Η δίκη συνεχίστηκε με καταθέσεις μαρτύρων για την υπόθεση Πετραλώνων-Μάτη.
Η πρώτη μάρτυρας Α. Δαβίλα, υπάλληλος της τράπεζας, μίλησε για δυο δράστες, τον ψευτο-αστυνομικό και τον δεύτερο με πολιτικά, που ήταν αυτός που πυροβόλησε τον αστυνομικό φρουρό Μάτη. Ηταν κατηγορηματική ότι δεν μπορούσε να αναγνωρίσει κανένα. Αλλωστε, η κατάθεσή της πρόδιδε σύγχιση και δεν μπορούσε να ανασυνθέσει με τη μνήμη της λεπτομέρειες. Το μόνο στο οποίο ήταν κατηγορηματική ήταν ο σωματότυπος των δύο που συνεπλάκησαν με τον Μάτη και στο ότι ο δεύτερος (με τα πολιτικά) φορούσε χοντρά γυαλιά. Το ύψος τους δεν ξεπερνούσε το 1,75. Αυτό έχει τη σημασία του, γιατί ταιριάζει με τις περιγραφές και των άλλων αυτοπτών μαρτύρων και δείχνει ότι δεν υπήρχε περίπτωση να ήταν ο Χρ. Ξηρός τουλάχιστον αυτός που πυροβόλησε τον Μάτη. Υπενθυμίζουμε ότι, προκειμένου να απαλλαγεί ο Τσελέντης, καταδικάστηκε πρωτοδίκως ως αυτουργός της ανθρωποκτονίας ο Χρ. Ξηρός.
Ο Γ. Κάσσιος, ταμίας της τράπεζας, ήταν πιο σαφής και απόλυτα κατηγορηματικός σ’ αυτά που θυμόταν. Μίλησε για τέσσερις δράστες. Τον Μάτη πυροβόλησε όχι ο ψευτο-αστυνομικός αλλά ο δεύτερος, με τα πολιτικά, που φορούσε γυαλιά με μαύρο σκελετό. Ο ψευτο-αστυνομικός δεν κρατούσε όπλο, αλλά προσπαθούσε να ακινητοποιήσει τον Μάτη και ήρθε σε βοήθεια ο δεύτερος και πυροβόλησε τον Μάτη. Ηταν και οι δύο μετρίου αναστήματος και αυτός που πυροβόλησε πιο κοντός από τον ψευτο-αστυνομικό. Μίλησε ακόμα για έναν ψηλό και χοντρό, με κατασαρά μαλλιά (κόκκινη περούκα) και πολύ μελαχροινό, που απέκλειε να είναι Ελληνας, έδειχνε για ξένος. Ο μάρτυρας ήταν κατηγορηματικός ότι δεν μπορεί να αναγνωρίσει κανένα, άλλωστε από την πρώτη στιγμή είπε ότι του έδωσαν την εντύπωση ότι ήταν μεταμφιεσμένοι («μακιγιαρισμένοι» ήταν η λέξη που χρησιμοποίησε). Οταν από τον αναπληρωτή εισαγγελέα του ζητήθηκε να αναγνωρίσει έστω φιγούρες (επειδή ο μάρτυρας ήταν κατηγορηματικός ότι δεν υπάρχει περίπτωση να αναγνωρίσει πρόσωπα), ήταν κατηγορηματικός ότι με τίποτα ο δράστης δεν θα μπορούσε να είναι ο πανύψηλος Χρ. Ξηρός, ενώ ζήτησε μόνος του να σηκωθεί ο Τσελέντης και είπε ότι αυτός θα μπορούσε να ήταν (χωρίς όμως να τον αναγνωρίζει).
Κατέθεσε ακόμη, με απόλυτη κατηγορηματικότητα, ότι μετά το σκοτωμό του Μάτη ο ψευτο-αστυνομικός κάθησε ανάμεσα στις δυο πόρτες της εισόδου, για να εμποδίσει την προσέλευση οποιουδήποτε πελάτη, ο δεύτερος, εκείνος που πυροβόλησε τον Μάτη, επόπτευε τη σάλα, ένας τρίτος (ο χοντρός με την κόκκινη περούκα απείλησε με πιστόλι τον ίδιο, για να παραδώσει το δεύτερο κλειδί του χρηματοκιβώτιου) και ένας τέταρτος μάζεψε τα χρήματα σε μια σακούλα. Οι λεπτομέρειες αυτές έχουν τη σημασία τους, γιατί το σενάριο του Τσελέντη και της Αντιτρομοκρατικής, το οποίο δέχτηκε με την απόφασή του το πρώτο δικαστήριο, φέρει τον Τσελέντη να φυλάει την είσοδο από την αρχή μέχρι το τέλος. Δυο μάρτυρες μέχρι τώρα υποστηρίζουν ότι τη φύλαξη της εισόδου ανέλαβε ο ντυμένος αστυνομικός.
