! Αγνοεί, άραγε, το γεγονός ότι ο Ανδρουλιδάκης πέθανε από σηψαιμία και ότι γι’ αυτό έχει καταδικαστεί το νοσοκομείο και μάλιστα η οικογένεια Ανδρουλιδάκη έχει εισπράξει παχυλότατη αποζημίωση; Πώς είναι δυνατόν να λες ότι «υπέκυψε στα τραύματά του» για κάποιον που πέθανε από μικρόβιο που κόλλησε στο νοσοκομείο και ειδικά όταν η ευθύνη έχει καταλογιστεί; Η χήρα Ανδρουλιδάκη, παραπαίοντας ανάμεσα στις αντιφάσεις της, πότε έλεγε ότι το σύζυγό της τον δολοφόνησαν αυτοί που τον πυροβόλησαν και πότε διαμαρτυρόταν για την αθώωση των γιατρών (στο ποινικό σκέλος), εκτιμώντας ότι αυτοί έφταιγαν για το θάνατό του.
Οι εισαγγελείς δεν τήρησαν ούτε τα προσχήματα. Πήραν το ρόλο της πολιτικής αγωγής και με τις ερωτήσεις τους κατηύθυναν τη μάρτυρα να απαντά ότι πρόθεση των δραστών ήταν να σκοτώσουν τον Ανδρουλιδάκη και πως τα τραύματα που του προκάλεσαν ήταν η αιτία του θανάτου του. Περιττεύει, βέβαια, να πούμε ότι πρόθεση της 17Ν δεν ήταν να σκοτώσει τον Ανδρουλιδάκη, αλλά να τον τραυματίσει στα πόδια. Αυτό δήλωσε στην προκήρυξή της η οργάνωση και δεν θα είχε κανένα πρόβλημα να δηλώσει το αντίθετο. Η 17Ν όταν ήθελε να σκοτώσει κάποιον το έκανε. Κι όταν αποτύγχανε, πάλι το δήλωνε (για παράδειγμα, όταν απέτυχε να ανατινάξει τον Πέτσο, δήλωσε ότι αυτή ήταν η πρόθεσή της αλλά απέτυχε). Αλλωστε, ο Ανδρουλιδάκης πυροβολήθηκε μέσα στο αυτοκίνητό του, από κοντινή απόσταση, και αν ήθελαν να τον σκοτώσουν θα μπορούσαν να το κάνουν εύκολα πυροβολώντας τον στο στήθος ή στο κεφάλι.
Οταν άρχισε να υποβάλει ερωτήσεις ο συνήγορος του Τζωρτζάτου, αναφερόμενος σε παλιές καταθέσεις της μάρτυρα, στις οποίες αυτή υποστήριζε ότι ο τραυματισμός ήταν ελαφρός και ότι για το θάνατο έφταιγε η πλημμέλεια των γιατρών, η Α. Ανδρουλιδάκη έγινε επιθετική, είρων και δήλωσε ότι είναι κουρασμένη και δε μπορεί να στέκεται άλλο! Η εξέταση συνεχίστηκε, βέβαια, όμως αμέσως μετά είχαμε διακοπή από την πολιτική αγωγή (Βόζεμπεργκ), η οποία προσπάθησε να αποφύγει ερωτήσεις που αφορούσαν την αγωγή της μάρτυρα κατά του νοσοκομείου. Μια αγωγή στην οποία αναφερόταν ότι ο τραυματισμός δεν ενέπνεε ανησυχία για τη ζωή του Ανδρουλιδάκη και ότι ο θάνατός του οφειλόταν «αποκλειστικά και μόνο στην αμελή συμπεριφορά των γιατρών».
