«Μας είναι πολύ εύκολο να αναβάλουμε και να βρούμε δικαιολογίες ότι ήταν μια ντεμί χρονιά. Δικαιολογίες για τη μη εφαρμογή υπάρχουν. Ομως, σύμφωνα με τα δεδομένα που γνωρίζουμε, η ύλη έχει καλυφθεί και η εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων οδηγεί σε αδιάβλητες και πιο αντικειμενικές εξετάσεις», δήλωσε η υφυπουργός Παιδείας Ζέττα Μακρή, η οποία, λέει, συμβουλεύεται επί του θέματος, τον «μπάρμπα της τον ψεύτη», το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, που διαβεβαιώνει ότι η κάλυψη της ύλης είναι επαρκέστατη και έχει γίνει με τρόπο που εκπαιδευτικά επιτρέπει την εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων.
Οχι δεν αεροβατεί η υφυπουργός Παιδείας, δεν ζει σε ένα παράλληλο σύμπαν. Είναι συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης και του υπουργείου Παιδείας η εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων, διότι μέσω (και) αυτής ξεσκαρτάρει η «ήρα από το στάρι» και τα παιδιά της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων συνειδητοποιούν ότι τα όνειρά τους για πανεπιστημιακές σπουδές είναι όνειρα θερινής νυκτός.
Γνωρίζουν πολύ καλά εκεί στο Μαρούσι ότι προηγήθηκαν δυο χρόνια πανδημίας με κλειστά σχολεία για μακρύ χρονικό διάστημα, με την «κουτσή» στην καλύτερη περίπτωση τηλεκπαίδευση, που γέννησε χίλια δυο προβλήματα ανισότητας, εκτόξευσης των ταξικών φραγμών, παραμερισμού των πιο ευάλωτων μαθητικών ομάδων, σοβαρών ελλειμμάτων κάλυψης και αφομοίωσης της ύλης, μετατροπής της παιδαγωγικής σχέσης εκπαιδευτικών-μαθητών από άμεση σε «εικονική» και διαμεσολαβημένη, υποβάθμισης τελικά της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Γνωρίζουν ότι ακόμη και φέτος χιλιάδες μαθητές (ή και εκπαιδευτικοί) νόσησαν και αναγκάστηκαν να μπουν σε καραντίνα, χάνοντας την επαφή τους με το σχολείο. Γνωρίζουν ότι υπάρχουν -ή και δημιουργήθηκαν στην πορεία- εκατοντάδες εκπαιδευτικά κενά που δεν καλύφθηκαν ή καλύφθηκαν με μεγάλη καθυστέρηση, με αποτέλεσμα να χαθούν άπειρες διδακτικές ώρες. Γνωρίζουν ότι η ύλη είναι τεράστια και σε σημαντικό βαθμό έξω από τις δυνατότητες των μαθητών, εξ ου και οι συνεχείς διαμαρτυρίες των εκπαιδευτικών και οι απανωτές εγκύκλιοι-διαταγές προς αυτούς του ΓΓ του υπουργείου, Κόπτση, να συμμορφωθούν.
Τα γνωρίζουν όλα αυτά και όμως επιμένουν. Επιμένουν γιατί θεωρούν ότι και μέσω αυτού του αντιεκπαιδευτικού μέτρου θα μπει φρένο στην ιστορικά διαμορφωμένη τάση της νεολαίας της ελληνικής εργαζόμενης κοινωνίας για σπουδές στα ΑΕΙ.
Ας θυμηθούμε, λοιπόν, πώς περιέγραφε την δυστοπική κατάσταση που θα διαμορφωθεί εξαιτίας της εφαρμογής της Τράπεζας Θεμάτων ο Γ.Ρ. σε σχετικό άρθρο τον Σεπτέμβρη του 2021:
«Η Κεραμέως επιμένει -παρά τα χίλια μύρια προβλήματα που σώρευσε η πανδημία και η τηλεκπαίδευση- ότι από φέτος η καρμανιόλα της τράπεζας θεμάτων θα εφαρμοστεί για τους μαθητές που θα φοιτήσουν στην Α΄ Λυκείου, σύμφωνα με το νόμο που ψήφισε ο κυβερνητικός λόχος της ΝΔ (νόμος 4692/2020). Με αφορμή, λοιπόν, αυτήν την τρομοκρατική απειλή της υπουργού Παιδείας θα κάνουμε μνεία στα δεινά που προκάλεσε η εφαρμογή της τράπεζας θεμάτων στο παρελθόν και θα δείξουμε το μέγεθος της συμφοράς που θα προκαλέσει στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Η εφαρμογή της για πρώτη φορά (και μοναδική μέχρι σήμερα) το καλοκαίρι του 2014 (κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, υπουργός Παιδείας Αρβανιτόπουλος, Ν. 4186/2013) προκάλεσε πανωλεθρία στους μαθητές της Α΄ Λυκείου. Σύμφωνα με στοιχεία από πολλές ΕΛΜΕ, κρίθηκαν αρχικά ως μετεξεταστέοι το 23,3% των μαθητών -δηλαδή περίπου ένας στους τέσσερις- που έπρεπε να εξεταστούν και πάλι τον Σεπτέμβρη!
