Με την έναρξη της συνεδρίασης ο εκπρόσωπος των Αμερικανοβρετανών Η. Αναγνωστόπουλος ζήτησε να διαβαστεί απόσπασμα από μια επιστολή που έστειλε η 17Ν στο «Ποντίκι» το 1984, που αναφερόταν και στην αποτυχία της εκτέλεσης του Τζαντ. Ο Δ. Κουφοντίνας ζήτησε να διαβαστεί ολόκληρη η επιστολή και όχι μόνο το απόσπασμα που θέλει «ο κύριος καθηγητής» για τη δημιουργία εντυπώσεων. Η προκήρυξη διαβάστηκε ολόκληρη και ο Αναγνωστόπουλος έκανε ένα φτηνιάρικο σχόλιο τρομολαγνικού τύπου, προφανώς για να ικανοποιήσει τους καλοπληρωτές πελάτες του, που νομίζουν ότι τέτοια σχόλια μπορούν να αποτελέσουν βάση πολιτικής προπαγάνδας. Ο καθείς και τα όπλα του…
Ξύστηκε στην κλίτσα του τσοπάνη ο Αναγνωστόπουλος και πήρε την απάντηση από τον Δημήτρη Κουφοντίνα, που ζήτησε αμέσως μετά το λόγο:
«Ο κύριος καθηγητής διαστρεβλώνει γενικώς το λόγο τουλάχιστον της οργάνωσης. Το κείμενο αυτό, που επιγράφεται “Κατάλογος ενεργειών λαϊκής επαναστατικής βίας”, δεν είναι συνέχεια βέβαια του προηγούμενου, ούτε προπομπός του επόμενου. Είναι ένα αυτόνομο κείμενο που θέτει ένα συγκεκριμένο ζήτημα, απαντά σ’ ένα συγκεκριμένο ζήτημα, σ’ ένα δημοσίευμα μιας εφημερίδας, “Το Ποντίκι”. Με την έννοια ότι είναι μέρος της δράσης, ναι, είναι μια συνέχεια, η δράση έχει μια συνέχεια. Αυτό που θέλει να πει είναι ότι υπάρχει ένα παράνομο επαναστατικό ρεύμα, το οποίο μάλιστα να πούμε ότι από τις 329 βίαιες ενέργειες που έχει κάνει οι 213 έχουν στόχο αντιαμερικάνικο-αντιιμπεριαλιστικό, τα δύο τρίτα δηλαδή των ενεργειών. Αναφέρεται και σε μερικά άλλα ζητήματα. Το κυριότερο που λέει είναι ότι περιγράφει την ενέργεια κατά του Τζαντ, για τον οποίο ήξερε η Οργάνωση ότι δούλευε στη Τζάσμαγκ, ότι ήτανε μεσαίο στέλεχος της Τζάσμαγκ, ότι δούλευε στο ίδιο γραφείο με τον Τσάντες. Οπως γράφει, είμαστε απλοί λαϊκοί αγωνιστές που μπορούν να χτυπήσουν με σχετικά απλά μέσα και με μια στοιχειώδη οργάνωση, το οποίο αποδεικνύει και η ίδια η εξέλιξη της ενέργειας. Επειδή είπε κάτι ο κύριος καθηγητής, ο εκπρόσωπος των αμερικανικών και αγγλικών συμφερόντων εδώ μέσα, να πω ότι είναι αυτοί που βομβαρδίζουν αμάχους από τα 5.000 μέτρα, δολοφόνοι είναι αυτοί που από την ασφάλεια των αεροπλανοφόρων τους, εκατοντάδες μίλια, στέλνουνε τις βόμβες τους χτυπώντας αγορές, συναθροίσεις, σχολεία, νοσοκομεία, σκοτώνοντας γυναικόπαιδα, άμαχο πληθυσμό. Αίροντας αυτή τη διάκριση που έκανε πάντα το δίκαιο του πολέμου μεταξύ αμάχων και μαχητών, όπως το έχει αποδείξει και από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο η κατεδάφιση της Δρέσδης, με τη δολοφονία εκατοντάδων χιλιάδων στη Γερμανία άμαχου πληθυσμού, με τις βόμβες τις μαζικές στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι. Αυτές είναι δολοφονίες, αυτοί είναι τρομοκράτες».