Εμείς δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποιοι ήταν και ποιοι δεν ήταν εκεί και τι ρόλο έπαιξε ο καθένας, όμως η δικανική αλήθεια, αυτή που αποκαλύπτεται στο δικαστήριο από τους μάρτυρες, δεν ταιριάζει με τίποτα με το σενάριο Τσελέντη-Αντιτρομοκατικής. Ο Τσελέντης έχει καταδικαστεί γι’ αυτή την υπόθεση ως απλός συνεργός, ενώ ο Χρ. Ξηρός ως αυτουργός και ο Δ. Κουφοντίνας ως συναυτουργός (από μια ισόβια, συν η ισόβια του Α. Γιωτόπουλου για την πάγια «ηθική αυτουργία»). Εφεση από τον εισαγγελέα δεν έχει ασκηθεί, επομένως ο Τσελέντης δεν μπορεί να κατηγορηθεί με βαρύτερη κατηγορία. Ομως, οι καταθέσεις ειδικά γι’ αυτή την υπόθεση αποκτούν μια γενικότερη σημασία. Διαψεύδεται το σενάριο της Αντιτρομοκρατικής, διαψεύδεται η προανακριτική του Χρ. Ξηρού, διαψεύδεται ο Τσελέντης, που έχει χρησιμοποιηθεί ως μάρτυρας ενάντια σε συγκατηγορουμένους του, εισπράττοντας γι’ αυτή του την υπηρεσία ευνοϊκή μεταχείριση (από το πρώτο δικαστήριο έχει ήδη «σπάσει» τα ισόβια). Γιατί, βέβαια, ο Τσελέντης (όπως και οποισδήποτε άλλος) ή είναι ειλικρινής ή δεν είναι. Δε μπορεί αλλού να είναι και αλλού να μην είναι. Με τις καταθέσεις των μαρτύρων γι’ αυτή την υπόθεση αποδείχτηκε απόλυτα ανειλικρινής. Το σενάριο, ως προς αυτή την υπόθεση, κατέρρευσε παταγωδώς. Βάσει ποιας λογικής, λοιπόν, μπορούμε να πούμε ότι στέκεται για τις άλλες υποθέσεις; Ο κ. Διώτης δεν τα μαγείρεψε και τόσο καλά, αν και πρώην Κνίτης.
Η κατάρρευση του σεναρίου ενεργοποίησε την υπεράσπιση Τσελέντη, η οποία πήρε πολύ πιο ενεργό μέρος στη διαδικασία, σε σχέση με την προηγούμενη μέρα, υποβάλλοντας ερωτήσεις που αποσκοπούσαν όχι στην ενοχοποίηση κάποιων από τους κατηγορούμενους, αλλά στην απενοχοποίηση του Τσελέντη. Γιατί, βέβαια, η υπεράσπιση γνωρίζει πολύ καλά ότι αν από τη δεύτερη κιόλας υπόθεση κλονιστεί η αξιοπιστία του πελάτη της, υπάρχει κίνδυνος γι’ αυτόν στις επόμενες υποθέσεις, σε ορισμένες από τις οποίες οι εισαγγελείς έχουν ασκήσει έφεση (για ξεκάρφωμα, αλλά και για να έχουν διαθέσιμο τον Τσελέντη και πρόθυμο να καταθέσει σε βάρος των συγκατηγορούμενών του).
Ο επόμενος μάρτυρας Ν. Ματζώνης, ο δεύτερος ταμίας της τράπεζας, κατέθεσε ότι ο ίδιος δεν είδε τη σκηνή του πυροβολισμού, όμως από τους συναδέλφους του, με τους οποίους σχολίασαν το γεγονός, πληροφορήθηκε πως εκείνος που πυροβόλησε δεν ήταν ο ψευτο-αστυνομικός, αλλά ο άλλος, με τα πολιτικά. Κατέθεσε και αυτός ότι είδε τέσσερα άτομα να μπαίνουν στην τράπεζα και να πραγματοποιούν τη ληστεία, όμως δεν μπορεί να αναγνωρίσει κανένα. Επίσης, κατέθεσε ότι ο ψευτο-αστυνομικός ήταν αυτός που επιτηρούσε την είσοδο της τράπεζας και όχι άλλος από τους τρεις δράστες.