Μετά τις πρώτες σφοδρές αντιδράσεις, το υπουργείο Παιδείας θορυβήθηκε και προχώρησε σε μια μπακαλίστικη διόρθωση στον τρόπο υπολογισμού του μέσου όρου προαγωγής, για να περιορίσει κάπως τον αριθμό των μετεξεταστέων, με αποτέλεσμα το συγκεκριμένο ποσοστό να πέσει στο 16%, ενώ τελικά απορρίφθηκε το 10% των μαθητών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσοστό των μετεξεταστέων μαθητών για το σχολικό έτος 2012-2013 (πριν από την ψήφιση του Ν. 4186/2013) ήταν 4,2%, δηλαδή περίπου τέσσερις φορές μικρότερο από το 16% του σχολικού έτους 2013-2014!
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα μεγαλύτερα ποσοστά μετεξεταστέων, κατά τόπους, σημειώθηκαν στις εργατικές συνοικίες των μεγάλων αστικών κέντρων, σε υποβαθμισμένες περιοχές και σε περιοχές της μακρινής επαρχίας (π.χ. Ανω Λιοσίων 32,6%, Α΄ Αθήνας 30,6%, Ε΄ Ανατολικής Αττικής 28,1%, Γ΄ Δυτικής Αττικής 26,5%, Β΄ Αθήνας 26%, Γ΄ Θεσσαλονίκης 27,7%, Ζακύνθου 46,4%, Ξάνθης 40,9%, Ρεθύμνου 38,2%, Λασιθίου 38%, Β΄ Κυκλάδων 36,1%, Λακωνίας 32,1%), ενώ υπήρξαν και περιοχές στις οποίες το ποσοστό των μετεξεταστέων αυξήθηκε εντυπωσιακά, όπως στη Ν. Σμύρνη που από 0,6% σκαρφάλωσε στο 22,5% (37,5 φορές πάνω!).
Για να προλάβουμε εκείνους που συμφωνούν με την εφαρμογή της τράπεζας θεμάτων διαβαθμισμένης δυσκολίας, προβάλλοντας επιχειρήματα του τύπου: ‘’ικανοποιείται το δημοκρατικό δικαίωμα όλων των μαθητών της χώρας να διδάσκονται την ίδια ύλη’’, ‘’ικανοποιείται κατά κάποιο τρόπο η ισονομία των μαθητών, εφόσον τα μισά θέματα είναι εν δυνάμει κοινά για όλους’’, ‘’δεν επιτρέπεται να προάγονται μαθητές με χαμηλές επιδόσεις’’ ή, πηγαίνοντας ακόμα παραπέρα όπως: ‘’δεν γίνεται να σπουδάσουν όλοι’’, απαντάμε ότι εξαντλούν (στην καλύτερη περίπτωση) την αυστηρότητά τους πάνω στους μαθητές, διαπνέονται από ελιτίστικη νοοτροπία και αντικειμενικά γίνονται δεκανίκια της εκάστοτε κυβέρνησης στην προώθηση των πιο αντεκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων, γιατί ‘’ξεχνούν’’:
- Την άθλια οικονομική κατάσταση, στην οποία έχει περιέλθει, ειδικά τα τελευταία δέκα χρόνια των μνημονίων και της συντηρητικής ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού, το λαϊκό νοικοκυριό, γεγονός που επιβαρύνει δυσβάσταχτα τη στήριξη της μορφωτικής προσπάθειας των παιδιών του.