Επίσης, η Γ. Κούρτοβικ κατέθεσε δημοσιεύματα της εποχής, σύμφωνα με τα οποία ο Τζαντ ήταν στη λίστα προστασίας μετά τα γεγονότα του Λιβάνου. Επίσης, δήλωση του τότε υπουργού Δημόσιας Τάξης Ι. Σκουλαρίκη, με την οποία χαρακτήριζε πολιτικό έγκλημα την εκτέλεση Τζαντ, θεωρώντας μάλιστα ότι τέτοιες ενέργειες αποτελούν ρουτίνα για την Ευρώπη. Επίσης, άρθρο ιστορικού, καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κ. Μαλακάση, στην «Ελευθεροτυπία», που αναφερόταν στον πειρατικό τρόπο με τον οποίο δημιουργήθηκαν οι ιμπεριαλιστικές βάσεις στην Ελλάδα, ως αποτέλεσμα της ήττας των πατριωτικών δυνάμεων αμέσως μετά τη ναζιφασιστική κατοχή. Η συνήγορος ανέπτυξε προφορικά το περιεχόμενο του άρθρου, γεγονός που ενόχλησε τον πρόεδρο, ο οποίος παρενέβη για να πει ότι αυτό δεν έχει σχέση με την υπόθεση. Η Γ. Κούρτοβικ απάντησε πως αυτό εισφέρει στην εκτίμηση για τον πολιτικό χαρακτήρα της υπόθεσης. Γιατί άραγε ο πρόεδρος δεν διέκοψε την «πολιτικολογία» του Αναγνωστόπουλου και ενοχλήθηκε μόνο από την απάντηση της Κούρτοβικ; Η συνήγορος, πάντως, ολοκλήρωσε την τοποθέτησή της.
Δήλωση έκανε και ο Χρ. Ξηρός, καυστική όπως πάντα:
«Εξοργίζομαι όταν δέχομαι μαθήματα από ανιστόρητους καθηγητές. Ο κύριος καθηγητής, ο εκπρόσωπος των ναζί εγκληματιών πολέμου και των λοιπών δυνάμεων του “άξονος”, που δολοφονούν καθημερινά αθώους, βομβαρδίζοντας μέχρι και γαμήλιες τελετές, νοσοκομεία, αγορές και άλλες “τρομοκρατικές” συνάξεις, δεν δικαιούται να μας διδάσκει ιστορία. Δεν χρειαζόμαστε μαθήματα από παχυλά αμειβόμενο αρνησίπατρι. Να σας θυμίσω, ότι η μοναδική αμερικανίδα στρατιώτης που δικάστηκε από αμερικάνικο δικαστήριο για απάνθρωπα βασανιστήρια κρατουμένων στο Αμπού Γκράιμπ ήταν λοχίας. Προφανώς, κατά τον κύριο καθηγητή, θα είχε πάει εκεί για να πάρει το εκτός έδρας».