Στη διάρκεια της κατάθεσης αυτού του μάρτυρα, η εισαγγελέας απεφάνθη ότι κανένας μάρτυρας δεν θυμάται τίποτα, γιατί όλοι είχαν τρομάξει! Η φράση αυτή προκάλεσε την οργή του συνηγόρου Πολιτικής Αγωγής Σ. Γεωργίου, ο οποίος σε ιδιαίτερα ψηλούς τόνους κατηγόρησε την εισαγγελέα ότι προσπαθεί να επιβεβαιώσει το σενάριο της Αντιτρομοκρατικής. Ο πρόεδρος, παραβλέποντας την ουσία της αντίδρασης του συνηγόρου, δηλαδή την γεμάτη προκατάληψη τοποθέτηση της εισαγγελέως, που προσπάθησε να απαξιώσει όλους τους μάρτυρες (προφανώς για να μείνουν ως «αποδεικτικό υλικό» μόνο οι στημένες προανακριτικές «απολογίες»), επιτίμισε τον συνήγορο, γεγονός που προκάλεσε νέα ένταση. Ο πρόεδρος ζήτησε να γραφούν στα πρακτικά οι φράσεις του συνηγόρου, ο συνήγορος διαμαρτυρήθηκε ζητώντας να γραφούν όλα και κατηγόρησε τον πρόεδρο για μεροληπτική συμπεριφορά και ο πρόεδρος αναγκάστηκα να διακόψει. Μετά τη διακοπή οι τόνοι έπεσαν και το επεισόδιο θεωρήθηκε λήξαν. Ομως, η προσπάθεια της εισαγγελέα καταγράφηκε. Είναι η δεύτερη φορά, μετά την αγόρευσή της για την ακυρότητα των προανακριτικών «απολογιών», όταν αποφάνθηκε ότι όλοι οι κατηγορούμενοι ήταν μέλη της 17Ν και έμπειροι τρομοκράτες, που η κ. Κουτζαμάνη αποκλύπτει πως κάθε άλλο παρά αμερόληπτη είναι, κάθε άλλο παρά την αλήθεια αναζητά. Μέλημά της είναι να επιβεβαιωθεί η πρωτόδικη απόφαση, η οποία βεβαίως στηρίζεται στο σενάριο της Αντιτρομοκρατικής.
Στη συνέχεια της κατάθεσης Ματζώνη, ύστερα από ερώτηση της πολιτικής αγωγής, ο μάρτυρας αποκάλυψε, ότι ο ειδικός εφέτης ανακριτής Λ. Ζερβομπεάκος του είπε ότι αυτός που τον είχε απειλήσει δεν ζει πια! Εκπληκτικό δεν είναι; Ο ανακριτής που υποτίθεται ότι διερευνούσε την αλήθεια, είχε διαμορφωμένη άποψη για τα γεγονότα. Ποιος του την είχε πει, άραγε;
Τελευταίος μάρτυρας ήταν ο Μ. Χαβατζόγλου, ιδιοκτήτης ζαχαροπλαστείου, από τον οποίο οι δράστες υποτίθεται ότι αγόρασαν ένα κουτί γλυκά, με τα οποία πλησίασαν τον Μάτη. Ενδιαφέρον είχε παρουσιάσει η αναφορά του σε μια γυναίκα και γι’ αυτό κλήθηκε στην πρώτη δίκη. Και τότε και τώρα, όμως, αποδείχτηκε ότι η περιγραφή δεν ταιριάζει στην Αγγ. Σωτηροπούλου, τη μόνη γυναίκα ανάμεσα στους κατηγορούμενους. Ετσι, η κατάθεση Χαβατζόγλου ήταν εντελώς τυπική και κράτησε ελάχιστα λεπτά.
Μετά την ανάγνωση των εγγράφων της δικογραφίας (πραγματογνωμοσύνες της Αστυνομίας), η υπεράσπιση του Χρ. Ξηρού ζήτησε την ανάγνωση φύλλων εφημερίδων της εποχής του συμβάντος, οι περιγραφές των οποίων ως προς τους σωματότυπους των δραστών ταιριάζουν με τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων και αποκλείουν εντελώς την ανάμιξη του Χρ. Ξηρού.