Από τις ερωτήσεις του συνηγόρου του Τέλιου αποδείχτηκε ότι οι σφαίρες που ρίχτηκαν ήταν τρεις και όχι έξι, όπως είχε καταθέσει η μάρτυρας και είχε θεωρήσει δεδομένο ο αναπληρωτής εισαγγελέας (τόσο καλά είχε μελετήσει τη δικογραφία!). «Και μία σφαίρα να ήταν, ήταν αρκετή απάντησε η μάρτυρας», σκορπίζοντας στους πέντε ανέμους το βασικό επιχείρημα της εισαγγελίας και της πολιτικής αγωγής, που πριν λίγα λεπτά έλεγαν: «Αν ήθελαν απλά να τον τραυματίσουν δεν θα του έριχναν έξι σφαίρες, έφτανε μία»!
Ιδιαίτερα επιθετική, προκλητική και προσβλητική έγινε η μάρτυρας, όταν η συνήγορος του Δ. Κουφοντίνα προσπάθησε, με ιδιαίτερα προσεκτικό τρόπο και χωρίς καμία προσωπική αιχμή, να ανασυνθέσει μέσα από τις ερωτήσεις της το κλίμα της εποχής. Κλίμα σήψης και σκανδάλων, με τη Δικαιοσύνη υπεύθυνη για συγκαλύψεις. Είναι χαρακτηριστική μια δήλωση του τότε προέδρου της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Α. Κωστάκου, σε συνέντευξη Τύπου της Ενωσης: «Οι ευθύνες δεν βαρύνουν μόνον εκείνον που κρατάει το όπλο».
Οι συνήγοροι υπεράσπισης Ι. Μυλωνάς και Β. Καρύδης στα σχόλιά τους αναφέρθηκαν στον μη ορθό χαρακτηρισμό της πράξης ως ανθρωποκτονίας, αφού πρόθεση των δραστών ήταν ο τραυματισμός και στο νοσοκομείο μίλησαν για ελαφρό τραυματισμό.
Η υπόλοιπη συνεδρίαση αναλώθηκε με την ανάγνωση των εγγράφων της υπόθεσης. Οι εφημερίδες της εποχής, επικαλούμενες και δηλώσεις αξιωματικών της Ασφάλειας, σημείωναν ότι πρόθεση των δραστών ήταν να τραυματίσουν και όχι να σκοτώσουν τον Ανδρουλιδάκη. Οι ασφαλίτες, μάλιστα, σημείωναν πως είναι πιο εύκολο να σκοτώσεις παρά να τραυματίσεις και γι’ αυτό οι δράστες χρησιμοποίησαν 38άρι περίστροφο και όχι 45άρι πιστόλι. Φιλοξενούσαν ανάλογες δηλώσεις και του τότε υπουργού Δικαιοσύνης, που έλεγε ότι το ευχάριστο είναι ότι ο τραυματισμός ήταν ελαφρύς και ο εισαγγελέας δεν διατρέχει ούτε κίνδυνο αναπηρίας! Το ίδιο ανέφερε και η πρώτη ιατροδικαστική έκθεση, που συντάχθηκε από έναν έμπειρο ιατροδικαστή. Τέλος, εντυπωσιακά ήταν τα αποσπάσματα από τις αποφάσεις των δικαστηρίων που έκριναν την αγωγή της οικογένειας Ανδρουλιδάκη κατά του νοσοκομείου και της επεδίκασαν μια ιδιαίτερα μεγάλη αποζημίωση. Η απόφαση αυτή απορρίπτει ρητά ως αβάσιμο τον ισχυρισμό του νοσοκομείου ότι για το θάνατο του Ανδρουλιδάκη έφταιγαν οι «τρομοκράτες» και αποφαίνεται ότι αποκλειστικά υπεύθυνοι είναι οι γιατροί! Παρά ταύτα, το πρωτόδικο τρομοδικείο έκρινε ότι ο θάνατος προκλήθηκε από τη 17Ν! Οπως βολεύει κάθε φορά…
Η υπεράσπιση Τζωρτζάτου ζήτησε την κλήτευση δυο ακόμα από τους αυτόπτες μάρτυρες. Η εισαγγελέας πρότεινε να κληθεί μόνο ο ένας και το δικαστήριο έκανε δεκτή την πρότασή της.
Η δίκη θα συνεχιστεί τη Δευτέρα.