Ο Α. Κωνσταντάκης έριξε το «καρφί» του στον πρόεδρο, για το ότι επέτρεψε τις πολιτικές αναλύσεις στον Αναγνωστόπουλο και έθεσε το ερώτημα κατά πόσο οι εφημερίδες αποτελούν έγγραφα για το δικαστήριο ή θεωρούνται γενικά αναξιόπιστες. Η εισαγγελέας απάντησε ότι υπάρχει μεν απόφαση του Αρείου Πάγου που θεωρεί τις εφημερίδες έγγραφα, όμως σημασία έχουν μόνο εφημερίδες που περιέχουν μια συνέντευξη ή κάτι ανάλογο και όχι πληροφορίες και κρίσεις των δημοσιογράφων. Πετάχτηκε και ο Αναγνωστόπουλος για να συμπληρώσει ότι δεν μπορεί να παίρνεται τοις μετρητοίς μια εφημερίδα που αναφέρεται σε δήλωση ενός μάρτυρα και βάζει εισαγωγικά στα λεγόμενα. Εμ, βέβαια, όταν δεν μας βολεύουν αυτά που έγραφαν οι εφημερίδες πριν 20 χρόνια, επειδή δεν «κολλάνε» με το σενάριο της Αντιτρομοκρατικής και με τα όσα τώρα καταθέτουν οι στημένοι ή ευφάνταστοι μάρτυρες, στην πυρά οι εφημερίδες. Ενώ όταν μας βολεύουν…
Απαντήσεις στις πρωτοφανείς απόψεις της εισαγγελέα έδωσαν επίσης, με επιχειρηματολογία νομική και λογική, οι Σ. Φυτράκης, Π. Ρουμελιώτης, Γ. Γκουντούνας Επίσης, ο Δ. Κουφοντίνας είπε ότι και οι εφημερίδες αποτελούν στοιχεία καταγραφής της Ιστορίας. Εδώ γίνεται μια δίκη ιστορικής σημασίας. Δικάζεται ένα επαναστατικό ρεύμα, αλλά και γίνεται προσπάθεια να ξαναγραφεί η Ιστορία. Γι’ αυτό –κατέληξε- εμείς θα χρησιμοποιούμε και τις εφημερίδες.
Ακολούθησαν σχόλια συνηγόρων για την κατάθεση Κοντοδιού. Οι Σ. Φυτράκης και Π. Ρουμελιώτης επιχειρηματολόγησαν πάνω στο γιατί ο Ν. Παπαναστασίου δεν θα μπορούσε να έχει οποιαδήποτε συμμετοχή στη συγκεκριμένη ενέργεια (το γεγονός ενόχλησε τον Αναγνωστόπουλο, που δεν απέφυγε μια δηλητηριώδη αντιδεοντολογική παρέμβαση –ισχυρίστηκε ότι οι συνήγοροι αγορεύουν και δεν κάνουν σχόλιο-). Οι Α. Κωνσταντάκης και Γ. Γκουντούνας στάθηκαν στην προϊούσα μνήμη του μάρτυρα, που αλλάζει την περιγραφή των δραστών ανάλογα με τη συγκυρία, και συνέκριναν την κατάθεσή του με τα δημοσιεύματα της εποχής και τις καταθέσεις των άλλων αυτοπτών μαρτύρων, που το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα να κληθούν να καταθέσουν, όμως είχαν πει ότι οι δράστες ήταν μετρίου αναστήματος.
Επ’ αυτού πρέπει να κάνουμε ένα σχόλιο, γιατί εύλογα θα αναρωτηθεί ο αναγνώστης, γιατί στο δικαστήριο δεν καλούνται όλοι οι αυτόπτες μάρτυρες. Πρέπει να θυμίσουμε τη διαδικασία που ακολουθήθηκε. Το πρώτο «κοσκίνισμα» των μαρτύρων έγινε από την Αντιτρομοκρατική. Τους επισκεπτόταν στα σπίτια τους ή τους καλούσε στη ΓΑΔΑ για «φιλική συζήτηση», στη διάρκεια της οποίας τους έδειχνε φωτογραφίες των συλληφθέντων και ειδικά εκείνων που το σενάριο ενέπλεκε στη συγκεκριμένη υπόθεση. Αν οι μάρτυρες έδειχναν διάθεση για αναγνώριση ή για παροχή βοήθειας ως προς κάποια εξωτερικά χαρακτηριστικά των φερόμενων ως δραστών, τους έστελναν στον ειδικό εφέτη ανακριτή Λ. Ζερβομπεάκο. Αν δεν έδειχναν διάθεση «συνεργασίας» δεν τους έστελναν καθόλου. Μετά τις καταθέσεις στον ειδικό εφέτη ανακριτή, έγινε το δεύτερο «κοσκίνισμα». Οσοι ήταν χρήσιμοι στην εισαγγελία για την τεκμηρίωση της κατηγορίας κλήθηκαν να καταθέσουν στο δικαστήριο. Οσοι δεν εξυπηρετούσαν δεν κλήθηκαν.