- Τα χιλιάδες κενά, ειδικά στα σχολεία της μακρινής επαρχίας, τις χαμένες διδακτικές ώρες, τη διδασκαλία ακόμα και μαθημάτων που εξετάζονται πανελλαδικά, με καθυστέρηση ή από άλλες ειδικότητες καθηγητών, εξαιτίας της χρόνιας αδιοριστίας και της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής των δραστικών περικοπών.
- Το γεγονός ότι ο διδακτικός χρόνος, παρ’ όλες τις καλές και φιλότιμες προσπάθειες των εκπαιδευτικών, δεν επαρκεί για την ολοκλήρωση της ύλης -της οποίας, σημειωτέον, έχει αυξηθεί σημαντικά ο βαθμός δυσκολίας- πόσω μάλλον για την κατανόησή της, με αποτέλεσμα να ευνοούνται τα παιδιά των ανώτερων στρωμάτων που φοιτούν σε ιδιωτικά σχολεία (τα οποία αυξάνουν με διάφορα κόλπα τις διδακτικές ώρες των πανελλαδικά εξεταζόμενων μαθημάτων) και έχουν παράλληλα στήριξη από φροντιστήρια και ιδιαίτερα μαθήματα για όλα τα γούστα.
- Το γεγονός ότι οι μαθητές, φθάνοντας στο Λύκειο, εξαιτίας της δομής των προγραμμάτων σπουδών, των σχολικών εγχειριδίων και του τρόπου διδασκαλίας, στοιχεία δηλαδή για τα οποία ευθύνεται αποκλειστικά το υπουργείο Παιδείας και οι μηχανισμοί του, έχουν τρομερές ελλείψεις στην κατανόηση ακόμη και των βασικών γνωστικών αντικειμένων.
- Την άθλια υλικοτεχνική υποδομή των δημόσιων σχολείων (αν κάνουμε μια βόλτα όσοι/ες αποφοιτήσαμε πριν από 20-30 χρόνια στο σχολείο της γειτονιάς μας -αν δεν το έκλεισε το σχέδιο Αθηνά!- θα το διαπιστώσουμε).
- Το γεγονός ότι τα παιδιά έρχονται στο σχολείο κουβαλώντας το φορτίο της κοινωνικής τους προέλευσης, το οποίο τα στιγματίζει και σε μεγάλο βαθμό καθορίζει την εκπαιδευτική τους διαδρομή.
Το σύνθημα, λοιπόν, ‘’ίσες ευκαιρίες για όλους μέσω της τράπεζας θεμάτων’’ δεν είναι τίποτ΄ άλλο παρά μια ψευδαίσθηση, μια απάτη.
Στόχος της δεν είναι η κατάκτηση της γνώσης και η βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου, αλλά η παραπέρα κατηγοριοποίηση-κατάταξη των μαθητών (και μέσω αυτών και των εκπαιδευτικών τους) και η δραστική ανάσχεση της τάσης για πανεπιστημιακές σπουδές, γιατί πρόκειται να λειτουργήσει καθαρά ως ανάχωμα, αποκαρδιώνοντας τα ‘’παιδιά του κατώτερου θεού’’, βάζοντάς τους από νωρίς τη στάμπα του ‘’αποτυχημένου’’.
‘’Στείλτε τους από νωρίς στα σκλαβοπάζαρα της επισφαλούς εργασίας, της μαθητείας ή ακόμα και στην ανεργία, προτού ακόμα ανοίξει το μυαλό τους και αποκτήσουν απαιτήσεις, ώστε να είναι εύκολη λεία για την καπιταλιστική μηχανή’’, φωνάζουν από κοινού κεφάλαιο και αστισμός!
Τα πράγματα δεν είναι καλύτερα για τους εκπαιδευτικούς. Το άγχος και η αγωνία τους για τη σωστή προετοιμασία των μαθητών τους θα εκτιναχθεί στα ύψη! Ακόμα και στην περίπτωση που δεν θα χαθεί καμιά διδακτική ώρα, η ολοκλήρωση της ύλης και η επαρκής κατανόησή της από την πλειοψηφία του τμήματος γίνεται αδύνατη.