Στα σχόλια των συνηγόρων, η πολιτική αγωγή (Σ. Γεωργίου) υπενθύμισε ότι από τον εφέτη ανακριτή απορρίφτηκε σιωπηρά το αίτημά της για διενέργεια αναπαράστασης της ληστείας και πως αμέσως μετά την πρωτόδικη απόφαση δεν θεώρησε ότι βρέθηκε ο ένοχος, αυτός που σκότωσε τον Μάτη. Σημείωσε ότι έγινε προσπάθεια να στηριχτεί η άποψη του Τσελέντη, ο οποίος πήγε και έδωσε συμπληρωματική κατάθεση στον εφέτη ανακριτή, όταν ο Χρ. Ξηρός ανακάλεσε τη δική του προανακριτική και είπε ότι δεν θα ξαναμιλήσει. Κατά την πολιτική αγωγή, αποκλείεται να πυροβόλησε ο ψευτο-αστυνομικός, που ήταν ο Δ. Κουφοντίνας και ο δεύτερος που συνεπλάκη να ήταν «ένα γομάρι», δηλαδή ο πανύψηλος και χοντρός Χρ. Ξηρός. Επίσης, πέρα από τις περιγραφές των αυτοπτών μαρτύρων, και η ίδια η λογική αποκλείει να πήγε στην πόρτα οποιαδήποτε άλλος από τους δράστες πλην αυτού που ήταν ντυμένος αστυνομικός. Γιατί μόνο ένας αστυνομικός θα μπορούσε να αποτρέψει τον ατίθασο βαλκάνιο Ελληνα από το να μπει στην τράπεζα. Ο Σ. Γεωργίου δεν το είπε ευθέως, «έδειξε» όμως τον Τσελέντη ως τον άνθρωπο που πυροβόλησε τον Μάτη.
Επειδή ο Γεωργίου ήταν ιδιαίτερα δηκτικός, ο πρόεδρος αναγκάστηκε να σχολιάσει ότι το δικαστήριο κάνει μια δίκη από την αρχή και δεν θεωρεί τίποτα δεδομένο.
Η υπεράσπιση Παπαναστασίου (Π. Ρουμελιώτης) σημείωσε ότι ο εντολέας της, αν και πρωτοδίκως αθωώθηκε για συμμετοχή σ’ αυτή την ενέργεια, δικάζεται πάλι, ύστερα από εισαγγελική έφεση. Από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προκύπτει οποιαδήποτε εμπλοκή του. Επιπρόσθετα, ο Ν. Παπαναστασίου εκείνη την εποχή εργαζόταν στην AEG, στο Ρέντη. Από δημόσια έγγραφα αποδεικνύεται ότι το συγκεκριμένο μήνα πραγματοποίησε 25 ημερομίσθια, επομένως δεν θα μπορούσε να είναι στην ενέργεια. (Το δικό μας σχόλιο: και η εμπλοκή του Παπαναστασίου στη συγκεκριμένη ενέργεια από την Αντιτρομοκρατική, που δεν «πέρασε» ούτε στην πρωτόδικη απόφαση, αποδεικνύει την κατασκευή του σενάριου για την επάνδρωση των διάφορων ενεργειών της 17Ν).
Η υπεράσπιση Τσελέντη (Α. Οικονομίδης) προσπάθησε, με όπλο το αυθαίρετο ιδεολόγημα «ο Τσελέντης είναι ειλικρινής, μετάνιωσε και λέει την αλήθεια για ό,τι θυμάται», να αναστηλώσει την τρωθείσα αξιοπιστία του πελάτη της, χωρίς να αναφερθεί σε κανένα από τα στοιχεία που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία.
Η υπεράσπιση Χρ. Ξηρού (Α. Κωνσταντάκης, Γ. Γκουντούνας), αφού σημείωσε πως κανένας δεν έχει το τεκμήριο της ειλικρίνειας και της αξιοπιστίας (μπηχτή για τον Τσελέντη), στάθηκε στα «σταθερά σημεία» που προέκυψαν από τις καταθέσεις των μαρτύρων: ένας δράστης ντυμένος αστυνομικός, ένας άλλος με πολιτικά και οι δύο μετρίου αναστήματος, κανένας ψηλός και ιδιαίτερα ευτραφής. Σε άλλα ζητήματα οι μάρτυρες διαφοροποιούνται, αλλά σ’ αυτά ταυτίζονται όλοι. Το προηγούμενο δικαστήριο είχε μια εδραία πεποίθηση περί της συμμετοχής του Χρ. Ξηρού και αγνόησε αυτή την ταυτότητα στις καταθέσεις των μαρτύρων. Ομως, και από τις καταθέσεις των μαρτύρων και από τα ρεπορτάζ των εφημερίδων εκείνη την εποχή, προκύπτει αβίαστα ότι ο Χρ. Ξηρός δεν είχε καμιά συμμετοχή.
Το δικαστήριο διέκοψε για την Τρίτη στις 9 το πρωί.