Σχόλιο έκανε και η Γ. Κούρτοβικ, η οποία αρχικά θύμισε τη βασική θέση του Δ. Κουφοντίνα, ότι δεν τον ενδιαφέρει να αποδείξει που ήταν και που δεν ήταν στις ενέργειες της οργάνωσης. Παρά ταύτα, στη συγκεκριμένη υπόθεση ο Κουφοντίνας καταδικάστηκε ως απλός συνεργός με βάση μια κατάθεση συγκατηγορουμένου του, κατά παράβαση ακόμα και της ερμηνείας που έδωσε το ίδιο το δικαστήριο στο άρθρο 211α του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (με μόνη την κατάθεση συγκατηγορουμένου δεν μπορεί να καταδικαστεί κάποιος). Για τη συγκεκριμένη υπόθεση, ως συμπληρωματικά στοιχεία ενοχής για τον Δ. Κουφοντίνα χρησιμοποιήθηκε, πρώτον η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης για τη δράση της οργάνωσης, η οποία βέβαια δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ομολογία συμμετοχής στη συγκεκριμένη ενέργεια από ένα δικαστήριο και, δεύτερον, το ότι δεν μίλησε καθόλου για τη συμμετοχή του στη δράση της οργάνωσης και δεν διέψευσε όσους τον ενοχοποιούν. Δηλαδή, ο Κουφοντίνας καταδικάστηκε για τη συγκεκριμένη ενέργεια επειδή άσκησε το δικαίωμα σιωπής, που ο νόμος του παρέχει. Το δικαίωμα αυτό αντιστράφηκε και μετατράπηκε σε τεκμήριο ενοχής. Ο κατηγορούμενος τον οποίο υπερασπίζομαι –κατέληξε η Γ. Κούρτοβικ- δεν διεκδικεί από σας μια δίκαιη δίκη, δεν θα προσπαθήσει να αποδείξει ότι είναι αθώος με την έννοια του νόμου, όμως η υπεράσπιση πρέπει να καταγγείλει όλους τους νομικούς ακροβατισμούς που έγιναν για να καταδικαστεί.
Αναλυτικό σχόλιο έκανε και ο Χρ. Ξηρός, που κινήθηκε σε δυο επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο ήταν η φερόμενη ως προανακριτική ομολογία του, η οποία «όλως συμπτωματικά» ξεκινά από την υπόθεση Τζαντ, την πρώτη ενέργεια που δεν είχε παραγραφεί, χωρίς να αναφέρεται σε καμιά προηγούμενη ενέργεια και χωρίς να δίνει καμιά πολιτική αιτιολογία. «Η μνήμη μου δηλαδή –είπε ο Χρ. Ξηρός- είναι απολύτως προσαρμοσμένη στην έναρξη των μη παραγεγραμμένων υποθέσεων. Εφόσον με ανέκριναν πραγματικά, δεν θα έπρεπε να ερωτηθώ και για προηγούμενες ενέργειες της οργάνωσης, έστω και αν δεν συμμετείχα; Ενδιαφέρουν μόνο αυτά που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν ποινικά και μόνο ως προς το σκέλος του ποιος συμμετείχε. Δηλαδή η επάνδρωση του σεναρίου και η απουσία οποιασδήποτε πολιτικής αιτιολόγησης της ενέργειας, που απολύτως φυσικά θα έδινε οποιοδήποτε μέλος μιας επαναστατικής οργάνωσης όπως η 17Ν. Και δε μιλάμε για καμιά δευτερεύουσα ενέργεια αλλά για την απόπειρα εκτέλεσης αμερικανού στρατιωτικού, εκπροσώπου του αμερικανικού στρατού κατοχής και των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών». Πράγματι, ο Χρ. Ξηρός φέρεται να