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το μάθημα της Γεωμετρίας της Α΄ Λυκείου (ήταν ένα από εκείνα που συνέτριψε τους μαθητές το καλοκαίρι του 2014 – τα άλλα δύο ήταν η Αλγεβρα και τα Αρχαία). Γιατί είναι κατά τεκμήριο ένα από τα δυσκολότερα αντικείμενα της συγκεκριμένης τάξης, αληθινή πρόκληση για τον μαθηματικό, καθώς είναι εκείνο που εισάγει τον μαθητή στον πυρήνα της μαθηματικής σκέψης, του εξηγεί τη διάκριση αξιωμάτων-θεωρημάτων, του μαθαίνει σχεδόν όλες τις τεχνικές απόδειξης προτάσεων (ευθύς τρόπος, απαγωγή σε άτοπο), τον επαγωγικό αλλά και παραγωγικό τρόπο σκέψης.
Το σχολικό εγχειρίδιο (που είναι κατά τα άλλα κομψό και πλήρες) διαθέτει 271 ερωτήσεις και ασκήσεις όλων των επιπέδων (κατανόησης, εμπέδωσης, αποδεικτικές και σύνθετα θέματα), ενώ η τράπεζα θεμάτων προσθέτει σε αυτά επιπλέον 348 ασκήσεις (145 θέματα-2 και 203 θέματα-4). Το μάθημα διδάσκεται δύο ώρες την εβδομάδα, κατά συνέπεια, στην ιδανική περίπτωση που θα γίνουν όλες οι ώρες στη διάρκεια του σχολικού έτους (περίπου 33 εβδομάδες), το αντικείμενο θα διδαχθεί συνολικά 66 ώρες. Μέσα σε μια διδακτική ώρα, ασφαλώς, ο διδάσκων θα παρουσιάσει τη θεωρία κάνοντας τις σχετικές αποδείξεις που υποδεικνύουν οι οδηγίες του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής και θα λύσει περίπου δύο με τρεις ασκήσεις, συζητώντας τες εξαντλητικά με τα παιδιά. Θα λύσουν δηλαδή μαζί συνολικά 130 με 200 ασκήσεις στην καλύτερη περίπτωση. Μα η τράπεζα θεμάτων και το σχολικό βιβλίο έχουν συνολικά 619 ασκήσεις! (Στην τράπεζα, με τα 348 θέματα ως τώρα, θα προστεθούν και άλλα στην πορεία της χρονιάς, ώστε να φτάσουν από μόνα τους τον ‘’μαγικό’’ αριθμό των 1.000 θεμάτων).
Καταλαβαίνετε λοιπόν τι έχει να γίνει, ειδικά αν λάβουμε υπόψη μας και το γεγονός ότι οι μαθητές της Α΄ Λυκείου θα εξεταστούν συνολικά σε οχτώ μαθήματα (Αλγεβρα, Γεωμετρία, Αρχαία Ελληνικά, Ιστορία, Νέα Ελληνική Γλώσσα-Νέα Ελληνική Λογοτεχνία, Φυσική, Χημεία και Αγγλικά)!
Είναι αλήθεια ότι η μαθητική και εκπαιδευτική κοινότητα δείχνει ‘’μουδιασμένη’’, ειδικά μετά και την εφαρμογή της ‘’άγριας’’ μεταρρύθμισης της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ), που πέταξε εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης πάνω από 40.000 υποψηφίους τόσο των ΓΕΛ όσο και των ΕΠΑΛ, αφήνοντας κενές πάνω από 17.000 θέσεις σε διάφορες σχολές (όπως στην Αρχιτεκτονική Ξάνθης που δεν κάλυψε καμία από τις 108 προσφερόμενες θέσεις!), και η άθλια κυβέρνηση, εκμεταλλευόμενη την πανδημία, προσπαθεί να συμπληρώσει όλο το αντιεκπαιδευτικό της οπλοστάσιο, συνεπικουρούμενη και από τα πετσωμένα ΜΜΕ που την καλύπτουν σε κάθε της βήμα.
Οι πρωτοπόροι εκπαιδευτικοί, σε αυτήν τη φάση, πρέπει να πείσουν τους συναδέλφους τους ότι δεν μπορεί να εξαντλούν την κριτική τους σε τεχνικά ζητήματα (όπως το εύρος της τράπεζας θεμάτων ή η ύλη στην οποία αυτή αναφέρεται), αλλά να χτυπήσουν το θεσμό συνολικά, απονομιμοποιώντας τον στη συνείδηση των μαθητών και των γονιών τους, εξηγώντας αναλυτικά σε αυτούς τη σκοπιμότητα της εφαρμογής της.
Για να αποκρουστεί αυτή η γενικευμένη επίθεση στη δημόσια Παιδεία απαιτείται γενικός ξεσηκωμός!».