περιγράφει την ενέργεια με μια χωροφυλακίστικη γλώσσα, που δεν ταιριάζει στον ίδιο ούτε σε σε οποιοδήποτε μέλος μιας επαναστατικής οργάνωσης. «Αντ’ αυτού τι έχουμε; Ένα απλοϊκό σχέδιο που θυμίζει εγχειρίδιο του καλού στρατιώτη, με στάδια προετοιμασίας, ή του καλού χωροφύλακα». Το δεύτερο επίπεδο ήταν η κατάθεση Κοντοδιού, που αντιφάσκει από κατάθεση σε κατάθεση με την πάροδο του χρόνου, ενώ αντιφάσκει και με τα όσα έχει καταθέσει ο Τζαντ. Ο Χρ. Ξηρός υπήρξε αναλυτικότατος και στα δυο επίπεδα αναφοράς του.
ΥΠΟΘΕΣΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΕΤΡΑΛΩΝΩΝ – ΜΑΤΗ
Πρώτος μάρτυρας κατέθεσε ο Ξενοφών Μάτης, αδελφός του φρουρού που σκοτώθηκε στη ληστεία της Εθνικής Τράπεζας Πετραλώνων, ο οποίος βέβαια δεν ήταν αυτόπτης μάρτυρας και δεν είχε να πει τίποτα επί της ουσίας. Ηταν ένας μάρτυρας για τη δημιουργία εντυπώσεων, με την επίκληση των όσων έχει ακούσει. Στη διάρκεια της κατάθεσής του δημιουργήθηκε ένταση ανάμεσα στον πρόεδρο και τον συνήγορο πολιτικής αγωγής Σ. Γεωργίου, ο οποίος εξεγέρθηκε και κατηγόρησε τον πρόεδρο ότι προσπαθεί να υποβάλει στο μάρτυρα να απαντήσει ότι τον αδερφό του τον πυροβόλησε ο Κουφοντίνας! Είναι γνωστό από την πρώτη δίκη, ότι ο Γεωργίου έχει την άποψη ότι τον Μάτη πυροβόλησε ο Τσελέντης, ο οποίος υποστήριξε ότι ήταν έξω από την τράπεζα (και αυτό δέχτηκε το δικαστήριο). Στο ίδιο μοτίβο ήταν οι καταθέσεις και των δύο άλλων αδελφών του Μάτη, Ν. Μάτη και Α. Πίσσαρη.
Ο Π. Νικολαΐδης, αυτόπτης μάρτυρας (πελάτης της τράπεζας) κατέθεσε ότι είδε τρία άτομα να μπαίνουν και να κάνουν τη ληστεία. Ενας ντυμένος με ψεύτικη στολή αστυνομικού ακινητοποίησε τον Μάτη και μάλιστα του φώναζε «Χρήστο, μη κινείσαι», ο Μάτης αντέδρασε, έγινε πάλη και πάνω στην πάλη πυροβόλησε δεύτερο άτομο που έτρεξε σε βοήθεια. Ο ψευτο-αστυνομικός δεν γινόταν να πυροβολήσει, είπε κατηγορηματικά ο μάρτυρας. Εκτίμησή του, επίσης, ήταν ότι δεν υπήρχε πρόθεση να σκοτώσουν το φρουρό, αλλά αυτό προέκυψε επειδή εκείνος αντιδρούσε, μολονότι τον καλούσαν να μείνει ακίνητος και ο ψευτο-αστυνομικός του είχε πατήσει με το γόνατο το αυτόματο και προσπαθούσε να τον ακινητοποιήσει με τα δύο χέρια. Αναγνώρισε στο πρόσωπο του ψευτο-αστυνομικού τον Δ. Κουφοντίνα, από τα φρύδια, τη μύτη και το μέτωπο, όπως είπε. Οταν, όμως, ο πρόεδρος του ζήτησε να πει τι ακριβώς χαρακτηριστικό έχει π.χ. η μύτη, είχε έτοιμη την απάντηση: «Τώρα θα σας τα αναλύσω σαν γιατρός; Αφού σας λέω ότι τον αναγνωρίζω. Τα χαρακτηριστικά του έχουν παραμείνει ίδια». «Την έπεσε» μάλιστα στην υπεράσπιση, επειδή ψάχνει αντιφάσεις στους μάρτυρες! Προφανώς, ο τύπος θέλει να του αναγνωρίσουν την ιδιότητα του θεού (ή έστω του πάπα).
Εντύπωση προκάλεσε η προσπάθεια της εισαγγελέα να βρει αντιφάσεις ανάμεσα στις καταθέσεις του μάρτυρα! Οχι ως προς την αναγνώριση του Κουφοντίνα, αλλά ως προς το ποιος πυροβόλησε. Εμμεση πλην σαφής προσπάθεια υπεράσπισης του Τσελέντη! Να φορτώσουμε τον πυροβολισμό στον Κουφοντίνα πάση θυσία. Ετσι κι αλλιώς, αυτός δεν μιλάει. Το σημειώνουμε, γιατί την προηγούμενη μέρα, όταν η ίδια η εισαγγελέας συνέλαβε τον μάρτυρα Κοντοδιό να αντιφάσκει με τα όσα έχει καταθέσει στο προηγούμενο δικαστήριο, ξεπέρασε το πρόβλημα λέγοντας «καλά, αυτά δεν έχουν σημασία»! Η ευαισθησία της έναντι της αλήθειας των καταθέσεων των μαρτύρων είναι άκρως επιλεκτική. Πάντως, ο μάρτυρας ήταν κατηγορηματικός ως προς τη θέση των δύο ενόπλων. Ο ψευτο-αστυνομικός ήταν από δεξιά του Μάτη και ο με τα πολιτικά από αριστερά, ο δε Μάτης έχει πυροβοληθεί από αριστερά.
Επίσης, ο μάρτυρας ήταν κατηγορηματικός, βλέποντας όρθιο τον Χρ. Ξηρό. Ούτε ο αστυνομικός ούτε ο άλλος ήταν τόσο ψηλοί. Διευκρίνισε ακόμη, ότι κανένας απ’ όσους θυμάται να πήραν μέρος στη ληστεία δεν ήταν τόσο ψηλός και ογκώδης. Τέλος, ήταν κατηγορηματικός ότι την πόρτα φύλαγε ο ψευτο-αστυνομικός και κανένας άλλος. Αυτό έχει σημασία, γιατί –όπως σημείωσε ο συνήγορος πολιτικής αγωγής- ο Τσελέντης ισχυρίζεται ότι ο δικός του ρόλος ήταν να φυλάει την πόρτα.
Η Α. Γκιλιπάθη, υπάλληλος της τράπεζας, αναγνώρισε τον Δ. Κουφοντίνα στη θέση του ψευτο-αστυνομικού και υπήρξε κατηγορηματική ότι δεν ήταν αυτός που πυροβόλησε τον Μάτη. Κατέθεσε ότι είδε το άλλο άτομο με τα πολιτικά να πυροβολεί. Επίσης, ήταν κατηγορηματική ότι κανένα από αυτά τα δύο άτομα, τα μόνα που είδε η ίδια, δεν ήταν ο Χρ. Ξηρός. Είναι πολύ ψηλότερος, είπε.
Η δίκη συνεχίζεται αύριο στις 9 το πρωί.